της Αλεξάνδρας Χαΐνη
Η περίπτωση της Miranda July και της Μανίνας Ζουμπουλάκη
Τις προάλλες, σε κάποια παρουσίαση βιβλίου, ένας από τους συμμετέχοντες εξέφρασε την έκπληξή του (στα όρια της ενόχλησης) για την άνεση με την οποία η συγγραφέας αναφερόταν σε θέματα εμμηνόπαυσης. Το ακροατήριο, ειδικά οι γυναίκες, διαμαρτυρήθηκαν εντόνως, εξηγώντας του τα αυτονόητα: ότι δηλαδή, η εμμηνόπαυση είναι κι αυτή μια φυσική διαδικασία και αλλοίμονο αν συνεχίζουμε να την δαιμονοποιούμε – ειδικά στον χώρο της λογοτεχνίας.
Η αλήθεια είναι ότι ο κύριος αυτός δεν είχε απόλυτο άδικο – που ξαφνιάστηκε, εννοώ. Η θεματική της εμμηνόπαυσης και όλων των συμπαρομαρτούντων, λάμπει δια της απουσίας της από την ξένη (ούτε λόγος για την εγχώρια) σύγχρονη λογοτεχνία. Έχουμε διαβάσει αφηγήσεις για τα πάντα -από τα πιο light και mainstream -γεννήσεις, δουλειές, γάμοι, παιδιά, σκυλιά, θάνατοι-, μέχρι τα πιο «ακραία» – σεξουαλικές διαστροφές, άγρια εγκλήματα, κακοποιήσεις παιδιών· η λίστα είναι ατελείωτη, και ενώ τα περισσότερα ταμπού δείχνουν να έχουν προ πολλού καταρριφθεί, η εμμηνόπαυση παραμένει η μεγάλη απούσα κι ας μην υπάρχει μια γυναίκα σε όλα τα πλάτη και τα μήκη του κόσμου που να μην περάσει από αυτή τη «φάση».
Ακόμη και σε επίπεδο «εγχειριδίων», εν είδει οδηγιών προς ναυτιλλομένους, για το «τι να περιμένεις όταν δεν περιμένεις» (παραφράζοντας τη γνωστή σειρά βιβλίων για την εγκυμοσύνη, «What to Expect When You’re Expecting» των Heidi Murkoff και Sharon Mazel, που στα ελληνικά κυκλοφορεί ως «Τι να περιμένεις όταν είσαι έγκυος» από τις εκδόσεις Διόπτρα), η βιβλιογραφία είναι πενιχρή. Ξεχωρίζει το βιβλίο των δημοσιογράφων Mariella Frostrup και Alice Smellie «Cracking the Menopause: While Keeping Yourself Together» (σε ελεύθερη απόδοση «Σπάζοντας το ταμπού της εμμηνόπαυσης και διατηρώντας σώας τας φρένας»), το οποίο παραθέτει απλά και κατανοητά την πληροφορία, εμπλουτίζοντάς την με μαρτυρίες γυναικών σε όλα τα στάδια της κλιμακτηρίου, με αφετηρία όμως τη γενική παραδοχή ότι η συζήτηση για την εμμηνόπαυση εξακολουθεί να είναι «κλειστή» παρότι αφορά τον μισό πληθυσμό της γης. «Ήρθε η ώρα να αρχίσουμε να μιλάμε για την εμμηνόπαυση» γράφει η Frostrup, ξεκινώντας με μια αποκαλυπτική ιστορική αναδρομή από την εποχή του Αριστοτέλη έως σήμερα.
