Έλενα Χουζούρη.
Διάβασα πρόσφατα το τελευταίο μυθιστόρημα του κουβανού συγγραφέα Λεονάρδο Παδούρα «Αιρετικοί» [εκδ. Καστανιώτης] το οποίο εκτός των σοβαρών προβλημάτων σύνθεσης, δομής και οικονομίας που παρουσιάζει , έχει και μια σειρά πραγματολογικά λάθη ή παραλείψεις επεξηγηματικών σημειώσεων έτσι ώστε να προκαλούνται απορίες και ερωτηματικά στον αναγνώστη. Λόγου χάριν: Διαβάζουμε ότι το κράτος του Ισραήλ ιδρύθηκε στα τέλη του 1947 ενώ το σωστό είναι ότι ο Μπεν Γκουριόν ανακοίνωσε την ίδρυση του Ισραηλινού κράτους στις 14 Μαίου 1948. Διαβάζουμε ότι ο ψευτο-Μεσσίας Σαμπετάι Σεβή καταγόταν από την Παλαιστίνη από την οποία ήρθε στη Θεσσαλονίκη, ενώ το σωστό είναι ότι ήταν Σμυρνιός και δεν είχε σχέση με την Παλαιστίνη. Διαβάζουμε επίσης ότι το Άμστερνταμ όπου ζούσαν πολλοί Σεφαραδίτες Εβραίοι, μετά την εκδίωξή τους από την Ισπανία το 1492, ονομαζόταν «Νέα Ιερουσαλήμ». Το σωστό είναι ότι το Άμστερνταμ ονομαζόταν μόνον Mokum που στα γίντις σημαίνει Πόλη και προέρχεται από την εβραική λέξη Makom με την ίδια σημασία, όπως αναφέρεται και στο μυθιστόρημα. Ουδέποτε όμως οι Σεφαραδίτες ονόμασαν το Άμστερνταμ «Νέα Ιερουσαλήμ», διότι αυτήν την ονομασία την είχαν δώσει στην πόλη, με το μεγαλύτερο σεφαραδίτικο στοιχείο, την Θεσσαλονίκη, η οποία ονομαζόταν επίσης και “Madre d’ Israel”. Επανειλημμένα στο μυθιστόρημα διαβάζουμε για Τούρκους Εβραίους ενώ οι Εβραίοι που ζούσαν στην Οθωμανική Αυτοκρατορία αποκαλούνταν Ottoman Jews. Επεξηγηματικές σημειώσεις φρονώ ότι χρειάζονται τα σημεία όπου – ο Κουβανός συγγραφέας αναφέρεται –τουλάχιστον σύμφωνα με τη μετάφραση- σε βυζαντινούς χριστιανούς στην Κρακοβία τον 17ο αιώνα. Εννοεί βέβαια τους Ορθόδοξους Χριστιανούς για τους οποίους διαβάζουμε στις παρακάτω σελίδες, χωρίς όμως την παραμικρή σχετική διευκρινιστική υποσημείωση ο αναγνώστης μπορεί να μπερδευτεί, διότι ως γνωστόν Βυζάντιο τον 17ο αιώνα δεν υπήρχε. Επίσης διαβάζουμε για Μεθοδιστές Χριστιανούς χωρίς την υποσημείωση ότι αναφέρεται στην Ορθόδοξη Εκκλησία που ίδρυσε στην Κρακοβία ο Μεθόδιος –αδελφός του Κύριλλου- με κίνδυνο να μπερδευτεί ο αναγνώστης με τους σημερινούς Μεθοδιστές που δεν έχουν καμιά απολύτως σχέση με την Ορθοδοξία.
