Όταν η άδεια θεατρική αίθουσα είναι ερημωμένη, διψάει, θέλει κόσμο, αποζητάει την συσπείρωση και το ενδιαφέρον των δημιουργών, ώστε μέσα από εντάσεις να οργανωθεί ένα νέο έργο, που θα γίνει ερμηνεία, σκέψη, εικόνα, που θα ζεστάνει το ενδιαφέρον. Έτσι η άδεια σελίδα μοιάζει με χώρο συνάντησης συγγραφέα και αναγνώστη, με σκοπό να ξαναοργανωθεί κάτι που δεν πρόλαβε να τελειώσει στην πένα και στο βλέμμα προηγούμενων έργων. Υπάρχει πάντα μια κειμενική και φυσικά αναγνωστική γενετική, που αδιόρατα ζητάει συνέχεια, δημιουργία, νέο υλικό, νέα ερμηνεία. Οι αναγνώστες-στριες όταν τελειώνουν ένα προηγούμενο πχ μυθιστόρημα, νιώθουν πως υπάρχει πάντα ένα κουκούτσι πραγμάτων που αντιστέκονται στην ερμηνεία και δε λυώνουν. Γι’ αυτό παραμένουν ερωτήματα. Ανεπιτυχείς προσπάθειες. Πάντα εκκρεμεί το επόμενο βήμα. Γι’ αυτό ο σκηνοθέτης, ο ηθοποιός, ο συγγραφέας κι ο αναγνώστης-στρια μένουν πάντα πεινασμένοι, είναι όλοι τους μέσα σε ένα γενικό σχέδιο σε εξέλιξη, σε πορεία. Όπως συμβαίνει στον συγγραφέα ή σκηνοθέτη, το ίδιο συμβαίνει και στον θεατή ή αναγνώστη. Έχουν μια βιογραφία δημιουργίας στη σκηνοθεσία, τη συγγραφή αλλά και την θέαση και την ανάγνωση, την ερμηνεία. Ζούνε το βίωμα της τέχνης και της λογοτεχνίας. Γι’ αυτό, οι διορθώσεις και ερμηνείες δοκιμάζονται. Γίνονται πιο ικανοί, όχι όμως πλήρεις.
Με λίγα λόγια, η ανάγνωση είναι ένας ερμηνευτικός ρόλος, που μοιάζει με καμπύλη γραμμή ή τόξο, αφού δεν επιτρέπονται οι απόλυτες κατευθύνσεις και κανένας ορισμός δεν είναι κλεισμένος. Στην τέχνη και στο μυθιστόρημα έχουμε πάντα ένα μη λογικό χώρο, φτιαγμένο με πολύ λογικό τρόπο. Αν μείνουμε στον τρόπο, χάνουμε το περιεχόμενο της αλήθειας του έργου. Αυτό συμβαίνει κι όταν ξαναδιαβάζουμε μετά από χρόνια ένα βιβλίο, ανακαλύπτοντας πράγματα που δεν είχαμε πρωτοδεί.
Συνήθως η πρώτη ανάγνωση και η ερμηνεία ψάχνουν λογικά στοιχεία, παραμένοντας στην επιφάνεια του έργου. Κάθε πεζό και κάθε ποίημα είναι ωραία γιατί συναντώνται με φόρμα, ύφος, θέμα, αλλά αν διακρίνονται από τα άλλα έργα και υπερέχουν είναι γιατί το ίδιο το πεζό και το ποίημα έχουν κρύψει μέσα τους ένα άλλο πεζό ή ποίημα, που αρχικά δεν φαίνεται. Οι λέξεις που περιέχουν και προσπαθούν να γίνουν προτάσεις κρύβουν θαμμένα νοήματα, αισθήματα, θραύσματα αναπαραστάσεων, μια πανοραμική θέα μικρών και φορές φαινομενικά ασήμαντων πραγμάτων, δεδομένων, που αντιπροσωπεύουν το Ολόκληρο, αυτό που δε θα δούμε ποτέ ακριβώς. Αλλά και μια πλάγια ματιά, πιο κοντινή στο αναγνώστη, ανάλογα με την αισθητική του ικανότητα. Στο βάθος των πεζών και των ποιημάτων βρίσκονται αυτά που δε λέγονται, δε γράφονται, δε μιλιούνται. Κι αυτά είναι ξεχασμένα μέσα και κάτω από τη λιμνάζουσα λογική των λέξεων. Είναι φωνές, ήχοι, μυρωδιές, δάκρυα, ύπνοι,όνειρα, σάλια και επιθυμίες, είναι οι χαμένες απώλειες της επαφής μας με το πραγματικό. Είναι τα πάθη.