Μια από τις πιο ενδιαφέρουσες θεωρίες που παραθέτει, βγήκε τη δεκαετία του ’50: Πρόκειται για την «Υπόθεση της Γιαγιάς» (Grandmother Hypothesis), η οποία υποστηρίζει ότι οι γυναίκες περνούν στην εμμηνόπαυση επειδή είναι απόλυτα απαραίτητες στην κοινωνία σε μεγαλύτερη ηλικία. Στο ίδιο πνεύμα, η πρωτοπόρος ιστορικός Susan Mattern, στο βιβλίο της «The Slow Moon Climbs: The Science, History, and Meaning of Menopause» (2019) γράφει ότι για τα περισσότερα θηλαστικά η επιβίωση των ειδών εξαρτάται από τον αριθμό των διαδόχων που θα αποκτήσουν μέχρι να πεθάνουν και ότι ο κύκλος της γονιμότητας των θηλυκών έχει αναπτυχθεί έτσι ώστε να επιτυγχάνει αυτή την ανάγκη. Βέβαια, εμείς, οι άνθρωποι, είμαστε διαφορετικοί. Ζούμε πολύ περισσότερο από όσο «επιβάλλει» ο ρόλος του φύλου μας, δηλ. η γέννηση παιδιών. Η Mattern αναφέρει ότι ο άνθρωπος διαφοροποιήθηκε από τους χιμπατζήδες εδώ και 6-10 εκατ. χρόνια, ενώ το φαινόμενο της εμμηνόπαυσης εμφανίστηκε πριν 130.000 χρόνια, όταν χωριστήκαμε ο ένας από τον άλλον για να εξερευνήσουμε στον κόσμο. Τρανή εξαίρεση από το ζωικό βασίλειο θεωρούνται οι φάλαινες, οι οποίες ζουν πολλά χρόνια αφότου σταματήσουν να αναπαράγονται, καθώς δημιουργούν μητριαρχικές κοινότητες, που στηρίζονται σε μεγάλο βαθμό στις «γιαγιάδες» που αναλαμβάνουν ενεργό ρόλο στην υποστήριξη της οικογένειας.
«Ένα κιβώτιο θλίψης»
Αναλογιζόμενη όλα αυτά που έχουμε φορτωθεί στις πλάτες μας αιώνες τώρα, έκανα ένα μίνι γκάλοπ στο γραφείο μου ανάμεσα σε γυναίκες 50+ που διαβάζουν λογοτεχνία και δη όλες τις νέες εκδόσεις, καθώς φυσικά και τις περισσότερες σύγχρονες «γυναικείες φωνές». Σε ποια βιβλία έχετε διαβάσει για το θέμα της εμμηνόπαυσης; Θεωρείτε ότι παραμένει ταμπού; Και αν ναι, για ποιο λόγο, τις ρώτησα. Στις απαντήσεις τους ήταν όλες κάθετες: Δεν είχαν διαβάσει ποτέ και πουθενά αναφορές στην κλιμακτήριο, στην εμμηνόπαυση, στις προεμμηνοπαυσιακές εξάψεις κοκ..
Θα θέλανε να διαβάσουν κάτι σχετικό; Θα εμπνέονταν από μια ηρωίδα που έχοντας πια περάσει τα 50 κάνει τον απολογισμό της ή αλλάζει εντελώς τον τρόπο ζωής της;
Κατέληξαν πως ναι, θα διάβαζαν κάτι σχετικό, γιατί τις αφορά. Παράλληλα όμως παραδέχτηκαν ότι κατανοούν γιατί ως θέμα παραμένει μη ελκυστικό για τον μέσο αναγνώστη αλλά και αναγνώστρια: Οι μεν άντρες θεωρούν τις 50+ γυναίκες ελαφρώς «μπαγιάτικες», επιπλέον ουδέποτε κατανόησαν τι εστί εμμηνόπαυση (εδώ ούτε την περίοδο δεν μπορούν να φέρουν βόλτα), οι δε γυναίκες, δυστυχώς, παρόλο που έχουμε περπατήσει όλα τα δύσβατα φεμινιστικά και μη μονοπάτια, αδυνατούμε ακόμη να πούμε τα πράγματα με το όνομά τους στο χαρτί, γιατί πιθανόν να μην «πουλάει». «Αφενός θεωρείται θέμα ταμπού και αφετέρου αντικατοπτρίζει μια θλίψη, είναι ένα “κιβώτιο” γεμάτο θλίψη, που κουβαλάει η γυναίκα και το οποίο συμβολίζει ένα διπλό “τέλος”: της σεξουαλικής της ζωής, αλλά και της δυνατότητάς της για περαιτέρω εξέλιξη ως προσωπικότητας – και αυτό είναι μια παλιά πατριαρχική αντίληψη, η οποία βεβαίως και δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα», μου είπε η ΝΜ, θέτοντας τον δάκτυλο εις τον τύπο των ήλων.
