Η διασημότερη χήρα όλων των εποχών

0
793

Της Έλενας Χουζούρη.

 

Η διασημότερη «Εύθυμη χήρα» όλων των εποχών ανεβαίνει σε νέα παραγωγή στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, στις 18 Δεκεμβρίου. Όταν ο Φραντς Λέχαρ [1870-1948] αποφάσιζε να στραφεί προς την ήδη δημοφιλή , μετά τις επιτυχίες του γεννήτορά της Ζακ Όφενμπαχ και βέβαια του νεότερου Στράους,  οπερέτα και να εγκαταλείψει τις μέτριες έως τότε επιδόσεις του,  σίγουρα δεν φανταζόταν ότι με ένα έργο του θα περνούσε στην αιωνιότητα. Αναμφισβήτητα η «Εύθυμη Χήρα» του είναι η διασημότερη και δημοφιλέστερη χήρα όλων των εποχών! Ο αυστροούγγρος συνθέτης θα την γράψει στις αρχές του 20ου αιώνα, μια εποχή που εγκυμονεί ποικίλες αλλαγές σε όλα τα επίπεδα, μέσα σ’ ένα παροξυσμό ιδεών, νεωτερικών καλλιτεχνικών ρευμάτων, τεχνολογικών ανακαλύψεων, και εμφανώς πλέον κοινωνικών και πολιτικών κραδασμών. Φαινομενικά βέβαια το αρκούντως ανεκτικό πλαίσιο της πολύγλωσσης και πολυεθνικής  αυτοκρατορίας των Αψβούργων εμφανίζεται ακόμα στέρεο και ευνοϊκό για τις τέχνες, τα γράμματα, τις επιστήμες. Η Βιέννη εξακολουθεί να είναι ένα από τα ισχυρότερα οικονομικά και πολιτιστικά κέντρα αν και απειλείται άμεσα από το Λονδίνο και τη Νέα Υόρκη. Σε επίπεδο εξουσίας ο, επί πολλές δεκαετίες, αυτοκράτορας Φραγκίσκος Ιωσήφ πιέζεται πανταχόθεν να παραχωρήσει δικαιώματα, να προχωρήσει σε μεταρρυθμίσεις και να περιορίσει την, σε όλες τις κρατικές βαθμίδες, διαφθορά. Τα ανησυχητικά μηνύματα που έρχονται από τη Ρωσία και την εκεί κοινωνική αναστάτωση που οδηγεί στην Επανάσταση του 1905 βάζουν σε δυσάρεστες σκέψεις τον γηραιό αυτοκράτορα. Ωστόσο οι Βιεννέζοι εξακολουθούν να χορεύουν με πάθος  τα υπέροχα βαλς του νεότερου Στράους, να συχνάζουν  όσο γίνεται συχνότερα στο Café Central όπως και οι μελλοντικοί ηγέτες της Ρωσικής Επανάστασης του 1917, Τρότσκι και Λένιν, ή στο Café Hawelka το οποίο προτιμά ο Λέχαρ και ο Τσβάιχ ή αν θέλουν  να συναντήσουν  πρίγκιπες και βασιλιάδες στο Café Zacher.  Ακόμη, ανάμεσα στις βαριές και πολύωρες όπερες του καινοτόμου Βάγκνερ βρίσκουν  το χρόνο να διασκεδάσουν και να ελαφρύνουν τις διαθέσεις τους,  παρακολουθώντας το  σχετικά νέο μουσικοθεατρικό είδος, την οπερέτα, είδος όπερας σε μικρότερη, απλούστερη και ελαφρά απόδοση με περισσότερο κωμικό στοιχείο και μεγαλύτερη σε έκταση πρόζα, όπως είναι ο ορισμός της. Έτσι, όταν η «Εύθυμη Χήρα» ανεβαίνει για πρώτη φορά στο «Θέατρο της Βιέννης», ακριβώς πριν 110 χρόνια, στις 30 Δεκεμβρίου του 1905,  κυριολεκτικά αποθεώνεται. Το  λιμπρέτο έχουν γράψει ο Βίκτωρ Λεόν και ο Λεό Στάιν βασισμένοι στην γαλλική κωμωδία του 1861, «L’ attaché d’ ambassade” του Henri Meilac. Ο τελευταίος δεν ήταν άγνωστος στο αυστριακό κοινό, διότι είχε ήδη συνεργαστεί  αρκετές φορές με τον Ζακ Όφενμπαχ γράφοντας τα λιμπρέτα των έργων του. Ο Λεόν και ο Στάιν προσάρμοσαν την παλιά κωμωδία, που στην εποχή της δεν γνώρισε επιτυχία, στα σύγχρονά τους δεδομένα, με επίκεντρο την διαφθορά της εξουσίας η οποία οδηγεί στην χρεωκοπία. Έτσι η νεαρή  χήρα Ηanna Glawari, η οποία μόλις έχει κληρονομήσει μια μεγάλη περιουσία από τον αποθανόντα σύζυγό της σ’ ένα χορό που δίνεται προς τιμήν του Δούκα του Ποντεβέρντιου, πολιορκείται από τον Πρέσβη Βαρώνο Ζέτα ο οποίος προσπαθεί να την πείσει να παντρευτεί έναν ευγενή Ποντεβερντιανό ώστε η περιουσία της να παραμείνει στη χώρα που απειλείται άμεσα με χρεωκοπία. Όπως ήταν αναμενόμενο η επιτυχία της οπερέτας ήταν τεράστια. Η σοπράνο Mizzi Gunter που υποδυόταν την εύθυμη χήρα και ο βαρύτονος Luis Treumann που έπαιζε τον δολοπλόκο Βαρώνο αποθεώθηκαν. Το φθινόπωρο του 1906 η «Εύθυμη χήρα» έφτασε τις 300 παραστάσεις. Στην πορεία όμως άρχισαν τα….διπλωματικά προβλήματα.
Επειδή το Ποντεβέρντο μάλλον υπονοούσε το Βασίλειο του Μοντενέγκρο προς αποφυγή παρεξηγήσεων στην παράσταση του Λονδίνου, το 1907, ο χώρος μετατοπίστηκε από τα Βαλκάνια ανατολικότερα και έγινε Μαρσοβία, ενώ τα ονόματα των πρωταγωνιστών σλαβοποιήθηκαν! Η εύθυμη χήρα μετονομάστηκε σε Σόνια, ο βαρώνος σε Ποπόφ και ούτω καθεξής. Έτσι θα περάσουν και στις παραστάσεις που θα δοθούν στη Νέα Υόρκη και στο Παρίσι το 1909 και στις Βρυξέλλες το 1910, πάντα όμως με την ίδια επιτυχία. Ωστόσο δεν ήταν μόνον οι διπλωματικές προσαρμογές αλλά και τα «πειράγματα» τόσο στο μουσικό μέρος όσο και στην πλοκή του έργου. Λόγου χάριν, οι Άγγλοι και οι Γάλλοι μεταφραστές πρόσθεσαν καινούργια τραγούδια και πείραξαν σημεία της πλοκής προσθέτοντας ή αφαιρώντας επεισόδια, ο ίδιος ο Λέχαρ πρόσθεσε στο έργο του μια ουβερτούρα για την Φιλαρμονική Ορχήστρα του Λονδίνου.

