Του Νίκου Κουρμουλή.
Στον διπλό τίτλο παρουσιάζεται το τεχνολογικό θεμέλιο της εποχής μας, η νέα γλώσσα, παρέα με το διαχρονικό πρότυπο του καλλιτεχνικού μαρτυρίου. Δυο αφετηρείες που εξετάζονται ενδελεχώς στην τελευταία συλλογή διηγημάτων του Γιώργου Λαμπράκου. Ενός συγγραφέα που μας είχε δείξει και από τις προηγούμενες δουλείες του, την αφηγηματική του δεινότητα. Μικρή φόρμα, ελεγεική αποσπασματικότητα των άμεσων λειτουργιών ενός αστικού περιβάλλοντος που βρίσκεται υπό συνεχή κατάρρευση.
Μελετητής του μεταμοντέρνου ιδιώματος (όχι στην αγοραία έκφραση του, που περιέχει πλείστες όσες ευκολίες, αλλά στην φιλοσοφική ρίζα του), ο Γιώργος Λαμπράκος διαθέτει την όραση που επιτρέπει τον αναστοχασμό πάνω στις κόγχες της εικονικής ψηφιακής δικτύωσης. Μιας κοινωνικής «πραγματικότητας» συναισθηματικών εφαρμογών, που αναγκάζει την αλήθεια να διαπεράσει το τείχος της ψευδαίσθησης.
Στον αναδιαμορφούμενο αυτό ου-τοπικό περίγυρο του τελευταίου του βιβλίου, η υπόσταση του καθενός από τους πρωταγωνιστές φωτίζεται από έναν μαγικό φανό. Είδωλα και αναπαραστάσεις θάλλουν ως προς την κανονικότητα τους και εμπεριέχονται σε καινούργιους κάθε φορά νοηματοδότες. Οι πρωταγωνιστές κάλλιστα θα μπορούσαν να είναι αρχεία από κάποιο απαγορευμένο πρόγραμμα γενετικής ή από κάποιο λογισμικό που «σάλταρε».
Ο συγγραφέας περιεργάζεται πτυχές ενός αποκομένου συνόλου εσωτερικών μονολόγων, που απευθύνουν οι χαρακτήρες των διηγημάτων στον κάθε αναγνώστη ξεχωριστά. Γενικεύσεις με πρόσχημα την ιδεολογικοποίηση της αφήγησης, δεν υπάρχουν εδώ. Ή μάλλον, η μάχη δίνεται εντός κειμένου. Όπου το σώμα της αφήγησης, δεν αφήνει δυνατότητες ελέγχου από παρα φύσιν καθοδηγήσεις. Ο Λαμπράκος δεν είναι απολιτίκ, με την τρέχουσα έννοια του όρου, που επιτρέπει φασόν γενικεύσεις. Η σκέψη του βρίσκεται κοντά στις ρίζες της εξελικτικής νοημοσύνης κατά την προσέγγιση του Σπινόζα, όπως και στην σχηματοποίηση του κοινωνικού πράττειν, κατά τον Αλέξις Ντε Τοκβίλ. Για να δώσουμε δυο γνωστά, όσο και απτά παραδείγματα.
Αυτές είναι οι πνευματικές βάσεις, που λειτουργούν προσχηματικά αρκετές φορές μέσα στα διηγήματα, για να δώσουν ώθηση στις ιστορίες-σπαράγματα που έρχονται στο φως. Ο «Ψηφιακός Νάρκισσος» από πλευράς ρόλων, κρατά κυρίως ένα δυαδικό σχήμα. Αρσενικό-θηλυκό. Γυρίζει πανικόβλητο στο σπιράλ ενός δυνατού ανεμοστρόβιλου. Προσωπικά αδιέξοδα, λιποβαρείς χωρισμοί, στενώσεις βούλησης και πάνω απ’όλα μια συνεχή μάχη με την τεχνολογική «λογική». Κανονικά όπως υπαινίσσεται και ο Λαμπράκος, δεν θα πρέπει να φοβόμαστε την τεχνολογία καθότι προοθεί την λογική και τις συνέπειες της. Μια από τις πρώτες, ονομάζεται, «αυτονόητο». Άλλη μια παρεξηγημένη λέξη που ο συγγραφέας της αλλάζει πλεύση καταλήγοντας στο συμπέρασμα, πως είναι μια ούτως η άλλος φρεναπάτη.