All Fours
Κάπου εκεί, ανάμεσα σε συζητήσεις και προβληματισμούς, έμαθα με χαρά ότι κυκλοφόρησε στις ΗΠΑ το νέο «coming of -middle- age» μυθιστόρημα της Miranda July «All Fours», το πρώτο λογοτεχνικό βιβλίο που εκδόθηκε στις ΗΠΑ, το οποίο συζητά ανοιχτά και απροκάλυπτα το θέμα της μέσης ηλικίας και της εμμηνόπαυσης.
Η γνωστή Αμερικανίδα πολυσχιδής περσόνα (συγγραφέας, performer, σκηνοθέτρια, ηθοποιός) αφηγείται τη ζωή μιας «όχι-και-τόσο-διάσημης» καλλιτέχνιδας, κάτι σαν το alter ego της, η οποία στα 45 της κάνει, κάπως τυχαία, μια στροφή στη ζωή της. Ξεκινάει για ένα ταξίδι οδικώς από το Λος Άντζελες έως τη Νέα Υόρκη για να συναντήσει μια διάσημη σταρ με την οποία φιλοδοξεί να συνεργαστεί, αλλά σα μια νέας κοπής κυρία Ντάλογουεη, ξεμένει για τρεις εβδομάδες στο δωμάτιο ενός επαρχιακού μοτέλ στην Μονρόβια, μόλις μισή ώρα από το σπίτι της – είναι το δωμάτιο #321 το οποίο θα μετατρέψει σταδιακά σε «ένα δικό της δωμάτιο» (δεν μπορώ να αποφύγω τις έκδηλες αναφορές στην Βιρτζίνια Γουλφ), σε ένα ασφαλές καταφύγιο, όπου μπορεί να είναι ο εαυτός της ή έστω όπου μπορεί να τον αναζητήσει και να πειραματιστεί ελεύθερα.
Εκεί περνάει σε μια άλλη συναισθηματική διάσταση και σε ένα vortex σεξουαλικών φαντασιώσεων (η July είναι εξαιρετική στις περιγραφές ερωτικών συνευρέσεων) που δεν ξέρει ούτε η ίδια πώς να αποκρυπτογραφήσει. «Μήπως περνάς εμμηνόπαυση;» τη ρωτάει κάποια στιγμή μια μεγαλύτερη σε ηλικία φίλη της. Μέχρι εκείνη τη φάση, δείχνει να μην έχει συναίσθηση αυτής της προοπτικής, αυτού του νέου «σταθμού» στη ζωή της. Σύμφωνα δε με όσα έχει ακούσει, διαβάσει από εδώ κι από εκεί και από μια αμυδρή εικόνα των εφιδρώσεων της μάνας της, βλέπει το όλο ζήτημα ως κάτι τρομακτικό, με ανυπολόγιστες επιπτώσεις για όλους τους τομείς της ζωής της. Ταυτόχρονα όμως δεν θα διστάσει να προφασιστεί «προβλήματα κλιμακτηρίου» στο σύντροφό της σε μια ύστατη προσπάθεια να δικαιολογήσει τα αδικαιολόγητα.
Κάποια στιγμή (ακριβώς στο μέσον του βιβλίου – τυχαίο;), σε μια επίσκεψη στη γυναικολόγο της, απορεί που μοιράζεται την αίθουσα αναμονής μαζί με μία γυναίκα σε κατάσταση εγκυμοσύνης και μια άλλη γύρω στα 70, που «κανείς, εκτός από τη γιατρό της, δεν ξέρει τι γίνεται πια ανάμεσα στα πόδια της».
Για να έρθει στη συνέχεια η μεγάλη ανατροπή: μαθαίνει ότι έχει μπει πλέον σε προεμμηνοπαυσιακή τροχιά. Μα πώς είναι δυνατόν να συμβαίνει αυτό σε εκείνη, μια γυναίκα του κόσμου, που έχει δει και κάνει πολλά περισσότερα από μια μέση γυναίκα της ηλικίας της; «Έκατσα στο ζεστό μου αυτοκίνητο, σοκαρισμένη. Δεν μπορούσα να το πιστέψω. Η κλασική περίπτωση του “ψεύτη βοσκού”. Το είχα προκαλέσει μόνη μου στον εαυτό μου χρησιμοποιώντας την εμμηνόπαυση ως άλλοθι. Ή, πιθανότατα, ξαφνικά ήμουν και επίσημα γριά…Τελικά όλα αυτά που πίστευα για τη θηλυκότητα, ήταν απλώς νιάτα».
