Συνέντευξη στον Γιάννη Ν. Μπασκόζο.
Ο Γιώργος Σκαμπαρδώνης , στο νέο μυθιστόρημα του με τίτλο «Ο υπουργός της νύχτας» παρουσιάζει την τραγελαφική ελληνική κοινωνία όπου ο υπόκοσμος της τέμνεται επικίνδυνα με τον πολιτικό κόσμο.
Κύριε Σκαμπαρδώνη στον «Υπουργό της νύχτας» παρουσιάζετε την εικόνα της Ελλάδας, μια χώρας χωρίς ηθική. Ή με την ηθική της μη ηθικής. Βλέπετε να έχει αλλάξει προς το χειρότερο σήμερα;
Καταρχήν το βιβλίο είναι ένα μυθιστόρημα. Στον δικό του κόσμο (που δεν είναι όπως καλά ξέρετε ρεπορτάζ της πραγματικότητας) η «ηθική» είναι μια συγκεχυμένη επίκληση – όπως πάντα άλλωστε. Διότι το ερώτημα ανέκαθεν είναι «ποιος θέτει την έννοια τη ηθικής και τι αυτή σημαίνει» ή, ποιά συμφέροντα και ιδεολογίες υπηρετεί. Απ’ τον Θουκυδίδη ακόμα, η ηθική δεν συμπίπτει πάντα με την πολιτική, απεναντίας – ωστόσο κι αυτός αναφέρεται στην αρετή, σε ένα σύστημα δηλαδή αξιών που υπηρετεί την πατρίδα, την προάσπιση της πόλης. Το θέμα είναι τεράστιο. Στο βιβλίο η μη-ηθική έχει την έννοια της καταστρατήγησης της ιεραρχίας, των θεσμών, της αξιολόγησης, την κυριαρχία της τυχαιότητας, της ευνοιοκρατίας, του ψευδούς ιδεολογήματος, της διχασμένης συνείδησης, του τυχοδιωκτισμού και του μικρο-ιδιοτελούς κυνισμού. Τώρα, στην πραγματικότητα: προφανώς έχει επιδεινωθεί η εν γένει κατάσταση. Και εκείνες οι δυνάμεις που επικαλούνταν μια φλού «ηθική υπεροχή», (με ποια έννοια άραγε, και ποια κριτήρια;) και που είναι, εξάλλου, αστική κι όχι μαρξιστική επαγγελία, φαίνεται να απογυμνώνονται, όπως ήταν αναμενόμενο για όποιον είχε μελετήσει μη-δογματική Ιστορία. Πάντως το ζήτημα είναι ανοιχτό. Ο Μακιαβέλι έλεγε πως μια πολιτική είναι ηθική, όταν είναι επιτυχημένη. Και υπάρχει και η αισθητική- ηθική στη μέση. Ανοίγουμε μεγάλη κουβέντα, σε μικρό εμβαδόν.
O ήρωας σας, ο Πρίμο είναι ένας μοναχικός λύκος με μια δική του ηθική. Τι αντιπροσωπεύει για σας αυτός ο χαρακτήρας;
Ο κεντρικός ήρωας είναι ένας μηδενιστής-χαρτοπαίχτης τυχοδιώκτης. Η ιδεολογία του είναι η μη-ιδεολογία ενός αυτοπαθούς νιχιλιστή, που δεν επαγγέλλεται τίποτα για τους άλλους. Δεν προτείνει καμιά σωτηρία. Βλέπει τα πράγματα συνολικά, με βάση την τυχαιότητα, και από το ύψος του θανάτου. Ξέρει, διακρίνει την φενάκη, τις αυταπάτες, τις κατασκευές, τις παρηγορητικές ιδέες, τον ερεβώδη ατομισμό και την εκ γενετής παθογένεια του ανθρώπου, και νιώθει ξένος, ορφανός, χωρίς σκοπό και Θεό. Ζεί μόνο για το ρίσκο και την ηδονή του παιγνίου, ως αυτοσκοπού. Είναι απαρηγόρητος. Έχει έναν άξονα θεληματικής και διαρκούς διακινδύνευσης, και κατανοεί τους άλλους που δεν τον καταλαβαίνουν. Τους συγχωρεί, τους δικαιολογεί. Ξέρει ότι με βάση την δική τους αντίληψη, έχουν δίκιο. Ότι προσπαθούν να επιβιώσουν, με κάθε τρόπο. Από εκεί προκύπτει και η όποια ευαισθησία και ο ιπποτισμός του, η κατανόηση και η περίεργη γενναιοδωρία του. Αλλά μέσα απ’ την δική του μηδενιστική κι ανέλπιδη πορεία, αναδεικνύονται ανακλαστικά και οι αυταπάτες, η απελπισία και οι στρεβλώσεις των άλλων.
