της Όλγας Σελλά
Η ιστορία αυτής της νουβέλας και του συγγραφέα της θα μπορούσαν από μόνα τους να γίνουν μια έξοχη ιστορία, που σήμερα ίσως να έμοιαζε με μυθοπλασία. Ο Μιχαήλ Μπουλγκάκοφ, ο συγγραφέας του έργου «Ο Μαιτρ και η Μαργαρίτα», γεννήθηκε στο Κίεβο της σημερινής Ουκρανίας το 1891 και σπούδασε Ιατρική. Η ιδιαίτερη σάτιρα των λογοτεχνικών κειμένων του, του δημιούργησαν, πολύ σύντομα, προβλήματα στη νέα σοβιετική κοινωνία. Άλλωστε, όπως έλεγε και ο ίδιος «είμαι ένα σατιρικός συγγραφέας ακριβώς σε μια εποχή που η αληθινή σάτιρα (εκείνη που εισχωρεί σε απαγορευμένες περιοχές) είναι εντελώς αδύνατη στην ΕΣΣΔ». «Η καρδιά του σκύλου», μια νουβέλα που γράφτηκε το 1924 και κυκλοφόρησε μόλις το 1987 στην τότε Σοβιετική Ένωση είναι από τα πιο δημοφιλή έργα του που πολλές φορές έχει διασκευαστεί για το θέατρο ή τον κινηματογράφο. Στα ελληνικά κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «Αντίποδες» σε μετάφραση της Ελένης Μπακοπούλου.
Ήταν ένας έξοχος τρόπος να αφηγηθεί ο Μιχαήλ Μπουλγκάκοφ τις προσπάθειες αναμόρφωσης του ανθρώπου με τρόπο μονοδιάστατο, μονόπλευρο, αδέξιο, οδυνηρό, ολοκληρωτικό. Και τα αποτελέσματα ήταν απρόβλεπτα. Είναι η ιστορία του καθηγητή Πρεομπραζένσκι (Αντώνης Μυριαγκός), που μαζί με τον βοηθό του, τον δόκτορα Μπορμεντάλ (Μιχάλης Θεοφάνους), επιχειρούν ένα παράτολμο ιατρικό πείραμα: μεταμοσχεύουν την υπόφυση και τους όρχεις ενός άστεγου νεκρού άνδρα σ’ έναν αδέσποτο σκύλο, τον Σάρικ (Άρης Σερβετάλης), με τη φιλοδοξία και την ελπίδα, και να πετύχουν την απόλυτη ιατρική ανακάλυψη και να δημιουργήσουν ένα νέο μοντέλο ανθρώπου, «έναν καινούργιο οργανισμό που πρέπει ν’ αναπτυχθεί εξαρχής». Όμως, αυτό που τελικά δημιουργούν, είναι ένα πλάσμα ανέντακτο σε συμπεριφορές που εκείνοι επιθυμούν, που διαταράσσει τη γαλήνη του σπιτιού τους και τους εκθέτει στην κοινότητα. Ένα πλάσμα που το ονομάζουν Σάρικοφ Πολυγκράφ Πολυγκράφοβιτς και σαρκάζει τόσο τους καλούς τρόπους που επιχειρούν να του μάθουν οι αστοί δημιουργοί του, όσο και τις αντιλήψεις των συντρόφων από τη διαχείριση της πολυκατοικίας.
Στην παράσταση του θεάτρου «Κιβωτός» η Έφη Μπίρμπα, που πάντα επιμελείται και τα σκηνικά των παραστάσεών της, έχει στήσει ένα σύμπαν μεγαλοαστικό και ψυχαναγκαστικά αποστειρωμένο, κάνοντας ξεκάθαρο (και σκηνικά) ότι ο ένοικος αυτού του σπιτιού είναι ένας επιστήμονας. Αυτή τη φορά φρόντισε και τα κοστούμια (μαζί με την Βασιλεία Ροζάνα), δηλώνοντας το ανάλαφρο, το αριστοκρατικό, το αιθέριο, -για τους μεγαλοαστούς-, το αυστηρό και το ομοιόμορφο χωρίς περιττά στολίδια -για τους νέους σοβιετικούς πολίτες. Σ’ εκείνον τον χώρο ο γιατρός με τον βοηθό του συλλαμβάνουν και δουλεύουν την ιδέα τους. Με παρούσα και τη χρήση του βίντεο, με τρόπο και ρεαλιστικό και πειραγμένο (που δημιουργούσε μια πολύ ιδιαίτερη αισθητική όψη) ακούμε την φωνή του σκύλου που είναι έρμαιο στα χέρια των γιατρών. Και σ’ αυτό το σημείο έρχεται η ερμηνεία του Άρη Σερβετάλη, -ανατριχιαστική, σπαρακτική, σαρκαστική, ευαίσθητη, καθηλωτική- που στην αρχή περιγράφει γεμάτος έκπληξη το χώρο που βρίσκεται και τους ανθρώπους που είναι δίπλα του –«πολύ αλλόκοτοι άνθρωποι»- και δεν ξέρει τι ακριβώς θέλουν να κάνουν πάνω στο απροστάτευτο σώμα του: «Και πάνω στο μόχθο της επιβίωσης, να έρχεται κάποιος να σε βασανίζει». Και φοβάται. «Ο τρόμος παραλύει εντελώς το νευρικό σύστημα. Κακώς νομίζει το εκάστοτε πολιτικό καθεστώς ότι ο τρόμος βοηθάει».
