Κατερίνα Γούλα( ανταπόκριση – Γαλλία).
Το επαγγελματικό περιοδικό Livres Hebdo δημοσίευσε πριν λίγες μέρες ορισμένα στατιστικά στοιχεία, αποτελέσματα ενός κοινωνικού απολογισμού της παρούσας επαγγελματικής κατάστασης των εργαζομένων στο χώρο των εκδόσεων. Η μελέτη αυτή είναι η μόνη που αναφέρεται στο προσωπικό, στην κατάρτισή του και στις οικονομικές απολαβές του στον εκδοτικό χώρο. Τα βασικά χαρακτηριστικά λοιπόν σύμφωνα με την έρευνα αυτή είναι δύο: η αργή πορεία των εξελίξεων και η επιμονή ορισμένων ανισοτήτων. Ενώ οι γυναίκες αντιπροσωπεύουν περίπου το 74% των εργαζομένων στο χώρο των εκδόσεων, οι μισθοί τους παρουσιάζονται κατά 24% περίπου χαμηλότεροι από τους μισθούς των ανδρών συναδέλφων τους. Ενώ στη φάση της πρόσληψης άνδρες και γυναίκες ξεκινούν με τον ίδιο μισθό παρατηρείται μια εξελικτική ανισότητα. Οι μισθολογικές βαθμίδες κυμαίνονται από 34.000 κατά μέσο όρο για τους πιο τεχνικούς υπαλλήλους μέχρι και 54.000 για αυτούς που κατέχουν τα διευθυντικά πόστα και ασχολούνται με πιο «διανοητικά» καθήκοντα.
Στον εκδοτικό χώρο το εργατικό δυναμικό κατανέμεται ως εξής: 64% είναι στελέχη, 19,7% υπάλληλοι και 16,3% τεχνικοί. Κι ενώ η διεύθυνση παραγωγής είναι κατά 65% αντρική δουλειά, ορισμένες λειτουργίες χαρακτηρίζονται ως παραδοσιακά γυναικείες, σε βαθμό που τα ονόματα των θέσεων τα συναντάμε σχεδόν αποκλειστικά σε γένος θηλυκό: υπεύθυνη επικοινωνίας, υπεύθυνη τύπου, υπεύθυνη εμπορικών σχέσεων, γραμματέας εκδόσεων, υπεύθυνη μάρκετινγκ, υπεύθυνη δικαιωμάτων. Η διαπιστωμένη ανισότητα των μισθών ίσως όμως να αντανακλά και μια ανισότητα πρόσβασης σε πιο υψηλόβαθμα πόστα εφόσον οι γυναίκες αποτελούν το 80% των υπαλλήλων αλλά μόνο το 70% των στελεχών. Από την άλλη πλευρά, παρατηρείται ότι οι μισθοί των γυναικών είναι ανώτεροι σε ορισμένες θέσεις των οποίων τα καθήκοντα αξιολογούνται ως πιο καλλιτεχνικά ή δημιουργικά.
Είναι δύσκολο να πούμε με σιγουριά κατά πόσο η μισθολογική αυτή ανισότητα αντανακλά μια πραγματικότητα γιατί πρέπει να υπολογίσουμε και παράγοντες όπως τα χρόνια υπηρεσίας –δεδομένου ότι η μαζική είσοδος των γυναικών στο χώρο των εκδόσεων όπως και στα περισσότερα επαγγέλματα ήρθε πολύ αργότερα από αυτή των ανδρών – καθώς και το γεγονός ότι δεν εργάζονται όλοι οι συμμετέχοντες της έρευνας στον ίδιο εκδοτικό οίκο, με αποτέλεσμα εργαζόμενοι σε μια μικρή δομή με αναγκαστικά μικρότερες απολαβές να συγκρίνονται με εργαζομένους μεγαλύτερων δομών που αμείβονται διαφορετικά. Αυτά είναι τα μειονεκτήματα των στατιστικών αποτελεσμάτων τα οποία πρέπει να μας χρησιμεύουν μόνο ως ενδείξεις κι όχι να περιμένουμε από αυτά μια πιστή αποτύπωση της πραγματικότητας. Πρέπει άλλωστε να λάβουμε υπ’ όψιν ότι τα στοιχεία αυτά προέρχονται από μεγάλους εκδοτικούς οίκους που απασχολούν σημαντικό αριθμό εργαζομένων. Αυτή η λεγόμενη “grande edition” δεν είναι ούτε η πιο ενδιαφέρουσα ούτε σίγουρα η πιο δίκαιη κι αν πρόκειται να γίνει κάποια εξομάλυνση ανισοτήτων αποκλείεται να τη δούμε να έρχεται από τόσο μεγάλης κλίμακας επιχειρήσεις…