Γιώργος Πολ. Παπαδάκης.
Η ποίηση αποτελεί τον κεντρικότερο πυρήνα της λογοτεχνικής δημιουργίας και δοκιμάζει τα όρια της ανθρώπινης έκφρασης. Αυτό γίνεται με ένα βαθιά στοχαστικό τρόπο, με την έννοια ότι η μετάλλαξη της ποιησης σε μορφή, γίνεται με την ύψιστη καλλιέργεια της γλώσσας.
Ο Paul Valery είχε πει ότι ο πεζός λόγος είναι το περπάτημα της σκέψης, ενώ η ποίηση είναι ο χορός». Άραγε ποια είναι αλήθεια η παρουσία της ποίησης στη σημερινή εποχή; Ίσως τώρα είναι η στιγμή που διαδραματίζει τον πιο σημαντικό της ρόλο. Γιατί όπως είπε ο Χαλίλ Γκιμπράν «Η ποίηση δεν είναι ένας ψεύτικος Μεσσίας, αλλά η ιερή ενσάρκωση του χαμόγελου […] ποίηση δεν είναι ένα εμπόρευμα, αλλά μια ανάσα αθανασίας.» Αυτό το χαμόγελο, αυτή την ανάσα την έχουμε σήμερα περισσότερο ανάγκη από ποτέ! Γιατί η ποίηση μπορεί να εκφράσει το ανείπωτο, μπορεί να μεταδώσει πολλές σκέψεις σε μια μόνο φράση, μπορεί να επανασυστήσει την ιστορία που επαναλαμβάνεται, μπορεί να δώσει ελπίδα συμπυκνώνοντας το βάρος της πραγματικότητας της κοινωνικής κρίσης σε λίγους μόνο στίχους.
Η εποχή μας που για πολλούς χαρακτηρίζεται από το πνεύμα της μετανεωτερικότας, μέσα από μια διάβρωση του υποκειμένου και το θρίαμβο του σχετικού, είναι η εποχή που η ποίηση διαβάζεται λιγότερο σε σχέση με το παρελθόν. Για να παραφράσουμε τον Βάλερυ, θα λέγαμε ότι ο σύγχρονος ποιητής «περπατάει χορεύοντας».
Μπορεί η ποίηση να διαβάζεται λιγότερο, αλλά αυτό δε σημαίνει ότι γράφουν λιγότεροι. Σήμερα στην εποχή του μεταμοντερνισμού ο ποιητής έχει θεωρητικά την μεγαλύτερη ελευθερία από ποτέ. Εκεί είναι και η παγίδα ίσως. Η κρίση του ελεύθερου στίχου οδήγησε είτε σε επαναφορά έμμετρων μορφών στίχου είτε στην ποιητική πρόζα. Σε μια παλαιότερη στατιστική μελέτη βρέθηκε ότι τυπώνονται περί τα 2000 ποιητικά βιβλία το χρόνο. Τα περισσότερα δεν προάγουν την ποιητική τέχνη. Μήπως όμως αποτελεί μια ελπίδα ότι κάποιοι άνθρωποι γράφουν κι έκφράζουν – ακόμα και με μέτριο τρόπο – κάποιες μύχιες εσωτερικές σκέψεις;
Πολλοί θεωρητικοί πιστεύουν ότι δεν υπάρχει μεταμοντερνισμός αλλά μια μετεξέλιξη των μορφών του ίδιου του μοντερνισμού. Άλλωστε οι ίδιοι οι σύγχρονοι ποιητές- τουλάχιστον οι πλέον ψαγμένοι – είναι εκείνοι που επαναφέρουν διαρκώς κυρίαρχες μορφές του μοντερνισμού, όπως του Ελιοτ και του Πάουντ Το θέμα όμως δεν είναι το πώς θα ονοματίσει κάποιος το κυρίαρχο ρεύμα της εποχής αλλά η ίδια η ουσία της ποίησης.
Η ποίηση ενδιαφέρει κυρίως τους ίδιους τους ποιητές οι οποίοι ανταλλάσσουν απόψεις και βιβλία. Οι καλοί ποιητές προσέχουν την γλώσσα πιο πολύ από ποτέ, ενώ η συγκίνηση εκφράζεται σε ένα βαθύτερο επίπεδο και όχι με πομπώδεις εκφράσεις ή με ιμπρεσιονιστικά υλικά. Η πυκνότητα και η οικονομία του στίχου αποτελεί πανάκεια ακόμα και σε περιπτώσεις που στεγνώνει τα νοήματα και αλλοιώνει το ύφος. Φυσικά η συμπύκνωση είναι «αδελφή του ταλέντου», όπως έλεγε ο Τσέχωφ αλλά μόνο στις περιπτώσεις όπου πραγματικά εξυπηρετεί ένα ουσιαστικό σκοπό.
