της Λίλας Κονομάρα.
Όπως και ενός άλλου διάσημου ζευγαριού της μεσαιωνικής εποχής, του Τριστάνου και της Ιζόλδης, ο έρωτας του Αβελάρδου και της Ελοΐζας ταξιδεύει ανά τους αιώνες εμπνέοντας πλήθος στοχασμών, καλλιτεχνικών έργων και επιστημονικών πραγματειών.
Γνωστός ήδη από τις πολύ ενδιαφέρουσες Παραλογές και από το Γιοι και κόρες, ο σκηνοθέτης Γιάννης Καλαβριανός ανεβάζει στις 1 και 2 Ιουνίου, στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών, μια παράσταση με τίτλο Αβελάρδος και Ελοΐζα. « Η ιστορία τους ήταν η συναρπαστικότερη που διάβασα τα τελευταία χρόνια», λέει. «Με συνεπήρε από την αρχή η ορμή της σκέψης και του έρωτά τους, η αποφασιστικότητα των επιλογών τους και η ανυποχώρητη ανάγκη τους να ακολουθήσουν με όποιο κόστος τις ιδέες και τις αρχές τους, ζώντας υπό το άγρυπνο βλέμμα της αυστηρής δυτικής εκκλησίας και των λειτουργών της. Τα παραπάνω ζητήματα, μαζί με το γεγονός πως ουσιαστικά δεν τους γνωρίζουμε ευρέως στην Ελλάδα, συνετέλεσαν στην απόφασή μου να ασχοληθώ με τη σκηνική μεταφορά της ζωής τους».
Ο Πιέρ Αμπελάρ γεννιέται το 1079 και παρότι ως πρωτότοκος προορίζεται να ασχοληθεί με τα όπλα, προτιμά όπως αναφέρει ο ίδιος «την πανοπλία των διαλεκτικών επιχειρημάτων και τα κληροδοτήματα της φιλοσοφίας». Καθηγητής στη Θεολογική Σχολή του Παρισιού και υπέρμαχος της διαλεκτικής, συμμετέχει στις αντιπαραθέσεις των ρευμάτων της νοησιαρχίας και της βουλησιαρχίας οι οποίες αποτελούν και το εναρκτήριο συμβάν της νεωτερικότητας στη Φιλοσοφία.
Η εξουσία του Θεού είναι απόλυτη ή διατεταγμένη; Είναι δηλαδή άναρχη ή έχει κάποιους εσωτερικούς κανόνες που ο άνθρωπος σε κάποιο βαθμό μπορεί να γνωρίσει; Τι προηγείται, η νόηση ή η βούληση; Ο νομιναλισμός, αμφισβητώντας τα universalia, – τα ‘καθόλου’ κατά τον Αριστοτέλη – προκρίνει τη βούληση, λέγοντας πως ο Θεός είναι απόλυτη βούληση που δεν δεσμεύεται από τίποτα. Σύμφωνα με τον Αβελάρδο, τα ‘καθόλου’ δεν έχουν αντικειμενική πραγματικότητα αλλά δεν είναι και κενές λέξεις, όπως υποστήριζε ο νομιναλισμός. Με τις νεωτεριστικές του ιδέες και το ανήσυχο πνεύμα του κερδίζει την αφοσίωση και τον ενθουσιασμό των μαθητών του.
Το 1118, ο εφημέριος Φιλιμπέρ εμπιστεύεται στον Αβελάρδο την πνευματική καλλιέργεια της ανιψιάς του Ελοΐζας και τον προσλαμβάνει ως δάσκαλό της. Η πνευματική έλξη μεταξύ τους εξελίσσεται σε ένα μεγάλο έρωτα και η Ελοΐζα μένει έγκυος. Ο Αβελάρδος την μεταφέρει κρυφά στη Βρετάνη όπου εκείνη φέρνει στον κόσμο το παιδί τους. Σε μία της επιστολή προς τον αγαπημένο της, παρά την επιθυμία του τελευταίου να νομιμοποιήσει τη σχέση τους, εκείνη τον αποτρέπει λέγοντάς του ότι κάτι τέτοιο θα στεκόταν εμπόδιο στην πνευματική του σταδιοδρομία. Ωστόσο ο Αβελάρδος επιμένει και ο γάμος τελείται κρυφά. Ξεσπά μεγάλο σκάνδαλο και ο Φιλιμπέρ διατάζει την τιμωρία του Αβελάρδου πληρώνοντας μπράβους οι οποίοι τον ευνουχίζουν. Ο Αβελάρδος διασύρεται δημόσια και τελικά αποσύρεται στο αβαείο του Σαιν Ντενί. Η Ελοΐζα γίνεται επίσης μοναχή.
Το σκάνδαλο δεν καταφέρνει να αναχαιτίσει τις πνευματικές αναζητήσεις του Αβελάρδου ο οποίος γράφει την πρώτη του πραγματεία περί θεολογίας. Διδάσκει ότι αμαρτία υπάρχει μόνον όταν συντρέχει κακία και δόλια πρόθεση πράγμα που στα μάτια της εκκλησίας τον καθιστά αιρετικό αφού αρνείται το προπατορικό αμάρτημα. Διασύρεται εκ νέου και τα βιβλία του καίγονται στην πλατεία του Αγίου Πέτρου στη Ρώμη. Ο Αβελάρδος στοχάζεται επίσης πάνω στο πρόβλημα της γλώσσας και συγγράφει διάφορες θεολογικές πραγματείες (Ηθικά ή Γνώθι σαυτόν, Ναι ή Όχι κλπ.)