Δεν είναι η πρώτη φορά που αλιεύονται απίστευτα μερικές φορές, μαργαριτάρια στα ξένα ή στα ελληνικά μυθιστορήματα. Θυμάμαι πριν λίγα χρόνια έναν πρωτοεμφανιζόμενο στην πεζογραφία συγγραφέα, ποιητή της νεώτερης γενιάς έως τότε, να γράφει στο μυθιστόρημά του που αναφερόταν στην Κατοχή ότι «το στρατιωτικό σκέλος του Ε.Α.Μ ήταν ο….ΕΔΕΣ»! Και κανείς να μην το έχει διορθώσει..Θυμάμαι ακόμα, πριν αρκετά χρόνια, να ερωτώμαι από την νεαρή που είχε αναλάβει την επιμέλεια της μελέτης μου «Ο στρατός στη λογοτεχνία» τι σημαίνουν τα αρχικά Ε.Α.Μ. Θυμάμαι βέβαια και πολλά ακόμα μαργαριτάρια τα οποία θα χρειάζονταν αρκετές σελίδες για να παρατεθούν. Ωστόσο το μυθιστόρημα του Λεονάρδο Παδούρα – που ας σημειωθεί τα προηγούμενα μυθιστορήματά του μου άρεσαν πολύ- και τα λάθη που έχει με έκαναν να θίξω το μέγα θέμα της επιμέλειας μυθιστορημάτων τε και δοκιμίων ή και βιογραφιών ξένων-κυρίως- αλλά και ελληνικών, το οποίο παρουσιάζει πολλά και σοβαρά προβλήματα. Και κατά δεύτερον λόγο να προσπαθήσω να σκιαγραφήσω το, κατά την ταπεινή μου άποψη, πορτραίτο του καλού επιμελητή.
Θα αναφερθώ σ ένα χαρακτηριστικό προσωπικό γεγονός. Πριν χρόνια, σ’ ένα ταξίδι μου στη Βαρκελώνη, μ’ έναν από τους πιο σημαντικούς επιμελητές μας, μου είχε κάνει εντύπωση η ζέση και το ενδιαφέρον που έδειχνε και για τις παραμικρές πληροφορίες που μπορούσε να αποκομίσει από τα Μουσεία της πόλης ή από άλλους ιστορικούς η πνευματικούς της χώρους. Όταν τον είχα ρωτήσει σχετικά, είχα πάρει την απάντηση ότι αν θέλει να λέγεται κάποιος καλός και επαρκής επιμελητής χρειάζεται να διευρύνει συνεχώς και να εμπλουτίζει τα γνώσεις του. Έχω την εντύπωση ότι αυτή η φράση είναι το κλειδί του καλού επιμελητή. Ο οποίος είναι ικανός να απαντήσει στις προκλήσεις του κειμένου το οποίο καλείται να επιμεληθεί και όχι απλώς να το διορθώσει ορθογραφικά ή συντακτικά. Διότι δεν πρέπει να μπερδεύονται οι ρόλοι. Άλλη δουλειά κάνει ο διορθωτής και άλλη ο επιμελητής. Αν τύχει και μπορεί κάποιος να είναι επαρκής και στους δύο ρόλους τότε φτάνουμε στο καλύτερο των αποτελεσμάτων. Συζητώντας πρόσφατα με μια επίσης πολύ σημαντική επιμελήτρια και εξίσου επαρκέστατη διορθώτρια, με πολλά χρόνια εμπειρία σε γνωστό εκδοτικό οίκο, μου επεσήμανε ότι δεν είναι λίγες οι φορές που τα λάθη των συγγραφέων είναι τόσα πολλά που είναι ανθρώπινο κάτι να ξεφύγει στην διόρθωση ή την επιμέλεια. Αυτό είναι κατανοητό, αλλά όταν «ξεφεύγουν» κραυγαλέα λάθη, όπως τα παραπάνω που επεσήμανα, τότε υπάρχει σαφώς πρόβλημα στον επιμελητή. Άλλο ένα ζήτημα που πιστεύω ότι πρέπει να αναφερθεί είναι η αναγκαία καλή συνεργασία ανάμεσα σε συγγραφέα και επιμελητή, σε μεταφραστή –αν ο συγγραφέας δεν είναι Έλληνας- και επιμελητή. Στις περιπτώσεις αυτές υπάρχει η δυνατότητα να διορθωθούν μαργαριτάρια που διαφορετικά θα «έβγαιναν στον αέρα», για να χρησιμοποιήσω μια ραδιοφωνική έκφραση.