Είναι φανερό στο μυθιστόρημά σας ότι σχολιάζετε την ποιότητα του πολιτικού κόσμου, αυτών που επιλέγουν να γίνουν βουλευτές και υπουργοί. Νιώθετε απογοήτευση από τη σημερινή κατάσταση; (π.χ. περίπτωση Πολάκη)
Πολλάκις ο Πολάκης έχει επιδείξει αυτή την ιδιόμορφη τρυφερότητα. Ίσως αργότερα να έχει ασυγκρίτως μεγαλύτερη επιτυχία, αν ανοίξει μια μοντέρνα τραμπουκερί. Πάντως θεωρώ πως ο κ. Πολάκης είναι ο λιγότερο επικίνδυνος, άσχετα αν δείχνει κάποιου είδους παλικαράδικη προπέτεια. Υπάρχουν άλλοι, πιο κομψοί κι ευγενείς, εμμονικοί του απόλυτου ιδεολογήματος, που είναι πιο επίφοβοι. Δεν ξέρω. Και δεν νιώθω απογοήτευση γενικώς με ό, τι συμβαίνει, γιατί δεν περίμενα κάτι άλλο. Αλλά, βεβαίως αισθάνομαι οργή και απελπισία. Την κατάσταση που ζούμε δεν μπορείς να την περιγράψεις, διότι απλώς δεν περιγράφεται. Γι’ αυτό εξάλλου καταφεύγουμε και στην λογοτεχνία, η οποία μπορεί να συναξάρει τα πάντα με έναν άλλο τρόπο, αφαιρετικό, συμπυκνωμένο, πολυσημικό, ειρωνικό, τραγικό και ωστόσο οδυνηρά απολαυστικό, ελπίζω.
«Είμαστε όλοι στην ίδια βάρκα», είχε πει ο Μπερλίνγκουερ και τον αναφέρει ένας ήρωας σας για να σχολιάσει την ανυπαρξία διαχωρισμού δεξιάς και αριστεράς. Ποια είναι η έννοια της αριστεράς σήμερα;
Η λέξη, η έννοια «αριστερά», με βάση την θεωρία, δεν σημαίνει τίποτε. Είναι επινοημένο ημισκούμπριο. Υπάρχει μόνο ο κομουνισμός και η σοσιαλδημοκρατία. Ίσως και ο λατινοαμερικάνικος μπανανοειδής σοσιαλισμός, που επίσης είναι νόθος, ένα είδος Μαδουρολοίμωξης. Η «αριστερά» είναι λέξη ασαφής, έως αποπλανητική. Θολώνει τα νερά. Και οφείλει, εν προκειμένω, κανείς, όταν πολιτεύεται, να λέει ξεκάθαρα τι πιστεύει. Το τέχνασμα του ΕΑΜ είχε κάποια επιτυχία, αλλά δεν ξαναγίνεται. Επαναλαμβάνω: υπάρχει μόνο η σοσιαλδημοκρατία και κομουνισμός. Ακόμα και ο ευρωκομουνισμός, ο Γκραμσισμός, ή ο Αλτουσέρ, παρότι επικαλούνται ειρηνική μετάβαση, δεν αλλάζουν στην θεωρία τους την δομή του κόμματος, δηλαδή την Λενινιστική δομή, τον Λενινιστικό τρόπο διακυβέρνησης, που ξέρουμε σε τι Παραδείσους κατέληξε όπου εφαρμόστηκε. Ο Μπερλιγκουέρ με την φράση που αναφέρατε, εννοούσε πως η χώρα και τα συμφέροντά της προηγούνται του ιδεολογήματος. Κατάλαβε νωρίς πολλά πράγματα. Δυστυχώς τέτοιοι ηγέτες σπανίζουν. Στην διάδοχη κατάσταση εμφανίζονται οι Μπέπε Γκρίλο.
Τα κείμενα σας διαθέτουν πάντα την ειρωνεία, το πέρασμα από το τραγικό στην φανφάρα. Είναι ένα μυθιστορηματικό εργαλείο ή τι άλλο;
Η ζωή δεν είναι νοβοπάν τραγικότητας. Δεν είναι μονοδιάστατη και μονόχορδη. Εκδηλώνεται με άπειρη ποικιλία τόνων, από το δράμα ως την κωμωδία, από το τραγικό ως το αινιγματικό και το παράδοξο, από το τυχαίο και το αβάσταχτο ως το παιγνιώδες και την ευτραπελία. Υπάρχει απέραντος πλούτος τόνων και διέσεων, υπάρχει ο τραγέλαφος, η χαρμολύπη, το χαροποιόν πένθος, τα δάκρυα χαράς, η στυφή πίκρα, ο κλαυσίγελως, και τα λοιπά. Το έλεγε η γιαγιά μου: δεν υπάρχει γάμος χωρίς κλάμα και κηδεία χωρίς γέλιο. Όλα αυτά προσπαθώ να τα μεταγγίσω και στην δική μου πεζογραφία. Αν και είναι δυσκολότερο να αναδείξεις το κωμικό στοιχείο, παρά το τραγικό. Γι’ αυτό κι έχουμε έναν μόνο Αριστοφάνη, αλλά πολλούς τραγικούς ποιητές.