Επί δέκα χρόνια, το ζευγάρι ανταλλάσσει επιστολές και δεν συναντιέται παρά μόνο μία φορά. Σύμφωνα με το θρύλο, η Ιωσηφίνα Βοναπάρτη, 700 χρόνια μετά τον θάνατό τους, μαθαίνει την ιστορία τους και αποφασίζει να πραγματοποιήσει την τελευταία επιθυμία της Ελοΐζας, να ταφεί πλάι στον αγαπημένο της. Τα οστά τους μεταφέρονται σε κοινό τάφο στο κοιμητήριο του Père Lachaise.
Οι επιστολές τους ήταν γνωστές ήδη από τον Μεσαίωνα. Τον 17ο αιώνα μεταφράζονται από τα λατινικά στα γαλλικά από τον Bussy-Rabutin ο οποίος όμως παίρνει πολλές ελευθερίες πάνω στο πρωτότυπο. Επί έναν αιώνα και πλέον, όλοι εκλαμβάνουν τη μετάφρασή του ως πρότυπο και κάνουν το ίδιο μ’ αυτόν, προσθέτοντας και αφαιρώντας αποσπάσματα κατά βούληση χωρίς να σέβονται ούτε τη χρονολογική σειρά ούτε την εξέλιξη των αισθημάτων.
Αργότερα, όταν επιτέλους οι επιστολές μεταφράζονται με ακρίβεια, αμφισβητείται η εγκυρότητά τους. Για κάποιους θεωρούνται έργο κάποιου επιδέξιου συγγραφέα ο οποίος εμπνεύστηκε από τον έρωτά τους. Για άλλους, ο Αβελάρδος είναι ο αποκλειστικός συντάκτης των επιστολών καθώς διακρίνουν πολλές ομοιότητες στο ύφος και στο λεξιλόγιο. «Για να γνωρίσω τους ήρωες και να μάθω τη ζωή τους», λέει ο σκηνοθέτης Γιάννης Καλαβριανός, «διάβασα όσο περισσότερο μπορούσα μέσα σε δύο χρόνια. Το κείμενο είναι πρωτότυπο εκτός από την ενότητα των γραμμάτων όπου έχουν χρησιμοποιηθεί αποσπάσματα από την επιβεβαιωμένη ως αυθεντική αλληλογραφία του ζευγαριού, η οποία μεταφράστηκε από τον Γιώργο Γλάστρα. Πολύτιμη υπήρξε επίσης η μετάφραση του κειμένου Ελοΐζα και Αβελάρδος του Ετιέν Ζιλσόν από τον κ. Γιάννη Μ. Καλιόρη, για την κατανόηση και την ερμηνεία σημείων της αλληλογραφίας τους και τον ευχαριστώ θερμά».
Πέραν της εξαιρετικής περιγραφής του fin’amor, αυτού του έρωτα ο οποίος στο Μεσαίωνα ισοδυναμούσε με απόλυτη αφοσίωση που έφθανε ως το θάνατο, οι επιστολές θίγουν σημαντικά ζητήματα ηθικής και ιστορίας.
Η ιστορία του Αβελάρδου και της Ελοΐζας, σύμβολο της αιώνιας αγάπης η οποία άνθισε μέσα στο απολύτως εχθρικό θεοκρατικό κράτος της εποχής, αποτέλεσε τους επόμενους αιώνες πηγή έμπνευσης για πολλούς καλλιτέχνες. Φρανσουά Βιγιόν, Ρουσώ (Julie ou La nouvelle Héloïse), Μαρκ Τουαίν (The Innocents Abroad), Ντάριο Φο (L’amore e Lo Sghignazzo) και άλλοι πολλοί συνέθεσαν ποιήματα, μυθιστορήματα, θεατρικά και μουσικά έργα ορμώμενοι από τον έρωτά τους. Η Μάρθα Γκράχαμ χορογράφησε το 1926 το μπαλέτο From Heloise to Abelard. O Cole Porter τους αναφέρει στο τραγούδι του Just one of those things.
Où est la très sage Héloïs
Pour qui châtré fut puis moine
Pierr Asbaillart à Saint-Denis ?
François Villon Ballade des dames du temps jadis (1461)
Η παράσταση του Γ. Καλαβριανού (Πειραιώς 260, αίθουσα Δ) ανεβαίνει με πρωταγωνιστές την Ελένη Κοκκίδου, τον Γιώργο Γλάστρα, τη Χριστίνα Μαξούρη καθώς και δεκατρείς ερασιτέχνες ηθοποιούς οι οποίοι ανήκουν στο Πολιτιστικό Τμήμα Εργαζομένων της ΑΤΕ-Πειραιώς. «Οι 13 ουσιαστικά αποτελούν έναν Χορό», αναφέρει ο σκηνοθέτης, «και μεταφέρουν στη σκηνή όλες εκείνες τις δυσκολίες, τις αντιδράσεις και τα εμπόδια που συνάντησε το ζευγάρι στο δρόμο του. Είναι θα λέγαμε το συμπαγές τείχος της κοινής λογικής πάνω στο οποίο συγκρούστηκαν και ξεψύχησαν οι δύο εραστές».