“H ζωή είναι σημαντική ή ασήμαντη όπως ένα αστείο», λέγεται κάπου στο βιβλίο. Πράγματι εδώ σ’αυτή τη φράση βρίσκεται το κέντρο βάρους αυτού του τόμου. Το χιούμορ που διαρρέει από τις σελίδες, εκτός των λεπτών αποχρώσεων του, κουβαλά και την βαθιά ειρωνεία όσων εμπλέκονται. Το έργο του Λαμπράκου κάλλιστα θα μπορούσε να ανέβει στο θεατρικό σανίδι, έχοντας για αρωγό τον κοφτερό του λόγο και την δραματικότητα του εσωτερικού μονόλογου-αναρωτήματος. Το οποίο αναλογεί στα κυκλώματα ενός matrix, όπου μικρά και μεγάλα ζητήματα της σύγχρονης ζωής επεξεργάζονται τις πιθανές αποδράσεις από τους κυρίαρχους κανόνες.
Έτσι λοιπόν στην «Μηχανή Ντεκαρτ» έχουμε την αναρρίχηση του Εγώ στο πλατύσκαλο της Λογικής. Στην «Α.Γ.Υ.Α οικογένεια» ο βιολογικός δεσμός της ανθρώπινης αναπαραγωγής, δοκιμάζεται. Ακολούθως «Η φάρμα της Εδέμ», ανατέμνει την ιστορία των Κάιν και Άβελ, υπό το πρίσμα του φθόνου και της γονεϊκής παράνοιας. «Ο Κυβερνητικός» είναι ένας δημόσιος υπάλληλος προγραμματισμένος να διεκπεραιώνει, έως ότου εισχωρεί μέσα του ξαφνικά το «μικρόβιο» της ποίησης. Εν συνεχεία «Ο ψηφιακός Νάρκισσος» μορφοποιείται πάνω σ’ένα ερωτικό διαδυκτιακό κυνήγι, με σωκρατικές προεκτάσεις. Στον «Θανατοδιακόπτη», ένας Άγγελος με την υπόσταση αστυνομικού της δίωξης ηλεκτρονικού εγκλήματος, επιδίδεται στην μπεκετική εξίσωση που λέγεται «μετάνθρωπος»
Στο «EROS ANIKATE MAHAN», εξελίσσεται ένα πλατωνικό σκίρτημα διαδυκτιακού σεξ. Σ’ένα από τα σημαίνονται διηγήματα του τόμου «Προσοχή στις απομιμήσεις», ένας άστεγος «μετατρέπεται» σε νεκροζώντανο έργο τέχνης. Το βλέμμα του κοινού ουσιαστικά μεταλλάσει την ανθρώπινη ύπαρξη, σε μια εικόνα που όσο προκατασκευασμένη κι αν είναι, δεν παύει να το εκπλήσσει. Στην «Εκκλησία του Δικτύου» παρακολουθούμε την ψηφιακή διαλεκτική από χαρακτηριστικές «φυλές» του διαδυκτίου. «Το πάρτι», είναι η συνεύρεση των παραγώγων μιας πολυκερματισμένης μνήμης. Ουσιαστικά δύο ολογράμματα, αγωνιούν να βρουν αισθήματα. Η «Βιοφιλία» είναι ένα ταξίδι στις ματαιώσεις της πολιτισμικής μας αλυσίδας. Στις εγκαταστάσεις του εργαστηρίου της επιστημονικής προόδου. Στο «ΤΑΛΩΣ Α.Ε» πραγματοποιείται μια έρευνα στις απαρχές της βιοτεχνολογικής χίμαιρας, ενώ το τελευταίο διήγημα «ΓΙΑΤΙ;» είναι το αυτοπορτραίτο του συγγραφέα, μαζί με την τελική υπογραφή του.
Στο τελευταίο του βιβλίο ο Γιώργος Λαμπράκος ανεβαίνει συγγραφική κλίμακα και γίνεται απαιτητικός από τον εαυτό του. Ετούτο το βιβλίο έχει πολλά διαβάσματα πίσω του και απευθύνεται επίσης, σε απαιτητικό κοινό. Δυστυχώς όλο και πιο σπάνια, νέοι λογοτέχνες έχουν τη διάθεση να σκάψουν το είναι τους και να δουν τη κρίση μέσα από τις σπείρες της φιλοσοφικής ενατένησης. Ο Λαμπράκος, φεύγει από την μικροϊστορία των καθημερινών περιστατικών. Πεζογραφεί πλέον την κάτοψη ενός on line κόσμου.
INFO: Γιώργος Λαμπράκος
«Ψηφιακός Νάρκισσος»
εκδ: Γαβριηλίδης
σελ: 198