H queer μέρα που αγάπησα τον Ocean Vuong (της Κωνσταντίνας Κορρυβάντη)

1
4940

της Κωνσταντίνας Κορρυβάντη

 

«Είναι μοιρολατρία να είσαι απλώς και μόνο ένας άντρας ή μια γυναίκα: κανείς πρέπει να είναι είτε γυναίκα με αντρικό τρόπο είτε άντρας με γυναικείο» γράφει η Βιρτζίνια Γουλφ στο «Ορλάντο» το 1928, όπου το κεντρικό πρόσωπο αφηγείται την ιστορία του με άλλη κάθε φορά ιδιότητα και φύλο.

Αυτή η διαπίστωση της Γουλφ, περί ρευστότητας των φύλων, θα μπορούσε να εμπλουτιστεί. Με την προσθήκη μίας παραδοχής. Μπορείς να είσαι, να  υπάρχεις και εκτός του ιεραρχικού δίπολου αρσενικό/θηλυκό. Κι αυτό θα ήταν ίσως η  πιο γρήγορη, μέσα από τα σπλάχνα της λογοτεχνίας απάντηση, στο τί είναι queer.

Ως κίνημα χειραφέτησης που αρνείται, τορπιλίζει κι αποδομεί την αναπαραγωγή των ετεροκανονικών δομών της εξουσίας, το queer είναι αντικαπιταλιστικό, αντιπατριαρχικό κι έχει ριζοσπαστικό χαρακτήρα.

Για τον τριαντάρη πολυβραβευμένο αμερικανο-βιετναμέζο ποιητή Ocean Vuong, που απασχολεί αυτό το HerStory,  το queerness  είτε ως κινηματικό στοιχείο και πολιτισμική έκφραση, είτε ως ακαδημαϊκή έννοια κι αναλυτική κατηγορία στις σπουδές φύλου, αναφέρεται στην αλλαγή.

Με τα δικά του λόγια, σε συνέντευξη που παραχώρησε o Vuong στην Los Angeles Review of Books , «[τo queer] προσκαλεί  το καινούργιο, το καινοτόμο και είναι ευρύτερο από την σεξουαλικότητα και το φύλο. Είναι δράση. Κι η δράση αυτή ξεκινά στην ακινησία, όπου η σιωπή γίνεται μία αρχιτεκτονική στην υπηρεσία της πρόθεσης». Μάλιστα, ως παράδειγμα  αναγνωρίσιμου queer ατόμου αναφέρει την γιαπωνέζα ακτιβίστρια σύντροφο του Τζον Λένον, Γιόκο Όνο, παρά την ετεροφυλοφιλία της.

Η δράση του  queer μοιάζει να γεννιέται στην αυτογνωσία και στην επινόηση του εαυτού που δεν δέχεται τις αυτάρεσκα οριοθετημένες ταυτότητες. Αν το 1920, η λέξη queer χρησιμοποιούνταν ως προσβολή για τους ομοφυλόφιλους, σήμερα το κίνημα επανανοηματοδότησε τον χαρακτηρισμό, μετατρέποντας τον σε όρο – ομπρέλα με θετικό πρόσημο διαφορετικότητας κι ελευθερίας.

Ως σπαραχτικά ελεύθερος άνθρωπος γράφει, λοιπόν, ο Ocean Vuong κι εδώ και λίγες μέρες η έκδοση και των δύο βιβλίων του στα ελληνικά από τις εκδ. Gutenberg  αποτελεί εκδοτικό γεγονός.

Ο Vuong δεν είναι ένας άγνωστος στο ελληνικό κοινό συγγραφέας.  Δουλειά του είχε πρωτομεταφραστεί στα ελληνικά στην ιστοσελίδα https://queerpoets.com/ocean-vuong/ του Sam Albatros,  αλλά και στα περιοδικά Ποιητική τ.21,  Poetix τ. 19 για να αναφέρω κάποιες προυπάρχουσες δημοσιεύσεις.

Ωστόσο, η ταυτόχρονη κυκλοφορία της ποιητικής συλλογής «Νυχτερινός Ουρανός με Τραύματα Εξόδου» σε δίγλωσση έκδοση και μετάφραση του Δημήτρη Μαύρου αλλά και του μυθιστορήματος «Στη Γη είμαστε πρόσκαιρα υπέροχοι» σε μετάφραση Έφης Φρυδά, παραμένει μία διπλή αποκάλυψη.

Προτείνεται γι’ αυτό η διαδοχική, αν όχι η παράλληλη, ανάγνωση και των δύο βιβλίων του. Αλλά και η αναζήτηση βίντεο που ο Vuong διαβάζει τη φωναισθητική, καταγωγικά προφορική ποίησή του.

Ποίηση ειλικρινής, του ωμού λυρισμού, των υψηλών παλμών και της κρυστάλλινης διαυγούς ευαισθησίας. Με δύο λόγια, ποίηση παντοδύναμη στην τρωτότητα της.