Η Εβραία Νύφη του Νίκου Δαββέτα βάζει πολλά θέματα, τα οποία συνδέονται μεταξύ τους. Όπως υπάρχει Έρωτας, Γάμος και Οίκος μετά το Άουσβιτς; Υπάρχει τέχνη και ποίηση, μετά το ολοκαύτωμα; όπως έλεγε ο Αντόρνο; Τι σημαίνει περιτομή; Ο Πατέρας που αναπήδησε μέσα από την κρίση της Λέξης, της Γλώσσας και του Κειμένου πού πήγε; Είναι αγνοούμενος; Θανατώθηκε στα στρατόπεδα ή εργοστάσια ανώνυμος, με χαρτιά καμένα; Θα μπορέσει ποτέ να σταθεί στα πόδια του και να μιλήσει; Όρθιος κι όχι με ριγωτές φόρμες ;
Κι αν Πατέρας σημαίνει Λόγος, Όρια, Νόμος, θεσμός, ακόμα και ευνουχισμός, χάριν του πολιτισμού, εμείς σήμερα ποιόν Πατέρα επιθυμούμε; Εκείνον της Παλαιάς Διαθήκης; Σε αυτή την «αντρική υπόθεση» Πατέρα και αδελφών, η γυναίκα τί ρόλο παίζει; Γιατί Εβραία και γιατί Νύφη;
Η ιστορία της Εβραίας Νύφης είναι η ιστορία της ένοχης σχέσης ενός αμήχανου δημοσιογράφου που φοβάται να μάθει για την κομφορμίστικη, ύποπτη αλλά και αδιέξοδη ζωή του γονιού του, με μια ανορεξική νέα γυναίκα, γονατισμένη από τα κρυμμένα εγκλήματα του φιλοναζιστή πατέρα της.
Ζουν μια σαδομαζοχιστική αντιερωτική σχέση, που θέτει το ζήτημα μνήμης και λήθης. Τι θα γίνει με την τελειομανία; Την κοινωνία του υπεραθλητισμού; Την βασανιστική σιλιουέτα που προκαλεί λόγω ανορεξίας πείνα, ψέματα και εμετό; Τι θα γίνει με το υστερικό κυνήγι των γενικών ισοδύναμων, του φαλλού και του χρήματος;
« Ήθελα να διαπιστώσω, (λέει η μάνα της ηρωίδας), με τα ίδια μου τα μάτια, τί άλλες ζωές με περίμεναν εκεί έξω, αν δεν παντρευόμουν τον πατέρα σου»! Τι φοβερό παιχνίδι τύχης και αναγκαιότητας! Οι φωτογραφίες του πεθαμένου(;), αγνοημένου(;) πατέρα της μοιραίας ανορεξικής νέας γυναίκας, που μοιάζει ρέπλικα, είναι μέσα στο βρώμικο, σαν βομβαρδισμένο μπάνιο, σαν γωνιά πόρνης ή αποτυχημένης ηθοποιού! Θα σωθεί τελικά αυτός που ζητάει συγνώμη κλαίγοντας , καθώς βλέπει το πρόσωπό του στον καθρέφτη; Ή αυτός που κάνει προσευχές; Κι ο δημοσιογράφος μονολογεί αποκαλυπτικά, «ήθελα να μάθω για τον πατέρα της όσα δεν γνώριζα για τον δικό μου»! Φόβος, δειλία, απώθηση, ζωή μέσα στο ψέμα με την μορφή της αγάπης και του εκβιασμού.
Οι μουσουλμάνοι και οι εβραίοι ξέρουν μεγαλώνοντας φυσικά γιατί τους κάνουν περιτομή. Οι δυτικοί και οι Έλληνες αναγνώστες ποιο νόμο του πατέρα άκουσαν και υπέστησαν έστω συμβολικά την περιτομή ; Ποιος επέβαλε τον ανηδονισμό; Την απαγόρευση της επιθυμίας; Την ανάγκη να υποφέρεις μέσα στην στέρηση; Δεν υπάρχει αυτό καθαρά μέσα στο κείμενο, αλλά τι θα πει καθαρά; Γιατί να μην σκεφτούμε, κάνοντας πλάγια βήματα, ενάντια σε κάθε λογική, ότι το θέμα του βιβλίου μοιάζει επιφανειακά να είναι το Εβραικό ζήτημα, αλλά αν κινηθούμε λίγο αργόσχολα που λέει κι ο Θερβάντες, το ερώτημα έχει απαντηθεί εδώ και χρόνια από τον Μαξ Βέμπερ για τη σχέση του Προτεσταντισμού με τον Καπιταλισμό.
