του Φίλιππου Φιλίππου
Η Νίνα Κουλετάκη, συγγραφέας αστυνομικών ιστοριών, με συμμετοχή και συλλογές διηγημάτων κι ένα δικό της μυθιστόρημα, το Μικρά μνημόσυνα (2018) έχει ένα σάιτ, όπου επί χρόνια καταγράφει φονικές υποθέσεις που συμβαίνουν ανά τον κόσμο με ονόματα, φωτογραφίες και ειδήσεις από τον Τύπο, εδώ και κάποια χρόνια είχε την ιδέα να κάνει μια έρευνα για τις γυναίκες δολοφόνους- φόνισσες, ψάχνοντας στις πηγές κάθε είδους (δημοσιεύματα, δικογραφίες, βιβλία, ταινίες, μαρτυρίες, ακόμα και μουσικά κομμάτια). Η επιλογή της έπρεπε να καλύπτει πολλές χώρες από τις πέντε ηπείρους, διαφορετικά είδη εγκλημάτων, ποικίλα όπλα. Τελικά κατέληξε στο να συμπεριλάβει σαράντα εγκληματικές υποθέσεις, να τις βάλει σε χρονολογική σειρά, ώστε ο αναγνώστης να παρακολουθεί την εξέλιξη του είδους του εγκλήματος, αλλά και τις διαφοροποιήσεις στο ποινικό δίκαιο, αναφορικά με την τιμωρία των ενόχων.
Κι έτσι προέκυψε το εξαιρετικά ενδιαφέρον βιβλίο-μελέτη Φόνισσες. Χαρακτηριστικό του είναι το ότι στο τέλος κάθε υπόθεσης αναφέρεται η επίδρασή της στην τέχνη και τη λαϊκή κουλτούρα, εφόσον αυτό έχει συμβεί. Όπως σημειώνει στην Εισαγωγή του ο καθηγητής Εγκληματολογίας αλλά και συγγραφέας και ποιητής Γιάννης Πανούσης, το βιβλίο μπορεί να χαρακτηριστεί και Εγχειρίδιο Εφαρμοσμένης Εγκληματολογίας που περιλαμβάνει έναν παγκόσμιο χάρτη της γυναικείας εγκληματικότητας. Ο ίδιος προσθέτει πως οι εγκληματολόγοι και οι ειδικοί για πολλά χρόνια δεν ασχολούνταν ερευνητικά με τη γυναικεία εγκληματικότητα διότι αυτή ήταν «στατιστικά αόρατη».
Η πρώτη περίπτωση που αναφέρει στο βιβλίο της η Νίνα Κουλετάκη είναι αυτή της Locusta της Γαλάτισσας, μιας γυναίκας που έζησε τον 1ο αιώνα μ. Χ. στη Γαλατία, μια επαρχία της αχανούς Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, που έγινε βοτανολόγος. Πήγε στη Ρώμη και διαπίστωσε, μας λέει η συγγραφέας, πως εκεί οι άνθρωποι ήταν φιλόδοξοι και άπληστοι. Οι μισοί από αυτούς της ανώτερης κοινωνικά τάξης εύχονταν τον θάνατο των άλλων μισών, είτε για την εξουσία είτε για την περιουσία τους. Γύρω στο 54 π. Χ. έλαβε ένα μήνυμα από την Αγριππίνα, τέταρτη σύζυγο του 64χρονος αυτοκράτορα Κλαύδιου, να γίνει ο Νέρων, γιός της από προηγούμενο γάμο, ο νέος αυτοκράτορας. Για να γίνει αυτό ο Κλαύδιος έπρεπε να πεθάνει. Η Locusta έδωσε στον Κλαύδιο δηλητηριασμένα μανιτάρια, εκείνος πέθανε και ο 16χρονος Νέρων στέφθηκε αυτοκράτορας. Αργότερα, ο Νέρων δηλητηρίασε με τη βοήθεια της Locusta τον Βρετανικό, γιο του Κλαύδιου με τη Μεσαλίνα για να μην έχει ελπίδες για τον θρόνο. Έτσι η βοτανολόγος απέκτησε μεγάλη φήμη ως δηλητηριάστρια και σύντομα έγινε πλούσια από τα κέρδη που της απέφεραν οι δολοφονίες. Μετά όμως την καταδίκη του Νέρωνα σε θάνατο από την Ρωμαϊκή Σύγκλητο και την αυτοκτονία του (με στιλέτο), ο αυτοκράτορας Γάλβας διέταξε τη σύλληψη και την εκτέλεση της Locusta –το metal μουσικό συγκρότημα Macabre έγραψε τραγούδι γι’ αυτήν.
Δεύτερη κατά σειρά φόνισσα στο βιβλίο ήταν η Alice Kyteler από την Ιρλανδία που έζησε τα σκοτεινά χρόνια του Μεσαίωνα, όταν η μαγεία και οι μάγισσες δεν προξενούσαν ιδιαίτερη ανησυχία. Μέχρι το 1324 η γυναίκα αυτή είχε κάνει τέσσερις γάμους, καθώς όλοι οι σύζυγοί της πέθαιναν. Τότε κατηγορήθηκε ως μάγισσα και οι ιερωμένοι της εποχής την κατηγόρησαν ότι αυτή και οι συνεργοί της αρνούνταν τον Χριστό και την Εκκλησία, ότι διαμέλιζαν ζωντανά ζώα και σκόρπιζαν τα κομμάτια τους στα σταυροδρόμια ως προσφορά στους δαίμονες. Η Alice δεν συνελήφθη ποτέ, εικάζεται πως κατάφερε να διαφύγει στην Αγγλία η στην Φλάνδρα.
