της Δήμητρας Ρουμπούλα
«Ηθικές επιστήμες». Ένας τίτλος που παραπέμπει σε δοκιμιακή μελέτη και θα μπορούσε να φέρει την υπογραφή του Αριστοτέλη, του Καντ, του Νίτσε, του Βινγκενστάιν και πολλών άλλων φιλοσόφων και στοχαστών. Κι όμως έτσι τιτλοφορείται ένα μυθιστόρημα, πίσω από την επινοημένη ιστορία του οποίου σκιαγραφείται ισάξια με μια φιλοσοφική πραγματεία η πολιτική και κοινωνική κατάσταση στη χώρα της Αργεντινής στις αρχές της δεκαετίας του 1980. Τότε που η στρατιωτική δικτατορία διένυε τους τελευταίους μήνες της και προσπαθούσε να κρατηθεί στην εξουσία, τονώνοντας με τον Πόλεμο των Φώκλαντ το εθνικό συναίσθημα των δυσαρεστημένων πολιτών.
Σε αυτό το μυθιστόρημα, το οποίο κέρδισε το 2007 το σημαντικό στον ισπανόφωνο κόσμο Βραβείο Herralde και μεταφέρθηκε στο σινεμά με τον τίτλο «Το αόρατο βλέμμα», ο συγγραφέας Μαρτίν Κόαν (1967, Μπουένος Άιρες) συνδυάζει τη μυθοπλασία με μια σκληρή ιστορική πραγματικότητα, σε μια περίοδο καταστολής και πολέμου. Κι όλα όσα συμβαίνουν στη χώρα παρουσιάζονται, χωρίς απαραίτητα να ονοματίζονται, μέσα σε ένα σχολείο. Αυτό δεν είναι άλλο από το Εθνικό Κολέγιο του Μπουένος Άιρες, στο παρελθόν Κολέγιο των Ηθικών Επιστημών. Εκεί εκπαιδεύονται οι μελλοντικοί κυβερνώντες, η ελίτ της χώρας. Αποτελεί «μια επίλεκτη επιτομή ολόκληρου του έθνους». Η παράδοσή του ταυτίζεται με την ιστορία της Αργεντινής – «Η ιστορία της πατρίδας και η ιστορία του κολεγίου είναι ένα και το αυτό». Έτσι, σύμφωνα με τους ιθύνοντες, «κάθε μαθητής αναλαμβάνει μια απαράμιλλη πατριωτική δέσμευση, ανώτερη, εννοείται, από εκείνη στην οποία μπορεί να φτάσει οποιοσδήποτε άλλος Αργεντινός».
Σε αυτό το διάσημο σχολείο κατοικούν η πειθαρχία, ο φόβος, η καταπίεση, ο συντηρητισμός, η υποκρισία. Τα πάντα διέπονται από αυστηρούς κανόνες. Όλα είναι ομοιόμορφα, όπως η εμφάνιση των μαθητών – η λαιμόκοψη στα πουλόβερ των αγοριών πρέπει να είναι βε κι όχι στρογγυλή, η απόσταση των μαλλιών τους από το κολάρο του πουκαμίσου δεν πρέπει να είναι μικρότερη από τέσσερα εκατοστά, οι κάλτσες μόνο μπλε και νάιλον. Σαν στρατιώτες και στρατιωτίνες, οι μαθητές οφείλουν να κυκλοφορούν εντός του σχολείου σε σχηματισμό και με κανονικό βήμα. Όλα επιτηρούνται από ένα άγρυπνο βλέμμα που είναι στραμμένο στην παραμικρή λεπτομέρεια ώστε να μη διαφεύγει κανένα παράπτωμα, καμία παράβαση. Κι άλλα πολλά που αρμόζουν στο επιφανέστερο σχολείο μιας στρατοκρατικής χώρας, με σημαντικότερο τη μέριμνα των υπευθύνων ώστε οι μαθητές να μην καταλάβουν τι συμβαίνει «εκεί έξω». Η εντολή του υποδιευθυντή είναι ξεκάθαρη: «Έωσότου επιτύχουν την αποκατάσταση της τάξης οι αρχές, κάτι που θα γίνει το συντομότερο δυνατόν, είναι απαραίτητο εδώ, στο κολέγιο, να λάβουμε ορισμένα μέτρα προστασίας…» Προσοχή όμως: «Αυτό που πρέπει να τους μεταδώσετε δεν είναι περιέργεια, αλλά φόβος». Υπάρχει και κάτι άλλο, όπως προειδοποιεί στέλεχος του κολεγίου: «το πνεύμα της ανατροπής που μας απειλεί».
