Κατερίνα Γούλα.
Την πρώτη θέση των πωλήσεων καταλαμβάνει για δεύτερη συνεχή εβδομάδα, πάρα τα περισσότερα από 600 νέα μυθιστορήματα που κυκλοφόρησαν, το βιβλίο της Valerie Trierweiler Merci pour ce moment όπου περιγράφει το σύντομο πέρασμα της από τα Ηλύσια Πεδία και τη σχέση της με τον πρόεδρο της Γαλλίας Φρανσουά Ολάντ. Τα νούμερα γύρω από το βιβλίο αυτό είναι εντυπωσιακά, για να μην πούμε τρομακτικά. Το πρώτο τιράζ είχε υπολογιστεί στα 200.000 αντίτυπα, κάτι που δείχνει ότι οι εκδότες ήταν σίγουροι για την επιτυχία αλλά όχι και για την έκρηξη που θα γινόταν στην πραγματικότητα, και τα 145.000 αντίτυπα που πουλήθηκαν μέσα σε τέσσερεις μέρες εκτός Ελβετίας και Βελγίου εκτίναξαν το συνολικό μέχρι τώρα τιράζ στα 590.000 αντίτυπα. Ένα από τα καταστήματα της Fnac του Παρισιού ανακοίνωσε στις 5 Σεπτεμβρίου το μεσημέρι, μία μόλις ημέρα μετά την κυκλοφορία του βιβλίου, ότι είχε ήδη σημειώσει 27.000 πωλήσεις. Το βιβλίο έκανε την εμφάνισή του στις 4 Σεπτέμβρη και η όλη άφιξή του οργανώθηκε με πλήρη μυστικότητα αν και κάποιοι βιβλιοπώλες να ισχυρίζονται ότι τα νέα είχαν από καιρό διαρρεύσει. Όντως πάντως οι υπεύθυνοι του εκδοτικού οίκου Arènes ενημέρωσαν όλους τους βιβλιοπώλες την 1η Σεπτέμβρη τηλεφωνικά. Ως δημοσιογράφος, η Valerie Trierweiler δεν έδωσε καμία συνέντευξη στα μέσα μαζικής ενημέρωσης. Αποσπάσματα όμως δημοσιεύθηκαν στο Paris-Match, το περιοδικό για το οποίο εργάζεται και το οποίο επέσπευσε κατά μια ημέρα την κυκλοφορία του λόγω της περίστασης.
Το σημαντικό όμως σε μια τέτοια υπόθεση δεν είναι το βιβλίο το ίδιο που αναμφισβήτητα πολύ γρήγορα θα ξεχαστεί αλλά οι αντιδράσεις των βιβλιοπωλών απέναντι στο εκδοτικό αυτό γεγονός που καλύπτουν ένα πολύ ευρύ φάσμα. Μερικοί – λίγοι βέβαια – αρνήθηκαν να το φέρουν στο κατάστημά τους και να το συμβουλεύσουν στους πελάτες τους ενώ άλλοι έκριναν ότι δεν έχουν το δικαίωμα να αποθαρρύνουν μια πώληση βιβλίου και να υποτιμούν τόσο έκδηλα μια επιλογή του αναγνωστικού κοινού. Χαρακτηριστικές ήταν πάντως οι αντιδράσεις ορισμένων βιβλιοπωλών που είχαν βαρεθεί πια να απαντούν «όχι, δεν το έχουμε» όταν το πρώτο τιράζ εξαντλήθηκε και έπρεπε να περιμένουν την επανέκδοση του βιβλίου οι οποίοι κόλλησαν στις βιτρίνες τους αφίσες που ανέγραφαν «όχι, δεν έχουμε το βιβλίο της Τριερβελέρ, αλλά μας έχουν μείνει ακόμη βιβλία του Μπαλζάκ, του Ουγκό, του Ζολά…». Πολλοί άνθρωποι μπήκαν πάντως για πρώτη ίσως φορά στη ζωή τους σε βιβλιοπωλείο, πρόθυμοι να δώσουν αβίαστα 20 ευρώ για ένα βιβλίο του οποίου ούτε το οπισθόφυλλο δεν μπήκαν στον κόπο να συμβουλευτούν. Κάποιοι βιβλιοπώλες θεώρησαν ότι αυτή η μαζική προσέλευση μόνο θετική μπορεί να είναι κι ότι είναι στο χέρι τους να κάνουν όλον αυτόν τον κόσμο να γνωρίσει κι άλλα πράγματα πλάι στο βιβλίο που τον έφερε μέχρι εκεί, άλλοι πάλι θεώρησαν ότι αυτό είναι ένα ευκαιριακό κοινό το οποίο δεν πρόκειται να ξαναπατήσει το πόδι του στο βιβλιοπωλείο. Κάποιοι μάλιστα δε δίστασαν να αρνηθούν να το παραγγείλουν ή να αποτρέψουν την αγορά του από τους πελάτες τους, κάτι που ξεσήκωσε ακόμη μια πολεμική στο χώρο του βιβλίου γύρω από το ερώτημα του κατά πόσο έχουν το δικαίωμα οι βιβλιοπώλες να εκφέρουν αξιολογικές κρίσεις πάνω στο βιβλίο και να υποτιμούν τις επιλογές των αναγνωστών τους. Η αντίπαλη φωνή ισχυρίζεται ότι οι βιβλιοπώλες δεν είναι απλοί πωλητές αλλά παίζουν και οι ίδιοι ένα ρόλο πολιτιστικού παράγοντα.