Στη συλλογή του «Νυχτερινού Ουρανού με τραύματα εξόδου», στο ποίημα “Homewrecker” που στα ελληνικά τιτλοφορείται «Διαλύοντας ένα σπίτι» διαβάζουμε:

 «Κι έτσι χορέψαμε: τα άσπρα φορέματα των / μαμάδων μας ξεχείλιζαν απ’ τα πόδια μας, τα τέλη Αυγούστου/ κάναμε τα χέρια μας μπορντό. Κι έτσι αγαπήσαμε: 1/5 βότκα κι ένα απόγευμα στη σοφίτα, με τα δάχτυλα σου / στα μαλλιά μου – τα μαλλιά μου πυρκαγιά. Κλείσαμε/  τ ‘ αφτιά μας, και του πατέρα σου το ξέσπασμα έγινε/ καρδιοχτύπι. Όταν αγγίχτηκαν τα χείλη μας η μέρα κλείστηκε / μέσα σε φέρετρο. Στο μουσείο της καρδιάς / είναι δύο ακέφαλοι και χτίζουν ένα φλεγόμενο σπίτι/ Υπήρχε πάντοτε  το δίκαννο πάνω/ από το τζάκι. Πάντοτε μία ώρα ακόμη να σκοτώσεις – μόνο και / μόνο για να ικετέψεις / κάποιον θεό να σου τη δώσει πίσω . Αν όχι στη σοφίτα, μες / στ’ αμάξι. Αν όχι/ μές στ’ αμάξι, στ’ όνειρο. Αν όχι με τ’ αγόρι, με τα ρούχα του. / Αν όχι ζωντανός, / κατέβασε τ’ ακουστικό/ Γιατί η χρονιά είναι μία απόσταση / που ταξιδέψαμε σε κύκλους. Πού θα πει: έτσι /χορέψαμε : μόνοι σε κορμιά κοιμισμένα. Πού πά να πει:/ Έτσι αγαπήσαμε: στη γλώσσα ένα μαχαίρι να γίνεται/ γλώσσα.

Ένα μαχαίρι, λοιπόν, να γίνεται γλώσσα και μία αλήθεια εξαντλητικά, ασθματικά βιωμένη να γίνεται τέχνη χαρίζοντας μία πληθώρα σφοδρών στίχων.

Ενδεικτικά:

«Μία ζεστασιά στο πλάτος ουλής στον αυχένα κουρασμένου άντρα. / Αυτό είναι ό,τι θέλησα να είμαι»

ή

«Κάποτε, έφτασα τόσο/ κοντά σ’ έναν άντρα που μύρισα / άρωμα γυναίκας/ στη σιγανή του προσευχή»

Στίχοι σαν προσευχή που υμνούν το σώμα, την επιθυμία, την ανθρώπινη επαφή, την θέρμη της μνήμης, του πατέρα, της μάνας και της γενέθλιας γης.

Στο ποίημα «Άρτος Επιούσιος» λέει: «Το κόκκινο δεν είναι παρά μαύρο που θυμάται./ Πρωινό σκοτάδι κι ο φούρναρης σηκώνεται να ζουπήξει ό,τι ξέμεινε από τη χρονιά / σ’ αλεύρι και νερό/ Ή μάλλον, / αναπλάθει την καμπύλη της χλομής της γάμπας/ εξαερωμένης από μία νάρκη ξέμπαρκη/ ενός πολέμου που δεν θυμάται. […]».

Ο Vuong γεννημένος το 1988 στη Σαϊγκόν, σε ηλικία δύο ετών αναγκάστηκε να μεταναστεύσει στις ΗΠΑ. Διέσχισε με την βιετναμέζα αγρότισσα μητέρα του τον Ειρηνικό και εκείνη τον ονόμασε  Ocean, δηλαδή ωκεανό. Είναι ένα μωρό του πολέμου,  με πατέρα έναν αμερικανό στρατιώτη κατά τη διάρκεια του πολέμου στο Βιετνάμ, ο οποίος μετά την εγκατάστασή τους στο Κονέκτικατ τους εγκατέλειψε.

Ο Vuong μεγάλωσε ως μη λευκός, ως μη straight σε εργατική γειτονιά με τη μητέρα και τη γιαγιά του. Είναι ο μόνος στην οικογένεια του με ανώτατες σπουδές. Η μητέρα του, που εργάστηκε ως μανικιουρίστα, δεν  κατάφερε ποτέ πραγματικά να μάθει αγγλικά.

Η καταγωγή, ο πόλεμος, οι γονείς, το τραύμα,  η συντροφικότητα είναι βασικά θέματα στην ποίησή του. Στον πρόλογο του «Νυχτερινού Ουρανού» διαβάζουμε πως 28 από τα 35 ποιήματα αφορούν τον πατέρα, ενώ το μυθιστόρημα του «Στη Γη είμαστε πρόσκαιρα υπέροχοι» είναι μία μονοφωνική μακρά επιστολή που ο συγγραφέας απευθύνει στην μητέρα του. «Σου γράφω μέσα από ένα σώμα που κάποτε ήτανε δικό σου. Που παναπεί σου γράφω ως γιός».

