Του Αριστοτέλη Σαΐνη.
«Το φως ισούται πάντα μ΄ ένα άλλο φως.
Ύστερα άλλαξε: από φως έγινε αβέβαιη αυγή
[…] και φως η ελπίδα απέκτησε καινούριο.»
P.P.Pazolini, “La Resistenza e la sua luce” (1961)
Φιλοσοφία και λογοτεχνία, αφήγηση και ψυχανάλυση, μεγάλη και μικρή ιστορία, ποίηση και κινηματογράφος, θεωρία της εικόνας και ιστορία της τέχνης, πολιτική και πολιτισμική ιστορία, ανθρωπολογία και φυσική ιστορία συμπράττουν στο αστραφτερό δοκίμιο Η επιβίωση των πυγολαμπίδων του Ζωρζ Ντιντί-Υμπερμάν (Georges Didi-Huberman, 1953, ελληνικά εκδόσεις Vesta). Κυνηγός κολεόπτερων, ο Γάλλος στοχαστής, φιλόσοφος και ιστορικός Τέχνης, αιχμαλωτίζει με την απόχη του φευγαλέες στιγμές από τη μακρά πορεία μιας σκοτεινής λογοτεχνικής εικόνας, παρακολουθώντας τις μεταμορφώσεις, μεταλλάξεις και αντιστροφές της από τον Δάντη στο έργο του Παζολίνι και στη νεωτερική ιστορία. Από μικροσκοπικά φώτα που αργοσαλεύουν στον όγδοο κύκλο της Κόλασης, μακριά από το μέγα φως (luce) που καταυγάζει τον Παράδεισο, οι ψυχές των «δόλιων συμβούλων» και των διεφθαρμένων πολιτικών, κυκλοφορούν σήμερα ελεύθερες κάτω από το φως των μεγάλων προβολέων, ενώ κάθε εστία αντίστασης και οι ανίσχυροι λαοί πλανιόνται στο σκοτάδι σαν πυγολαμπίδες (lucciole). Οι πυγολαμπίδες έχουν νικηθεί οριστικά, έχουν αφανισθεί και κείτονται καρφιτσωμένες κάτω από τεχνητό φως στο τραπέζι του ανατόμου; Υπάρχει ελπίδα; Ή το θανατηφόρο φως της οθόνης και το πανοπτικό μάτι της κάμερας επιτήρησης έχουν ισοπεδώσει τα πάντα;
Ξημερώματα της 8ης Απριλίου του 1300 και ένα όραμα έφερε τον Δάντη στο βάθος μιας κοιλάδας προσπαθώντας να διασχίσει το σκοτεινό δάσος και να ανέβει σε έναν λόφο, πριν μια λύκαινα, ένας λέων και μια λεοπάρδαλη τον εμποδίσουν. Τότε εμφανίζεται ο δάσκαλός του για να τον πάρει από το χέρι σε ένα ταξίδι πέρα από τον Αχέροντα, στους επάλληλους κύκλους των αμαρτωλών και στον όγδοο κύκλο της κόλασης, στις τάφρους του οποίου κολάζεται το απόλυτο Κακό: πύρινη βροχή κατακαίει τους τοκογλύφους, διάβολοι μαστιγώνουν ανελέητα τους δολιοφθορείς των γυναικών, κόλακες βουλιάζουν σε λάκκους με περιττώματα, διεφθαρμένοι κληρικοί φλέγονται ασταμάτητα σαν λαμπάδες, μάγοι και μάντισσες περπατούν ανάποδα ολοφυρόμενοι, σιχαμερά ερπετά βασανίζουν τους κλέφτες, μοναχοί σέρνουν ασταμάτητα τα κουρασμένα βήματά τους κάτω από μολυβένιες κάπες, μίμοι και παραχαράκτες βασανίζονται από ανίατες αρρώστιες, δαίμονες πετσοκόβουν ανελέητα το δέρμα όσων έσπειραν τη διχόνοια, πολιτικοί, τέλος, βυθισμένοι σε λάκκο με πίσσα με τους δαίμονες να τους τρυπούν με τρίαινες.