Η ποίηση ποτέ δεν ήταν το δημοφιλέστερο λογοτεχνικό είδος, αλλά ακόμα περισσότερο ο άνθρωπος της εποχής της παγκοσμιοποίησης έχει απομακρυνθεί από αυτήν θεωρώντας ότι η ποίηση είτε είναι κάτι που απευθύνεται σε λίγους ρομαντικούς, είτε αφορά μόνο τους ποιητές και τα κρυμμένα νοήματά τους. Μήπως υπάρχει κάποια ευθύνη και στους ίδιους τους ποιητές γι αυτό;
Η ποιητική τέχνη, με το άλλοθι της απόλυτης ελευθερίας, σε κάποιες περιπτώσεις έχει καταστήσει το ακατάληπτο και το σκοτεινό σημαία έκφρασης. Όμως έτσι το αισθητικά ωραίο παραπαίει μιας και αποδομείται η έλλογη νοηματική αλληλουχια και ο άτυπος νόμος του μεταδοτού. Αυτό δεν πρέπει σε καμιά περίπτωση να το εμπλέκουμε με την αναγωστική ανεπάρκεια. Αν ο αναγνώστης αδυνατεί να διεισδύσει στα βαθύτερα επίπεδα της «Ερημης Χώρας» ή να προσλάβει διακειμενικές αξίες που διάσπαρτα ακτινοβολούν σε ένα μεγάλο κείμενο, αυτό είναι κυρίως «πρόβλημα του αναγνώστη». Φυσικά υπάρχουν κλασικά ποιητικά κείμενα όπως του Σαίξπηρ ή του Δάντη που εύληπτα προσλαμβάνονται από τους περισσότερους αλλά κι εκεί υπάρχουν βαθύτερα επίπεδα. Όπως και να έχει εμείς δεν διαχωρίζουμε την ποίηση σε σύμπυκνη και ρητορική, σε αφαιρετική και πομπώδη. Μήπως η καθαρή ποίηση και ο συμβολισμός δεν συνέβαλαν τα μέγιστα στη γέννηση του μοντέρνου; Γιατί το ονειρικό ύφος και η μουσικότητα σήμερα να απορρίπτονται ως παρωχημένα στα πλαίσια μιας εποχής με διαφορετικούς λογοτεχνικούς «κανόνες»; Το ποιοτικά υψηλό και το ωραίο όσο διαφορετικούς κώδικες έκφρασης και να έχουν παραμένουν στην υψηλότερη κλίμακα της αισθητικής απόλαυσης. Αρα όπως στεκόμαστε με θαυμασμό απέναντι στο κλασικό, το ίδιο πράτουμε και με το μοντέρνο. Ναι στον Ομηρο, ναι στον Πόε και τον Μπωντλέρ, ναι και στον Ελλιοτ.
Οπότε ξαναγυρίζουμε πάλι στο ερώτημα: Σε ποιους απευθυνεται η ποίηση σήμερα;
Η ποίηση πάντα απευθυνόταν στους ολίγους και σήμερα εξακολουθεί να γίνεται το ίδιο. Φυσικά ακολουθει τη μοίρα κάθε τέχνης και εξελίσεται αυτό όμως δεν σημαινει απαραιτητα και βελτίωση ή άνοδο. Το σίγουρο είναι ότι επειδή η ποιητική τέχνη έχει σαν βάση της τη φαντασία θα εξακολουθεί να υπάρχει πάντα. Κι όταν λέμε φαντασία εννοούμε εκείνη τη δύναμη να μεταπλάθονται οι ιδέες σε λέξεις, και οι λέξεις σε συναίσθημα. Το βίωμα από μόνο του δεν αρκεί. Η πνευματικότητα του ανθρώπου είναι το μοναδικό του όπλο απέναντι στην παρακμή και την ισοπέδωση των αξιών, το ίδιο και η διαχρονικότητα της ποίησης. Όπως είχε πει ο Ι.Μ. Παναγιωτόπουλος: Οσο λιγότεροι άνθρωποι πιστεύουν στην ποίηση τόσο φτωχότερη γίνεται η οικουμενική ανθρώπινη ψυχή.
(*) Ομιλία στο Ιταλικό Μορφωτικό Ινστιτούτο