Το πείραμα εκ πρώτης όψεως πετυχαίνει και ο Σάρικοφ περπατάει σαν άνθρωπος και ντύνεται σαν άνθρωπος. Οι πρώτες λέξεις του απευθύνονται στον δημιουργό του: «Πατερούλη», «Μπαμπάκα»! Αλλά δεν ξέρει να φερθεί ακριβώς σαν άνθρωπος, τουλάχιστον με τον τρόπο που θα ήθελαν οι δημιουργοί του. Κι από εκείνον το σημείο όλα μπερδεύονται. Και οι επιστημονικές αναζητήσεις και οι ανθρώπινες συμπεριφορές. Γιατί καμία τρομακτική παραβίαση δεν μπορεί να διαρκέσει πολύ. Κι όχι μόνο λόγω του Σάρικοφ. Και κάπου εκεί, κι ενώ ο Σάρικοφ έχει κάνει άνω κάτω το σπίτι του γιατρού Προεμπραζένσκι, εμφανίζονται και οι εκπρόσωποι της συνέλευσης της πολυκατοικίας, που ανακοινώνουν την απόφαση για πύκνωση των διαμερισμάτων. «Είστε ένας και μένετε σε 7 δωμάτια;» ρωτούν τον γιατρό. «Και θα επιθυμούσα και όγδοο για βιβλιοθήκη» απαντά ο γιατρός. «Κανείς στη Μόσχα δεν έχει τραπεζαρία» αντιτείνουν οι εκπρόσωποι της συνέλευσης της πολυκατοικίας. «Επιθυμούν να μας περιορίσουν. Να περισώσουμε τον ζωτικό μας χώρο», λέει ο γιατρός. Δύο κόσμοι που τους χωρίζει χάος.
Το αλληγορικό χιούμορ του Μπουλγκάκοφ είναι αδυσώπητο και ευφυέστατο: ο Σάρικοφ που γίνεται αυτήκοος μάρτυρας όλων αυτών των συνομιλιών ανάμεσα στους δύο κόσμους αναρωτιέται, προσπαθεί να καταλάβει, να πάρει θέση. «Οι άνθρωποι που δεν διάβαζαν εφημερίδες έχασαν βάρος. Όσοι διάβαζαν ‘Πράβντα’ έχασαν βάρος». Και λίγο αργότερα ο Σάρικοφ καταλήγει ότι «σίγουρα είμαι εργατικό στοιχείο. Δεν είμαι αφεντικό στοιχείο».