Ας αποφύγω τα πολλά σπόιλερ, όμως. Το μόνο που θέλω να πω είναι ότι η ηρωίδα (η July δεν της δίνει όνομα, σε αντίθεση με όλους τους υπόλοιπους χαρακτήρες του βιβλίου – έχει ενδιαφέρον μάλιστα το γεγονός ότι στο 9χρονο παιδί της, τον Σαμ, απευθύνεται ως «they», αφήνοντάς του χώρο να βρει μόνο του την ταυτότητα φύλου του), χάρη στην καλοσύνη των ξένων πρωτίστως, θα βγει σταδιακά από το τούνελ και επιπλέον θα διαπιστώσει ότι το νέο αυτό «κεφάλαιο» της ζωής της θα είναι γεμάτο θετικές εκπλήξεις, αμέτρητες δυνατότητες και μεγάλη δύναμη.
Το μυθιστόρημα δεν είναι ένα εγχειρίδιο αυτοβοήθειας για γυναίκες άνω των 50. Όμως, θέτει τα πράγματα στη σωστή τους διάσταση, είναι ειλικρινές, μοιράζεται τους φόβους και τις ανησυχίες μας και εν τέλει λειτουργεί λυτρωτικά αφήνοντας μια έντονη επίγευση αισιοδοξίας και ενισχύοντας την αγάπη για τη ζωή.
«Ήμασταν οι γυναίκες που δεν υπήρχαμε πριν»
Η July έγραψε αυτό το βιβλίο από τα 46 έως τα 49 και όταν πλέον το εξέδωσε, στα 50, είχε μέσες άκρες βιώσει κάποια από τα γεγονότα που περιγράφει σε αυτό. «Όταν έγινα 40 άρχισα να προβληματίζομαι για το μέλλον. Μέχρι τα 30 είχα άπλετη πληροφορία σχετικά με το σώμα μου και το αναπαραγωγικό μου σύστημα και το μόνο που μπορούσα να σκεφτώ ήταν η αίσθηση ότι δεν μιλάμε για τη μέση ηλικία της γυναίκας λόγω “σεβασμού για εκείνην”, πράγμα πολύ περίεργο, καθώς με τις φίλες μου είχαμε έντονες συζητήσεις για τα σώματά μας, για τους γάμους μας, για τις επιθυμίες μας και θέταμε υπό αμφισβήτηση τα πάντα – ήταν σα να λέμε τα 40 πιο ενδιαφέρουσα δεκαετία από την προηγούμενη», θα πει σε μια από τις πρώτες παρουσιάσεις του «All Fours» στο βιβλιοπωλείο «Politics and Prose» στην Ουάσιγκτον.
«Ίσχυαν και τα δύο: ζούσαμε σε αυτή τη φάση της ιστορίας αλλά ταυτόχρονα ήμασταν αυτές οι γυναίκες που “δεν υπήρχαμε πριν”, με την έννοια ότι δεν είχαμε έρθει σε αυτή την ηλικία πριν. Περιττό να πω ότι δεν μπορούσα να βρω ούτε ένα βιβλίο που να αναφέρεται σε αυτό το θέμα. Οπότε έγραψα αυτό το βιβλίο για την αγωνία, για τη ντροπή, αλλά και γι’ αυτή την ριζική αμφισβήτηση των πάντων», εξηγεί και συνεχίζει: «Όταν ξεκίνησα να γράφω μίλησα με γιατρούς, με γυναίκες μεγαλύτερες από μένα και ένιωσα μια σύγχυση· ότι είχα λάβει λάθος πληροφόρηση, η οποία όμως δεν είχε διορθωθεί και ότι αυτό που έπρεπε να κάνουμε ήταν το αντίθετο από αυτό που μας λένε ότι πρέπει να κάνουμε. Ένιωσα την ανάγκη να το επικοινωνήσω και μου φάνηκε ενδιαφέρον -αν και αρκετά δύσκολο- να το κάνω μέσω ενός μυθιστορήματος.»
