Οι μεταφραστικές περιπέτειες της γαλλικής λογοτεχνίας στην Ελλάδα

0
1276

Της Φανής Σωφρονίδου (*).

 

Ποιος είναι ο πιο πολυμεταφρασμένος γάλλος λογοτέχνης μέσα στον 20ο αιώνα; Ποιο γαλλικό μυθιστόρημα μεταφράστηκε για πρώτη φορά στα ελληνικά, 120 χρόνια μετά την έκδοσή του; Ποια είναι η μεταφραστική τύχη του Μπωντλαίρ, του Ζολά, του Σαρτρ; Ποιες μεταφράσεις έχουν υπογράψει ο Καζαντζάκης, ο Ελύτης, ο Σεφέρης;

Απαντήσεις στα ερωτήματα αυτά και σε πολλά περισσότερα, αποπειράθηκε να δώσει η μελέτη της υποφαινόμενης, στα πλαίσια της διδακτορικής διατριβής της, γύρω από τις ελληνικές μεταφράσεις της γαλλικής λογοτεχνίας μέσα στον εικοστό αιώνα. Μετά από τρία χρόνια αναζήτησης, καταγραφής και στατιστικής επεξεργασίας, δημιουργήθηκε μια βιβλιογραφία, η οποία περιλαμβάνει κάθε αυτοτελή ελληνική μετάφραση, έργων της γαλλικής λογοτεχνίας, που εκδόθηκε στην Ελλάδα, στο χρονικό διάστημα από το 1900 έως το 2010. Στόχος της έρευνας αυτής, δεδομένου ότι, δυστυχώς στη χώρα μας η καταγραφή των μεταφράσεων της ξένης λογοτεχνίας, και εν προκειμένω της γαλλικής, μέσα στον εικοστό αιώνα παρουσιάζεται ελλιπής, ήταν να δοθεί μια πρώτη και άμεση απάντηση στο ερώτημα τι χώρο έδωσαν τα ελληνικά γράμματα στη γαλλική λογοτεχνία, αλλά κυρίως η συγκεκριμένη μελέτη να αποτελέσει, για τον μελετητή, τον μεταφραστή, τον εκδότη, τον αναγνώστη, έναν επαρκή βιβλιογραφικό εξοπλισμό προκειμένου να προχωρήσουν σε πιο προσωπική αναζήτηση αλλά και έρευνα, γύρω από την μεταφραστική περιπέτεια της γαλλικής λογοτεχνίας στην Ελλάδα.

Μιλώντας με αριθμούς, μέσα σε αυτά τα εκατόν δέκα χρόνια κυκλοφόρησαν 4.288 μεταφράσεις 3.498 έργων 1.391 γάλλων λογοτεχνών και 1.695 μεταφραστών. Πηγές εύρεσης και καταγραφής των μεταφράσεων αποτέλεσαν κατά κύριο λόγο βιβλιοθήκες και βιβλιοπωλεία, ηλεκτρονικές και έντυπες προηγούμενες βιβλιογραφικές καταγραφές επιμέρους χρονικών περιόδων, βιβλιογραφικές βάσεις πανεπιστημίων και ιδρυμάτων, εκδοτικοί οίκοι και οι σχετικοί κατάλογοί τους, καθώς και οι βιβλιοπαρουσιάσεις σε εφημερίδες και περιοδικά.

Η πεζογραφία αντιπροσωπεύει κυριαρχικά το μεγαλύτερο ποσοστό των μεταφράσεων. Από το σύνολο των 4.288 καταγραφών, οι 3.748 ανήκουν στην πεζογραφία, οι 298 ανήκουν στο θέατρο και οι 242 στην ποίηση. Η εκδοτική πρωτοκαθεδρία του μυθιστορήματος αποτελεί επακόλουθο της εμπορευματοποίησης της λογοτεχνίας στην εποχή μας, γεγονός που επιβεβαιώνεται με τις περισσότερες μεταφράσεις πεζών να κυκλοφορούν από το 1990 και ως τις μέρες μας, ώστε το 2000, για παράδειγμα, να είναι το έτος με τη μεγαλύτερη μεταφραστική δραστηριότητα γαλλικής πεζογραφίας (126).