Δεν συζητάμε πόσες ηχογραφήσεις της «Εύθυμης χήρας» έγιναν τον 20ο αιώνα αλλά και πόσες κινηματογραφικές, θεατρικές ακόμα και τηλεοπτικές αποδόσεις. Να ξεκινήσουμε από τον βωβό κινηματογράφο του 1924 με την Mae Murray στον κεντρικό ρόλο, να συνεχίσουμε με τους  Zeanette Macdonald και Maurice Chevalier στον ομιλούντα πια κινηματογράφο του 1934 να πάμε στην Lana Turner το 1952, να πεταχτούμε στα μπαλέτα του Maurice Bezart το 1963, στην Margot Fonteyn το 1975 έως την πρόσφατη παράσταση στην Metropolitan Opera της Νέας Υόρκης με τους Renee Fleming και Neithan Gunn.

Στα καθ’ ημάς,   η παράσταση της δημοφιλούς οπερέτας του Λέχαρ που ανεβαίνει στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών σε συνεργασία με την Εθνική Λυρική Σκηνή και την Κρατική Ορχήστρα Αθηνών,   είναι μια καινούργια παραγωγή και σκηνοθετεί ο, έμπειρος σε σκηνοθεσίες μελοδραμάτων και μελοδραματίων, Βασίλης Νικολαΐδης.  Ο σκηνοθέτης δεν μένει μόνον στην ανάλαφρη, διασκεδαστική πλευρά της οπερέτας του Λέχαρ αλλά φωτίζει και εκείνα τα σημεία που την κάνουν απολύτως σύγχρονη. Μην αλλάζοντας την αρχική εκδοχή του Λέχαρ τοποθετεί την οπερέτα στο απειλούμενο από χρεωκοπία Ποντεβέρντο και μέσα από τα χαριτωμένα βαλς και τους χλιδάτους χορούς αναδεικνύει την παρακμή και την διαφθορά που υποκρύπτονται. Η χήρα του αποκτά «δόντια» όπως έχει δηλώσει ο ίδιος  χωρίς ωστόσο να αλλοιώνεται ο βασικός χαρακτήρας της διάσημης οπερέτας. Έτσι λοιπόν στη σκηνή της Αίθουσας Λαμπράκη του ΜΜΑ θα αναδιπλωθούν έρωτες, ίντριγκες, κρυφά πάθη, ραδιουργίες αλλά παρόλα αυτά το τέλος θα είναι αίσιο όπως επιτάσσει η κλασική συνταγή της οπερέτας. Εννοείται πως η μουσική, τα τραγούδια  και τα βαλς θα είναι άφθονα. Στη νέα παραγωγή της «Εύθυμης Χήρας» τα σκηνικά και τα κοστούμια υπογράφει ο Γιάννης Μεντζικώφ, στον ρόλο της πλούσιας χήρας εναλλάσσονται η Ειρήνη Καραγιάννη και η Άρτεμις Μπόγρη, κόμης Ντανίλο είναι εναλλάξ οι Χάρης Ανδριανός και Χρήστος Κεχρής. Την Κρατική Ορχήστρα διευθύνει ο Μίλτος Λογιάδης, την χορωδία Fons Musicalis o Kωστής Κωνσταντάρας ενώ  συμμετέχουν πολλοί μονωδοί της Εθνικής Λυρικής Σκηνής καθώς και  μέλη της Όπερα Στούντιο της ΕΛΣ.

 

Οι παραστάσεις θα δοθούν στις 18,19, 20, 22, 23,26, 27 και 28 Δεκεμβρίου.

 

 

Προηγούμενο άρθροΣυνάντηση πραγματικότητας και μυθοπλασίας
Επόμενο άρθροΟ ιστός του έρωτα και του θανάτου

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