Η ανάγνωση της λογοτεχνίας είναι ανατροπή εξουσιών, ελέγχων και κανόνων. Και σε αυτό το μπαρόκ αφήγημα του Νίκου Δαββέτα,(μπαρόκο σημαίνει ακανόνιστο, ακατέργαστο, άγριο μαργαριτάρι ), συμβολίζεται η πάλη για το ξεπέρασμα του μανιερισμού. Η πάλη ενάντια στους αυστηρούς κανόνες. Την υποταγή, την ταπεινωτική υπηρεσία του συστήματος. Η Άρεντ τα έχει πει από τη δίκη του Άιχμαν και της επιτέθηκαν όλοι και όλες.
Ο ψευδοορθολογισμός του καπιταλιστικού συστήματος , που όπως είπε ο Μπένγιαμιν, λειτουργεί σαν θρησκεία, όχι μόνο λειτουργεί θυσιαστικά, δουλικά, εξαρτημένα, αλλά απορρίπτει και την εξοικείωση με το παράλογο, το ασυνήθιστο, το μυστικό., το διαφορετικό. Αφυδατώνει την ψυχή. Επιδιώκει την σεξουαλική και σωματική επίδειξη της δύναμης των αντρών, που δίνουν τη ζωή τους σαν καλοί πολεμιστές, και τον θυσιαστικό ρόλο των γυναικών, τις μάνες κουράγιο. Αυτές που οφείλουν να τεκνοποιούν χωρίς απόλαυση. Μακριά, λοιπόν, από τις ενοχές και τις εθνικές τύψεις. Γιατί είμαστε όλοι και όλες με φορεμένες ταυτότητες και μόνο ως αγνοούμενοι και αγνοούμενες μπορούμε να επιβιώσουμε, ακουμπώντας ο ένας τον ώμο του άλλου .Άντρες και γυναίκες. Για να αντιμετωπίσουμε τον εμφύλιο μέσα μας. Και τους γέρους και τις γριές ,που σαδιστικά κάνουν περιτομή στην απόλαυση. Η Εβραία Νύφη του Ρέμπραντ δείχνει ένα γέρο που ίσως ως πατέρας πάει την κόρη του στον γάμο, ίσως ως ηλικιωμένος γαμπρός παίρνει τη μικρή νύφη, χωρίς να φαίνεται καθαρά αν η μικρή κοπέλα είναι έγκυος και αν ναι από ποιόν! Το ζευγάρι στον πίνακα κοιτάζει προς την ίδια κατεύθυνση, σα να ακούει μια εντολή. Μια φωνή άνωθεν. Που επισκιάζει τη χαρά, τον έρωτα ,την απόλαυση.
Η ερμηνεία της Εβραίας Νύφης, μετά δέκα χρόνια, με πεζό και ποιητικό τρόπο, μικρά κεφάλαια και πινελιές, αναβαπτιστικές , αντιμεταρυθμιστικές σαν του ζωγράφου, βρίσκει δρόμο να συναντήσει τα «αδιάβαστα». Να αποκαλύψει τον διπλό ρόλο της Γλώσσας. Που μπορεί να είναι «αναθεωρημένο πάθος (όπως έλεγε ο Έλιοτ), ή προκρούστεια κλίνη που ακρωτηριάζει τη σκέψη και το αίσθημα». Γι’ αυτό και κάθε κείμενο όπως και ο αναγνώστης εαυτός μας ψάχνουν ένα Μεφίστο, ένα δικηγόρο του διαβόλου, που θα μας δείξει πως κόλαση δεν είναι μόνο οι Άλλοι. Είμαστε κι εμείς.
Αν εμείς οι άντρες, έχουμε καταπιεστεί από την πατριαρχία, μπορούμε να πάμε ενάντιά της σαν γυναίκες. Γιατί αυτές , παρά τις ακρότητες, είναι τα γνήσια θύματα. Εκεί θα συναντηθούμε αν υπάρχει χώρος. Η Εβραία Νύφη είναι ένα φρέσκο πάντα μυθιστόρημα και οι ερμηνείες του επίκαιρες.
info:Νίκος Δαββέτας, η Εβραία Νύφη, Πατάκης