Η πολυγλωσσία, η ταυτότητα και η λογοτεχνία ως προσωπική έκφραση (του Χρήστου Χρυσόπουλου και της Δόμνας Κουγιουμτζή)

0
495

.
Μια συζήτηση με τους λουξεμβουργιανούς συγγραφείς Elise Schmit, Tom Reisen και Tullio Forgiarini, που θα βρεθούν στην Αθήνα προσκεκλημένοι του Bridge Festival το τριήμερο 16-17-18 Δεκεμβρίου στον πολυχώρο Σ22 (Σμολένση 22, Εξάρχεια).

του Χρήστου Χρυσόπουλου και της Δόμνας Κουγιουμτζή

 

Διεθνές Φεστιβάλ BRIDGE 2022

Tο Διεθνές Φεστιβάλ Λόγου και Τεχνών BRIDGE είναι μια ετήσια λογοτεχνική συνάντηση, κατά τη διάρκεια της οποίας συγγραφείς από μια τιμώμενη χώρα επισκέπτονται την Αθήνα και συζητούν για τη λογοτεχνία και το έργο τους σε «συνομιλία» με ‘Ελληνες συναδέλφους τους που παρουσιάζουν ανέκδοτη ή πρόσφατα δημοσιευμένη δουλειά τους.

Κάθε διοργάνωση περιλαμβάνει τη διοργάνωση ενός φθινοπωρινού φεστιβάλ στην Αθήνα με προσκεκλημένους καλλιτέχνες από την τιμώμενη χώρα και ένα αμοιβαίο φεστιβάλ που θα διοργανώνεται το φθινόπωρο της ίδιας χρονιάς στην τιμώμενη χώρα, με προσκεκλημένη αυτή τη φορά την Ελλάδα. Το σκεπτικό του BRIDGE είναι να καθίσταται μια γέφυρα πολιτισμού ανάμεσα στην εκάστοτε τιμώμενη χώρα και την Ελλάδα. Μετά από την επιτυχημένη διοργάνωση του πρώτου φεστιβάλ BRIDGE 2021 που πραγματοποιήθηκε στην Αθήνα τις ημερομηνίες 2, 3, 4 Οκτωβρίου 2021, με τιμώμενη χώρα την Ελβετία και με την οικονομική υποστήριξη του ΥΠΠΟΑ, η δεύτερη διοργάνωση με τιμώμενη χώρα το Λουξεμβούργο φιλοδοξεί να αναπτύξει μια εκ βαθέων συζήτηση για τη γραφή τις ημερομηνίες 16, 17, 18 Δεκεμβρίου 2022.

Το BRIDGE 2022 έχει προσκαλέσει τους συγγραφείς από το Λουξεμβούργο Elise Schmit, Tom Reisen και Tullio Forgiarini, καθώς και τους Όλγα Βερελή, Μάριο Χατζηπροκοπίου και Θοδωρή Χιώτη σε μια σειρά εκδηλώσεων που μπορείτε να δείτε στην ιστοσελίδα του φεστιβάλ https://www.kairosculture.org/projects/bridgefestival2022. Όλες οι εκδηλώσεις έχουν ελεύθερη είσοδο.

Η συνεργάτιδα του BRIDGE, Δόμνας Κουγιουμτζή, συνομίλησε με τους προσκεκλημένους από το Λουξεμβούργο, παρουσιάζοντάς μας τρεις εκπροσώπους μιας λογοτεχνίας για την οποία γνωρίζουμε ελάχιστα.

 

Τρεις λουξεμβουργιανοί συγγραφείς

Τις συνεντεύξεις πήρε η Δόμνα Κουγιουμτζή

 