Ένα πυκνό κείμενο, με πολλές συνδηλώσεις, πολλούς προβληματισμούς (για τα όρια της επιστήμης αφενός, για την επέμβαση και την επιβολή συμπεριφορών και τρόπου ζωής μέσω διακυβερνήσεων και ιδεολογιών αφετέρου) που ίσχυαν και το 1924 και ποτέ δεν έπαψαν να ισχύουν, η Έφη Μπίρμπα το μετέτρεψε σε μια παράσταση καλοδεμένη, χορογραφημένη ως προς την κίνηση και το ρυθμό της, ελκτική ως προς την αισθητική της. Φρόντισε, όπως πάντα, ιδιαίτερα την όψη της παράστασης και άφησε το κείμενο του Μπουλγκάκοφ να πει τα υπόλοιπα. Όμως, αρκετές φορές η όψη αποσπούσε την προσοχή από το κείμενο, αφήνοντας τελικά μια γεύση τεχνικής και επιφανειακής προσέγγισης. Η χρήση του βίντεο επιμηκύνθηκε περισσότερο απ’ όσο χρειαζόταν (ειδικά όταν αυτό βγήκε εκτός σκηνής και κατέβηκε στα υπόγεια του θεάτρου). Θαυμάσιοι οι φωτισμοί του Σάκη Μπιρμπίλη, εύστοχη η μουσική του Vangelino Currentzis. Με ερμηνευτικό πολιορκητικό κριό τον Άρη Σερβετάλη (στην καλύτερη ερμηνεία του μετά τον «Σωσία» νομίζω) συνδύασε και το διακύβευμα του έργου του Μπουλγκάκοφ και τις τεχνικές του σύγχρονου θεάτρου. Ο δεύτερος ισχυρός ρόλος, και της νουβέλας και της παράστασης, εκείνος του καθηγητή Προεμπραζένσκι, που ερμήνευσε ο Αντώνης Μυριαγκός, δεν είχε την ισχύ που προσδοκούσα. Μετέφερε το ναρκισσιστικό και το ψυχρό ύφος, αλλά δεν έγιναν σαφείς οι μεταπτώσεις και οι κραδασμοί του όταν το εγχείρημά του δεν πήγε όπως θα ήθελε. Υποθέτω ότι ακολούθησε τις σκηνοθετικές οδηγίες, μιας και ο Αντώνης Μυριαγκός δεν αυθαιρετεί στις ερμηνείες του. Ο Μιχάλης Θεοφάνους υπερτόνισε τον ρόλο του δίπλα στον καθηγητή σε κάποια σημεία, ο Σπύρος Δέτσικας μετέδωσε με χιούμορ και καλή κίνηση τον εκπρόσωπο της συνέλευσης της πολυκατοικίας. Πολύ ξεχωριστή η ερμηνεία της Αλεξάνδρας Καζάζου (απολύτως ενταγμένη στο σύμπαν της παράστασης) όσο και της Ηλέκτρας Νικολούζου. Σωστά ενταγμένη στη γυναικεία ομάδα και η Χαρά-Μάτα Γιαννάτου.
Συνολικά ήταν μία πολύ καλή στιγμής της Έφης Μπίρμπα, και μια παράσταση που εύκολα εντάσσεται στις σημαντικές αυτής της σεζόν. Και για τον συνολικό σχεδιασμό και για το τελικό αποτέλεσμα και για δύο ακόμα λόγους: για το κείμενο του Μιχαήλ Μπουλγκάκοφ και την ερμηνεία του Άρη Σερβετάλη.
ΥΓ. Χρειάζεται ξεχωριστή υπόμνηση, εκτός κειμένου κριτικής, για τις ταμπέλες που είδα παντού στο φουαγιέ του θεάτρου «Κιβωτός», όπου πληροφορούσε ρητά ότι δεν επιτρέπονται μέσα στην αίθουσα φαγητά και ποτά. Δεν είναι σε όλα τα θέατρα αυτονόητο και σαφές αυτό.
Η ταυτότητα της παράστασης
Σκηνοθεσία-Δραματουργία-Σκηνογραφία: Έφη Μπίρμπα, Μετάφραση: Ελένη Μπακοπούλου, Διασκευή: Έφη Μπίρμπα, Άρης Σερβετάλης, Μουσική σύνθεση-επιμέλεια ήχου: Vangelino Currentzis, Σχεδιασμός φωτισμού: Σάκης Μπιρμπίλης, Σχεδιασμός κοστουμιών: Έφη Μπίρμπα, Βασιλεία Ροζάνα, Επιμέλεια κίνησης: Μιχάλης Θεοφάνους, Κινηματογράφηση, video projection, VFX: Γρηγόρης Πανόπουλος, Καλλιτεχνική συνεργάτις σκηνογραφίας: Βάσια Λύρη, Καλλιτεχνικός συνεργάτης ενδυματολογίας: Αλέξανδρος Γαρνάβος, Σύμβουλος ήχου-sound design: Χρήστος Λουλούδης
Φωτογραφίες: Γιώργος Καπλανίδης
Παραγωγή: Τεχνηχώρος
Ερμηνευτές: Άρης Σερβετάλης, Αντώνης Μυριαγκός, Ηλέκτρα Νικολούζου, Μιχάλης Θεοφάνους, Χαρά-Μάτα Γιαννάτου, Αλεξάνδρα Καζάζου, Σπύρος Δέτσικας.
ΘΕΑΤΡΟ ΚΙΒΩΤΟΣ (Πειραιώς 115, Αθήνα)
Ημέρες και ώρες παραστάσεων:
Τετάρτη 8μ.μ., Πέμπτη και Παρασκευή 9μ.μ., Σάββατο 6μ.μ. και 9μ.μ., Κυριακή 8μ.μ.
Μπουλγκάκοφ , Καρδιά σκύλου, μτφρ. Ελενη Μπακοπουλου, Αντίποδες