Έμφυλες αναζητήσεις και απορίες στον Τόμας Μαν (της Βαρβάρας Ρούσσου)

0
684

 

Σε ένα μικρό και καλαίσθητο βιβλίο των εκδόσεων Οκτάνα συστεγάζονται δύο  αφηγήματα του Τόμας Μαν υπό τον γενικό τίτλο Δυο νουβέλες για το φύλο. Η μετάφραση και το επίμετρο ανήκουν στο Γιάννη Πάγκαλο επίκουρο καθηγητή στη Γερμανική φιλολογία του ΑΠΘ, ειδικευμένο στις σπουδές έμφυλου λόγου (με έμφαση στην έρευνα της «αρρενωπότητας»), στην παιδική και Νεανική Λογοτεχνία (με ερευνητική έμφαση στις ελληνογερμανικές γραμματειακές σχέσεις του 19ου αιώνα) και στον Thomas Mann. Το κατά πόσον πρόκειται ειδολογικά για νουβέλες συζητά ο Πάγκαλος στην αρχή του κατατοπιστικού πλην σύντομου επίμετρου και ο αναγνώστης μπορεί να αποφανθεί ότι έχει να κάνει με δύο διηγήματα.

Το «Έκπτωτη», το πρώτο έργο του Μαν γραμμένο το 1894, είναι το δεύτερο διήγημα από τα δύο. Αποτελεί ένα πρώιμο δείγμα μοντερνισμού με ορατή την επιρροή του αισθητισμού στην αρχή του και με πρόδηλα στοιχεία ρεαλισμού. Πρόκειται για τον έρωτα ενός αγνού νεαρού φοιτητή για μια νεαρή ηθοποιό αμέμπτου ηθικής, όπως φαίνεται και διαδίδεται στην πόλη. Υπό την καθοδήγηση του πιο έμπειρου και πονηρού φίλου του, ο φοιτητής κερδίζει τον έρωτα της ηθοποιού για να διαπιστώσει αργότερα ιδίοις όμμασι ότι τον απατά με κάποιον πλούσιο ηλικιωμένο για να εξασφαλιστεί οικονομικά. Η ιστορία αποτελεί εγκιβωτισμό καθώς την αφηγείται στην παρέα τεσσάρων αντρών, ο ένας εξ αυτών έτσι ώστε να αποτελέσει τον αντίλογο στην οργισμένη διακήρυξη άλλου μέλους της παρέας για την «άθλια κοινωνική θέση του θήλεος» ιδίως «Σε ό,τι αφορά για παράδειγμα τα ερωτικά, τα σεξουαλικά ζητήματα, οποία οπισθοδρομική σκληρότητα!». Είναι γεγονός στη μονομαχία των διπλών λόγων η εξιστόρηση της ερωτικής ιστορίας με θλιβερό τέλος αποκτά το προβάδισμα ως αντιφεμινιστικός λόγος και μισογυνισμός ακριβώς επειδή η απαίσια κατάληξη καθορίζεται από την εξαπάτηση του άντρα και την ανηθικότητα «του θήλεος», στάση που εντέλει φυσικοποιείται με τη γενίκευση που λαμβάνει. Η ίδια η έκταση της ιστορίας και ο τρόπος που το βάρος της εξιστόρησης πέφτει στην συναισθηματική συντριβή του νεαρού από τη γυναικεία φιλοχρηματία και συναισθηματική κενότητα αποτελεί την κορύφωση του μισογυνικού λόγου: «μια γυναίκα που σήμερα πέφτει στον έρωτα, αύριο θα πέσει χαμηλά για το χρήμα.». Ωστόσο, με την τελική αποκάλυψη ότι ο Ζέλτεν, ο αφηγητής, υπήρξε ο νέος φοιτητής που έχασε την πίστη του στο γυναικείο έρωτα, η έμφαση μετατοπίζεται από την ηθική της γυναίκας στην «διαφθορά» ενός άντρα, στο πώς δηλαδή η αρνητική νεανική, πρώτη εμπειρία μπορεί να μεταλλάξει την ευαισθησία σε κυνισμό που κρύβει το τραύμα. Έχω την εντύπωση ότι αν και ο νέος Ζέλτεν προσεγγίζει τον αγνό ρομαντικό Βέρθερο εντούτοις μεταβάλλεται σε ελαφρώς μποέμ και δανδή (μαθαίνει συμπεριφορές σαλονιού όπως μας παρουσιάζει η εξιστόρηση) μετά την ολοκλήρωση της ερωτικής πράξης και τη σχέση με την ηθοποιό. Μια τέτοια σχέση, -που ο Πάγκαλος ορθά αναφέρει ως «οριακά αποδεκτή κοινωνικά (προσιδιάζει περισσότερο στους κύκλους των «μποέμ»)- συνδυαστικά με την παρέα του φίλου του Ζέλτεν, του Ρέλινγκ που, ως πιο προχωρημένος, τον προτρέπει στον έρωτα και σε συσχετισμός με τη σύνθεση ποιημάτων που συνοδεύει τις κρίσιμες στιγμές του φοιτητή, αποτελεί μια σκιαγράφηση νεαρού καλλιτέχνη του fin de siècle. Το διήγημα βέβαια δεν επιμένει σε αυτό το πορτραίτο καθώς ο στόχος είναι η αφήγηση μιας ιστορίας ως αντίλογο στην αφορμή της αφήγησης, το «φεμινιστικό» λόγο. Όμως ολόκληρος ο διάλογος περί γυναικείας καταπίεσης, βρίσκονται στον κύκλο Λόγων και κυρίως θεσμικών, που αναπτύσσονται στο κλίμα  αυτής της εποχής.

