του Νίκου Χριστοφή (*)
Ο Ζιλ Κεπέλ, ένας από τους κορυφαίους εμπειρογνώμονες στον κόσμο για το πολιτικό Ισλάμ, προσφέρει μέσα από το έργο του Συμμαχίες και ρήξεις ακόμη μια καινοτόμο ανάλυση για την τρέχουσα κρίση στη Μέση Ανατολή. Το βιβλίο αποτελεί συνέχεια της προηγούμενης μελέτης του, Έξοδος από το χάος, επίσης από τις εκδόσεις Κλειδάριθμος, το οποίο κάλυπτε την περίοδο από τη δεκαετία του 1970 μέχρι και το 2018, την περίοδο δηλαδή του πολέμου στη Συρία, χρονιά από την οποία ο Κεπέλ πιάνει το νήμα στο νέο του βιβλίο.
Ένα από τα βασικά χαρακτηριστικά τού εν λόγω βιβλίου είναι πως, σε αντίθεση με άλλες μελέτες που βασίζονται σε μονοσήμαντες, μονοδιάστατες ερμηνείες, δηλαδή είτε αυτές επικεντρώνονται στη θρησκευτικο-πολιτισμική διάσταση είτε σε μια αυστηρά κοινωνικο-οικονομική και γεωπολιτική ανάλυση, η παρούσα μελέτη προσφέρει μια σύνθεση των παραπάνω παραγόντων. Αυτή η σύνθεση καθιστά το βιβλίο ένα υποχρεωτικό ανάγνωσμα, θα έλεγα, για να καταλάβει ο αναγνώστης την περιπλοκότητα της κατάστασης και των δυναμικών που εκτυλίσσονται στην περιοχή της Μέσης Ανατολής. Μάλιστα, το επεξηγηματικό/αναλυτικό πλαίσιο που προσφέρει ο συγγραφέας βοηθάει σε μεγάλο βαθμό ακόμα και γνώστες της περιοχής και των εξελίξεων που λαμβάνουν χώρα σε αυτήν να τις κατανοήσουν σε μεγαλύτερο βάθος. Προς αυτήν την κατεύθυνση, οι δύο άξονες γύρω από τους οποίους περιστρέφεται το βιβλίο, το πετρέλαιο και το Ισλάμ, εντάσσουν πολύ σωστά την περιοχή της Μέσης Ανατολής στο παγκόσμιο νεοφιλελεύθερο σύστημα, όπου το θρησκευτικο-πολιτικό και το οικονομικό στοιχείο διαμορφώνουν το πλαίσιο κρίσεων των τελευταίων αρκετών ετών, αν όχι δεκαετιών.
Δύο χρόνια μετά τη δημοσίευση του Έξοδος από το χάος, το οποίο παρουσίαζε μια ευρεία επισκόπηση της περιοχής και των πολλαπλών κρίσεων, απόρροια συνδυασμού διαδικασιών, το χάος στην περιοχή όχι μόνο συνεχίζεται αλλά διογκώνεται, καθώς οι επιπτώσεις της πανδημίας Covid-19, η οποία αναστατώνει την παγκόσμια οικονομία και αυξάνει τις εντάσεις και τις ταξικές ανισότητες, γίνονται εμφανείς και στη Μέση Ανατολή.
