Ερείπια, Γυναίκα και Πόλεμος (της Θεοδώρας Δ. Πατρώνα)  

0
399

της Θεοδώρας Δ. Πατρώνα

Μετά την επικού μεγέθους Βαλκανική Τριλογία της Ολίβια Μάνινγκ, οι Εκδόσεις Μεταίχμιο κυκλοφόρησαν τη συνέχεια της ιστορίας του Γκάι και της Χάριετ Πρινγκλ με τίτλο Η Τριλογία του Λεβάντε  με τις περιπέτειες του ζευγαριού στην Αίγυπτο, την Αλεξάνδρεια, τη Δαμασκό και τα Ιεροσόλυμα. Η δεύτερη αυτή τριλογία της Βρετανίδας μυθιστοριογράφου, ποιήτριας και κριτικού της προσέδωσε την αναγνώριση και την αποδοχή μετά τον θάνατό της όταν μεταφέρθηκε στην τηλεόραση μαζί με την πρώτη τριλογία και πρωταγωνιστές τους Κένεθ Μπράνα και Έμμα Τόμσον. Ο πρώτος τόμος αυτού του βιβλίου με τίτλο Το Δέντρο του Κινδύνου βρίσκει τους πρωταγωνιστές άρτι αφιχθέντες από την Αθήνα στην οποία καταφθάνουν τα γερμανικά στρατεύματα με την ένδεια και την αεργία να τους ταλαιπωρεί. Με την παρουσία του γερμανικού στρατού μία ανάσα έξω από την Αλεξάνδρεια και το τέλος της βρετανικής κατοχής να πλησιάζει, οι Πρινγκλ και ο γνωστός τους περίγυρος, φίλοι και αντίζηλοι, καταφεύγουν σε σκοτεινά καμπαρέ και βρώμικα μπαρ για μία τελευταία βραδιά. Με φόντο την Αίγυπτο που αποδίδεται μέσα από το πρίσμα της αποικιοκρατίας, η Μάνινγκ σκιαγραφεί τις τραγικές συνθήκες ζωής των ντόπιων, στη σκιά των ερειπίων και του αρχαίου κλέους, τις ανύπαρκτες συνθήκες υγιεινής, τον εγκλεισμό των γυναικών, την μουσουλμανική κουλτούρα. Αξιοσημείωτη και λεπτομερής είναι η περιγραφή όσων διαδραματίζονται στο μέτωπο μέσα από τις αφηγήσεις ενός νέου ήρωα, του εικοσάχρονου ανθυπολοχαγού Σάιμον Μπολντερστόουν που ανδρώνεται και χάνει αδερφό και φίλους στον πόλεμο της ερήμου. Η ψυχολογία των αντρών στο μέτωπο, οι στερήσεις και οι κακουχίες, το παράλογο της στρατιωτικής ζωής και ιεραρχίας με κυρίαρχη την ανοιχτή πληγή της απώλειας καταγράφονται γλαφυρά επιδεικνύοντας γνώση των γεγονότων και ψυχολογίας από την μεριά της Μάνινγκ.