Elise Schmit

Στη συλλογή διηγημάτων της Elise Schmit Πτώσεις από διάφορα ύψη (World Books, 2022, Μετάφραση: Χριστίνα Ντρέκου) πλέκονται ιστορίες με κοινό παρονομαστή διάφορες μορφές «πτώσεων». Κάθε ιστορία αφήνει το αίσθημα του μετέωρου, καθώς όλα τα γεγονότα περιστρέφονται γύρω από το ερώτημα «πώς θα συνεχιστεί η ζωή μετά από μια ανατροπή;». Οι χαρακτήρες της Schmit φαίνεται να προσπαθούν να ισορροπήσουν ανάμεσα σε έντονες επιθυμίες και στη δυσκολία που φέρει η ίδια τους η ύπαρξη. Η Elise Schmit είναι φιλόλογος και κριτικός λογοτεχνίας και έχει πολλές δημοσιεύσεις στον λουξεμβουργιανό τύπο. Σπούδασε γερμανικές σπουδές και φιλοσοφία στο Eberhard-Karls-University Tübingen στη Γερμανία. Γράφει στα γερμανικά, στα αγγλικά και στα λουξεμβουργιανά. Το βιβλίο της Πτώσεις από διάφορα ύψη κυκλοφορεί στα ελληνικά από την World Books, σε μετάφραση της Χριστίνας Ντρέκου και έχει τιμηθεί με το βραβείο Prix Servais 2019.

Κατά τη συνομιλία μας με την Elise Schmit μας απασχόλησαν τα ζητήματα των άρρητων επιθυμιών και ανέλπιστων ανατροπών που φαίνεται να βασανίζουν τους ήρωες των διηγημάτων της, όπως φυσικά και το θέμα της πολυγλωσσίας.

Οι χαρακτήρες φαίνεται να έχουν ως κοινό άρρητες επιθυμίες που μένουν ανολοκλήρωτες. Πώς επινοήσατε αυτή την αναταραχή στη ζωή τους, τι σας ενδιαφέρει να εξερευνήσετε από αυτούς και τι επιθυμείτε να μεταφέρετε στον αναγνώστη;

Elise Schmit: Με ενδιαφέρει πολύ η απομόνωση και η μοναξιά ως μέρος της ανθρώπινης φύσης. Βάζω συχνά τους χαρακτήρες των ιστοριών μου σε καταστάσεις που είναι δύσκολο ή φαινομενικά αδύνατο να ξεπεραστούν. Το ενδιαφέρον μου είναι ακριβώς αυτό, το γεγονός ότι μέσα σε όλη τους τη στεναχώρια και την απόγνωση, οι άνθρωποι εξακολουθούν να αναζητούν μία διέξοδο.

Οι ήρωες του βιβλίου πέφτουν από βράχους, στα δίχτυα του έρωτα, στο κενό της ύπαρξής τους. Πώς συνεχίζεται στα αλήθεια η ζωή μετά από την ανατροπή; Πώς θα σχετιζόταν η λογοτεχνία -ως ενατένιση αυτής της πραγματικότητας- με την ανθρώπινη κατάσταση;

Elise Schmit: Απλώς συνεχίζεται και αυτό είναι το νόημα του βίου. Η ζωή δεν νοιάζεται για τις ατομικές μας αποτυχίες. Είναι δουλειά μας να προσπαθούμε να συνεχίζουμε. Η λογοτεχνία μπορεί ίσως να ρίξει φως σε ορισμένες καταστάσεις και θέματα και να μας βοηθήσει να τα κατανοήσουμε καλύτερα, αλλά πιστεύω ότι η απομόνωση παραμένει  βασικό στοιχείο της ανθρώπινης κατάστασης. Τρέφω πολλή συμπόνια για τους χαρακτήρες μου. Θέλω να ξεφύγουν από τη δύσκολη θέση τους, θέλω να συνδεθούν με τους άλλους και τον κόσμο.

Έχετε σπουδάσει τη γερμανική γλώσσα. Πώς χειρίζεστε την πολυγλωσσία και σε ποια γλώσσα επιλέγετε να γράφετε;

Elise Schmit: Για τους συγγραφείς από το Λουξεμβούργο, η πολυγλωσσία είναι μέρος της καθημερινής τους νοοτροπίας. Συνήθως δεν επιλέγω συνειδητά σε ποια γλώσσα θα γράψω. Έχω μια προτίμηση στα γερμανικά, καθώς πιστεύω ότι ταιριάζει καλύτερα στον τρόπο γραφής μου. Αλλά η ιδέα μιας ιστορίας, ενός θεατρικού έργου, ενός ποιήματος παρουσιάζεται με την προοπτική να πάρει μια συγκεκριμένη μορφή. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν είναι δυνατόν να κάνω λάθος. Μερικές φορές αρχίζω να γράφω σε μια γλώσσα και τελειώνω σε μια άλλη.