Σε αυτήν την πανδημική εποχή ο Κεπέλ προχωράει με την ανάλυσή του περί διαφορετικών φάσεων του τζιχαντισμού και προσφέρει μια λεπτομερή και ενδελεχή καταγραφή, περιγραφή και ανάλυση των γεγονότων που έλαβαν χώρα τα τελευταία χρόνια. Έτσι, ο Κεπέλ τονίζει πως η «τέταρτη φάση» του τζιχαντισμού αποτελεί ήδη από το 2020 -αρχικά με τις επιθέσεις στο περιοδικό Charlie Hebdo το 2015 και ξανά το 2020, όπως επίσης και με τον αποκεφαλισμό του Γάλλου δασκάλου Samuel Paty, την ίδια χρονιά- μια πραγματικότητα. Υποστηρίζει δε, πως αυτός ο «περιρρέων τζιχαντισμός» εξαπλώνεται σαν ένας «μεταδοτικός ιός», όχι όμως όπως παλιά, μέσω δικτύων και οργανισμών, αλλά μέσω ευάλωτων ατόμων και κοινωνικών δομών. Για τον Κεπέλ, το «τζιχαντιστικό κύμα» ξεκίνησε με την άνοδο του Αγιατολάχ Χομεϊνί το 1979 στο Ιράν και διήρκεσε μέχρι το 1997, όταν οι ηγέτες της Αλ Κάιντα, Οσάμα Μπιν Λάντεν και Αϊμάν αλ-Ζαουάχρι, μαθαίνοντας από τις αποτυχίες στο Αφγανιστάν, έστρεψαν εκ νέου τις προσπάθειές τους στην καταπολέμηση του «μακρινού εχθρού», των Ηνωμένων Πολιτειών. Η 11η Σεπτεμβρίου σηματοδοτεί τη δεύτερη φάση, ενώ η τρίτη ξεκινάει με την στροφή της Αλ Κάιντα στην Ευρώπη, ώστε να προσελκύσει οπαδούς και να προσδώσει στο κίνημα μαζικό χαρακτήρα (βλ. Gilles Kepel, Jihad: The Trail of Political Islam, Harvard University Press, Cambridge 2002). Κομβικό παράγοντα στη διάδοση ή την υποστήριξη του κύματος αυτού, για τον Κεπέλ, αποτελεί η Τουρκία του Ερντογάν, μέσω του νεοοθωμανικού και (επαν)εξισλαμιστικού του προγράμματος.
Για τον Κεπέλ, η παρούσα στιγμή είναι τόσο κρίσιμη όσο αυτή του προπολεμικού κόσμου το 1914 και απαιτεί επείγοντα μέτρα για μια διέξοδο από το χάος. Για τον Κεπέλ κάτι τέτοιο είναι εφικτό, αλλά απαιτεί μια συντονισμένη σειρά κινήσεων και μέτρων από την Ευρώπη σε όλη την περιοχή, της Μεσογείου πρωτίστως, όπως καλύτερη εκπαίδευση στην αραβική ιστορία, γλώσσα και πολιτισμό, οι ελλείψεις της οποίας στις δυτικές χώρες οδήγησαν πολλούς λεγόμενους ειδικούς να καταλήξουν σε αναλύσεις που δεν συνάδουν με την πραγματικότητα και να προτείνουν λανθασμένους χειρισμούς. Μια ματιά στον ελληνικό Τύπο λίγο μετά την εμφάνιση των αραβικών εξεγέρσεων ή σε ανάλογες περιπτώσεις μάς βοηθάει να αντιληφθούμε τι εννοεί ακριβώς ο Κεπέλ. Χρησιμοποιώντας το παράδειγμα των αραβικών εξεγέρσεων μάλιστα, ορθά υποστηρίζει πως τέτοιου είδους προσεγγίσεις αναδεικνύουν περίτρανα την αποτυχία του αγώνα εναντίον της τρομοκρατίας (βλ. επίσης τις επιθέσεις στη Μαδρίτη το 2004 και στο Λονδίνο το 2005).
Τέλος, ακόμα και αν καταλήξει κάποιος να διαφωνεί με ορισμένες από τις ερμηνείες, όπως η υπερβολική έμφαση που δίνεται στο ριζοσπαστικό Ισλάμ, το Συμμαχίες και ρήξεις θα πρέπει να διαβαστεί ευρέως από όλους όσοι επιθυμούν να αποκτήσουν μια πανοραμική και κριτική ματιά (πόσο μάλλον σε συνδυασμό με το Έξοδος από το χάος) επί του θέματος. Τέλος, οι επεξηγηματικοί χάρτες (δεκαέξι στο σύνολο) διευκολύνουν τον αναγνώστη να αντιληφθεί τη γεωγραφία της περιοχής, κάτι που, σε συνδυασμό με την αψεγάδιαστη μετάφραση του βιβλίου, το καθιστά απαραίτητο ανάγνωσμα.
* Ο Νίκος Χριστοφής είναι αναπληρωτής καθηγητής τουρκικής ιστορίας και πολιτικής, Shaanxi Normal University, Σι’αν, Κίνα.
Gilles Kepel, Συμμαχίες και ρήξεις: Από τη Μέση Ανατολής έως τις ευρωπαϊκές συνοικίες, Μετάφραση: Αριστέα Κομνηνέλλη, Κλειδάριθμος, 2021
Βρες το εδώ