της Βαρβάρας Ρούσσου
Παρασημαντική είναι η μουσική γραφή, η σημειογραφία, η σημείωση των μουσικών ήχων. Η λέξη προέρχεται από το ρήμα παρασημαίνομαι δηλαδή σημειώνω, παριστάνω με σημεία. Διαφεύγοντας από τη μουσική προς την ποίηση και τη γλώσσα, η παρασημαντική λαμβάνει άλλο περιεχόμενο και στην ομώνυμη πρώτη ποιητική συλλογή του Άκη Παραφέλα δεν συνάπτεται με την ηχητική εκφορά των λέξεων. Η συλλογή ενέχει τη δυναμική του τίτλου της: οι λέξεις ως σημεία δεν καταγράφουν απλά, δεν παραπέμπουν ως σημαίνοντα σε αυθαιρέτως παγιωμένα σημαινόμενα, αλλά επιχειρούν να (επανα)καθορίσουν τρόπους να διαβάσουμε τον κόσμο και τον Εαυτό ή αλλιώς «κατασκευάζουν» τον Εαυτό, τον Άλλον και την πολυπλοκότητα των σχέσεών τους.
Εντέλει, η συλλογή λειτουργεί παρασημαντικά, αν μπορώ να χρησιμοποιήσω το επίρρημα, και ως προς την ανάγνωση: στις τρεις ενότητες (παρασημαντική α΄, β΄, γ΄) παρέχονται κειμενικοί δείκτες, μια αναγνωστική σημειογραφία: η μορφολογική ποικιλία, η χρήση γραμματοσειρών που συνδέουν ποιήματα μεταξύ τους, η αιφνίδια διακοπή που οδηγεί σε άλλο ποίημα δημιουργεί διαλεκτικά, από τη διάσπαση, μια ενότητα, μια οργανική σύνθεση μερών. Ενδιαφέρον εγχείρημα που σχεδόν επιτάσσει πολλαπλές αναγνώσεις και προτρέπει για μια ανασύνθεση του βιβλίου, αφήνοντας τον αναγνώστη να ανιχνεύσει τα νήματα.
Η διαρκής εμπρόθετη σύγχυση ειδολογικών/μορφολογικών γνωρισμάτων, οι τυπογραφικές διαφοροποιήσεις που προκρίνουν την αναγνωσιμότητα έναντι της προφορικότητας, το παιχνίδι αυτοτέλειας/αποσπάσματος, παραπέμπει με τον καλύτερο τρόπο στο σχήμα «Εγώ -Εσύ- Αυτ@», και κυρίως «Εαυτός-Άλλος». Αυτή η δυαδικότητα παρούσα, είτε ως έρωτας είτε με οποιαδήποτε άλλη μορφή, διαρκώς και εναργέστατα στη συλλογή, συναγωνίζεται σχεδόν την έννοια «ο Άλλος ως Εαυτός» που υπενθυμίζεται διαρκώς με ποικίλους τρόπους τείνοντας σε μια ιδιαίτερη πληθυντικότητα: «οι άνθρωποι˙ οι γνωστοί μου˙ οι ξένοι˙ οι δικοί μου οι όλοι˙ ο δικός τους ανάμεσα˙». Το εγχείρημα καθίσταται ακόμη πιο ενδιαφέρον επειδή η εναγώνια διάθεση καθορισμού της ταυτότητας γίνεται ταυτόχρονα και εναγώνια αναζήτηση της θέσης του ατόμου στη σύγχρονη κοινωνία, όπου έντονα συγκροτητική συνθήκη της ταυτότητας αναδεικνύεται η ετερότητα και όπου το υποκείμενο έχει πάψει να αποτελεί μια συμπαγή οντότητα αδιάσπαστη και διαχρονική. Η ετερότητα αποτελεί κεντρική έννοια του διαλεκτικού στοχασμού από το βιβλικό λόγο μέχρι τον Πλάτωνα και τους σύγχρονους φιλοσόφους και καθώς απασχολεί ολόκληρη τη συλλογή της παρέχει το στοχαστικό υπόβαθρο για να σχολιάσει και με έναν τρόπο να απαντήσει σε ένα εξαιρετικά κρίσιμο ζήτημα του καιρού μας και υπό αυτό το πρίσμα τα ποιήματα δεν λειτουργούν στο αφαιρετικό αχρονικό κενό μιας θεωρητικής κατασκευής. Μια στοχαστικά συγκινητική απάντηση ανιχνεύουμε στη συλλογή, συμπυκνωμένη ρητά ή υπογειωμένα: «τον Άλλον ζητώ την αγάπη μου», γράφει ο Παραφέλας αγγίζοντας σχεδόν την υπευθυνότητα που αναφέρει ο Λεβινάς απέναντι στην παρουσία του Άλλου. Η απάντηση, ίσως, ανιχνεύεται στην αγάπη: «Σαν να μισώ ό,τι διασπά τη δυνατότητα η αγάπη μου ν’ αγαπά ελεύθερα, οι ελεύθεροι να μ’ αγαπούν πίσω.»