 

Tom Reisen

Εννέα ιστορίες και εννέα χαρακτήρες, ο καθένας μέσα στη δική του φούσκα, με φόντο τη Νέα Υόρκη. Πρόκειται για το βιβλίο του του Tom Reisen Οι φούσκες, το οποίο κυκλοφορεί στα ελληνικά σε μετάφραση Ανδριάννας Χονδρογιάννη από την World Books και έχει τιμηθεί με το σημαντικό βραβείο Lëtzebuerger Buchpräis (της Ένωσης Εκδοτών Βιβλίου Λουξεμβούργου) το 2019.  Όπως αναφέρεται και στο οπισθόφυλλο του βιβλίου, «…οι εννέα μοίρες, ιδωμένες σε ένα ιδιαίτερο κατώφλι της ύπαρξής τους, συγχωνεύονται με την υπερθετική και επιφανειακή πόλη». Συνομιλήσαμε με τον Tom Reisen σχετικά με το βιβλίο του, τις δικές μας σύγχρονες «φούσκες», καθώς και την ιδιαίτερη σχέση του ίδιου με την πολυγλωσσία, λαμβάνοντας υπόψη το γεγονός πως ο πατέρας του είναι Λουξεμβουργιανός και η μητέρα του σερβικής καταγωγής.

Οι ιστορίες στις Φούσκες εξελίσσονται στη Νέα Υόρκη. Πώς και γιατί επιλέξατε ως βάση των ηρώων τη συγκεκριμένη πόλη;

Tom Reisen: Σχεδόν όλες οι ιστορίες εξελίσσονται στη Νέα Υόρκη. Στην πραγματικότητα, η τελευταία ιστορία λαμβάνει χώρα στο Λουξεμβούργο και η Νέα Υόρκη εμφανίζεται στην ιστορία μόνο ως αφίσα, κάτι που είναι στην πραγματικότητα ένα χαρακτηριστικό της Νέας Υόρκης: είναι μια μητρόπολη που συχνά γίνεται αντιληπτή ως μια κορυφογραμμή ουρανοξυστών στο βάθος του ορίζοντα . Έζησα στη Νέα Υόρκη για τέσσερα χρόνια και γύρισα ακριβώς πριν την εκλογή του Donald Trump το 2016. Οι φούσκες αποτελούν την άμεση συνέπεια αυτών των εκλογών. Ο ουρανοξύστης του Trump (Trump Tower) εμφανίζεται σε μια ιστορία και η τελευταία ιστορία αναφέρει το Ubu Roi[1],  κάτι που αποτελεί μια αναφορά στον παραλογισμό, να είναι κάποιος σαν τον Trump Πρόεδρος της πιο ισχυρής χώρας στον πλανήτη.

Όπως πολλοί ειδικοί, με εξέπληξαν εντελώς αυτές οι εκλογές.[2] Αναρωτήθηκα γιατί δεν το είχα δει να έρχεται. Και κατέληξα στο συμπέρασμα ότι ο λόγος ήταν πως είχα ζήσει στην άνετη κοσμοπολίτικη φούσκα της Νέας Υόρκης. Έτσι λοιπόν, Οι φούσκες είναι μια αντανάκλαση της ικανότητάς μας να εξαπατούμε τον εαυτό μας. Είναι επίσης, αυθόρμητα, μια αμφισβήτηση της Αμερικανικής Κοινωνίας (την οποία συνέχισα να εξερευνώ στο μυθιστόρημά μου Miroir ambulant). Υπάρχουν πολλές συγκαλυμμένες αναφορές στην αμερικανική κουλτούρα: Moby Dick, Leaves of Grass, Reagan, Lincoln, Trump, the American Dream κ.λπ.