Στο ΧΧVI άσμα, ο ποιητής σταματά αποκαμωμένος και το βλέμμα του επισκοπεί τον κατ’ εξοχήν πολιτικό όγδοο κύκλο της κόλασης. Στην όγδοη τάφρο οι «δόλιοι σύμβουλοι» καίγονται μέσα στις φλόγες («Κάθε φλόγα δεν έδειχνε τι είχε μέσα της κρυμμένο, ενώ στα σωθικά της είχε έναν κολασμένο» [στ. 42]) και δίπλα τους προύχοντες της Φλωρεντίας συναθροισμένοι μαζί με άλλους υπό την ίδια καταδίκη. Ο χώρος διάσπαρτος από μικρές φλογίτσες που πεταρίζουν σαν πυγολαμπίδες:
«Όπως ο χωρικός που στην κορφή του λόφου ξαποσταίνει
βλέπει κάτω στον κάμπο να λάμπουνε πυγολαμπίδες
εκεί που αμπελουργεί και σπέρνει,
την εποχή που αυτός που τον κόσμο φωτίζει
την όψη του από μας για λίγο τήνε παίρνει,
την ώρα που η μύγα στον κώνωπα τη θέση της τη δίνει:
με τόσες φλόγες ελαμπύριζε ο όγδοος ο λάκκος
όπως τον είδα όταν κατέβηκα
εκεί που εφάνηκε ο βυθός του» [στ.25-33]1
Το υπερκόσμιο φως του Παραδείσου, η αιθέρια φωτοχυσία που θα καταυγάσει το σύμπαν σε έκπαγλους ομόκεντρους κύκλους είναι ακόμα μακριά, λέει ο Υμπερμάν. Εδώ το μέγα φως δεν αστράφτει, υπάρχει μόνον σκότος, όπου τριζοβολούν φωτιές αδύναμες, ψυχές περιπλανώμενες, οι «δόλιοι σύμβουλοι», οι ανέντιμοι πολιτικοί, οι διεφθαρμένοι πολιτικάντηδες, οι υποκριτές και οι προδότες του λαού.
Ιταλία. 1941. Αιώνες μετά την απόφαση του Δάντη να «εγκαταλείψει κάθε ελπίδα» στην αρχή της «τραγωδίας της “Ανθρώπινης Κωμωδίας”» (κατά τον Ρόμπερτ Χόλλαντ), και το δαντικό σύμπαν αντιστρέφεται. Τα συμφραζόμενα αλλάζουν μέσα στον «μεγάλο εκτροχιασμό», τη «μεγάλη λαίλαπα του αιώνα». Η Κόλαση είναι ήδη εδώ, και στο εξής, στο άπλετο φως, με τους ανέντιμους πολιτικούς υπερφωτισμένους και δοξασμένους. Οι «δόλιοι σύμβουλοι» εν μέση οδώ, σε πλήρη δόξα κάτω από τον ιταλικό ουρανό, ενώ οι αντιστασιακοί κάθε είδους, ενεργητικοί ή παθητικοί, μεταμορφώνονται σε περαστικές πυγολαμπίδες, για να γίνονται όσο το δυνατόν πιο διακριτικοί, συνεχίζοντας, ωστόσο, ταυτόχρονα να εκπέμπουν τα σινιάλα τους.
Και η μεγάλη Ιστορία συναντά τη μικρή, καθώς ο Υμπερμάν σκύβει με επιμέλεια, αγάπη και κατανόηση πάνω από τα γραπτά, τη ζωή και το έργο του Παζολίνι. Αναζητά αρχικά τις μυστήριες πυγολαμπίδες στα λόγια και τις πράξεις ενός νεαρού «σε πλήρες σκότος» ο οποίος ψάχνει «τον δρόμο του μέσα από τη selva oscura και τις κινούμενες εικόνες της επιθυμίας» («Lucciola», στα δημώδη ιταλικά, σημαίνει επακριβώς την «πόρνη», αλλά και την «ταξιθέτρια», σημειώνει ο Υμπερμάν!) Πάθη, συνδεδεμένα άρρηκτα μεταξύ τους, στη θεώρηση του Παζολίνι, όπως ο έρωτας και η φιλία «ενσαρκώνονται αιφνιδιαστικά μέσα στη νύχτα με εικόνες φευγαλέας λάμψης»· η τέχνη και η ποίηση προκαλούν επίσης παρόμοιες αστραφτερές αναλαμπές έρωτα, χαράς, δημιουργίας. Ο «χορός των πυγολαμπίδων» στοιχειώνει τον σπουδαίο ποιητή και στοχαστή ως «η στιγμή χάριτος που αντιστέκεται στον κόσμο του τρόμου», και αναδεικνύεται σε δεσπόζον πολιτικό και ιστορικό ζήτημα στο έργο του: από τη φοιτητική του ζωή και την εφηβική του αλληλογραφία, στο έργο του ώριμου κινηματογραφιστή και από κει στο αλληγορικό του άρθρο εννέα μήνες πριν δολοφονηθεί άγρια, στην καρδιά της νύχτας, σε μια πλαζ της Όστια.