Όσον αφορά τη χρονική διακύμανση των μεταφράσεων, ενδεικτικά αναφέρεται ότι, η πρώτη αυξημένη μεταφραστική παραγωγή, μέσα στον εικοστό αιώνα, καταγράφεται την περίοδο του μεσοπολέμου. Το γεγονός αυτό οφείλεται, ενδεχομένως, στο ότι, οι λογοτέχνες της επονομαζόμενη γενιάς του 1920 μεταφράζουν έργα ξένων και ιδίως γάλλων συγγραφέων, στην προσπάθεια, με αυτό τον τρόπο να μεταγγίσουν στα ελληνικά γράμματα το πνεύμα και το κλίμα των ξένων φιλολογιών, αλλά και στην υλικοτεχνική αναβάθμιση και την πληρέστερη οργάνωση και ανάπτυξη των εκδοτικών οίκων. Ανάλογη εκδοτική άνοιξη της μεταφρασμένης γαλλικής λογοτεχνίας θα συναντήσουμε ξανά τα πρώτα χρόνια της δικτατορίας των Συνταγματαρχών. Αυτή τη φορά, όμως, οι περισσότεροι εκδότες της περιόδου επιλέγουν να στραφούν στην έκδοση ξένων μεταφράσεων, προκειμένου να ξεπεράσουν το πρόβλημα εξεύρεσης ελληνικών έργων, που δημιουργούσε η άρνηση  των συγγραφέων να εκθέσουν τη δουλειά τους στο φως της λογοκρισίας. Και οι ίδιοι οι λογοτέχνες συγγραφικά σιωπούν και επιλέγουν τη μετάφραση ως ένδειξη διαμαρτυρίας. Μια τρίτη θαλερή περίοδος της μεταφραστικής λογοτεχνικής παραγωγής ξεκινά από το 1975 και μέχρι το 2010 καταγράφονται 3.040 μεταφράσεις, ήτοι το 70,8% του συνόλου της μεταφραστικής παραγωγής. Η οικονομικοκοινωνική κρίση που μαστίζει τη χώρα μας, ήδη από το 2009, επηρεάζει άμεσα και αρνητικά την μεταφραστική και εν γένει εκδοτική παραγωγή. Έτσι, από το 2008, η παραγωγή μεταφρασμένων από τα γαλλικά λογοτεχνικών έργων αρχίζει να μειώνεται  και φθάνει από τις 130 μεταφράσεις του 2006 στις 67 το 2010.

Σύμφωνα με τα στοιχεία, οι δημιουργοί που μεσουρανούν στις προτιμήσεις του ελληνικού αναγνωστικού κοινού και των μεταφραστών καθ’ όλον τον εικοστό αιώνα είναι περισσότερο οι κλασικοί συγγραφείς του δεκάτου ενάτου αιώνα, γεγονός που μαρτυρά μεν την διαχρονικότητα τους, αλλά και την επιλογή των εκδοτών να εκδίδουν έργα απαλλαγμένων από πνευματικά δικαιώματα λογοτεχνών. Τις πρώτες θέσεις καταλαμβάνουν ο Βερν με 311 μεταφράσεις, ο Μπαλζάκ, ο Ουγκώ, ο Μπωντλαίρ. Στην πρώτη πεντάδα βρίσκεται και ο «προκλητικός» Ζολά που δεν γνωρίζει πλέον αντιδράσεις αλλά γίνεται εξαιρετικά δημοφιλής, μέσα στον εικοστό αιώνα, μια και η ελληνική κοινωνία είναι πλέον ώριμη να δεχθεί τη θεματολογία του. Κάπως καθυστερημένο παρατηρείται το έντονο ενδιαφέρον για τους εκπροσώπους των νέων λογοτεχνικών ζυμώσεων που επικράτησαν στην Ευρώπη, τις πρώτες δεκαετίες του 20ου αιώνα. Τα ονόματα των Αραγκόν, Μπρετόν, Ελυάρ, Σαρτ, Καμύ, διαδίδονται στη χώρα μας, από τη δεκαετία του 1950 κι έπειτα, μέσα από τις μεταφράσεις της γαλλικής πνευματικής πρωτοπορίας των έργων τους. Ο Επαναστατημένος Άνθρωπος του Καμύ, για παράδειγμα, μεταφράζεται για πρώτη φορά, στην καρδιά της δικτατορίας των Συνταγματαρχών, ενώ ο Αραγκόν είναι ο μόνος Γάλλος λογοτέχνης, που συμπεριελήφθη στον κατάλογο απαγορευμένων βιβλίων, τον οποίο εξέδωσε η εν λόγω δικτατορία

