Η Πάπισσα Ιωάννα, ο Εμμανουήλ Ροΐδης και το θέατρο (του Βαγγέλη Μαυρουδή)

0
534

του Βαγγέλη Μαυρουδή

Την εποχή που ο 35χρονος Τολστόι έγραφε το «Πόλεμος και Ειρήνη» ο, κατά 8 χρόνια νεότερός του, Ροΐδης δημιουργούσε την «Πάπισσα Ιωάννα», το σημαντικότερο ίσως ιστορικό μυθιστόρημα της νεότερης ελληνικής λογοτεχνίας. Αυτά συνέβαιναν πενήντα μόλις έτη μετά την πρώτη έκδοση του «Ιβανόη», από τον προπάτορα του είδους, Ουόλτερ Σκοτ. Το νεανικό έργο του Εμμανουήλ Ροΐδη γνώρισε μεγάλη επιτυχία από την πρώτη του έκδοση (1866) που εξαντλήθηκε σχεδόν αμέσως και μεταφράστηκε (σχεδόν αμέσως, επίσης) στα γερμανικά, τα γαλλικά, τα ιταλικά και, αργότερα, σε άλλες γλώσσες. Κάποιοι μάλιστα μεταφραστές ή εκδότες, αξιοποιώντας τις συνθήκες της εποχής τους, αφαίρεσαν σταδιακά το όνομα του συγγραφέα και οικειοποιήθηκαν το έργο. Χαρακτηριστική η περίπτωση του Λόρενς Ντάρελ.

Η περιρρέουσα ατμόσφαιρα του μυθιστορήματος, σκανδαλιστική εξαιτίας του ίδιου του θέματος, συνέβαλλε στη δημοτικότητά του. Το έργο περιγράφει την ιστορία μιας γυναίκας που το μεσαίωνα, κρύβοντας το φύλο της, αναρριχάται στο ύπατο αξίωμα της καθολικής Εκκλησίας αλλά, μένοντας έγκυος και αποβάλλοντας  κατά τη διάρκεια λιτανείας, λιντσάρεται από το πλήθος. Η αντιμετώπιση του μυθιστορήματος από την Ιερά Σύνοδο, που το αφόρισε όταν εκδόθηκε, επέτεινε το ενδιαφέρον γύρω από αυτό. Η μεγάλη και διαχρονική επιτυχία του όμως δεν οφείλεται στο σκάνδαλο αλλά στη λογοτεχνική του αξία που είναι ιδιαίτερη και ξεχωριστή. Οι μελετητές του, με εκτεταμένες αναλύσεις, χρησιμοποιώντας πάμπολλα επίθετα και εκφράσεις, αναδεικνύουν την πρωτοτυπία, τη μοναδικότητα, την επιστημονική αρτιότητα, την κριτική ανατρεπτικότητα, τη σατιρική αλλά και τη φιλοσοφική του διάσταση, το ανάλαφρο ύφος και τη βαθιά διεισδυτικότητα στην ανάλυση των χαρακτήρων και της κοινωνίας, που το καθιστούν αέναα επίκαιρο.

Έτσι, παρά την αρνητική δημοτικότητα της αρχής, τις πίκρες, τις διώξεις και τις προσβολές που υπέστη ο συγγραφέας της, η «Πάπισσα Ιωάννα έκανε και κάνει αλλεπάλληλες εκδόσεις. Στις περισσότερες, μετά το θάνατο του Ροΐδη, (κάποιες μεταγλωττισμένες στη δημοτική) δεν  περιλήφθηκαν οι Σημειώσεις και η Βιβλιογραφία που, μαζί με τον εκτενή και διαφωτιστικό Πρόλογο, συμπλήρωναν το κείμενο του μυθιστορήματος στις πρώτες εκδόσεις. Το βάρος δόθηκε στο κυρίως έργο και στην αντιδικία με την Ιερά Σύνοδο. Έτσι η καινοτομία του Ροΐδη να παραθέσει εκτεταμένο Παράρτημα (με σημειώσεις και βιβλιογραφία) εξαιτίας του οποίου μάλιστα είχε κατηγορηθεί τότε για λογοκλοπή, λησμονήθηκε με αποτέλεσμα η ύπαρξη σήμερα παρόμοιων παραρτημάτων σε σύγχρονα ιστορικά μυθιστορήματα να θεωρείται εισαγόμενη από επιτυχημένους σύγχρονους ξένους συγγραφείς ενώ στην πραγματικότητα δεν αποτελεί παρά συνέχεια του Ροϊδικού προτύπου.

«Ο Εμμανουήλ Ροΐδης και το Θέατρο – Η “σκηνή” του Ροΐδη και ο Ροΐδης από Σκηνής» της Ευανθίας Στιβανάκη (Αιγόκερως, 2020) είναι μια ιδιαίτερα χρηστική εξερεύνηση του σύμπαντος του μεγάλου μας συγγραφέα. Άλλωστε ο Ροΐδης, ο Παπαδιαμάντης και ο Βιζυηνός είναι η τριάδα των λογοτεχνών με τις περισσότερες θεατρικές διασκευές κειμένων τους που δεν γράφτηκαν για το θέατρο. Ο Ροΐδης μάλιστα υπήρξε αυστηρός κριτικός θεάτρου (αλλά και μουσικής και ζωγραφικής) και ακόμη πιο αυστηρός κριτής θεατρικών διαγωνισμών. Υπέγραφε τα κείμενά του όχι μόνο χρησιμοποιώντας δεκάδες ψευδώνυμα («Ροΐδης και Θέατρο Ι», σελ. 25-34) αλλά και υποδυόμενους πολυάριθμους ρόλους με κορυφαίο εκείνο του Ασμοδαίου στο βραχύβιο πλην μοναδικό ομώνυμο περιοδικό που εξέδωσε υποστηρίζοντας τολμηρές, πολιτικές θέσεις. Φανατικός ζωόφιλος και υποστηρίζοντας ότι δε θα θεωρούσε προσβολή αν τον ονόμαζαν ζώο, έγραψε αριστουργηματικά αφηγήματα («Ιστορία ενός πιθήκου», Ιστορία ενός σκύλου», «Ιστορία ενός αλόγου», «Ιστορία μιας γάτας» κ.α.) όπου τα ζώα αποδεικνύονται υπέρτερα των ανθρώπων ως προς τη «φιλοσοφία» της ζωής τους, το «ηθικό» μέγεθός τους, τα συναισθήματα και της «πολιτισμένη» συμπεριφορά τους.