Την 1η Φεβρουαρίου του 1975, ο Παζολίνι δημοσίευσε στην «Corriere della sera» ένα άρθρο για την κοινωνική και πολιτική κατάσταση του καιρού του. Το «Il vuoto del potere in Italia» («Το κενό της εξουσίας στην Ιταλία») θα συμπεριληφθεί στα Scritti corsari (1975), υπό τον διάσημο έκτοτε, τίτλο «L’ articolo delle lucciole»2. Το άρθρο του Ιταλού στοχαστή, στην ουσία θεωρητικοποιεί ή εδραιώνει, λέει ο Υμπερμάν, ως ιστορική θέση πλέον, την οριστική εξαφάνιση των πυγολαμπίδων. Στην πνευματική του διαθήκη ο Παζολίνι αποδεικνύεται τουλάχιστον πεσιμιστής. Στην πραγματικότητα πολιτικά απεγνωσμένος: οι πυγολαμπίδες, αυτά τα ζωογόνα φωτάκια ελπίδας, έχουν χαθεί. Τα ελπιδοφόρα χρόνια της μεταπολεμικής ανασυγκρότησης είναι μακριά. Ο φασισμός των δεκαετιών του ’30 και του ’40 έχει νικηθεί, αλλά στα ερείπια του ανατέλλει ο ίδιος ο τρόμος: ο φασισμός πούρος, αυτούσιος, και πιο καταστροφικός από τις «ανοικονόμητες χειρονομίες» του Μουσολίνι. Ο «αντάρτης κινηματογραφιστής» συνοψίζει: αστυνομική βία, περιφρόνηση του συντάγματος, κρατικός κομφορμισμός, βίαιη προλεταριοποίηση, ισοπέδωση του λαϊκού στοιχείου, πολιτισμική γενοκτονία τέλος… Το αδύναμο φως των πυγολαμπίδων χάθηκε μέσα στην υπερφωτισμένη «εξουσία του κενού», στους θηριώδεις προβολείς των τηλεοπτικών πλατό, των ποδοσφαιρικών γηπέδων και των πολιτικών σόου. Ένα βήμα απέχει η ντεμπορική ενοποίηση ενός κόσμου που «λούζεται επ’ αόριστον στην ίδια του τη δόξα», οι κοινωνίες ελέγχου του Φουκώ και του Ντελέζ, τα αποκαλυπτικά οράματα ενός Αγκάμπεν, ίσως, η πραγματικότητα που βιώνουμε.
Κάθε προσπάθεια εκ μέρους μου να συνοψίσω τις υπόγειες συνδέσεις μιας συνθετικής σκέψης που χτίζεται βήμα-βήμα αντλώντας επιχειρήματα από διαφορετικούς τομείς σκέψης και συνδυάζοντας φαινομενικά τα ασυνδύαστα, θα αδικούσε το βιβλίο. Δύσκολο να ακολουθήσει κανείς τον ξέφρενο ρυθμό του Υμπερμάν, τις στροφές και τις αντιστροφές των συλλογισμών και των συνειρμών του, τις δολιχοδρομίες, τις επαναλήψεις, τις καθυστερήσεις και τα άλματα από κεφάλαιο σε κεφάλαιο: από την έκλειψη των πυγολαμπίδων στις «Κολάσεις» του Παζολίνι, και από τις «Επιβιώσεις» και τις «Αποκαλύψεις» του Αγκάμπεν στους «Λαούς», τις «Καταστροφές» και τις «Εικόνες» του τέλους.