Όσον αφορά τους μεταφραστές, μέχρι και τη δεκαετία του 1970, τα ονόματα των Γεωργίου Σημηριώτη, Νίκου Καζαντζάκη, Κλέωνα Παράσχου, Κώστα Βάρναλη, Τέλλου Άγρα, Κώστα Ουράνη, Κώστα Καρυωτάκη, Οδυσσέα Ελύτη, Γιώργου Σεφέρη, Στρατή Τσίρκα και άλλων σπουδαίων λογοτεχνών μας, υπογράφουν τις περισσότερες μεταφράσεις με τις οποίες καταπιάνονται στα πλαίσια της πνευματικής του άσκησης, καλλιέργειας και τέρψης. Από το 1980 και μετά, αλλάζει εμφανώς  το κυρίαρχο κοινωνικό προφίλ του έλληνα μεταφραστή, ο οποίος κατά κύριο λόγο δεν είναι πια λογοτέχνης αλλά συστηματικός, επαγγελματίας μεταφραστής, χωρίς, βέβαια, αυτό να σημαίνει ότι ο τελευταίος στερείται πνευματικής καλλιέργειας, ή ότι εκ του παραλλήλου δεν έχει προσωπική λογοτεχνική ενασχόληση και παραγωγή. Μέχρι και τη δεκαετία του 1960 η εκπροσώπηση των ανδρών μεταφραστών έναντι των γυναικών είναι συντριπτική. Από τους 614 μεταφραστές οι 516 είναι άνδρες και μόλις οι 98 είναι γυναίκες. Η συμβολή της γυναικείας παρουσίας είναι αξιοπρόσεκτη από τη δεκαετία του ΄70 και ως τις μέρες μας. Η κάθετη αύξηση της εκπροσώπησης των γυναικών στο χώρο της μετάφρασης κορυφώνεται στην αυγή του 21ου αιώνα αγγίζοντας το 68,9%  επί του συνόλου των μεταφραστών για τη δεκαετία 2001-2010.

Από το 1900 έως το 2010 μεταφράστηκαν 3.498 τίτλοι γαλλικής λογοτεχνίας. Από αυτούς οι 3.173 (90%) γνώρισαν μία μόνο μετάφραση, ενώ οι 15 γνώρισαν τον εντυπωσιακό αριθμό των 10 διαφορετικών μεταφράσεων και άνω. Τον μεγαλύτερο αριθμό αναμεταφράσεων συγκεντρώνουν τα έργα του Ιουλίου Βερν. Ο γύρος του κόσμου σε 80 μέρες μεταφράζεται από το 1900 έως το 2009 από 26 διαφορετικούς μεταφραστές, ανάμεσα στους οποίους συγκαταλέγεται και ο Νίκος Καζαντζάκης το 1931. Το πιο μεταφρασμένο γαλλικό ποιητικό έργο στον 20ο αιώνα είναι η συλλογή Τα άνθη του κακού του Μπωντλαίρ με 23 μεταφραστικές προσεγγίσεις του ποιητικού αυτού εγχειρήματος, ακόμα και μέσα στη δικτατορία του Μεταξά. Διψήφιος είναι και ο αριθμός των αναμεταφράσεων του μυθιστορήματος Νανά του Ζολά, αντιπροσωπευτικό παράδειγμα του κερδώου Ερμή, ενώ λιγότερο ευπρόσδεκτο μεταφραστικά στάθηκε το Στομάχι του Παρισιού, εξίσου σημαντικό μυθιστόρημα, που μεταφράστηκε μονάχα μία φορά το 1992, σχεδόν 120 χρόνια μετά τη γαλλική έκδοσή του το 1873. Από τα σύγχρονά έργα, Ο μικρός πρίγκιπας και Η Πανούκλα, γνώρισαν μέχρι σήμερα 11 διαφορετικές μεταφράσεις.