Ποια είναι τελικά η φούσκα και το θεμελιώδες ψέμα μέσα στο οποίο ζουν οι άνθρωποι στη σύγχρονη εποχή;

Tom Reisen: Νομίζω ότι η προηγούμενη απάντηση απαντά εν μέρει σε αυτήν την ερώτηση. Τα ψέματα έχουν πολλές μορφές. Τα ψέματα βοηθούν τους ανθρώπους να ζήσουν. Αλλά τα χειρότερα ψέματα είναι αυτά που λέμε στον εαυτό μας. Δεν νομίζω ότι υπάρχει ένα συγκεκριμένο θεμελιώδες ψέμα στη σύγχρονη εποχή. Είναι ο τρόπος που ζούμε αυτά τα ψέματα, τα οποία αλλάζουν με τον καιρό. Τα social media, σήμερα, είναι το επίκεντρο του ψεύδους. Όχι μόνο όσον αφορά στις ψεύτικες ειδήσεις, αλλά και τις ζωές που επινοούν οι άνθρωποι. Κατά ειρωνικό τρόπο, σε μια από τις ιστορίες, ένας χαρακτήρας ανακαλύπτει την αλήθεια (ότι η γυναίκα του τον απατά) μέσω του Google Street. Πολλοί άνθρωποι δεν κατάλαβαν την ειρωνεία αυτής της ιστορίας.

Πώς χειρίζεστε το ζήτημα της πολυγλωσσίας και σε ποια γλώσσα επιλέγετε να γράφετε;

Tom Reisen: Μόλις δημοσίευσα ένα δοκίμιο 80 σελίδων πάνω σε αυτήν την ερώτηση. Και πρόσφατα μου ζήτησε μια γαλλική ιστοσελίδα να συνεισφέρω σε αυτό το θέμα. Άρα, είναι πολύ δύσκολο να απαντήσει κανείς σε δυο φράσεις. Η πολυγλωσσία είναι ένα μεγάλο εμπόδιο που πρέπει να ξεπεραστεί. Στέκεται εμπόδιο σε μια κοινή κατανόηση σχετικά με το τι είναι λουξεμβουργιανή λογοτεχνία. Το ονομάζω «χίμαιρα». Γιατί είναι κάτι φανταστικό, και γιατί είναι ένας οργανισμός που αποτελείται από διαφορετικά, σχεδόν ανεξάρτητα, μέρη. Η γλώσσα, αλλά πέρα από τη γλώσσα, ο πολιτισμός, παίζει μεγάλο ρόλο σε αυτή την πραγματικότητα. Είναι ζήτημα ταυτότητας, η αδύνατη αναζήτηση για ενότητα. Θα τολμούσα να πω ότι δεν υπάρχει καν λουξεμβουργιανή λογοτεχνία.

 

Tullio Forgiarini

O Tullio Forgiarini είναι γιος Ιταλού πατέρα και Λουξεμβούργιας μητέρας. Το βιβλίο του Αμόκ -Μια Λουξεμβουργιανή ιστορία αγάπης κυκλοφορεί στα ελληνικά, σε μετάφραση της Ιωάννας Καραμαλή, από τις εκδόσεις Βακχικόν – Vakxikon Publications και έχει τιμηθεί με το Βραβείο Λογοτεχνίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (EUPL) 2013. Είναι αξιοσημείωτο το γεγονός ότι μεταφράστηκε σε πολλές γλώσσες και μεταφέρθηκε στη μεγάλη οθόνη. Πραγματεύεται γεγονότα όπως η κοινωνική παραμέληση, η νεανική βία και μαρτυρά την ενασχόληση του συγγραφέα με παιδιά που εντάσσονται σε δύσκολα κοινωνικά πλαίσια. Παράλληλα, η ρυθμική και τολμηρή νουβέλα του Η μπαλάντα της Λουσιέν Ζουρντάν, κυκλοφορεί στα ελληνικά από τη World Books, σε μετάφραση Στέλλας Χατζηαντωνίου. Αυτά ακριβώς μας απασχόλησαν και στη συζήτησή μας, το κοινωνικό υπόβαθρο των νέων στο Αμόκ, η ωμή γλώσσα, η βία και για άλλη μια φορά, δεδομένων των συνθηκών, ο χειρισμός της πολυγλωσσίας.