Αρκεί να πω ότι το ανά χείρας βιβλίο από τη σκοτεινή και φωτεινή ταυτόχρονα πένα του Γάλλου στοχαστή, που ιχνηλατεί τις τύχες της μεταφοράς μέχρι σήμερα, αποτελεί ένα λαμπρά φωτεινό φιλοσοφικό δοκίμιο, μεταφρασμένο έξοχα στα ελληνικά από τη Μήνα Πατεράκη-Γαρέφη. Ένα σπάνιο επίτευγμα κειμένου που καταυγάζεται ταυτόχρονα από το αγγελικό και μαύρο φως της εικόνας που σχολιάζει. Ο Ύμπερμαν μας παίρνει από το χέρι και μας καθοδηγεί στη σημερινή κόλαση μαθαίνοντάς μας να αλλάζουμε την οπτική μας και να βλέπουμε τα διαλειμματικά σινιάλα των πυγολαμπίδων.
Η μεταφράστρια του καλαίσθητου τομιδίου συνοψίζει: Ο Υμπερμάν δεν αμφισβητεί την πολιτισμική έκπτωση της εποχής μας. Αρνείται όμως να προσυπογράψει τον ανέκκλητο χαρακτήρα της και κυρίως τη θεώρηση της σημερινής πραγματικότητας με όρους Αποκάλυψης. Οι πυγολαμπίδες έχουν απλώς εξαφανιστεί από το οπτικό πεδίο εκείνων, οι οποίοι δεν είναι πια στη σωστή θέση ώστε να τις δουν να εκπέμπουν τα φωτεινά τους σινιάλα. Και οι εικόνες, φτάνει να τις στοχαστούμε αυστηρά και ταπεινά, ως εικόνες-πυγολαμπίδες ανοίγουν σίγουρα τον δρόμο για μια τέτοιας μορφής αντίσταση.
Το βιβλίο θα κλείσει ανησυχαστικά επικαιρικά. Ο Ύμπερμαν σχολιάζει υπό το πρίσμα της μεταφοράς των πυγολαμπίδων το ντοκιμαντέρ της Λάουρα Γουάντιγκτον, με τον πολύσημο τίτλο «Border» (2002)3. Σχεδόν μισή ώρα γεμάτη έντονες αντιθέσεις φωτός, αγχώδεις κακοεστιαμένες εικόνες-πυγολαμπίδες, σκοτεινά νυχτερινά πλάνα από έναν καταυλισμό υποδοχής μεταναστών στο Σανγκάτ της βόρειας Γαλλίας: Ιρακινοί και Αφγανοί μετανάστες προσπαθούν απεγνωσμένα να ξεφύγουν από την αστυνομία και να περάσουν το υποθαλάσσιο τούνελ της Μάγχης για να φτάσουν στην Αγγλία.
«Εικόνες, λοιπόν, για να οργανώσουμε τον πεσιμισμό μας», σχολιάζει ο γάλλος στοχαστής, «εικόνες για να διαμαρτυρόμαστε εναντίον της δόξας του βασιλείου και της δέσμης του σκληρού φωτός του. Οι πυγολαμπίδες έχουν εξαφανιστεί; Ασφαλώς όχι! μερικές είναι πάντα κοντά μας, μας αγγίζουν ανάλαφρα στο σκοτάδι. Άλλες έχουν φύγει πέρα από τον ορίζοντα […]. Σε εμάς εδώ απομένουν οι εικόνες της Λώρα Γουάντιγκτον και τα ονόματα –στους τίτλους του τέλους- όλων αυτών που συνάντησε. Μπορούμε να ξαναδούμε την ταινία, να τη δώσουμε σε άλλους να τη δουν, να κυκλοφορήσουμε αποσπάσματά της, που θα ανασύρουν στην επιφάνεια και άλλες, άλλες εικόνες πυγολαμπίδες»…