Άρα το συμπέρασμα είναι ότι επιμελητής και μάλιστα επαρκής δεν μπορεί να γίνει ο οποιοσδήποτε μόνο και μόνο επειδή τελείωσε μια φιλολογική σχολή, κι αυτό πρέπει να το πάρουν σοβαρά υπόψη τους οι εκδοτικοί οίκοι. Μπορεί κάτι τέτοιο να τους συμφέρει οικονομικά –και δεν παρατηρείται αυτό το φαινόμενο τα τελευταία χρόνια της κρίσης- μακροπρόθεσμα όμως θα τους βλάψει ως προς την ποιότητα και την εγκυρότητα των εκδόσεών τους. Σε γενικές γραμμές, ο καλός επιμελητής πρέπει να παραπέμπει, στον έναν ή στον άλλον βαθμό, στον, ξεχασμένο μεν στην ηλεκτρονική εποχή μας πλην απαραίτητου για την περίσταση, αναγεννησιακό άνθρωπο. Να είναι δηλαδή σχεδόν παντογνώστης και να μην του φτάνει. Κι αν ακόμα δεν έχει την ασίγαστη μανία της γνώσης όπως ο επιμελητής της Βαρκελώνης ή τον χαρακτήρα του φυσιοδίφη ή ακόμα και του μικρού εξερευνητή, μερικά κλικ να κάνει στο πληκτρολόγιο του και έχει όλον τον κόσμο των πληροφοριών στο πιάτο. Αρκεί να βάζει ψηλά το μέτρο και να ανανεώνει τις προκλήσεις στις οποίες θα καλείται ,από το ένα βιβλίο στο άλλο, να απαντήσει με επάρκεια.
Έχετε απόλυτο δίκιο.Κατά τη γνώμη μου θα έπρεπε να υπάρχει στην Ελλάδα κάποιο μεταπτυχιακό πρόγραμμα στη διόρθωση και επιμέλεια κειμένων ειδικά για την ελληνική γλώσσα,ώστε να εξειδικεύονται όσοι θέλουν να ασχοληθούν με αυτόν τον τομέα.Τα διάφορα σεμινάρια που γίνονται δεν αρκούν.
Υπαρχει, τροπο τινα, τετοι μεταπτυχιακο http://dim-grafi.uowm.gr/
Θα παρακαλούσα πολύ την κ. Χουζούρη να μας υποδείξει που ακριβώς βρίσκονται στο 800 σελίδων κείμενο τα συγκεκριμένα πραγματολογικά λάθη ώστε, εφόσον υπάρχουν, να τα διορθώσουμε στην επόμενη ανατύπωση. Προσωπικά δεν κατάφερα να βρω στην ελληνική έκδοση του βιβλίου κανένα από τα λάθη που επισημαίνει. Ενδεικτικά μάλιστα, για τη γέννηση του Σεβί, ο Παδούρα αναφέρει:
«Ήδη με το δεύτερο ποτήρι κρασί στο χέρι, ο χαχάμ Μπεν Ισραέλ επιτέλους του διηγήθηκε τις τελευταίες περιπέτειες του πεφωτισμένου που εμφανιζόταν ως Μεσσίας. Όλα είχαν αρχίσει στη Σμύρνη, όπου αυτός ο Σαμπατάι Σεβί είχε γεννηθεί και από πολύ νωρίς είχε μελετήσει σε βάθος τα βιβλία του καβαλισμού».