Μέσα σε αυτό το ανατριχιαστικό περιβάλλον αναδύεται ο χαρακτήρας της Μαρίας Τερέσας, μιας εικοσάχρονης γυναίκας, άπειρης και άβγαλτης, η οποία ως επιμελήτρια μιας τάξης εκπληρώνει με υπερβάλλοντα ζήλο τα καθήκοντα της αυστηρής επιτήρησης των κανονισμών. Θαυμάζει απεριόριστα τον προϊστάμενό της, επικεφαλής των επιμελητών, δηλαδή των άγρυπνων φρουρών της τάξης, κύριο Μπιασούττο, γνωστό για τις περιβόητες «μαύρες λίστες» στο σχολείο. Παρακολουθούμε τη Μαρία Τερέσα να ασκεί τα καθήκοντά της στο σχολείο και να επιστρέφει στο σπίτι όπου ζει με τη μητέρα της. Έχει κι έναν αδελφό, επιστρατευμένο, από τον οποίο λαμβάνει καρτ ποστάλ που γράφει σχεδόν πάντα ότι «δεν καταφέρνει να ενσωματωθεί».
Τίποτα στις «Ηθικές επιστήμες» δεν είναι τυχαίο, από την επιλογή του Εθνικού Κολεγίου, ως κύριο σκηνικό του μυθιστορήματος, και της χρονικής περιόδου, που ήταν το τέλος της δικτατορίας, μέχρι την αύρα και την ένταση που αποπνέουν η καλοκουρδισμένη κανονικότητα του εκπαιδευτικού ιδρύματος και το παρόν ενός υποταγμένου λαού. Ο Μαρτίν Κόαν γνωρίζει από τα μέσα το περιβάλλον του Εθνικού Κολεγίου αφού φοίτησε σε αυτό, πριν σπουδάσει στη συνέχεια Λογοτεχνία στο Πανεπιστήμιο του Μπουένος Άιρες, όπου σήμερα διδάσκει Θεωρία της Λογοτεχνίας όπως και στο πανεπιστήμιο της Παταγονίας. Τα λογοτεχνικά έργα του, τα οποία κινούνται μέσα σε ένα έντονα κοινωνικό – ιστορικό πλαίσιο, τον έχουν αναδείξει ως έναν από τους σπουδαιότερους σύγχρονους συγγραφείς της Λατινικής Αμερικής.
Σημείο καμπής στο μυθιστόρημα, με το οποίο οι εκδόσεις «Κίχλη» συστήνουν τον Μαρτίν Κόαν στο ελληνικό κοινό είναι όταν η Μαρία Τερέσα αρχίζει να υποψιάζεται κάποιον μαθητή ότι καπνίζει. Ένα ίχνος μυρωδιάς τσιγάρου τον καθιστά ύποπτο. Το μέρος όπου μπορεί να συμβαίνει αυτή η «αμαρτία» είναι προφανώς οι τουαλέτες. Ανυπόμονη να φανεί άξια στα μάτια του κυρίου Μπιασούττο, η επιμελήτρια επιχειρεί να πιάσει τον δράστη στα πράσα. Έτσι κρύβεται καθημερινά σε μια τουαλέτα των αγοριών, γεγονός που παίρνει απίστευτες και κωμικές διαστάσεις, αλλά αναδεικνύει το αριστοτεχνικό πλάσιμο ενός χαρακτήρα εκ μέρους του συγγραφέα.