Η τύχη μοιάζει να καθορίζει τους ήρωες σας, κυρίως τον Πρίμο. Νομίζετε ότι αυτή είναι μια γενική αρχή για την κοινωνία δυτικού τύπου σήμερα;
Το θέμα της τυχαιότητας και των παιγνίων (όχι βεβαίως κατά Βαρουφάκη) είναι ένα ζήτημα που θέτει εξαρχής ο Ηράκλειτος και απογειώνει ο Άρθουρ Κέστλερ και άλλοι στοχαστές. Δεν θεωρώ ότι καθορίζει τα πάντα, αλλά έχει βασικό ρόλο, που θέλουμε να ξεχνούμε. Επιμένουμε να έχουμε απόλυτες βεβαιότητες, να τα εξηγούμε όλα λογοκρατικά, καρτεσιανά, για να μπορούμε να αντέξουμε τον βασικό ανορθολογισμό της ύπαρξης. Το θέμα δεν ισχύει μόνο για τον Δυτικό κόσμο, αλλά παντού, σε όλον τον πλανήτη – ίσως και παραπέρα, πιθανώς, στο πως, για παράδειγμα, σύμφωνα με κάποιους διανοητές, δημιουργήθηκε το σύμπαν. Και δεν είναι μόνο ο ήρωάς μου, που πιστεύει, σε μεγάλο βαθμό, στον μοιραίο, συχνά, ρόλο του τυχαίου. Δείτε τα τρία τέταρτα των Ελλήνων που άφησαν τον θείο και έπιασαν το Τζόκερ.
Σε μια τέτοια κατάσταση που ζουν οι ήρωες σας (αλλά και η Ελλάδα) υπάρχει κάτι αγνό, κάτι που μπορεί να λειτουργεί ως αντίδοτο;
Ο κεντρικός ήρωας, ο Πρίμο, παρότι κυνικός και μηδενιστής έχει κάποιαν ενδογενή αυτο-αγαθότητα. Κι αυτό γιατί ζει σαν ξένος, δεν είναι επιθετικά κακός απέναντι στους άλλους. Δεν δρά κανονιστικά, δεν κανοναρχεί, δεν θέλει να επιβάλει ένα ιδεολόγημα. Ζει μόνο για το δικό του βασικό πάθος, το παιχνίδι. Βλέπει τους γύρω με συγκατάβαση, ακόμα και με ευγένεια, αλλά, συχνά και με απέχθεια, με την έννοια ότι ενοχλείται από την φενάκη, την πόζα και τα ψεύδη. Πιστεύω, ωστόσο, ότι μέσα τον ελληνικό λαό, υπάρχει το αγαθό συνειδός, ο πατριωτισμός, η νοικοκυροσύνη, η καλοσύνη και η γενναιοδωρία, η καλή ανατροφή, όπως και η αναίδεια. Δεν υπάρχει όμως μονοδιάστατα καλός, ή κακός. Εκφράζονται όλα, κατά περίσταση. Το καλό και το κακό είναι δεμένα πλάτη με πλάτη. Όταν γυρίζει το ένα, γυρίζει και το άλλο. Η κρίση, βέβαια, αποχαλινώνει κυρίως τα κακά δαιμόνια – ωστόσο βλέπεις γύρω σου, πάλι, να εξυψώνεται, αίφνης, το μεγαλείο ενός απλού ή μη ανθρώπου. Βλέπεις, ξαφνικά, την γενναιοφροσύνη, την ευγένεια, την τόλμη, την θυσία, το χιούμορ και την συγχώρεση. Είναι φανερό ότι πολλά καλά στοιχεία ενδημούν, κι αυτά μας κρατούνε ακόμα ως χώρα και ως έθνος. Αυτά μας κρατούσαν πάντα – παρά τις αστοχίες και τις τρέλες μας, τον βοναπαρτισμό και τον έμφυτο ατομικισμό και αναρχισμό μας. Πως το έλεγε ο Κολοκοτρώνης; Είμαστε παλαβοί, αλλά έχουμε συνετό Θεό. Κάτι θα ήξερε ο Γέρος.
(τμήμα της συνέντευξης δημοσιεύτηκε στην εφ. Επένδυση 23/4/16)