Η αξεπέραστη γοητεία του κλασικού: Η Χώρα των Τεράτων του Maurice Sendak ( της Αγγελικής  Γιαννικοπούλου)

0
981

 

 

της Αγγελικής  Γιαννικοπούλου

 

Χρειάστηκαν σχεδόν 60 χρόνια για να μεταφραστεί και στα ελληνικά ένα από τα πιο βραβευμένα και πολυσυζητημένα εικονογραφημένα βιβλία σε όλον τον κόσμο, το Where the Wild Things Αre του Αμερικανού δημιουργού Maurice Sendak. Ένα χρόνο μετά την έκδοσή του, το 1964, το βιβλίο απέσπασε το βραβείο Caldecott Medal, και από τότε έχει διαβαστεί, μεταφραστεί και πολλές φορές διασκευαστεί, ακόμη και σε όπερα (1980) ή στην ομώνυμη ταινία του Spike Jonze (2009). Η Χώρα των Τεράτων, το εμβληματικό βιβλίο που διεθνώς συζητήθηκε και αναλύθηκε ίσως περισσότερο από οποιοδήποτε άλλο εικονοβιβλίο, κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις εκδόσεις Παπαδόπουλος σε μετάφραση/ απόδοση Γιάννη Παλαβού.

Το βιβλίο διηγείται την ιστορία του μικρού Μαξ που, όταν φόρεσε τη στολή του λύκου άρχισε να κάνει τη μια σκανταλιά μετά την άλλη. Γι’ αυτό και η μητέρα του τον αποκάλεσε «Τέρας» και τον έστειλε για ύπνο χωρίς φαγητό. Εκείνο το βράδυ ο Μαξ ταξίδευσε μέχρι την άκρη του κόσμου και του χρόνου, στη Χώρα των άγριων Τεράτων, και κατάφερε να τα υποτάξει και να γίνει βασιλιάς τους. Και αμέσως άρχισε ένας τρελός χορός που κράτησε μερόνυχτα. Ώσπου ο Μαξ βαρέθηκε να είναι ο βασιλιάς των τεράτων και νοστάλγησε κάποιον να τον αγαπά. Και τότε ξεκίνησε το ταξίδι της επιστροφής. Κι έφτασε στο σπίτι του, στο ίδιο το δωμάτιό του και στην ίδια νύχτα. Και βρήκε το φαγητό να τον περιμένει. Και ήταν ακόμη ζεστό…

Η Χώρα των Τεράτων ως εικονοβιβλίο στηρίζεται εξίσου σε λέξεις και εικόνες, που αλληλοσυμπληρώνονται σε βάση ουσιαστικής ισοτιμίας, αφού η ιστορία κατασκευάζεται με τη συνεργασία όσων λέγονται και εκείνων που δείχνονται. Όμως, ακόμη και το πιο επιπόλαιο φυλλομέτρημα του βιβλίου αποκαλύπτει ότι οι δύο συνιστώσες του εικονογραφημένου, στη Χώρα των Τεράτων βρίσκονται μεταξύ τους σε μια σχέση ‘εμπόλεμη’ μετατρέποντας τα ανοίγματα/ σαλόνια του βιβλίου σε πεδίο διεκδίκησης και επιβολής. Έτσι, ενώ το βιβλίο ξεκινά δίνοντας περίπου ίσο χώρο σε λεκτικό και οπτικό κείμενο, από σελίδα σε σελίδα, η εικόνα μοιάζει να απωθεί τις λέξεις και να καταλαμβάνει όλο και περισσότερο χώρο, με αποκορύφωμα τα τρία κεντρικά ‘σιωπηλά’ δισέλιδα στη χώρα των Τεράτων, όπου οι εικόνες καταφέρνουν να αποκτήσουν την απόλυτη κυριαρχία εξοβελίζοντας ολοσχερώς το λεκτικό κείμενο. Από εκεί και μετά, σιγά σιγά και καθώς ο Μαξ βιώνει τα πρώτα σημάδια νοσταλγίας, αρχίζει η ακριβώς αντίθετη πορεία, με τις λέξεις να κερδίζουν το χαμένο έδαφος μειώνοντας σταδιακά το ζωτικό χώρο των εικόνων και φτάνοντας, με μια κίνηση συμμετρικά αντίστροφη, στην εντελώς τελευταία σελίδα, όπου απουσιάζει παντελώς η εικονογράφηση.

Αυτή η αντίθεση που σε επίπεδο φόρμας αισθητοποιείται με τη μάχη ανάμεσα σε λέξεις και εικόνες για το ποια από τις δύο θα κυριαρχήσει στο ζωτικό χώρο της σελίδας, σε επίπεδο περιεχομένου αντανακλάται στα αντιθετικά δίπολα που κατασκευάζουν σωρευτικά οι περιπέτειες του Μαξ. Γιατί το ταξίδι στη Χώρα των Τεράτων δομείται γύρω από την κεντρική διάσταση μεταξύ των ενηλίκων που θέτουν κανόνες και επιβάλλουν τιμωρίες και των οργισμένων παιδιών που υποχρεώνονται να υπακούσουν. Και παράλληλα, μια σειρά άλλων αντιθέσεων αναδεικνύουν συγκρουσιακές σχέσεις ανάμεσα στον άνθρωπο και το ζώο, την πραγματικότητα και τη φαντασία, τη λογική και τα ένστικτα, την αγάπη και την καταστροφή, την έννοια του εαυτού και του άλλου, επαναλαμβάνοντας και σε επίπεδο περιεχομένου τους δυϊσμούς που ανέδειξαν οπτικά οι χωρικές αντι-διεκδικήσεις λέξεων και εικόνων. Γιατί, όπως λέξεις και εικόνες παλεύουν να κυριαρχήσουν στη σελίδα, η μια σε βάρος της άλλης, έτσι και η γονεϊκή εξουσία προσπαθεί να επιβληθεί σε ένα ματαιωμένο παιδί, ο άνθρωπος στα ζώα, η λογική στα ένστικτα, η πραγματικότητα στη φαντασία, το Εγώ πάνω στους Άλλους.

Μα, όπως ακριβώς η αντίθεση ανάμεσα στις εικόνες και τις λέξεις είναι επιφανειακή, αφού στην πραγματικότητα οι δύο τροπικότητες συνεργάζονται αρμονικά προκειμένου να δομήσουν μια ιστορία, παρομοίως και οι άλλες αντιθέσεις είναι φαινομενικές, αφού στο βάθος των οικογενειακών σχέσεων κυριαρχεί η αμοιβαία αγάπη που γεφυρώνει τα χάσματα και καταλύει τις συγκρούσεις. Και επιπλέον, Εγώ και οι Άλλοι, ή οι άνθρωποι και τα άγρια πλάσματα, όσο και αν παρουσιάζονται εκ πρώτης όψεως ως έννοιες ασύμβατες, στην πραγματικότητα δεν είναι μεταξύ τους τόσο ξένες, αφού η Χώρα των Τεράτων μοιάζει να βρίσκεται πολύ πλησιέστερα, ίσως και να την κουβαλάμε μέσα μας.

 

Maurice Sendak, Η Χώρα των Τεράτων, μτφρ. Γιάννης Παλαβός, Παπαδόπουλος                                                                                                                                                                             

 

Προηγούμενο άρθροΑιρετικές θεωρήσεις της επανάστασης σε ποιητικά κείμενα της Μεταπολίτευσης (της Μαρίας Διαμαντοπούλου)
Επόμενο άρθρο10 χρόνια “Α”: Ένα παρθένο δάσος τσακισμένων φύλλων (του Δημήτρη Αρβανιτάκη)

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