Η μνήμη και οι τόποι του Θοδωρή Γκόνη (του Σταύρου Χατζηθεοδώρου)

0
692

του Σταύρου Χατζηθεοδώρου (*)

 

“Αν μου πάρεις τα πόδια, κάηκα. Γράφω περπατώντας” εξομολογείται στη Μάρω Βασιλειάδου, στην “Καθημερινή”, ο Θοδωρής Γκόνης.

Αλήθεια λέει

Οι λέξεις του έρχονται με τα πόδια από χιλιόμετρα μακριά, σέρνοντας ένα διαρκές παραμιλητό- αυτό του μοναχικού δρομέα- σαν το τεριρέμ των ψαλτάδων.

Ποιητής, στιχουργός και σκηνοθέτης ο Γκόνης, στο “Μαύρο φόρεμα του κόρακα” (ΑΓΡΑ 2021) επινοεί και μεταπλάθει στοιχεία μνημονικής – βιογραφικής ύλης.

Κείμενα που στο διάβα τους συναντούν και συνομιλούν με τις ταινίες του Δαμιανού, τα θεατρικά του Κεχαΐδη, το δημοτικό τραγούδι και το φονικό που δεν έγινε κουβέντα του Γκάτσου.

Μια νουβέλα και έξι διηγήματα, σαν γράμματα χωρίς παραλήπτη, συντρίμμια ρημαγμένων ζωών.

“Ένα ποτήρι του νερού κρασί” -όπου καθρεφτίζεται η κοινωνία της πόλης- στο στόμα ενός ανέστιου σε ένα παραληρηματικό, θεατρικό μονόλογο.

Οι τρεις οργανοπαίχτες με τα βιολιά και το κλαρίνο τα αίματα και το μαχαίρι κρυμένο στο ντουλαπάκι της καρότσας στο “Λάκκο της σφαγής”.

Μια “Κόκκινη φλορέτα” παραπεταμένη, και Αυτή φονιάς και φόνισσα του εαυτού της, χωρίς κηδεία, γάμο και μνημόσυνο.

“Ο Αποστόλης ο μάγειρας” δραπέτης από το Παλαμήδι μέσα στη νύχτα, καβάλα στο άλογο με την αδερφή του αγκαλιά μεταμορφώνεται σε κυπαρίσσι.

Η φεγγαροπρόσωπη νύφη με τις κατάμαυρες πλεγμένες κοτσίδες, ο άσχημος γαμπρός, ένα “φιλί” που αιωρείται και το τελευταίο δάκρυ του πατέρα.

Ο σκοτεινός και φαρμακερός σκορπιός με τα δώρα του -το γάλα της πρώτης Πρωτοχρονιάς του εγγονού- και μια κούνια στο βαθύ “μεγάλο ποτάμι” που βγάζει στη θάλασσα.

Το κορίτσι που πάνω στις σαράντα μέρες εμφανίζεται απρόσμενα με το “μαύρο φόρεμα του κόρακα”.

Ήρωες και ιστορίες που εξελίσσονται, μεταλλάσσονται και επανέρχονται με καινούργιο βλέμμα σε έναν τόπο -συνδετικό ιστό- που δεν κατονομάζεται αλλά ξέρουμε ότι είναι ο γενέθλιος του συγγραφέα. Η πόλη του πένθους όπως την αποκαλεί, μιας και είναι χρεωμένη με τη δολοφονία του Κυβερνήτη και την Ακροναυπλία.

Πυρετική γραφή και λόγος λιτός και ακριβής, αλλά επι τούτου ατημέλητος και βραχώδης σαν τα πρόσωπα των ηρώων του. Ασθματικός, κυλάει χωρίς διακοπές, αφού απουσιάζουν τα σημεία στίξης.

Εντομολόγος της γλώσσας -χρόνια στο κουρμπέτι της στιχοπλοκίας εξάλλου- ο Γκόνης δημιουργεί εσωτερικό ρυθμό και μεταποιεί σε μουσικότητα την τραχύτητα των κειμένων του, μετατρέποντας τον αναγνώστη σε συναθλητή στο δικό του δρόμο ημιαντοχής.

Πολύ εύστοχα τον σκιαγραφεί ο φίλος του Κωστής Παπαγιώργης θέλοντας να τονίσει την ευγένεια του άντρα και το ήθος της γραφής του, λέγοντας ότι ο Γκόνης δεν είναι ο τύπος του μεγάλου καλλιτέχνη που θα σου πει “πάμε να σου δείξω που κοιμάται ο γλάρος”.

Βαδίζει μονάχος και μαζεύει φθαρμένα υλικά απ’ τον δρόμο. Στα ράφια της κουζίνας του έχει στοιβαγμένα βαζάκια από μέντα μαντζουράνα, βασιλικό, λεβάντα, δεντρολίβανο, αντίδοτα βότανα για τσιμπήματα σκορπιών και φιδιών και κάθε λογής μυρωδιές που έρχονται από μια Ελλάδα που χάνεται, μα συνεχίζει να επιμένει.

 

(*) Ο Σταύρος Χατζηθεοδώρου είναι εκπαιδευτικός

 

Θοδωρής Γκόνης, Το Μαύρο φόρεμα του κόρακα, Άγρα

Βρες το εδώ

Προηγούμενο άρθροΕπικοινωνία και πολιτική στη μετασοβιετική Ρωσία (της Δήμητρας Ρουμπούλα)
Επόμενο άρθροΗ λογοτεχνία αλλιώς..σε καιρούς κρίσης (2η Διεθνής Μαθητική Συνάντηση)

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