Το ερώτημα από τη φιλοσοφία και την καθημερινή πράξη μεταφέρεται στο χώρο της ποίησης: η μορφή των ποιημάτων στην μοντερνιστική πολλαπλότητά της διεσταλμένη στα όριά της, όπως ήδη την γνωρίζουμε από ποικίλους πειραματισμούς σύγχρονων και παλαιότερων ποιητών, στην Παρασημαντική μετατρέπεται σε ικανή και αναγκαία συνθήκη για να εκφέρει τις έννοιες που διατρέχουν τη συλλογή. Ήδη το πρώτο πεζόμορφο ποίημα ξεκινά χωρίς κεφαλαίο: «για κείνη. » και η τελεία μεταβάλλει τη φράση σχεδόν σε αφιέρωση για να συνεχίσει απρόσμενα «Που πήρε το σχήμα χιλιάδων προσώπων». Υψηλής έντασης πρώτο κείμενο σχεδόν διαρρηγνύει τα όρια του εγώ και εσύ που ρευστά αποπειρώνται την επικοινωνία, διαρκώς διακοπτόμενη: «Οι όψεις μας. Σακατεμένοι ορισμοί σε μάτια δίδυμα σακατεμένα εξίσου, μου εξήγησε και.». Το επόμενο ποίημα «συντομογραφία» σε σχετικά τυπική μορφή ποιήματος -εννοώ με στιχική κατανομή αλλά με γραφηματικές μετακνήσεις των στίχων και κενά- κλείνοντας συμπυκώνεται σε «μια πτητική αιώρηση/ στον άλλον» ενώ η αποσπασματική έκκεντρη υποκειμενικότητα το διατρέχει: «ένα και δύο κομμάτια/εγώ το ένα εγώ και τα δύο/». Η Ειρήνη Ξένου, συνομιλήτρια και ερωτικό εσύ ή και εγώ ή και αγαπημένος Άλλος εισβάλλει στο επόμενο πεζόμορφο κείμενο με αριθμό Ι που συνεχίζεται στα όμοια αριθμημένα ΙΙ (σελ. 25), ΙΙΙ (σελ. 37). Εδώ οι υποθετικοί μονόλογοι είναι αποκαλυπτικοί και η θεατρικότητά τους κατορθώνει την ένταση. Όμοια, ενότητα αποτελούν τα πλαγιογραφημένα και σε αγκύλες πεζόμορφα κείμενα, μονόλογοι επίσης, όπου η Ειρήνη είναι πάντα παρούσα και μετασχηματίζεται: «Όσο περνάει ο χρόνο ντυνόμαστε κι οι δυο με το ίδιο πήλινο κουστούμι -δεν έχει σημασία εάν είναι γυναικείο ή ανδρικό.[…]Πονάει πολύ, φωνάζω κι αυτή μου κλείνει το στόμα κλαίγοντας μπροστά σε όσα βλέπει˙ αστικό ερείπιο γεμάτο ελπίδες για όσα σου αφηγούνται για τον εαυτό τους[…]Ο ένας απ’ τον άλλον θηλάζουμε». Η γραφή είναι επικοινωνία και μέσο δήλωσης της παρουσίας και της ενότητας: «Και του λέω γράψε γράψε […] Για το πρώτο μας πληθυντικό. Για τον αγών μας να κρατηθεί μέσα σε τέσσερις ή χιλιάδες παλάμες ακέραιο τ΄ ακριβό μας εμείς.» Ο «eric», «ο κουλουρτζής» (τίτλοι ποιημάτων), μορφές με έρεισμα στην αστική καθημερινή πραγματικότητα ανάγονται σε μαρτυρίες του τραγικού συλλογικού βιώματος του ξένου, του πρόσφυγα, του Άλλου. Ποιήματα με τίτλους που συνομιλούν και αυτά μεταξύ τους σε μια διαφορετική ενότητα, συλλειτουργούν όμως στη συλλογή και αποτελούν την αφαιρετικά, υπόγεια, ποιητική απόδοση της σύγχρονης πραγματικότητας, όπως το «μαρία και μάγδα», σύνθεση σε τρία μέρη, επικεντρωμένη στο πρόσωπο της Μάγδας Φύσσα. Μια άλλη ενότητα πεζόμορφων τα «παρασημαντική α΄, β΄, γ΄». Μπορεί κανείς να σχολιάσει τις διαφορετικές μορφολογικές επιλογές και τη γραφιστική τους απόδοση ποικίλα και πάντως είναι οφθαλμοφανής η κυριαρχία του πεζόμορφου ή πεζού ποιήματος και η φαινομενικά αυθαίρετη χρήση της τελείας, ουσιαστικά διόλου αυθαίρετη βέβαια αλλά εμπρόθετα υποστηρικτική της φιλοσοφίας της συλλογής. Είναι η Ειρήνη Ξένου εντέλει η αγαπημένη Ειρήνη; Ή η ειρήνη με τον ξένο, η ειρήνη του ίδιου του ξένου που αυτονόητα μεταβιβάζεται στον εαυτό; Πάντως, για την όποια αγαπημένη σε αυτό τον συγκρουσιακό χώρο, που ζητά επειγόντως ενότητα, ο «ερωτικός απόλογος» και «των σωμάτων» στο εκκρεμές μεταξύ μελαγχολίας και τρυφερής ελπίδας μεταφέρουν εξαιρετικά τη συγκινησιακή ένταση της πηγής απ’ όπου απορρέουν.
Η Παρασημαντική του Άκη Παραφέλα νομίζω δίκαια επισημάνθηκε ως ένα από τα πιο ενδιαφέροντα πρώτα φανερώματα του 2018 από πολλές απόψεις. Κατά τη γνώμη μου διατηρεί μια εύθραυστη ισορροπία επειδή επιδιώκει να κινηθεί μεταξύ επικαιρότητας και κοινωνικότητας χωρίς να εξοβελίζει την έντονα συγκινησιακά φορτισμένη προσωπική περιπέτεια με τον Άλλον, όπως ο έρωτας.
info: Άκης Παραφέλας, Παρασημαντική, εκδ. θράκα 2018. Βραβείο Πρωτοεμφανιζόμενου ποιητή 2019 από τον Αναγνώστη.