Στο μισό, αν όχι στο μεγαλύτερο, μέρος τους οι «Ηθικές επιστήμες» εκτυλίσσονται με κλειστοφοβικό τρόπο μέσα στον «ιερό» χώρο της τουαλέτας, με μια αφελή, ντροπαλή, συντηρητική και άπειρη νεαρή γυναίκα κλειδωμένη μέσα, κατασκοπεύοντας τους μαθητές στην ούρηση, στην αφόδευση και μερικές φορές στον αυνανισμό. Περνά μέρες και βδομάδες καραδοκώντας. Ωστόσο, τα αποτελέσματα της έρευνάς της δεν θα είναι τα αναμενόμενα. Αυτό όμως που θα ανακαλύψει η Μαρία Τερέσα στις τουαλέτες είναι το πρόσωπο της δικής της διαστρέβλωσης και εκείνο των άλλων. Όταν ο Μπιασούττο την εντοπίζει εκεί, επικροτεί την επιλογή της και την παροτρύνει να συνεχίσει, μέχρι η τουαλέτα που είχε κατοικήσει σχεδόν πιο άνετα από το σπίτι της γίνεται ο χώρος ανακάλυψης του εαυτού της και της κακοποίησής της από το χέρι της εξουσίας.
Από ελάχιστες λεπτομέρειες και κυρίως στο τέλος καταλαβαίνουμε τη χρονική στιγμή που τοποθετείται η ιστορία του μυθιστορήματος. «Τη Δευτέρα 14 Ιουνίου 1982 πέφτει το Πουέρτο Αρχεντίνο» (πρωτεύουσα των Νήσων Φώκλαντ – Μαλβίνων για τους Αργεντινούς), έτσι αρχίζει το τελευταίο μικρό κεφάλαιο. Εκείνη την ημερομηνία η Αργεντινή υπογράφει τη συνθηκολόγηση με τους Βρετανούς, μετά από εβδομήντα τέσσερις μέρες πολέμου. Η ήττα διογκώνει τη λαϊκή δυσαρέσκεια και προκαλεί την κατάρρευση της αποκρουστικής δικτατορίας του Γκαλτιέρι, οδηγώντας τη χώρα ένα χρόνο μετά σε ελεύθερες εκλογές. Το προσωπικό του Εθνικού Κολεγίου αλλάζει και ο Φρανσίσκο, ο μικρός αδελφός της ηρωίδας, επιστρέφει από τον πόλεμο.
Διαβάζοντας τις «Ηθικές επιστήμες», μας εντυπωσιάζει η καθηλωτική γραφή του συγγραφέα, η ψυχρή και αποστασιοποιημένη συναισθηματικά τριτοπρόσωπη αφήγηση η οποία συμπυκνώνει στη ζωή ενός σχολείου όλα όσα η δικτατορία έχει επιβάλει στην κοινωνία, τον συντηρητισμό, τη βία, την υποταγή, τη σαδιστική ηθική, τον φόβο, την τιμωρία. Ο Κόαν καθρεπτίζει μέσα από την ατμόσφαιρα και τη λειτουργία του Εθνικού Κολεγίου ολόκληρη την εξουσία. Λαμβάνοντας υπόψη ότι το μεγαλύτερο μέρος της ιστορίας διαδραματίζεται μέσα σε μια τουαλέτα, ότι ο χαρακτήρας της Μαρίας Τερέσας δεν είναι ο πιο ελκυστικός, ότι το Κολέγιο λειτουργεί ως ένα είδος φυσαλίδας, απομονωμένο από τον έξω κόσμο, δεν είναι μικρό πράγμα που ο συγγραφέας κατορθώνει να εμποτίσει τις σελίδες του με τον φασισμό που πλακώνει τη χώρα. Με άλλα λόγια το μυθιστόρημα αποτελεί και μια αδιάψευστη μαρτυρία.
Στα ατού της προσεγμένης ελληνικής έκδοσης η μετάφραση και οι κατατοπιστικές σημειώσεις της Έφης Γιαννοπούλου.
Μαρτίν Κόαν,Ηθικές επιστήμες, μτφρ. Έφη Γιαννοπούλου, εκδ. «Κίχλη»
Βρες το εδώ