Δύο μαθήτριες του Στρατή Χαβιαρά (Αλεξάνδρα Σαμοθράκη, Θεοδώρα Δ. Πατρώνα) και μία αμερικανίδα ποιήτρια ( Andrea Applebee) που ζει στην Αθήνα θυμούνται και γράφουν για τον δάσκαλο και φίλο Στρατή Χαβιαρά.
Γράψτο όπως ο Στρατής (της Αλεξάνδρας Σαμοθράκη)
Ο Στρατής Χαβιαράς είχε μια βασική συμβουλή για τους μαθητές του: ‘Γράφτε γι’αυτό που ξέρετε.’ ελεγε παθιασμένα. ‘ Αν η Βενετία ακούγεται εξωτική σε εσάς, στο Βενετό ακούγεται εξωτική η Αθήνα.’
Και έτσι βρέθηκα να γράφω, 15 χρόνια μετά για το Στρατή που γνώρισα στον πρώτο κύκλο του Εργαστηρίου Δημιουργικής Γραφής που έτρεχε με δική του πρωτοβουλία στο τότε ΕΚΕΒΙ Κολωνακίου.
‘Μην κοπιάζετε με βαρύγδουπες λέξεις.’ Μας έλεγε ‘Ωραία να ξεχωρίζει ένα λεκτικό διαμαντάκι που και που στο κείμενο, αλλά αν το παραφορτώσετε θα γίνει ‘ καρακιτσαριό.’
‘Καλή η δράση, αλλά χρειάζεται και ανατροφοδότηση. Αν νομίζετε πως όλο αυτό που γράφετε είναι τόσο σημαντικό για να το θυμάται ο αναγνώστης, γελιέστε. Πείτε το και μετά από λίγο ξαναπείτε το.’
‘ Μια λεπτομέρεια ξεκουράζει. Όταν διαβάζετε ένα βιβλίο, κάποια στιγμή δεν το κλείνετε για να χαζέψετε ένα ζουζούνι στο παράθυρο; Μην ξεχνάτε να βάζετε στη διήγηση και μερικές λεπτομέριες ‘πασχαλίτσες’ για διάλειμμα.’
Αν και πολυάσχολος , διάβαζε τα κείμενά μας με προσοχή. Ούτε μια φορά δε μας αποπήρε, δεν προσπέρασε κάτι, δεν κορόιδεψε και ας ήταν τα περισσότερα επιεικώς για σαϊτες. Κουνούσε το κεφάλι του απογοητευμένος όταν αναφέραμε τα δημοσιεύματα των εφημερίδων που κατέκριναν τις Σχολές Δημιουργικής Γραφής. Ακόμη και εμείς ξέραμε πως δεν θα γινόμασταν όλοι συγγραφείς. ‘Το ζητούμενο είναι να γίνεται πρώτα καλοί αναγνώστες.’ Μας έλεγε χαμογελώντας.
Στα πλαίσια του εργαστηρίου, είχε προγραμματιστεί μια ατομική συνάντηση με κάθε μαθητή σε ένα ημιυπόγειο μπαράκι στη Σκουφά κοντά στο ΕΚΕΒΙ.
‘Το πιο δύσκολο είναι να δημιουργείς από το τίποτε. ‘ μου είπε ‘Η λευκή σελίδα είναι το τίποτε. Τη βλέπεις και σε πιάνει τρόμος. ’
Τα ευγενή του μάτια ποτέ δεν κοίταζαν υπεροπτικά, ούτε καν μια 25χρονη αδαή σαν εμένα, που τότε δεν φοβόταν τίποτε.
‘Φίλο έχεις;’ Με ρώτησε στο γυρισμό. ‘Κοίτα μην βρεις κανένα του χώρου. Ο ανταγωνισμός κλείνει σπίτια’ μου είπε. Και φυσικά ανέφερε την κόρη του. Όποτε έλεγε ‘Η Ηλέκτρα μου’ τα θαλασσιά του μάτια φωτίζονταν όπως κανένα λογοτεχνικό επίτευγμα δεν τα φώτιζε ποτέ.
Μας μάζευε όλους στο διαμέρισμά του στα Εξάρχεια. Τις περισσότερες φορές δεν συζητούσαμε καν για βιβλία. Περνοδιάβαιναν άνθρωποι των γραμμάτων και τα ποτήρια στοιβάζονταν στο νεροχύτη. Καμιά φορά οι μαθητές τρυπώναμε στην κουζίνα να τα πλύνουμε.
‘Ξουτ ξουτ!’ έλεγε αγριεμένα όταν μας έβλεπε. ‘Θα τα πλύνω εγώ το πρωί.’
‘Μα εσείς έχετε να γράψετε’ αντιμιλούσαμε.
‘ Βγείτε έξω. Ήρθε ο Χριστόφορος (Λιοντάκης)’ έλεγε και μας σαλάγαγε προς το μπαλκόνι.
Όταν ο κύκλος των σεμιναρίων τελείωσε και ήταν να φύγει για την Αμερική για να διδάξει στο Harvard κάναμε τόσα πολλά αποχαιρετιστήρια δείπνα στο Λόφο του Στρέφη και πάρτυ που στο τέλος οι γονείς μου για μήνες όποτε με έβλεπαν να βγαίνω με ρωτούσαν αν πήγαινα πάλι σε αποχαιρετιστήριο του Χαβιαρά.
Αυτό όμως είναι το τελευταίο.