Επιπλέον, να υπενθυμίσω πως στην αρχή του βιβλίου υπάρχει και το παρακάτω σημείωμα του συγγραφέα:
Πολλά από τα επεισόδια που αφηγούμαι σε αυτό το βιβλίο βασίζονται σε εξαντλητική ιστορική έρευνα, κάποια μάλιστα ακολουθούν πιστά ιστορικά ντοκουμέντα από πρώτο χέρι, όπως είναι η περίπτωση του Javein mesoula (Le fond de l’ abîme), του N.N. Hannover, μιας εντυπωσιακής και ολοζώντανης μαρτυρίας για τη φρίκη της σφαγής των Εβραίων στην Πολωνία μεταξύ 1648 και 1653, που είναι γραμμένη με τέτοιο συνταρακτικό τρόπο ώστε, με τις απαραίτητες περικοπές και ρετουσαρίσματα, αποφάσισα να την επαναλάβω στο μυθιστόρημα, περιβάλλοντάς την με μυθοπλαστικούς χαρακτήρες. Από τη στιγμή που διάβασα αυτό το κείμενο ήξερα πως δεν θα ήμουν ικανός να περιγράψω καλύτερα εκείνη την έκρηξη φρίκης ούτε, πολύ περισσότερο, να φανταστώ τα επίπεδα σαδισμού και διαστροφής που έφτασε η πραγματικότητα στην οποία υπήρξε μάρτυρας και περιέγραψε, λίγο αργότερα, ο χρονικογράφος.
Καθώς όμως πρόκειται για μυθιστόρημα, ορισμένα από τα ιστορικά γεγονότα έχουν υποταχθεί στις απαιτήσεις της δραματουργικής εξέλιξης, προς όφελος, επαναλαμβάνω, της μυθοπλασίας. Ίσως το απόσπασμα όπου με μεγαλύτερη επιμονή πραγματοποιώ αυτό το εγχείρημα είναι το σχετικό με τα συμβάντα της δεκαετίας του 1640, τα οποία στην πραγματικότητα αποτελούν ένα άθροισμα από γεγονότα, χαρακτηριστικά εκείνης της στιγμής, μαζί με ορισμένα της επόμενης δεκαετίας, όπως η καταδίκη του Μπαρούχ Σπινόζα, η περιπλάνηση του υποτιθέμενου μεσσία Σαμπατάι Σεβί ή το ταξίδι του Μενασέ Μπεν Ισραέλ στο Λονδίνο, με το οποίο πέτυχε, το 1655, να δώσουν, ο Κρόμγουελ και το αγγλικό κοινοβούλιο, τη σιωπηρή τους συγκατάθεση για την παρουσία Εβραίων στην Αγγλία, διαδικασία που σύντομα άρχισε να γίνεται πραγματικότητα.
Στη συνέχεια του κειμένου γίνεται πράγματι σεβαστή η αυστηρή ιστορική χρονολογική σειρά, με κάποιες μικρές τροποποιήσεις στα βιογραφικά στοιχεία ορισμένων πραγματικών προσώπων. Γιατί την ιστορία, την πραγματικότητα και το μυθιστόρημα τα κινούν διαφορετικοί κινητήριοι μηχανισμοί το καθένα.
Ο Παδούρα σήμερα έλαβε από την Ισπανία το μεγάλο βραβείο λογοτεχνίας «Πριγκίπισσα των Αστουριών». Στην ομιλία του ο πρόεδρος της κριτικής επιτροπής Ντάριο Βιγιανουέλα Πριέτο, διευθυντής της Ισπανικής Βασιλικής Ακαδημίας, ενός οργανισμού που έχει θεσπιστεί για να διασφαλίσει την σωστή χρήση της ισπανικής γλώσσας, αιτιολόγησε την επιλογή ως εξής:
“From fiction, Padura shows the challenges and limits in the search for truth. A flawless exploration of the history and ways of telling.”
