του Φίλιππου Φιλίππου
Ο Κώστας Καλφόπουλος (Πειραιάς, 1956), έχει γράψει εξαιρετικά νουάρ βιβλία και γνωρίζει άριστα την αστυνομική λογοτεχνία, ελληνική και παγκόσμια. Στο αυτοβιογραφικό βιβλίο Μικρό εγκώμιο του Αστυνομικού, ένα είδος λεξικού από το Α ως το Ω, παραθέτει τις σκέψεις του γύρω από τα αστυνομική αναγνώσματα, αλλά όχι μόνο γι’ αυτά. Στον Πρόλογό του, μιλώντας για τον ίδιο, σημειώνει πως από παιδί θυμόταν μία φράση στις οικογενειακές επισκέψεις στο σπίτι της θείας του: «Κρύψε τα περιοδικά να μην τα βρει το παιδί!» Επρόκειτο για τα ομοειδή αστυνομικά περιοδικά Μυστήριον και Μάσκα με τα οποία μεγάλωσαν γενιές νέων τις δεκαετίες του 1959 και του 1960.
Ο ήρωας του βιβλίου, ορμώμενος από την παιδική και εφηβική περιέργεια, ξεφύλλιζε όλα τα λαϊκά ή οικογενειακά ή ποικίλης ύλης περιοδικά (και τις εφημερίδες), που έβρισκε στο σπίτι και διάβαζε τα φωτορομάντσα, τα μυθιστορήματα σε συνέχεις και τα αστυνομικά διηγήματα. Αργότερα άρχισε ν’ αγοράζει αστυνομικά βιβλία τσέπης με πρώτο το ΒΙΠΕΡ (Βιβλία Περιπτέρου), εκείνο του Τζέιμς Τσέιζ Φέρετρο από το Χονγκ Κονγκ.
Τότε το όνομα Γιάννης Μαρής δεν του έλεγε τίποτα, ούτε βέβαια ο ήρωάς του, ο αστυνόμος Μπέκας, αλλά ήξερε τα βιβλία του Ζορζ Σιμενόν και της Άγκαθα Κρίστι. Όσο για τον κινηματογράφο, κι αφού πολλές ταινίες της εποχής, αστυνομικές και άλλες ήταν ακατάλληλες για ανηλίκους, την μύησή του στα αστυνομικά ανέλαβε η τηλεόραση. Αργότερα, κι ενώ βρισκόταν στη Γερμανία για σπουδές, άρχισε να εξοικειώνεται με το είδος: βιβλία , κινηματογράφος, τηλεόραση. Η ταινία στο είδος που τον σημάδεψε ήταν ο Τρίτος άνθρωπος, από τα καλύτερα νουάρ του παγκόσμιου κινηματογράφου, μια ιστορία γραμμένη από τον μετρ Γκράχαμ Γκριν, ο οποίος δεν τιμήθηκε με το Νομπέλ λογοτεχνίας, ακριβώς επειδή έγραφε και αστυνομικά μυθιστορήματα.
Σύμφωνα με τον συγγραφέα του παρόντος, το ενδιαφέρον και η αγάπη του για την αστυνομική λογοτεχνία, κάτι που ενστερνίζονται εκατομμύρια άνθρωποι ανά τον κόσμο, τον οδήγησε σε αυτό το βιβλίο με τις «αναπόδραστες» αναδρομές στη μνήμη και το παρελθόν, καθώς και τις αναγκαίες αναφορές σε βιβλία και ταινίες. Πρόθεσή του είναι να συγκεντρώσει κάποια «ιχνοστοιχεία» του είδους, να εντοπίσει σημεία αναφοράς, είδη, υποείδη, έργα και τάσεις, συγγραφείς και σκηνοθέτες.