***
Διάβασα το βιβλίο, όταν κυκλοφόρησε, αρχές καλοκαιριού. Το ξαναέπιασα στα χέρια μου πρόσφατα, όταν η εξακολουθητικά δυσκίνητη καθημερινότητά μας και οι μειωμένες αντοχές μας δέχονταν απανωτά χτυπήματα καθώς η μυρωδιά του βούρκου μπούκωνε τα ρουθούνια μας και παντού κυριαρχούσε ένα υποκριτικό φως: στα πρωτοσέλιδα η ματαιότητα των εκλογών και η ματαιοδοξία των υποψηφίων, σε πρώτο πλάνο λαοπλάνοι ηγετίσκοι και δημαγωγοί Βοναπαρτίσκοι, στους προβολείς της δημοσιότητας η αθλιότητα και οι σταρ της πολιτικής· και ξαφνικά, στις σκοτεινές παρυφές, φευγαλέες εικόνες-πυγολαμπίδες λαμπύριζαν στις οθόνες του υπολογιστή μας: ένας Σύριος αγκαλιά με τον γιό του, βρεγμένοι μέχρι το κόκκαλο, μέσα στη μαύρη καταιγίδα σε δρόμο της καταχνιασμένης Ειδομένης· ένας φωτογράφος, σε αιγαιοπελαγίτικη ακρογιαλιά που ξεβράζει πτώματα, πετάει την κάμερα για να σώσει ένα προσφυγόπουλο… Από κοντά, σε τακτά χρονικά διαστήματα, και «Τα ημερολόγια Μυτιλήνης», του Χρήστου Αγγελάκου4, συγγραφέα-εθελοντή που «πήρε το δρόμο της θάλασσας» για τις εσχατιές της σύγχρονης Ευρώπης, η οποία βιάστηκε να διαγράψει μονοκοντυλιά αιώνες ανθρωπισμού και διαφωτισμού. Δέκα ανταποκρίσεις από ένα προκεχωρημένο φυλάκιο της προόδου, δέκα ανοικτές επιστολές από την καρδιά του σκότους για τα κουρασμένα στο φως μάτια μας, δέκα αποσπασματικά ημερολόγια γεμάτα εικόνες-πυγολαμπίδες. Αυτά μας βοήθησαν τουλάχιστον «να οργανώσουμε τον πεσιμισμό μας», θα έλεγε ο Υμπερμάν.
Τι μας απομένει, αν ακολουθήσουμε τη σκέψη του τελευταίου; Να ξαναδιαβάσουμε ακριβώς αυτά τα κείμενα, να κυκλοφορήσουμε αποσπάσματά τους, να ξαναδούμε και να στοχαστούμε τις φωτογραφίες που τα συνοδεύουν, να τις δώσουμε και σε άλλους να τις δουν, ελπίζοντας ότι θα ανασύρουν στην επιφάνεια και άλλες, άλλες εικόνες-πυγολαμπίδες… Ίσως, μέχρι την εκ νέου αντιστροφή των συμφραζομένων και της σκοτεινής, στην αισιοδοξία της, παλιάς μεταφοράς. Μέχρι, τουλάχιστον, να δούμε ακριβώς τον αποσπασματικό και διαλειμματικό χορό των πυγολαμπίδων, τις λαμπερές αντανακλάσεις του ήλιου πάνω σε σπασμένα κομμάτια μάρμαρο, ακριβώς στην καρδιά του ψηλαφητού ερέβους που μας περιστοιχίζει:
«Όσο περπατάμε η βλάστηση αραιώνει. Τέρμα οι γλάστρες, τα φυτά, οι κουρεμένοι θάμνοι, η σκιά των δέντρων. Φτάνουμε εκεί που δεν υπάρχει παρά μόνο χώμα ξερό. Το ψήνει ο ήλιος. Ο Μάρκος λέει τον Γολγοθά “κρανίου τόπο”. Και τούτος δω κρανίου τόπος είναι· κυριολεκτικά. Χαμηλά λοφάκια από χώμα, ίσα που τα διακρίνω. Περπατάω ανάμεσά τους. Πατάω πάνω στον “τάφο” ενός νεκρού. Γυρίζω πίσω και παίρνω άλλη διαδρομή. Ο φύλακας μας παρακολουθεί. Τα πτώματα τα κατεβάσανε στη γη χωρίς φέρετρο, μ’ ένα σεντόνι μόνο. Πολλά απ’ αυτά δεν έχουν κανένα σημάδι. Τα υπόλοιπα ένα σπασμένο κομμάτι μάρμαρο. Πάνω του γραμμένος, με μαύρη μπογιά ή χοντρό μαρκαδόρο, ένας αριθμός. Η ημερομηνία ταφής. Στην καλύτερη περίπτωση το όνομα του νεκρού στα αραβικά. Ή στα ελληνικά, γραμμένο ανορθόγραφα. Σ’ έναν χωμάτινο σωρό, ένα μαδημένο στεφάνι με δυο λουλούδια άσπρα· πλαστικά.