Μήπως τελικά, όπως λέει και η επιμελήτρια του βιβλίου στην απάντησή της, η κ. Χουζούρη διάβασε άλλο βιβλίο;
Όλως τυχαίως, το τέλος της ανάγνωσής μου των “Αιρετικών”, συνέπεσε με την ανάρτηση του κειμένου της κυρίας Χουζούρη, περί προκλήσεων ενός καλού επιμελητή. Θα συμφωνήσω επαυξάνοντας πως η εγχώρια βιβλιοπαραγωγή πάσχει από καλούς επιμελητές, θα προσέθετα μάλιστα και από καλούς μεταφραστές. Η αλίευση μαργαριταριών, όπως πολύ σωστά το έθεσε η κυρία Χουζούρη, πράγματι, ολοένα κι αυξάνεται. Αυτό όμως διαφέρει παρασάγγας από το να γράφουμε στα μαύρα κατάστιχα το εκάστοτε βιβλίο (και στην προκειμένη περίπτωση, ένα αξιόλογο έργο), αναφερόμενοι σε ανακριβή, εν τέλει, λάθη που εντοπίσαμε. Δεν είναι να απορεί κανείς με την αντίδραση της επιμελήτριας του μυθοστορήματος, κυρίας Κοψιδά, η οποία ζητά από την κυρία Χουζούρη να (ξανα;)διαβάσει το βιβλίο ώστε στο μέλλον να μην εκτεθεί ξανά.
Μη θέλοντας να μακρηγορήσω, θα αναφερθώ, επιγραμματικά, σε μερικά «λάθη» που επισήμανε η κυρία Χουζούρη, και, συνηγορώντας υπέρ των Αιρετικών, θα παραθέσω αποσπάσματα του μυθιστορήματος, καθώς και ένα «κλικ» μικρού εξερευνητή.
1- «Το κράτος του Ισραήλ ιδρύθηκε στα τέλη του 1947, ενώ το σωστό είναι ότι ο Μπεν Γκουριόν ανακοίνωσε την ίδρυση του Ισραηλινού κράτους στις 14 Μαίου 1948».
=«Στα τέλη εκείνης της χρονιάς, του 1947, στη γη της Παλαιστίνης είχε γεννηθεί το νέο κράτος του Ισραήλ (…)», σελ. 110. Ο Παδούρα δεν αναφέρεται λοιπόν στην ανεξαρτησία του ισραηλινού κράτους (14 Μαΐου του 1948), αλλά στις 29 Νοέμβρη του 1947, τότε που διαιρέθηκε η Παλαιστίνη σε δυο ξεχωριστά κράτη, με αποτέλεσμα να δημιουργηθεί το Ισραήλ.
2- «Διαβάζουμε πως ο ψευτο-Μεσσίας Σαμπετάι Σεβή καταγόταν από την Παλαιστίνη από την οποία ήρθε στη Θεσσαλονίκη, ενώ το σωστό είναι ότι ήταν Σμυρνιός και δεν είχε σχέση με την Παλαιστίνη».
=«Όλα είχαν αρχίσει στη Σμύρνη, όπου αυτός ο Σαμπετάι Σεβί είχε γεννηθεί (…)», σελ. 453-454.
3- «Ουδέποτε ονομαζόταν “Νέα Ιερουσαλήμ” το Άμστερνταμ όπου ζούσαν πολλοί Σεφαραδίτες Εβραίοι».
=Αναφορικά με το Άμστερνταμ ως “Νέα Ιερουσαλήμ”, παρότι απαντάται επανειλημμένως στο κείμενο, δεν θα αντιγράψω αποσπάσματα, αλλά ακολουθώντας το παράδειγμα της κυρίας Χουζούρη για τον γνωστό της επιμελητή της Βαρκελώνης, ο οποίος την εντυπωσίασε με τη «ζέση και το ενδιαφέρον που έδειχνε και για τις παραμικρές πληροφορίες που μπορούσε να αποκομίσει από τα Μουσεία της πόλης ή από άλλους ιστορικούς ή πνευματικούς της χώρους», απλώς θα αναφερθώ σε μια έκθεση που έλαβε χώρα το 2007 στο Εβραϊκό Μουσείο Τέχνης και Ιστορίας στο Παρίσι, με τίτλο Ο Ρέμπραντ και η Νέα Ιερουσαλήμ, Εβραίοι και Χριστιανοί στο Άμστερνταμ του Χρυσού Αιώνα (http://www.mahj.org/fr/3_expositions/expo_passe_detail.php?niv=4&ssniv=9&annee_date=2007&expo_id=5).