«Όλη αυτή η ιστορία με τις ορμόνες στην προεμμηνοπαυσιακή φάση, είναι μόνο ορμόνες – είναι η εποχή που πρέπει να κοιτάξεις ξανά τα πράγματα. Όπως γίνεται και στο σώμα σου, περνάς στο επόμενο μισό της ζωής σου και είναι πλέον η ώρα να χαράξεις την πορεία σου. Ήρθε ένας άντρας σε μια παρουσίαση και μου είπε “νομίζω ότι είμαι μια προεμμηνοπαυσιακή γυναίκα” και αυτό δεν είναι περίεργο γιατί όλοι έχουμε εγγεγραμμένα αρσενικά μοντέλα και αντίστροφα, εγώ για παράδειγμα είχα ταυτιστεί κάποια στιγμή με τον Don Draper» (τον πρωταγωνιστή της δημοφιλούς σειράς «Mad Men»).
Η July θεωρεί τον εαυτό της πολύ τυχερό: «Είχα μια μεγάλη καριέρα και έκανα επίσης και όλα τα “φυσιολογικά”, τα αναμενόμενα, πράγματα -μια ερωτική σχέση, έναν γάμο, ένα παιδί– όμως αυτή η τύχη κάποια στιγμή εξαντλήθηκε, ο χώρος περιορίστηκε και άρχισα να αναρωτιέμαι γιατί δεν τον δημιούργησα, όπως δημιούργησα και το άλλο κομμάτι της ζωής μου. Όλα αυτά δεν τα ήξερα όταν ξεκίνησα το βιβλίο, αλλά από ένα σημείο και πέρα το βιβλίο έγινε ο σύντροφός μου, εκεί κατέφευγα με όλες τις σκέψεις μου, τις μαύρες νύχτες μου… Κατά μια έννοια το βιβλίο δημιούργησε χώρο ΓΙΑ μένα» εξομολογείται.
Και μια εξαίρεση που επιβεβαιώνει τον κανόνα
Η δημοσιογράφος και συγγραφέας Μανίνα Ζουμπουλάκη, είναι ίσως η εξαίρεση – που επιβεβαιώνει τον κανόνα. Η Ζουμπουλάκη δεν μασάει τα λόγια της. Στα βιβλία της, με αφοπλιστικό χιούμορ, δεν διστάζει να αυτοσαρκαστεί, και κυρίως να πει τα πράγματα με το όνομά τους, χωρίς υπεκφυγές και κοινωνικές αναστολές. Στη στήλη που διατηρεί στην «Athens Voice», ήταν ανέκαθεν ανοιχτή για την ηλικία της, για τα βάρη της δουλειάς της, για την οικογένειά της. Με τον ίδιο τρόπο, με χιούμορ και αυτοσαρκασμό, στο τελευταίο της μυθιστόρημα «Κακή νοικοκυρά, μέτρια μαγείρισσα, τουρίστρια μάνα», μιλάει και για την εμμηνόπαυση. Η πρωταγωνίστριά της, η 50χρονη Σόνια, ζορίζεται. Με όλα: το σπίτι της είναι άνω κάτω, ο σύζυγός της έχει εξαφανιστεί αλλά της στέλνει απανωτά ΘΜ (θυμωμένα μηνύματα), τα οικονομικά της είναι πενιχρά, τα δυο παιδιά της περνάνε ζόρικη εφηβεία.