Κι ερχόμαστε στη νεότερη εποχή και στην Vera Renczi, η οποία γεννήθηκε στο Βουκουρέστι το 1895. Οι γονείς της άνηκαν σε οικογένειες ευγενών και η νεαρή μεγάλωσε με ανέσεις, πράγμα που διευκόλυνε την πρόωρη σεξουαλική της αφύπνιση. Παντρεύτηκε στα είκοσί της, απέκτησε ένα μωρό, αλλά φανταζόταν πως ο άντρας της την απατούσε, οπότε τον δηλητηρίασε με αρσενικό. Έπειτα ξαναπαντρεύτηκε, φανταζόταν πως κι ο καινούργιος σύζυγος την απατούσε, οπότε τον δηλητηρίασε με τον ίδιο τρόπο. Στη συνέχεια, ζώντας στον πύργο της στο Berkerekul, άρχισε να ξεπορτίζει και να πηγαίνει σε κέντρα διασκέδασης, όπου έβρισκε άντρες, τους οποίους οδηγούσε στον πύργο για γα περαιτέρω. Εκεί, τους εξολόθρευε. Όταν έναν από αυτούς τους εξαφανισμένους τον αναζήτησε η γυναίκα του και κατέφυγε στην αστυνομία, έγινε μια συντονισμένη επιχείρηση στον πύργο, όπου στο κελάρι βρεθήκαν τριάντα πέντε τσίγκινα φέρετρα με τους νεκρούς άντρες σε αποσύνθεση. Μαζί τους βρέθηκε σκοτωμένος κι ο μονάκριβος γιος της. Στην ερώτηση του ανακριτή γιατί κι αυτόν απάντησε πως είχε ανακαλύψει το μυστικό του κελαριού. Η Vera καταδικάστηκε σε ισόβια κάθειρξη, αλλά είχε πλέον παραφρονήσει και μεταφέρθηκε σε άσυλο ψυχοπαθών, όπου πέθανε. Η ιστορία αυτής της γυναίκας ενέπνευσε τον θεατρικό συγγραφέα Joseph Kesserling στο έργο του Αρσενικό και παλιά δαντέλα που γυρίστηκε ταινία από τον Φρανκ Κάπρα το 1944.
Η πρώτη Ελληνίδα που αναφέρεται στο βιβλίο είναι η Μαριάμ Σουλακιώτου, την οποία η Κουλετάκη χαρακτηρίζει «θηλυκό Ρασπούτιν». Για τέσσερα χρόνια, από το 1950, έτος της σύλληψής της, έως το 1954, όταν πέθανε στη φυλακή, η Μαριάμ μονοπωλούσε το ενδιαφέρον του κοινού, σχεδόν εξορίζοντας από τα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων τα σημαντικά γεγονότα της εποχής, π.χ. τη σύλληψη, τη δίκη και την καταδίκη σε θάνατο του Νίκου Μπελογιάννη, την υπόθεση των Αεροπόρων, τη νίκη του Παπάγου έναντι του Πλαστήρα στις εκλογές ή την υποτίμηση της δραχμής έναντι του δολαρίου. Η Μαριάμ ήταν ηγουμένη στο μοναστήρι της Παναγίας της Πευκοβουνογιάτρισσας στην Κερατέα της Αττικής. Εκεί, γίνονταν τρομερά πράγματα σε βάρος ανθρώπων που είχαν αποσυρθεί (ξυλοδαρμοί, στέρηση τροφής) κι ενώ είχαν γράψει τις περιουσίες τους στο μοναστήρι. Υπολογίζεται πως πέθαναν πάνω από εκατόν πενήντα νεαρές κοπέλες που πήγαν να μονάσουν.
Δεύτερη και τελευταία Ελληνίδα είναι Στυλλού Παντοπίου –Χριστοφή που γεννήθηκε στην Κύπρο το 1900. Αυτή σκότωσε την πεθερά της, με τη βοήθεια δύο συγχωριανών της, χώνοντας στο στόμα της ένα αναμμένο δαυλί. Αργότερα, ο γιος της πήγε στο Λονδίνο και παντρεύτηκε, ενώ η Στυλλού, θεωρώντας τη νύφη της εμπόδιο στη σχέση με το γιο της τη σκότωσε μ’ έναν μαντεμένιο δίσκο. Το 1954 έγινε η δίκη της και απαγχονίστηκε στη φυλακή.
Σε κάθε περίπτωση, όπως υποστηρίζει η Νίνα Κουλετάκη, σημαντικό ρόλο στα συναισθήματα και τη συμπεριφορά των ανθρώπων παίζει η ψυχογεωγραφία, δηλαδή η επίδραση του περιβάλλοντος. Αυτό το όρισε το 1955 ο Γκι Ντεμπόρ, θεωρητικός του μαρξισμού και φιλόσοφος. Τα περισσότερα εγκλήματα έγιναν σε συγκεκριμένο χώρο και χρόνο επειδή οι συνθήκες (πολιτικές, κοινωνικές και άλλες), ήταν ευνοϊκές για τις φόνισσες και τους φονιάδες.
info: Νίνα Κουλετάκη, Φόνισσες, Εισαγωγή Γιάννης Πανούσης,Σκίτσα Γιώργος Παπαθεοδώρου,Εκδόσεις Κύφαντα