της Δέσποινας Παπαστάθη
Λέλα, 41 χρόνων (6 Ιανουαρίου 2016, Ορμυλία)
Ναταλία, 33 χρόνων (29 Νοεμβρίου 2013, Πάτρα)
Καρολάιν, 20 χρόνων (11 Μαΐου 2021, Γλυκά Νερά)
Τζούλια, 24 χρόνων (13 Δεκεμβρίου 2011, Πάφος)
Μόνικα, 25 χρόνων (10 Αυγούστου 2013, Θεσσαλονίκη)
Άντα, 25 χρόνων (3 Αυγούστου 2008, Σαντορίνη)
Γαρυφαλλιά, 26 χρόνων (16 Ιουλίου 2021, Φολέγανδρος)
…
και δεκάδες άλλες δολοφονημένες κόρες, «γυναίκες που το μόνο που έκαναν ήταν να είναι γυναίκες»,[1] πρωταγωνιστούν στο μυθιστόρημα του Λύο Καλοβυρνάς με τίτλο Όλες μας, που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Gutenberg (Αθήνα 2023). Ο Καλοβυρνάς, ψυχοθεραπευτής, σύμβουλος σχέσεων, ευρηματικός –όπως αποδεικνύεται από το ανά χείρας μυθιστόρημα– συγγραφέας και μεταφραστής, γράφει, σβήνει και ξαναγράφει, ξεκινώντας το φθινόπωρο του 2010, ένα μυθιστόρημα για τις γυναίκες που η ζωή τους μετριέται σε ώρες, λεπτά θιγμένης πατριαρχίας, για τα αγόρια που εγκλωβίζονται, περιορίζονται στο πολύ στενό, πολύ σκληρό, «συρματοπλεγμένο σύνορο που χωρίζει επί ποινή κοινωνικού θανάτου τα δύο φύλα»,[2] για τη βία προς του άλλους, προς τον εαυτό, ως το πλέον ισχυρό πειστήριο της επιβολής του άντρα, για τη δύναμη των γυναικών να αλληλοβοηθιούνται όταν κινδυνεύουν, για την ακανθώδη συχνά πορεία προς τη συνειδητοποίηση και την έσω και έξω αποδοχή της έμφυλης ταυτότητας του ατόμου, αλλά και για τη βάσανο της γραφής και τη πολυτάραχη σχέση συγγραφέα-αναγνώστη.
Ιστορίες της καθημερινότητας, που υιοθετούν και συνάμα απορρίπτουν τις συμβάσεις του ρεαλισμού, ιστορίες της κοινής πείρας που κατακλύζουν την ειδησεογραφία βρίσκονται στον πυρήνα του μυθιστορήματος. Η αφήγηση ξεκινά μια Τρίτη πρωί με την Κατερίνα Δέντε, τη μικρότερη από τις τρεις κόρες της Καίτης Δέντε, να βλαστημάει στην είσοδο της πολυκατοικίας της γιατί ξέχασε το κινητό στο διαμέρισμα και θα καθυστερήσει στη δουλειά της, να σκέφτεται τον σύντροφό της Θέμη που για πολλοστή φορά της έχει πει ψέματα, να μπαίνει στο λευκό Σμαρτ της και μετά …μόνο μαύρο. Το τροχαίο ατύχημα που θα οδηγήσει την Κατερίνα στο μεταίχμιο ζωής και θανάτου, θα αποτελέσει την αρχή για να (ανα)γνωριστούν μεταξύ τους, ουσιαστικά και σε βάθος, οι τρεις αδερφές -Σία, Νίκη και Κατερίνα- και για να αποκαλυφθεί το φοβερό μυστικό που κρύβει η μητέρα τους μαζί με τις δικές της αδερφές, την Κατίνα και τη Κάθυ. Το αιματηρό παρελθόν της οικογένειας, ξεδιπλώνεται με όρους νουάρ και συνάμα μαγικού ρεαλισμού. Ο συγγραφέας ανιχνεύει τις αδιόρατες όψεις της πραγματικότητας, μέσω μιας πολυφωνικής αφήγησης που μας φέρνει αντιμέτωπους με τη σκληρότητα της βίας κατά των γυναικών, εγκιβωτίζοντας το δράμα γυναικών που βιάζονται, εξευτελίζονται, ξυλοκοπούνται, δολοφονούνται. Ο Καλοβυρνάς διακόπτει τη ροή της αφήγησης με αναφορές σε γυναίκες που απασχόλησαν την ειδησεογραφία -άλλοτε επώνυμα, άλλοτε ανώνυμα- με το φριχτό τέλος τους. Καθένα από αυτά τα ονόματα, της Καρολάιν, της Γαρυφαλλιάς, της Μόνικας και τόσων άλλων, φέρει τη δική του τραγική ιστορία, συμπλέκοντας πολλαπλές αφηγήσεις στον κύριο αφηγηματικό ιστό του μυθιστορήματος. Οι ποικίλοι αφηγηματικοί χρόνοι και τόποι, οι προλήψεις και οι αναλήψεις, η πολυφωνία και η πολυπροσωπία σε συνδυασμό με τον αυτοβιογραφικό λόγο είναι οι αρετές και ίσως και η δυσκολία του μυθιστορήματος αυτού, του οποίου ο αναγνώστης δεν αρκεί να είναι απλώς επαρκής.
Η δικαίωση, «το γαργαλιστικό συναίσθημα ηθικής ικανοποίησης που απλώνεται στο στήθος σου»[3] είναι το διαρκώς ζητούμενο στο μυθιστόρημα του Καλοβυρνάς, μια δικαίωση που επιτυγχάνεται, ωστόσο, έστω και σε επίπεδο ονειρικό και φανταστικό, μέσω της βίας κατά του θύτη. Στην ερώτηση «πως σταματάς τη βία», παρά το γεγονός πως οι μυθιστορηματικές ηρωίδες επιλέγουν ως απάντηση «με βία», ο συγγραφέας-αφηγητής σε μια από τις πολλές αυτοβιογραφικές αποστροφές απαντά με θάρρος και περίσσια ανθρωπιά πως
«Για μένα όμως η βία είναι αλλιώς. Το σώμα μου θυμάται τη βία που έχει εισπράξει επειδή είμαι αδερφή. Αρνούμαι να περάσω στην αντίπερα όχθη, αλλά ταυτόχρονα ξέρω καλά ότι ίσως και να χρειαζόταν, σε εξαιρετικές συνθήκες».[4]
Ο μόνος τρόπος για να ξορκίσεις την έμφυλη βία, να την καταπολεμήσεις στη ρίζα της και όχι απλώς να κόβεις τα κεφάλια της που φυτρώνουν ξανά και ξανά είναι «με υποτροφίες και εκπαιδευτικά προγράμματα, σεμινάρια και εκδόσεις, διαφημιστικές καμπάνιες και φυλλάδια, χρηματοδότηση ταινιών και σειρών».[5] Αν και φαντάζει σχέδιο αφελές ή υπεραισιόδοξο κλείνει το μυθιστόρημα, που μετεωρίζεται ανάμεσα στη φαντασία και την πραγματικότητα, όχι με μια σαγηνευτική λογοτεχνική πιρουέτα, αλλά με τις αρχές και τις επιταγές του ρεαλισμού.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:
[1] Λύο Καλοβυρνάς, Όλες μας, Gutenberg, Αθήνα 2023, σ. 53.
[2] Στο ίδιο, σ. 162.
[3] Στο ίδιο, σ. 216.
[4] Στο ίδιο, σ. 217.
[5] Στο ίδιο, σ. 289.