του Βαγγέλη Χατζηβασιλείου
Θέλω να μπούμε στον Αύγουστο με μιαν αναγνωστική πρόταση που μας καλεί να επιστρέψουμε –κι όχι μόνο λόγω καλοκαιρινής ραστώνης- στις μεγάλες αφηγήσεις. Γιατί τι άλλο από μεγάλη αφήγηση είναι ο Κόμης Μοντεχρίστος, που κυκλοφορεί σε λεπτολογημένη και ολοζώντανη μετάφραση του Ωρίωνα Αρκομάνη, σε δύο ογκώδεις τόμους, από τις εκδόσεις Gutenberg, στη δικαίως πολυσυζητημένη σειρά «Orbis Literae», την οποία καθιέρωσε ο Δημήτρης Αρμάος και διευθύνει η Ζωή Μπέλλα; Η έκδοση μας δίνει την ευκαιρία να αποσπάσουμε το σπουδαίο μυθιστόρημα του Αλέξανδρου Δουμά από τις αγκάλες του εφηβικού αναγνώσματος στις οποίες βρέθηκε επί δεκαετίες, με διάφορες συντμήσεις και περικοπές, και για εμπορικούς προφανώς σκοπούς (ανάλογο έργο πρέπει να πω ότι επιτελεί η επίσης δίτομη έκδοση της «Εστίας», το 2018, σε μετάφραση Σοφίας Αυγερινού).
Ατέλειωτες περιπέτειες, εγγεγραμμένες στο σπιράλ μιας ιστορίας διψασμένης εκδίκησης, παραπομπές στον Ευριπίδη, τον Αισχύλο και τον Σαίξπηρ (εμβληματικά ονόματα για την εκδίκηση από την αρχαιότητα μέχρι και τον σαιξπηρικό 16ο αιώνα, που είναι ο αγαπημένος του Δουμά), αναφορές στον Δάντη ή τον Χριστό, με τους οποίους μπορεί άνετα να ταυτιστεί ο κεντρικός ήρωας -ο Εδμόνδος Νταντές-, οριενταλιστικές (όπως θα τις ονομάζαμε σήμερα) δεξιώσεις της Ιταλίας και της Ηπείρου του Αλή Πασά, άπειρες μεταμορφώσεις, που αντιστοιχούν σε άπειρους ρόλους και ιδιότητες του Μοντεχρίστου (μια μηχανή αδιανόητων επινοημάτων ο ίδιος), χρόνια του πιο απόλυτου εγκλεισμού, αλλά και της πιο μεγάλης δύναμης και ελευθερίας, μεταναπολεόντεια Γαλλία και Ιουλιανή Μοναρχία, καθώς μια βαθύτερη, αμετακίνητη πίστη στο ριζοσπαστικό πνεύμα της Γαλλικής Επανάστασης: αυτός είναι ο εξαιρετικά περίπλοκος κόσμος ενός μυθιστορήματος το οποίο παρά τις 2000 σελίδες του, δεν κουράζεται, δεν αργεί, αλλά και δεν ξεστρατίζει προς αλλότριες ή άσχετες κατευθύνσεις.
Ναι, ο Δουμάς το έγραφε από το 1844 μέχρι το 1846, σε σειρά δημοσιογραφικών επιφυλλίδων, και η αφήγηση κάνει πολλές φορές μεγάλους κύκλους ή στέκεται σε υπερβολικά διογκωμένες λεπτομέρειες και παρατεταμένες περιγραφές, αλλά ο συγγραφέας δεν χάνει ούτε μία φορά τον έλεγχο του απέραντου υλικού του, το οποίο μοιάζει (και είναι) συντονισμένο με σιδερένια πειθαρχία.
Πέρα, ωστόσο, από τα εξωτερικά στοιχεία του, ο Κόμης Μοντεχρίστος είναι το ανάγλυφο πορτρέτο και το ακανθώδες ψυχογράφημα ενός σημαντικού λογοτεχνικού χαρακτήρα. Χολερικός και τρυφερός, ορκισμένος εχθρός και αφοσιωμένος φίλος, αιματώδης και αφαιμαγμένος, υψηλόφρων και ταπεινός, σκοτεινός συνωμότης και γενναίος μαχητής, υποταγμένος στο άφθονο χρήμα, αλλά και πάνω από οποιαδήποτε υλική ανάγκη, διαψευσμένος ερωτικά κατά τον πιο πικρό τρόπο, αλλά και έτοιμος να ξεκινήσει τα πάντα από την αρχή, ο Εδμόνδος Νταντές θα επιφυλάξει τις χειρότερες τιμωρίες (αυτοκτονία, παράνοια και μεγαλειώδη χρεοκοπία) για τους ανθρώπους που τον έριξαν στις αλυσίδες δίχως κανέναν ενδοιασμό, προσφέροντας ταυτοχρόνως (και χαρίζοντας απλόχερα) την καλύτερη τύχη σε όσους του συμπαραστάθηκαν από την καρδιά τους. Κι όλα αυτά χωρίς σχηματικές αντιθέσεις και χοντροκομμένες συγκρούσεις, με μια πνοή και μια δύναμη έκφρασης που διασώζεται στο ακέραιο μέχρι και τις ημέρες μας.
Το δίτομο έργο συμπληρώνεται με έναν μεγάλο αριθμό σημειώσεων και σχολίων του μεταφραστή (ποτέ τίποτε το περιττό), με απόσπασμα από τον Δουμά, όπου εξηγεί πώς εμπνεύστηκε τον Κόμη Μοντεχρίστο, με μια επιστολή του Μπαλζάκ προς την αγαπημένη του, όπου εκφράζει την επιθυμία του να αγοράσει τον μεγαλοπρεπή «Πύργο του Μοντεχρίστου», τον οποίο είχε χτίσει, μετά την επιτυχία του βιβλίου, ο Δουμάς, με αναλυτικό χρονολόγιο και με εξαντλητική φιλμογραφία.