Η Στιβανάκη εντυπωσιάζει τον αναγνώστη αναλύοντας διεξοδικά («Ροΐδης και Θέατρο ΙΙ», σελ. 35-75) τα θεατρικά στοιχεία (υποκριτικά, σκηνοθετικά, σκηνογραφικά, ενδυματολογικά, ακόμη και το «σκηνικό» φωτισμό) στη γραφή του Ροΐδη. Υπογραμμίζει τα αφηγήματά του που έχουν σχέση με το θέατρο («Η Ριστόρη», «Πανδαμάτειρα και Πανδαμάτωρ», «Το Θέατρον του Γιλδίζ Κιοσκ», «Μελομανία») και παραθέτει απολαυστικά την αντιπαράθεσή του με τον Άγγελο Βλάχο.

Η μερίδα του λέοντος του βιβλίου («Ροΐδης και Θέατρο ΙΙΙ», σελ. 76-183) αφιερώνεται στην «Πάπισσα Ιωάννα». Η ανάλυση του έργου  είναι η πιο ενδιαφέρουσα και πρισματική λογοτεχνική μελέτη που έχω διαβάσει για το κορυφαίο αυτό μυθιστόρημα. Φωτίζει λεπτομέρειες και πλευρές του έργου με επιστημονικά φιλολογική αρτιότητα. Η εξερεύνηση του μυθιστορήματος και η κριτική παρουσίαση των σκηνικών αποδόσεών του στο ελληνικό θέατρο  («Ροΐδης και Θέατρο IV» σελ 185-233) εκτείνεται σε 156 σελίδες κειμένου και 175 σελίδες υποσημειώσεων, δηλαδή συνολικά σε 331 σελίδες από τις 365 του βιβλίου. Παρουσιάζονται αναλυτικά όλες οι θεατρικές διασκευές του μυθιστορήματος στην ελληνική σκηνή από το 1963 (Γ. Σταύρου, θίασος Χατζίσκου – Νικηφοράκη) μέχρι το 2014-15 (Δ. Μαυρίκιος, «Πάπισσα Ιωάννα. Αναζητώντας την ηρωίδα του Ροΐδη, μέσα από τη μητέρα του Κορνηλία»). Ιδιαίτερο βάρος δίνεται στην «Πάπισσα» του Γ. Ρούσσου από το θίασο Καρέζη – Καζάκου (1977-78) ενώ δεν παραλείπονται οι δύο νεότερες «εργαστηριακές» Πάπισσες του 2020.

Το τελευταίο κεφάλαιο («Ροΐδης και Θέατρο V», σελ235-252) περιλαμβάνει τις πολυάριθμες σκηνικές διασκευές των διηγημάτων του με «πρωταθλητή», όπως το χαρακτηρίζει η ίδια, τον «Συριανό σύζυγο». «Ο Σύζυγος στο magic box» (Θέατρο Αγορά, Πάτρα, 1999) ανέβηκε διασκευασμένο και σκηνοθετημένο από την ίδια.

Η Στιβανάκη έχει γράψει, κατά τη γνώμη μου, την πιο εμπεριστατωμένη, διεισδυτική, διεξοδική και πλήρη μελέτη του συνόλου έργου του Εμμανουήλ Ροΐδη. Κατέχοντας σε βάθος το θέμα, αναλύει φιλολογικά και θεατρολογικά τον κορυφαίο Έλληνα συγγραφέα. Το βιβλίο, οργανωμένο σε μικρά κεφάλαια, καλογραμμένο με ξεχωριστό στυλ και ιδιαίτερα προσεγμένη εκδοτική επιμέλεια, διαβάζεται απολαυστικά. Ο ολιγόλογος Επίλογος (τέσσερις γραμμές στη σελ. 253), που χαρακτηρίζεται «Ταξιδιωτικός» από τη συγγραφέα του, αποδίδει τα αμοιβαία αισθήματα του αναγνώστη ο οποίος ολοκληρώνει στο σημείο εκείνο την ανάγνωση του βιβλίου (έχοντας ήδη διαβάσει τις 103 σελίδες των 694 υποσημειώσεων που ακολουθούν). Τον αντιγράφω ολόκληρο, προσυπογράφοντας: «Προσπαθώντας να ερευνήσω τη βαθιά σχέση του Ροΐδη με το θέατρο, σχέση βιωματική και διανοητική, απόλαυσα ένα μακρύ ταξίδι στον συναρπαστικό κόσμο του. Τον ευχαριστώ από καρδιάς».

 

Ευανθία Στιβανάκη, Ο Εμμανουήλ Ροΐδης και το Θέατρο – Η “σκηνή” του Ροΐδη και ο Ροΐδης από Σκηνής, Αιγόκερως

 

Προηγούμενο άρθροΧειραποσκευές– αξιοπρεπής πτώση και συνεχής πορεία (της Μίνας Π. Πετροπούλου)
Επόμενο άρθροΗ Εκδίκηση των Ρούχων (Διήγημα του Ανδρέα Μήτσου)

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