Διαβάζω τα ονόματα: Mohamad Amin, Άγνωστος Μωχαμάντ, Άγνωστο ΣΑΑD, Ahmed, αλλού μόνο η εθνικότητα: ΑΒΓΑΝΟΣ. Διαβάζω τις ημερομηνίες,
τους αριθμούς: No 14, 5-1-2013, 4-9-2015,
17-2-η χρονιά σβησμένη. Δεν έχει νόημα.
Δεν έχει νόημα να συνεχίσω να διαβάζω.
Το χώμα είναι παντού ίδιο.
Και πουθενά ελαφρύ.»5
Σημειώσεις
- Βλ. Dante Alighieri, Η Θεία Κωμωδία: Κόλαση, μτφρ. Ανδρέας Ριζιώτης, Τυπωθήτω, Γιώργος Δαρδανός, Αθήνα, 2006, σ. 263-274.
- Βλ. «Το άρθρο των πυγολαμπίδων» στο Κουρσάρικα γραπτά. Αιρετικός εμπειρισμός, μτφρ. Β. Κεφαλοπούλου, Εξάντας, Αθήνα, 1986, σ. 105-112. Η ελληνική έκδοση είναι εξαντλημένη. Προσιτή στο διαδίκτυο η αγγλική μετάφραση: https://gramsciintheworld.files.wordpress.com/2013/03/pasolini-where-have-all-the-fireflies-gone.pdf).
- Laura Waddington, Border, 2002, βίντεο. 27m [ολόκληρο το βίντεο εδώ: https://www.youtube.com/watch?v=0X42CxOomqQ].
- «Τα ημερολόγια Μυτιλήνης, του Χρήστου Αγγελάκου (Ο συγγραφέας Χ.Α. περιγράφει από τη Μυτιλήνη το κολοσσιαίο ανθρωπιστικό δράμα των προσφύγων σε 10 συγκλονιστικές ανταποκρίσεις» στο www.lifo.gr/topics/view/43].
- «Στο νεκροταφείο όπου θάβουν τους πρόσφυγες», απόσπασμα από την τελευταία ανταπόκριση του Χρήστου Αγγελάκου, 1/10/2015.
Info: Georges Didi–huberman, «Επιβίωση των πυγολαμπίδων», μτφρ. Μήνα Πατεράκη- Γαρέφη, Εκδόσεις Vesta, 2015, σελ. 158. (βλ. τη σελίδα των εκδόσεων: http://www.vesta.com.gr/page21.html]. Τα περιεχόμενα του βιβλίου στο: http://www.frenchphilosophy.gr/wp-content/uploads/2014/03/Didi-Huberman-Book.pdf
Το γαλλικό πρωτότυπο Survivance des lucioles στο: http://www.leseditionsdeminuit.com/f/index.php?sp=liv&livre_id=2627
Άλλα κείμενα του Γάλλου φιλοσόφου στα Ελληνικά: «Εξόδιος γαία», «The Athens Review of Books», τχ. 57, Δεκέμβριος 2014. «Κάνω αισθητό», στο A. Badiou, P. Bourdieu, J. Butler, G. Didi-Huberman, S. Khiari, J. Rancière, Τι είναι λαός, μτφρ. Γιώργος Καράμπελας, Εκδόσεις του Εικοστού Πρώτου, Αθήνα, 2014. Και στο διαδίκτυο το: «Όταν οι εικόνες αγγίζουν την πραγματικότητα» http://fxysudoble.com/es/wp-content/uploads/2011/07/griego.pdf
Επίσης είναι προσιτή η διάλεξη του Γάλλου φιλοσόφου κατά την επίσκεψη του στην Ελλάδα με αφορμή την ταινία μικρού μήκους της Μαρίας Κουρκούτα, «Επιστροφή στην οδό Αιόλου») [http://www.megaron.gr/default.asp?pid=5&la=1&evID=2309 ]
Βλ. σχετικά και Νίκος Ξυδάκης, «Οι πυγολαμπίδες είναι ακόμη ζωντανές», Η Καθημερινή, 21 Δεκεμβρίου 2014
Όλοι οι σχετικοί σύνδεσμοι στο:
http://www.frenchphilosophy.gr/didi-huberman-georges/#.ViS4RNLhDIU