Δεν είναι τυχαίο που κάποια στιγμή η Σόνια -ως μια ελληνικής κοπής αυτή τη φορά κυρία Ντάλογουεη/Miranda July- θα εκφράσει την επιθυμία να βρεθεί μόνη σε ένα δωμάτιο πολυτελούς ξενοδοχείου με φρου-φρου και αρώματα· εκείνη ωστόσο δεν θα το τολμήσει, δεν θα φύγει, αλλά θα προσγειωθεί ανώμαλα, στο κενό μεταξύ χαλασμένου πλυντηρίου και άδειου ψυγείου, για να συνειδητοποιήσει ότι σε όλο το διάστημα που πάσχιζε ζογκλερικά να τα φέρει βόλτα, της διέφυγε επιπλέον ένα σημαντικό μομέντουμ της ενήλικης ζωής της: το γεγονός ότι πέρασε κλιμακτήριο. «Το διαπίστωσα τυχαία, προσέχοντας ότι οι σερβιέτες και τα ταμπόν στο κομοδίνο μου δεν λιγόστεψαν ούτε τελείωσαν, κι έπειτα θυμήθηκα ότι δεν θυμάμαι πότε μου ήρθε περίοδος τελευταία φορά» λέει, ενώ σπεύδει να διευκρινίσει: «Δεν αισθάνομαι στενοχώρια, μόνον ανακούφιση. Γλίτωσα το έξοδο του τρίπτυχου σερβιέτα-ταμπόν-Buscopan (παυσίπονο), που φορτώνεται η μέση γυναίκα από την εφηβεία μέχρι τη μέση ηλικία της…».
Γιατί απουσιάζει από τη λογοτεχνία το θέμα της εμμηνόπαυσης, ρώτησα τη Μανίνα Ζουμπουλάκη. «Θέλω να βάλω τα γέλια, πραγματικά. Το ότι η εμμηνόπαυση παραμένει το πιο μεγάλο ταμπού, πιο μεγάλο και από την περίοδο και από το σεξ (θυμάμαι όταν ήμουν νεότερη, τι άκουγα που έγραφα για σεξ) με ξεπερνάει», μου απάντησε. «Σαφώς υπάρχει ηλικιακός ρατσισμός, σε σχέση με τις γυναίκες τουλάχιστον. Γράψαμε ένα σενάριο με την Όλγα Μαλέα για δύο γυναίκες 59 ετών που αφήνουν τους άντρες τους και πάνε να ζήσουν σε ένα νησί. Ξέρεις τι μας απάντησαν; Ωραίο, αλλά κάντε τις λίγο πιο νέες, γύρω στα 45 πχ., και το συζητάμε. Θυμάμαι από μικρή να ακούω τη λέξη “κλιμακτηριακιά” σαν βρισιά – νόμιζα ότι οι γυναίκες στην κλιμακτήριο βγάζουν κέρατα!»
Την ίδια στιγμή ωστόσο συμβαίνει το εξής παράδοξο, συνεχίζει η Ζουμπουλάκη: το θέμα «Εμμηνόπαυση: Τι αλλάζει στη ζωή της γυναίκας» στη σειρά podcast «40+ Μη σκαλώνεις που μεγαλώνεις» που κάνει κάθε εβδομάδα με την Ελένη Ψυχούλη στην «Athens Voice», είχε μεγάλη επισκεψιμότητα, είχε τηλέφωνα, είχε συζητήσεις με ακροάτριες και αναγνώστριες.
Τότε γιατί είμαστε ακόμη τόσο πίσω, επέμεινα. Για τη Ζουμπουλάκη η κουλτούρα είναι «male oriented» -έχει στο επίκεντρο τους άντρες- και οι γυναίκες συνεχίζουν να το αποδέχονται· λίγες είναι εκείνες που θα το ψάξουν περαιτέρω. «Αυτή είναι η κυρίαρχη ιδεολογία, την οποία δυστυχώς αναπαράγουν και οι περισσότερες γυναίκες, ειδικά όσες βρίσκονται σε θέσεις εξουσίας, όπως για παράδειγμα οι γυναικολόγοι.» Αποτέλεσμα να μην υπάρχει αντίλογος, αλλά να διαιωνίζονται οι ίδιες παρωχημένες αντιλήψεις που δεν βοηθάνε βέβαια ούτε τους άντρες στις σχέσεις τους με τις γυναίκες.
***
Θα κλείσω με μια αισιόδοξη κουβέντα που είχα για το θέμα με έναν φίλο που έχει ιδιαίτερη αδυναμία στις γυναίκες άνω των 50: «Θέλω να τους αφιερώσω ένα βιβλίο γι’ αυτό που βλέπω· ότι μετά την εμμηνόπαυση οι γυναίκες ανθίζουν, ότι είναι η ωραιότερη ηλικία, το μυαλό λειτουργεί καλύτερα, έχουν απαλλαγεί από τις όποιες φορεμένες αγωνίες και υποχρεώσεις και μπορούν πλέον να κάνουν αυτά που θέλουν.»