**
Στον Δάσκαλό μου… (της Θεοδώρας Δ.Πατρώνα)
«Να με λέτε Στρατή ή Δάσκαλο. Δεν υπάρχει πιο τιμητικός τίτλος από αυτόν» είπες την πρώτη φορά που σε συνάντησα στο σεμινάριο δημιουργικής γραφής όπου τρύπωσα για να γνωρίσω το αντικείμενο της ερευνάς μου. Το ορφανό αγόρι από το σπαρακτικό «Όταν τραγουδούσαν τα Δέντρα» είχε μεγαλώσει και ήταν απέναντί μου. Είχε επιζήσει τον πόλεμο και τα δύσκολα χρόνια στις οικοδομές, είχε ζήσει το αμερικάνικο όνειρο της αυτοβελτίωσης και επιτυχίας, κατάφερε να γίνει βραβευμένος ποιητής και συγγραφέας, επούλωσε τις βαθιές πληγές και τα τραύματα μέσα από τη μελέτη, το γράψιμο και τη διδασκαλία. Μία σχεδόν κινηματογραφική ζωή σε δύο ηπείρους με απίθανες αφηγήσεις και εμπειρίες που μας άφηναν με το στόμα ανοιχτό.
Με έμφυτη ευγένεια και υπομονή, απάντησες σε όλες τις ερωτήσεις μου και έλυσες τις απορίες μου. Με γνήσιο ενδιαφέρον και διάθεση προσφοράς διάβασες τα κείμενά μου, επαίνεσες την προσπάθεια, με συμβούλεψες σοφά και με υποστήριξες με κάθε δυνατό τρόπο. Αλλά και με μάλωσες γλυκά για τη βιασύνη μου και κατάφερες με την γενναιοδωρία του χρόνου και της σκέψης σου, την απλότητα και τη ζεστασιά σου, τη γνήσια καλοσύνη σου, να με συγκινήσεις βαθιά.
«Το γράψιμο, κι αυτό αρετή και τόλμη απαιτεί – κυρίως τόλμη»
Μου χες γράψει κάποτε δάσκαλε. Και εγώ απόψε τολμώ να γράψω, να γράψω για σένα. Να σου πω ευχαριστώ πολύ και από καρδιάς. Και Καλό σου Ταξίδι. Μα οι λέξεις βγαίνουν δύσκολα και που είσαι εσύ να με διορθώσεις; Καλό Ταξίδι Δάσκαλε.
**
Μια αμερικανίδα στο Φίλιον (της Andrea Applebee)
Συνάντησα τον Στράτη Χαβιάρα μόλις πριν δυόμισι χρόνια, την ημέρα που παρουσίασε το πρώτο μου βιβλίο ποιημάτων. Είχε ετοιμάσει μια ομιλία και αρκετές μεταφράσεις, με τον απαιτητικό ενθουσιασμό ενός τεχνίτη. Έμαθα τότε ότι ήταν ο πρώτος που δημοσίευσε στον εκδότη μου John Yau. Ήταν μόνο η αρχή για να κατανοήσω το βάθος της λαμπρότητας και της ικανότητάς του για υποστήριξη.
Μοιραστήκαμε ένα ήσυχο γεύμα στον πεζόδρομο της Τσακάλωφ. Παρατήρησα αμέσως την έντονη αίσθηση του χιούμορ, τις χαρισματικές σιωπές και την προθυμία του να εξισορροπήσει τα σοβαρά και «βαριά» θέματα με τις μικρές χαρές της ζωής. Μου είπε για το αγαπημένο του πιάτο – γαρίδες, φέτα και λινγκουίνι με πέστο που έφτιαχνε ο ίδιος από βασιλικό που μεγάλωνε στο μπαλκόνι του. Είχε σπείρει τρία είδη βασιλικού καθώς και καυτερές πιπεριές.
Μετά από αυτό, συναντιόμασταν τακτικά στο Tops ή στο Φίλιον για ένα Famous Grouse με πάγο ή τους τελευταίους μήνες για χυμό κερασιού. Μου είπε πως κατάφερε να φτιάξει ένα ραδιόφωνο όταν ζούσε σε μια τσίγκινη παράγκα μόνος με τη μητέρα του. Μου είπε για το πώς οι φύλακες τον απομάκρυναν από τη βιβλιοθήκη όταν προσπαθούσε να μάθει να διαβάζει. Μίλησε για τις αγάπες του, την οικογένειά του, την έκπληξή του για τις επιτυχίες της καριέρας του – πάντα με μια ιστορία, με πολλές παραδηλώσεις και νοήματα.
Τον είχα συναντήσει κάποιες φορές λίγο πριν πάω στο γυμναστήριο πυγμαχίας, και με προκαλούσε πάντα “ρίξε μερικές και για μένα”. Το έκανα, και θα το κάνω.
Ένα από τα αγαπημένα μου πράγματα για την εξαιρετική του διάθεση ήταν το υπέροχο φάσμα των συναισθημάτων του – σπάνιο σε οποιονδήποτε σε οποιαδήποτε ηλικία – γρήγορο και πρόθυμο να διατηρήσει την ισορροπία της στιγμής. Ένα ειρηνικό είδος είναι οι ποιητές – αυτό είναι το μόνο μας όπλο! Ήταν πολεμιστής, στη ζωή του και στο έργο του.
Έδωσε μια ολόκληρη ζωή στη φιλία μας για μερικά χρόνια. Ήταν πάντα έτοιμος να αναγνωρίσει τη δυσκολία και πάντα έτοιμος να αρνηθεί να παραδοθεί σ΄αυτήν.
Μιλώντας για τα προβλήματά μας και στη συνέχεια προσπαθώντας να τα φωτίσουμε κατάλληλα (κάτι που μερικές φορές δεν ήταν καθόλου εύκολο!), έπαιρνε μια βαθιά ανάσα και έλεγε: «Αγαπητή μου, η αγάπη είναι ένα υπέροχο πράγμα».