Οι χαρακτήρες της νουβέλας Αμόκ -Μια Λουξεμβουργιανή ιστορία αγάπης φαίνεται να είναι έφηβοι με δύσκολο κοινωνικό υπόβαθρο. Από πού αντλείται η έμπνευση; Πώς συνδέονται αυτά τα γεγονότα με την πραγματικότητα για τους νέους στο Λουξεμβούργο;

Tullio Forgiarini : Η έμπνευση προέρχεται από τη δουλειά μου ως δάσκαλος, καθώς είμαι υπεύθυνος για μια «ειδική» τάξη που φιλοξενεί παιδιά μεταξύ 12 και 16 ετών που αρνούνται να πάνε στο σχολείο ή δεν μπορούν να «λειτουργήσουν» μέσα στο λεγόμενο «κανονικό» σύστημα. Οι λόγοι είναι πολλαπλοί: κοινωνικά ζητήματα (φτώχεια, αναλφαβητισμός, παραμέληση, βία) και/ή ψυχολογικά προβλήματα. Και το λουξεμβουργιανό πλαίσιο, είναι ένα δύσκολο πλαίσιο, γιατί πίσω από την αστραφτερή πρόσοψη (πρόκειται για μία από τις πλουσιότερες χώρες του κόσμου) υπάρχει μια σκληρή πραγματικότητα με μεγάλες ανισότητες μεταξύ πλουσίων και φτωχών και αυτά τα παιδιά, ανήκουν κυρίως στη δεύτερη κατηγορία. Έχουν όλα την προσωπική τους ιστορία και κάποια είναι πρόθυμα να μιλήσουν για αυτήν. Δεν σχεδίαζα ποτέ να γράψω για αυτά τα θέματα, θεωρώντας τον εαυτό μου περισσότερο ως «Neo-noir» συγγραφέα, αλλά σε κάποιο σημείο ένιωσα την ανάγκη να μιλήσω γι’ αυτό, γιατί κανείς άλλος δεν το έκανε και λίγοι μόνο άνθρωποι έδειχναν πραγματικό ενδιαφέρον. Όντας συγγραφέας και όχι δημοσιογράφος, το αποφάσισα να το μυθιστορηματοποιήσω και να το μετατρέψω σε ένα είδος ταινίας δρόμου.

Η ωμή γλώσσα και οι σκηνές βίας αποτελούν μια πρόκληση στο γράψιμο;

Tullio Forgiarini: Ναι βεβαίως! Και είναι απαραίτητα για την ιστορία. Είναι μια «Ιστορία της βίας»[3], αν μπορώ να δανειστώ τον τίτλο της ταινία του David Cronenberg. Το «Natural Born Killers» θα ήταν ένας άλλος, περισσότερο προκλητικός τίτλος. Η βία έχει διαμορφώσει τη ζωή αυτών των παιδιών και η βία είναι αρκετά συνηθισμένος τρόπος για να εκφραστούν, είτε πρόκειται για τη γλώσσα, είτε για  πράξεις. Έτσι, έπρεπε να γράψω γι’ αυτό, χωρίς πουριτανικό εξωραϊσμό και αποφεύγοντας ταυτόχρονα την ανθυγιεινή ηδονοβλεψία. Και φυσικά, χωρίς να προσπαθώ να κάνω κήρυγμα για αυτό: Όλοι γνωρίζουμε ότι η βία είναι «κακή», ότι «το σύστημα» συνθλίβει τους αδύναμους, όμως αυτό που συχνά ξεχνάμε ή, πιο συγκεκριμένα, αυτό που δεν θέλουμε να δούμε είναι τα πρόσωπα των ατόμων πίσω από αυτές τις γενικεύσεις: αυτά τα πρόσωπα είναι λυπημένα, άσχημα, αυτά τα πρόσωπα ουρλιάζουν, βρίζουν ή κλαίνε…και είναι δουλειά του συγγραφέα να δείξει αυτά τα πρόσωπα και να τα κάνει να ακουστούν.