Olivia Manning

Από τα σημαντικότερα σημεία της τριλογίας είναι η εξέλιξη που σημειώνεται στο πρόσωπο της Χάριετ. Καθώς η ηρωίδα συνεχίζει να βιώνει την αδιαφορία του συζύγου της ο οποίος κατακλύζεται από υποχρεώσεις που τον κάνουν να νιώθει σημαντικός, η συγγραφέας εξακολουθεί να φωτίζει τον προσωπικό της αγώνα για αυτοπροσδιορισμό. Πρόκειται για μία περίοδο πολύ σημαντική για την γυναικεία χειραφέτηση στον λεγόμενο Δυτικό κόσμο και την προώθηση της γυναικείας παρουσίας σε αλλοτινούς τομείς αποκλειστικής αντρικής δράσης, τη βαριά βιομηχανία, τον στρατό, την διοίκηση. Η Μανινγκ έντεχνα προσθέτει μία σειρά από εκπατρισμένες Αγγλίδες που η Χάριετ αντιπαραθέτει την πορεία τους με τις δικές της επιλογές ζωής.  Έτσι η ηρωϊδα  βλέπει το γυναικείο κάλλος να αναλώνεται και να ταπεινώνεται στην προσπάθεια ανεύρεσης του αριστοκράτη συζύγου, στο πρόσωπο της όμορφης αλλά επιφανειακής Εντουίνα, και την γυναικεία δύναμη να βρίσκει παρηγοριά  για την απώλεια του παιδιού της σε καπρίτσια και κοντά σε ανούσιες συντροφιές, στην περίπτωση της Λαίδης Άντζελα. Ιδιαίτερα σημαντική είναι η σκιαγράφηση των δύο Βρετανίδων που προσφέρουν τις υπηρεσίες του στον στρατό ως οδηγοί σε δύσκολες και επικίνδυνες αποστολές. Καθόλου τυχαία στο τέλος του δευτέρου βιβλίου είναι η  Μόρτιμερ και η Φιλ, που «σώζουν» την Χάριετ λίγο πριν επιβιβαστεί στο πλοίο «Βασίλισσα Σπάρτη» που θα χαθεί στη θάλασσα τορπιλισμένο από εχθρικά πυρά. Η Χάριετ  που είχε αποφασίσει να αποστασιοποιηθεί από τον γάμο και τον άντρα της  σε καιρό πολέμου και να γυρίσει στην Αγγλία αγνοεί το τραγικό τέλος του πλοίου. Σε μία προσπάθεια να αποκρυσταλλώσει με τη μοναξιά και την περισυλλογή τι θέλει από τη ζωή της, ακολουθεί τις δύο γυναίκες στη Δαμασκό. Το δυναμικό πορτραίτο των δύο γυναικών στον στρατό που μεταφέρουν υλικό πολέμου  ολοκληρώνεται με την τολμηρή πινελιά μίας υφέρπουσας ερωτικής σχέσης. Η μοναχική περιήγηση της Χάριετ στον Λεβάντε, ως μία άλλη κάθοδο της Περσεφόνης στον Αδη, και ενώ όλοι την θεωρούσαν νεκρή δρα καταλυτικά στην νεαρή γυναίκα. Δεν είναι τίποτα για αυτήν πια δεδομένο και όλα είναι ρευστά.  Για την σύγχρονη αναγνώστρια η Χάριετ ίσως να έπρεπε να εγκαταλείψει τον νάρκισσο σύζυγό της. ‘Ομως η Μάνινγκ (και ούτε και η Χάριετ) δεν είναι έτοιμη για αυτό. Σε πρώτη φάση,  η επιστροφή της Χάριετ στην παλιά ζωή όπου τελικά τίποτα δεν έχει αλλάξει δεν σημαίνει την ισόβια παραμονή της σε έναν νεκρό γάμο με έναν αδιάφορο σύζυγο. Στην ερώτησή του αν θα τον εγκαταλείψει πάλι του απαντά αινιγματικά : «Δεν ξέρω. Δεν μπορώ να στο υποσχεθώ». «Μάλλον όχι».

Και σε αυτήν την μακροσκελή ιστορία πολέμου και γυναικείας δράσης, η φλεγματική φωνή και το χρώμα της Μάνινγκ αποδίδονται όμορφα από την συγγραφέα και μεταφράστρια Κλαίρη Παπαμιχαήλ  που καταφεύγει σε ορισμένα σημεία σε τολμηρές αλλά επιτυχημένες γλωσσικές επιλογές.

Βλέπε κριτική για την πρώτη τριλογία της Μάνινγκ εδώ

Ολίβια Μάνινγκ, Η Τριλογία του Λεβάντε, μτφρ Κλαίρη Παπαμιχαήλ, Μεταίχμιο

Βρες το εδώ

Προηγούμενο άρθροΗ γυναίκα του Σαίξπηρ (της Αλεξάνδρας Σαμοθράκη)
Επόμενο άρθροH short list για το Man Booker 21 (της Αλεξάνδρας Σαμοθράκη)

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