Από τους 581 καταγεγραμμένους εκδοτικούς οίκους, οι πιο παραγωγικοί (Λιβάνης, Καστανιώτης, Κέδρος κ.α.) δραστηριοποιούνται λίγο πριν ή λίγο μετά τη μεταπολίτευση. Ο υψηλός αριθμός μεταφρασμένων γαλλικών τίτλων τους σε σχέση με τους υπόλοιπους δικαιολογείται από τη γενικότερη άνθηση της ξένης λογοτεχνίας από τη δεκαετία του ΄70 και ως τις μέρες μας, εντούτοις , αξίζει να αναφερθώ σε ιστορικούς εκδοτικούς οίκους, που «γεννήθηκαν» στα τέλη του 19ου αιώνα, όπως οι εκδόσεις Φέξη, Δημητράκου, Σιδέρη, Παπαδημητρίου, δραστηριοποιήθηκαν τις πρώτες δεκαετίες του 20ου, όπως ο Ελευθερουδάκης, ο Σαλίβερος, η Άγκυρα και παρά τις αντιξοότητες και τους συνεχείς πολέμους, κάποιοι κατόρθωσαν να επιβιώσουν μέχρι σήμερα, όπως ο Γκοβόστης. Οι εκδοτικές αυτές επιχειρήσεις ανέπτυξαν αξιοζήλευτη δραστηριότητα και σημείωσαν έναν σεβαστό για την εποχή αριθμό εκδόσεων συμπεριλαμβανομένης και της μεταφρασμένης γαλλικής λογοτεχνίας, συστηματοποιώντας κυρίως την κυκλοφορία μεταφρασμένης λογοτεχνίας σε θεματικές σειρές.

Κλείνοντας αυτή την πολύ σύντομη περιήγηση στα χαρτογραφημένα, πλέον, μονοπάτια της μεταφρασμένης γαλλικής λογοτεχνίας, αξίζει να αναφερθεί ότι η πόλη που συγκεντρώνει την εντονότερη εκδοτική κίνηση σχετικά με τις μεταφράσεις είναι η Αθήνα με ποσοστό 96,2%. Πόλεις που αποτελούν κέντρα του μείζονος ελληνισμού, όπως η Αλεξάνδρεια, το Κάιρο και η Κωνσταντινούπολη, η Σμύρνη, η Λευκωσία, οι οποίες, δεδομένης της παρουσίας ελληνικού πληθυσμού, τις πρώτες δεκαετίες του αιώνα, και της έντονης πνευματικής δραστηριότητάς του, ιδιαίτερα των Ελλήνων Αυγυπτιωτών, σημειώνουν με τη σειρά τους μια αξιόλογη μεταφραστική παραγωγή. Οι άλλες πόλεις της Ελλάδας, με εξαίρεση τη Θεσσαλονίκη, παρουσιάζουν μια πενιχρή εκδοτική δράση. Μια σημαντική πληροφορία κρύβεται στις γραμμές μια καταγραφής του 1925, για την πνευματική δραστηριότητα των ελλήνων από τα Ιωνικά παράλια, οι οποίοι μετανάστευσαν στην Αμερική μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή. Πρόκειται για την έκδοση μυθιστορημάτων του Ξαβιέ ντε Μοντεπέν, διάσημου μπεστ-σελερίστα του 19ου αιώνα, από την εφημερίδα «Ατλαντίς», μια από τις μακροβιότερες εφημερίδες στις Η.Π.Α. με σκοπό την καλύτερη προσαρμογή των ελλήνων μεταναστών στη νέα ήπειρο.

Κατά τη διάρκεια της επεξεργασίας του υλικού της μελέτης της υπογράφουσας, απαντήθηκαν αρκετά ερωτήματα γύρω από τις μεταφράσεις της γαλλικής λογοτεχνίας στην Ελλάδα, αλλά ανέκυψαν ακόμα περισσότερα, για τις απαντήσεις των οποίων, η εν λόγω βιβλιογραφική έρευνα φιλοδοξεί να αποτελέσει μια ακόμη στέρεη βάση.

(   * )Περίληψη μελέτης της συγγραφέως που θα κυκλοφορήσει προσεχώς από τις εκδόσεις Ύψιλον.

Προηγούμενο άρθροΟ γάμος της στιχουργικής με το παραμύθι
Επόμενο άρθροΤο δωμάτιο στο βάθος του σπιτιού

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