Η μπαλάντα της Λουσιέν Ζουρντάν είναι γραμμένη στα γαλλικά και το Αμόκ στα λουξεμβουργιανά. Πώς χειρίζεστε την πολυγλωσσία;

Tullio Forgiarini : Η πολυγλωσσία είναι ένα σημαντικό μέρος της προσωπικής μου ιστορίας. Είμαι Ιταλο-Λουξεμβούργιος που σπούδασε στη Γαλλία, διδάσκει ιστορία στα γερμανικά και στα γαλλικά και προσπαθεί να απαντήσει στις ερωτήσεις σας σε αποδεκτά αγγλικά. Στην καθημερινή ζωή, αυτή η συνεχής εναλλαγή μεταξύ των γλωσσών είναι αρκετά συνηθισμένη για πολλούς ανθρώπους στο Λουξεμβούργο. Το γράψιμο είναι τελείως διαφορετικό. Η μητρική μου γλώσσα είναι τα λουξεμβουργιανά, αλλά δεν είχα σκεφτεί ποτέ να τα χρησιμοποιήσω ως γλώσσα γραφής, όταν άρχισα να γράφω πριν από -περισσότερα από- 20 χρόνια. Ανήκω σε μια γενιά που δεν έμαθε ποτέ σωστά τα λουξεμβουργιανά στο σχολείο (η γραμματική και η ορθογραφία έχουν αλλάξει μερικές φορές από τότε) και ούτως ή άλλως δεν ένιωθα την ανάγκη τότε. Ανάλογα με την πολιτιστική έλξη και τον θαυμασμό, αρχίσαμε εμείς, οι επίδοξοι συγγραφείς, να γράφουμε στη γλώσσα της ιδεατής πνευματικής μας χώρας, κυρίως στα γερμανικά, στα αγγλικά ή, στην περίπτωσή μου, στα γαλλικά. Μια γλώσσα που ως ένα σημείο παραμένει ξένη γλώσσα για μένα και προσθέτει μια συμπληρωματική δυσκολία στη τέχνη της γραφής. Αυτή η δυσκολία επιμένει όταν αλλάζω σε λουξεμβουργιανά, βλέποντας ότι ακόμα δεν κατέχω πλήρως ούτε αυτή τη γλώσσα. Θα έλεγα ότι χειρίζομαι με άνεση περισσότερες από μια γλώσσα, αν δεν αναγνωρίζω καμιά τους ως «μητρική».

[1]
Ο Υμπύ βασιλιάς, θεατρικό έργο του Γάλλου συγγραφέα Αλφρέ Ζαρρύ.

[2]
Ο Tom Reisen έχει ενταχθεί στο διπλωματικό σώμα και υπηρέτησε, μεταξύ άλλων, στην έδρα του ΟΗΕ στη Νέα Υόρκη και σε εκείνη της UNESCO στο Παρίσι.

[3]
                    A History of Violence, ταινία δράσης του 2005 σε σκηνοθεσία David Cronenberg.

 

info :

Το  BRIDGE είνια μια διοργάνωση του ΚΑΙΡΟΥ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΑΜΚΕ, σε συνεργασία με την Πρεσβεία του Λουξεμβούργου στην Ελλάδα καθώς και με την οικονομική υποστήριξη του και υπό την αιγίδα του ΥΠΠΟΑ. Ο Αναγνώστης είναι ο χορηγός επικοινωνίας του BRIDGE 2022.

BRIDGE FESTIVAL 2022
Κράτηση δελτίων εισόδου στο Viva
Αναγνώσεις – Συζητήσεις
Παρασκευή 16, Σάββατο 17 και Κυριακή 18 Δεκεμβρίου 2022
Πολυχώρος Σ22, Σμολένσκη 22, Εξάρχεια, Τηλέφωνο: 21 0360 7744.
https://www.kairosculture.org/projects/bridgefestival2022
kairos.politismou@gmail.com

 

 

 

Προηγούμενο άρθροΒραβεία του 25ου Φεστιβάλ Ολυμπίας και της 22ης Camera Zizanio.
Επόμενο άρθρο50 Παιδικά/νεανικά μυθιστορήματα της χρονιάς που φεύγει…  (της Μαρίζας Ντεκάστρο)

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