Γράμμα διακοσίων και πλέον σελίδων εμπνευσμένο από τα «Ημερολόγια Πένθους» του Ρολάν Μπαρτ με παραλήπτη μία μητέρα βίαιη. Μεταφέρω ένα απόσπασμα:

 «Την πρώτη φορά που με χτύπησες, πρέπει να ήμουν τεσσάρων. Ένα χέρι, μία αστραπή, ένα ξεκαθάρισμα.[…]Ήταν εκείνη τη φορά που επιχείρησα να σου μάθω να διαβάζεις, όπως μου έμαθε εμένα η κυρία Κάλαχαν, με τα χείλη μου στο αφτί σου, το χέρι μου πάνω στο δικό σου, με τις λέξεις να κινούνται κάτω από τους ίσκιους που σχηματίζαμε. Όμως, η πράξη αυτή (ένας γιός να διδάσκει τη μάνα του) αντέστρεψε τις ιεραρχίες μας, και μαζί μ’ αυτές και τις ταυτότητες μας, που στη χώρα τούτη ήταν ήδη ισχνές και περιορισμένες […]».

«[…]Δεν είμαι τέρας. Μάνα είμαι» […] Δεν είσαι τέρας είπα, όμως είπα ψέματα. Αυτό που ήθελα πραγματικά να πω ήταν ότι ένα τέρας δεν είναι δα και κάτι φοβερό. Με προέλευση από τη λατινική ρίζα monstrum, σήμαινε θεϊκός αγγελιοφόρος καταστροφής[…] όταν είσαι τέρας, είσαι ένα σημάδι υβριδικό, ένας φάρος ∙καταφύγιο και προμήνυμα συνάμα.[…] Διάβασα ότι γονείς που πάσχουν από μετατραυματικό στρες είναι πιθανότερο να χτυπήσουν τα παιδιά τους. Αυτό τελικά ίσως να ‘χει μια τερατώδη προέλευση. Ίσως απλώνοντας χέρι στο παιδί σου είναι σαν να το προετοιμάζεις για πόλεμο […] Είσαι μάνα, μαμά. Κι είσαι και τέρας. Το ίδιο, όμως, ισχύει και για μένα – κι αυτός είναι ο λόγος που δεν μπορώ να σου γυρίσω την πλάτη […]».

Οι λέξεις, η ρίζα και ο ήχος τους, είναι σημαντικές για τη γραφή του Vuong. Στο προλογικό σημείωμα του μυθιστορήματος διαβάζουμε, πιθανόν  από  άρθρο- προφίλ των New York Times για τον Vuong, πως «η βιετναμέζικη γλώσσα είναι τονική, πχ. οι λέξεις , mả, ma. στα βιετναμέζικα διαφοροποιούνται στην προφορά και σημαίνουν: μητέρα, μνήμα, φάντασμα».

Ο Vuong έχει τη βαθιά κατανόηση των παιδιών που δεν φεύγουν ποτέ από την περιοχή της γονεϊκής αγάπης και γράφει αυτό το μυθιστόρημα αναγνωρίζοντας σχεδόν όλες τις τονικότητες της ψυχής. Δεν πιστεύει στην σύγκρουση. Επιλέγει γι’ αυτό όπως λέει «την αφηγηματική τεχνική kishōtenketsu, γνωστή από τις ταινίες του  Hayao Miyazaki, γιατί «δεν υπάρχουν εκεί ούτε κακοί, ούτε θύματα».

Ο σκοπός του είναι μία νέα αμερικανική ταυτότητα, δηλώνει. Ο Vuong είναι, επίσης, βουδιστής και η πνευματικότητα είναι παρούσα στα γραπτά του. Έχει έτσι, ό,τι χρειάζεται για να κάνει ποίηση με τα ελάχιστα.

Σημειώνω σαν παράδειγμα δύο αράδες από το μυθιστόρημα του, καθώς μας συστήνει, μας περιγράφει κάποιο ξεχωριστό πρόσωπο για εκείνον, τον Τρέβορ. Γράφει: «Τρείς φακίδες στη μύτη του. Τρεις τελείες σε μία αγορίσια πρόταση».

Ας τον διαβάσουμε κι ας τον αγαπήσουμε, λοιπόν, λίγο διαφορετικά από ό,τι ο ίδιος τον εαυτό του στο ποίημά του «Μία μέρα θα αγαπήσω τον Όσιαν Βουόνγκ» που έδωσε και τον τίτλο αυτού του κειμένου.

«[…]Το πιο όμορφο κομμάτι /του κορμιού σου είναι όπου /πέφτει η σκιά της μάνας σου./ Να το σπίτι με την παιδική ηλικία/ συρρικνωμένη σε ένα κόκκινο σύρμα νάρκης./ Μην ανησυχείς./Πες το απλώς ορίζοντα/ και ποτέ σου δεν θα τον φτάσεις[…]».

 

Βρες το εδώ

Βρες το εδώ

 

Προηγούμενο άρθροΠοιητική, Δέντρο, Παρέμβαση, Θράκα: Επέτειοι και αφιερώματα (του Σπύρου Κακουριώτη)
Επόμενο άρθροΤο ταξίδι και η κυκλοθυμία των ναυτών (της Ηλέκτρας Λαζάρ)

1 ΣΧΟΛΙΟ

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