Στο Α του βιβλίου ξεχωρίζει η λέξη «αστυνομία», η λέξη «αίμα», ο όρος «αστυνομική λογοτεχνία» κι ο «αστυνόμος Μπέκας» και το τι εκπροσωπεί. Στο Β γίνεται λόγος για τη βία που διατρέχει την αστυνομική λογοτεχνία, τη φράση του Μαρξ ή του Έγκελς «η βία είναι η μαμή Ιστορίας». Στο Γ υπάρχουν αναφορές στην αστυνομική γραφή που την διαφοροποιεί από την άλλη, την κλασική, και το πόσο λογοτεχνικό είναι το είδος. Ποιο είναι το διακριτό στοιχείο, η ειδοποιός διαφορά, που ξεχωρίζει την αστυνομική αφήγηση από τη λογοτεχνική γραφή;
Για να δείξει πως ορισμένες φορές τα όρια ανάμεσά τους είναι ασαφή, μνημονεύει σημαντικούς συγγραφείς που δεν ανήκουν στην κατηγορία των αστυνομικών, οι οποίοι έχουν γράψει για εγκλήματα και πειραματίστηκαν με το είδος: Ουίλιαμ Φόκνερ, Φρίντριχ Ντίρενματ, Νόρμαν Μέιλερ, Ντέμπλιν, Χόρχε Λουίς Μπόρχες, αλλά και τους δικούς μας Βασίλη Βασιλικό (του Ζ, της Δολοκτονίας, του Θάνατου του Αμερικάνου κλπ) και τον Αντώνη Σαμαράκη (του Λάθους).
Στο Ε διαβάζουμε για την αστυνομική λογοτεχνία που κάποτε θεωρείτο ευτελής ή ρυπαρή ή παραλογοτεχνία, διχάζοντας τους οργανικούς διανοούμενος. Αντόνιο Γκράμσι εναντίον Μαξίμ Γκόρκι, Βάλτερ Μπένζαμιν εναντίον Τέοντορ Αντόρνο, κ.ο.κ. Στο ίδιο γράμμα βρίσκουμε τις επικίνδυνες γυναίκες των βιβλίων, και κυρίως των ταινιών (στο τέλος του βιβλίου, στο γράμμα F, γίνεται λόγος για τις μοιραίες γυναίκες, τις femme fatal. Δεν έχει σημασία αν αυτές οι ηρωίδες είναι με την πλευρά του νόμου ή με το Κακό. «Είναι αρχέτυπα σύγχρονων Αμαζόνων» που βγαίνουν από την ανδρική φαντασίωσης, ενώ ταυτόχρονα αποτελούν και συμβολή στην κουλτούρα του φεμινισμού.
Κλείνοντας τούτο το μικρό εγκώμιο του αστυνομικού αναγνώσματος, κι αφού υπογραμμίσουμε την επισήμανση του Κώστα Καλφόπουλου για το ότι καμία Ιστορία τη νεοελληνικής λογοτεχνίας δεν αναφέρει τον Γιάννη Μαρή, όχι από πρόθεση αποσιώπησης, αλλά γιατί ξεφεύγει από τα ραντάρ της φιλολογικής κριτικής της εποχής του, θα σημειώσουμε τις απόψεις του για το νέο είδος αστυνομικού, το σκανδιναβικό ή Nordic noir. Εκτιμά ότι αυτό στηρίζεται σε μια παγκόσμια φόρμουλα οικολογικής φιλοσοφίας και η επιτυχία του στηρίζεται στην παγκοσμιοποίηση. Παραδέχεται πως το είδος έχει αποκτήσει φανατικούς φίλους και ορκισμένους εχθρούς, αλλά αποφεύγει να πει ότι παντού, στις αγγλοσαξονικές χώρες, αλλά και στην Ελλάδα, πολλοί συγγραφείς αντιγράφουν τους σκανδιναβούς. Δεν το εκθειάζει, βεβαίως, ούτε το αποδοκιμάζει, περιορίζεται στο να δηλώσει πως υπάρχει και «καλό Νordic Noir».
Κώστας Θ. Καλφόπουλος, Μικρό εγκώμιο του Αστυνομικού, Εκδόσεις Νεφέλη, 2021
Βρες το εδώ