Ιδού λοιπόν, πεδίον δόξης λαμπρόν. Ή όπως λέει η Ελένη Ψυχούλη, αν η ζωή ήταν videogame, τότε η εμμηνόπαυση σηματοδοτεί μια νέα πίστα. Συγχαρητήρια!
Who is Who
H Miranda July είναι σκηνοθέτης, εικαστική καλλιτέχνης και συγγραφέας. Το All Fours είναι το δεύτερο μυθιστόρημά της μετά το «The First Bad Man» (2015). Έχει γράψει επίσης συλλογές διηγημάτων και δοκιμίων, τα οποία έχουν μεταφραστεί και κυκλοφορήσει σε 23 χώρες και έχει δημοσιεύσει κείμενα σε περιοδικά όπως «The Paris Review», «Harper’s» και «The New Yorker». Μεταξύ πολλών άλλων ταινιών και ντοκιμαντέρ, έγραψε, σκηνοθέτησε και πρωταγωνίστησε στο «Me and you and Everyone We Know». Η ταινία, που προβλήθηκε και στην Ελλάδα το 2005 ως «Εγώ, Εσύ Και Όλοι Οι Γνωστοί», βραβεύτηκε με Camera d’Or στις Κάννες και στο φεστιβάλ του Sundance και είναι ένα μικρό διαμάντι, το οποίο επανακυκλοφορεί από την Criterion. Στα ελληνικά κυκλοφορούν τα βιβλία της «Ο πρώτος κακός»(εκδ.Παπαδόπουλος), και τα συλλογικά έργα «Της αγάπης μου ο σπουργίτης πέταξε» και «Το βιβλίο του Άλλου»(εκδ. Τόπος). Περισσότερα στην ιστοσελίδα της https://mirandajuly.com.
Και μια υποσημείωση: Το «All fours» είναι ένα παραδοσιακό αγγλικό παιχνίδι με χαρτιά, ιδιαίτερα δημοφιλές στις παμπ και στις ταβέρνες αλλά και στους κύκλους των ευγενών, που εξελίχθηκε ως «τυχερό παίγνιο» στον 19ο αιώνα. Δεν ξέρω αν από αυτό εμπνεύστηκε τον τίτλο η July ή από το έργο της καλύτερής της φίλης, της γλύπτριας Jordi, το οποίο αναφέρει στο βιβλίο: «Μια ακέφαλη γυναίκα στους αγκώνες και στα γόνατα. “Όλοι θεωρούν ότι η σκυλίσια στάση είναι η πιο ευάλωτη”, είπε η Jordi, όμως “στην πραγματικότητα είναι η πιο σταθερή στάση. Σαν ένα τραπέζι. Είναι δύσκολο να σε ρίξουν κάτω όταν είσαι στα τέσσερα”.»
Η Μανίνα Ζουμπουλάκη γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Καβάλα. Γράφει στα περιοδικά από την αρχή της δεκαετίας του ’80 μέχρι και σήμερα, χωρίς διακοπή, ενώ κατά καιρούς έχει διατελέσει και ραδιοφωνική παραγωγός. Από το 2005 μέχρι διατηρεί τη στήλη «Ζωντανός στην Πόλη» στην «Athens Voice». Έχει κάνει περί τις 35 μεταφράσεις στον Κάκτο, έχει γράψει 18 βιβλία, δύο σενάρια ταινιών μεγάλου μήκους, δύο σήριαλ, ένα σενάριο τηλεταινίας, ένα θεατρικό που ανέβηκε στο Ίδρυμα Κακογιάννη και πολλά διηγήματα. Αυτή την περίοδο τέσσερα δικά της νούμερα έχουν συμπεριληφθεί στην επιθεώρηση του Σταμάτη Φασουλή «Τότε, τώρα, πάντα», που ανεβαίνει στις 15 Ιουνίου 2024 στο Άλσος. Τα βιβλία της Μανίνας Ζουμπουλάκη κυκλοφορούν από τις Εκδόσεις Παπαδόπουλος.