Του Σάκη Παπαδημητρίου.
To βραβείο Νομπέλ λογοτεχνίας 1999. Τελευταίος βραβευθείς του εικοστού αιώνα ο Günter Grass. Υπάρχει όμως σοβαρός λόγος η τζαζ και η ευρωπαϊκή σκηνή να χαμογελούν με ικανοποίηση. Ο Günter Grass συνεργάστηκε στενά επί πολλά χρόνια με τον Günter ‘’Βaby’’ Sommer. Ο ένας Günter διαβάζει και ο άλλος Günter σχολιάζει και παρεμβαίνει, δηλαδή απαγγέλλει κι αυτός με τον δικό του τρόπο. Ο ένας κρατάει απλώς ένα βιβλίο και συγκεντρώνεται στην εκφορά των λέξεων και των φράσεων ενώ ο άλλος τρέχει αδιάκοπα αλλάζοντας διαρκώς ρόλους για να βρεί τους κατάλληλους ήχους. Έχει στη διάθεσή του το καθιερωμένο σετ των ντραμς αλλά το χρησιμοποιεί πολύ σπάνια με την καθιερωμένη τεχνική. Αντίθετα έχει στήσει στο στούντιο ένα εργαστήριο με ηχοπαραγωγικά αντικείμενα: ξυλόφωνο, μαρίμπα, κρυστάλλινα ποτήρια, φλογέρες, ντουντούκες, γραφομηχανή, κατσαρόλες και κουζινικά, ακορντεόν, πορσελάνες, οκαρίνα, φυσαρμόνικα, ταμπούρλο παρελάσεως, τύμπανα συμφωνικής και μια παλιά μεταλλική σόμπα.
Αποτέλεσμα της συνεργασίας των δύο Günter, τρείς μοναδικές εκδόσεις περίτεχνες και περιεκτικές.
1.Η πρώτη έκδοση με δύο δίσκους μακράς διαρκείας, περίπου 80 λεπτών, με τον τίτλο “Es war einmal ein Land”. Οι ηχογραφήσεις έγιναν στο Δυτικό τότε, Βερολίνο στις 28 Φεβρουαρίου και στις 3 Ιουνίου 1986. Η έκδοση περιλαμβάνει και τα κείμενα, φωτογραφίες, βιβλιογραφία και δισκογραφία. Αποσπάσματα από τα βιβλία ‘’Μικρός τυμπανιστής’’ και ‘’Ο θηλυκός αρουραίος’’.
2.Δύο κασέτες διαρκείας 80 λεπτών, Ηχογραφήθηκαν στο στούντιο της FMP στο Βερολίνο, 24 και 25 Σεπτεμβρίου 1988 με τον τίτλο ‘’Wer lachthier, hat gelacht?’’
3.Στο στούντιο της ραδιοφωνίας του Βερολίνου, 20 Ιουλίου 1992, ηχογράφηση μια κι έξω δύο CDs διαρκείας λίγο πάνω από 100 λεπτά. Τίτλος:‘’Da sagte der Butt’’.
Και τις τρείς παραγωγές τις επιμελήθηκε ο Fritze Margull και εκδότης είναι ο Steidl με έδρα την πόλη Gottingen.
Ας αφήσουμε τώρα να μας πει ο ίδιος ο Günter Sommer για τις εμπειρίες του με τον Günter Grass. Τα αποσπάσματα που ακολουθούν προέρχονται από μία συνομιλία που έγινε ένα μεσημέρι, ψηλά στο φρούριο της Πάτρας, κατά τη διάρκεια του ‘’Τριημέρου σύγχρονης τζαζ’’ του 1990. Ο Sommer, ο Γιώργος Χαρωνίτης και ο αντιγράφων.
‘’Το 1986 άρχισα να συνεργάζομαι με έναν από τους σπουδαιότερους συγγραφείς της μεταπολεμικής Δυτικής Γερμανίας, τον Günter Grass. Όταν διάβασα το πιο γνωστό του βιβλίο – που έγινε και φιλμ – τον ‘’Μικρό τυμπανιστή’’, εντυπωσιάστηκα με τις φιλοσοφικές προεκτάσεις της φαντασίας αυτού του συγγραφέα. Το κύριο πρόσωπο του βιβλίου είναι ο Όσκαρ, ένας άνθρωπος που σταμάτησε να μεγαλώνει και να ωριμάζει από τριών χρονών. Διατήρησε τη μορφή του τριετούς παιδιού και ο μόνος τρόπος που επικοινωνούσε με τον υπόλοιπο κόσμο ήταν με το να παίζει το τενεκεδένιο ταμπούρλο του. Έκανα τότε τη σκέψη ότι εγώ, ένας αληθινός ντράμερ, ίσως να ήμουνα ικανός να πω όλες αυτές τις ιστορίες του Όσκαρ. Πρότεινα την ιδέα στον Grass και του άρεσε πολύ. Πολύ σύντομα συναντηθήκαμε και μπήκαμε στο στούντιο για να ηχογραφήσουμε. Ήταν πολύ αστείο. Εγώ με το μεγάλο σετ των κρουστών μου και εκείνος με τις 600 σελίδες υπό μάλης! Είχαμε προετοιμάσει τη μουσική για ένα κεφάλαιο αλλά όλη η υπόλοιπη ήταν αυτοσχεδιαζόμενη μουσική γιατί στο στούντιο – και σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα – αποφασίσαμε ποια μέρη του βιβλίου θα διάβαζε. Η συνεργασία μας συνεχίστηκε και με το βιβλίο του ‘’Ο θηλυκός αρουραίος’’, για το οποίο ο Grass
μου ανέθεσε το δραματουργικό μέρος. Εγώ έπρεπε να αποφασίσω ποια μέρη του βιβλίου είχαν ενδιαφέρον από μουσική άποψη .Τελειώνοντας ,σκεφτήκαμε να παρουσιάσουμε αυτό το πρόγραμμα και κάναμε μια επιτυχημένη περιοδεία στη Γερμανία και στην Ελβετία. Είχε πολύ ενδιαφέρον. Ο «Μικρός τυμπανιστής» του Grass παιγμένος από έναν αληθινό ντράμερ, τον Sommer.
“Όταν ήμουν περιοδεία με τον Grass, ένα μέρος του κόσμοι ερχόταν για να τον ακούσει και έμενε κατάπληκτο που έβλεπε εμένα και άκουγε τη μουσική μου. Μετά, φεύγοντας, αγόραζαν δίσκους μου. Άλλοι που έρχονταν για να ακούσουν εμένα και τη μουσική μου ,εκπλήσσονταν από τον συνδυασμό μουσικής και λόγου και όταν έφευγαν αγόραζαν βιβλία του Grass. Κι εγώ βλέπω τον εαυτό μου όχι μόνον ως μουσικό αλλά ως ένα πρόσωπο που θέλει να δώσει κάποιες πληροφορίες, να πει κάτι για τη ζωή. Θέλω να δώσω μια εικόνα αυτού που αισθάνομαι όταν παίζω κι έτσι η μουσική μου είναι πολύ κοντά στις «λέξεις». Μια πληροφορία που προσφέρει ένας συγγραφέας δίνεται με μια σειρά προτάσεων που κάτι σημαίνουν. Το ίδιο κάνω κι εγώ, όχι με λέξεις αλλά με τα δέρματα των τυμπάνων, τα κύμβαλα και με όλα τα κρουστά. Κι όταν δεν επαρκούν, χρησιμοποιώ τη φωνή μου».