Ο Γιάννης Πάγκαλος σύντομα δίνει το περίγραμμα του fin de siècle, με αναφορές σε όλο το πλέγμα στο οποίο θα μπορούσε να ενταχθεί και η «Έκπτωτη». Στο χρονικό αυτό πλαίσιο οι προδρομικές του μοντερνισμού τάσεις επηρεάζουν τη λογοτεχνία. Επισημαίνονται ακόμη στο επίμετρο τα ψήγματα του όψιμου ρομαντισμού στην «Έκπτωτη» όπως και στοιχεία που μπορούν να συνδέσουν αυτό το πρωτόλειο έργο του Μαν ακόμη και με τον Προυστ, την επίδραση από τον Γκαίτε αλλά και τη σχέση του διηγήματος με το Bildungsroman. Ο Πάγκαλος δηλαδή διερευνά, με βάση και τη βιβλιογραφία περί Μαν, πολύπλευρα την «Έκπτωτη», εντοπίζει τη μπαχτινική πολυφωνία, περνά στο πεδίο των σπουδών φύλου και θέτει το ερώτημα «μισογυνισμός ή φεμινισμός;».

Το πρώτο διήγημα του βιβλίου είναι μεταγενέστερο: γράφτηκε το 1910 και σε αντίθεση με την «Έκπτωτη», όπως επισημαίνεται και στο επίμετρο, δεν περιλαμβάνει γυναικείο χαρακτήρα. Η ιστορία είναι απλή: η παρέα παιδιών και εφήβων σε ένα καλοκαιρινό θέρετρο διακοπών αναστατώνεται καθώς επίκειται ο αγώνας πάλης, η μονομαχία δηλαδή, για την αποκατάσταση της τιμής μεταξύ δύο από τα πιο ανδροπρεπή αγόρια, δύο έφηβους με νότια καταγωγή. Η απουσία γυναικών, η παρέα αγοριών διαφορετικών εθνοτήτων, η πάλη, το «ξύλο», ο ανταγωνισμός, θέτουν στο επίκεντρο το επίμαχο ζήτημα της συγκρότησης έμφυλης ταυτότητας και της σχέσης αρρενωπότητας με το έθνος. Υπάρχει ένα είδος ομοκοινωνικότητας πρώιμης εφηβείας όπου καλλιεργούνται -μετά από τελετές μύησης- οι τυπικές αξίες της αρρενωπότητας» κατά το σχόλιο του Πάγκαλου. Στο διήγημα προβάλλεται η σωματικότητα: είναι πλήθος οι λέξεις εκείνες που οδηγούν το βλέμμα του αφηγητή στο σώμα των αγοριών. Πρόκειται για μια ρητή αναφορά σε αντίθεση με την απουσία σωματικότητας στην «Έκπτωτη» και τις αναφορές στην ερωτική ένωση με ρομαντικού τύπου υπαινικτικό λεξιλόγιο.

Στο πεδίο της μελέτης αυτού του διηγήματος υπεισέρχεται και η διάσταση Βορρά-Νότου ως προς τη διαμόρφωση της αντρικής ταυτότητας. Η βορειοευρωπαϊκή ιδιοσυστασία αντιπαρατίθεται στη στερεότυπη νότια οξυθυμία και ευερεθιστότητα. «Ο Γιάπε καταγόταν από τη μεσαία τάξη της πόλης[…]Ο Ντό Εσκομπάρ όντας ένας εξωτικός ξένος». Στο ενδιαμέσο βρίσκεται η αμφιλεγόμενη αρρενωπότητα του κυρίου Κναάκ «ήταν άραγε κανονικός άντρας;». Το αντρικό ιδεώδες ισορροπεί ανάμεσα στα δύο άκρα και πάντως είναι σαφώς δυτικό/ευρωπαϊκό: «Μόνο οι Γερμανοί παλεύουν[…]συμβαίνει μερικές φορές οι Γερμανοί να δίνουν στους Ισπανούς ένα γερό χέρι ξύλο.».

Αναδεικνύεται έτσι η πολυπλοκότητα της κατασκευής της αρρενωπότητας ως αποτέλεσμα συναστρίας παραγόντων: φυλή, κοινωνική τάξη, έθνος. Ο συσχετισμός έθνους-φύλου επιτονίζεται εξάλλου και με την αναφορά στο αντρικό πρότυπο σε «μια εποχή λίγο μετά τον πόλεμο» και γενικά δίνεται η εντύπωση του «gendered nation». Αυτή η τρόπον τινά κατηγοριοποιητική ευαισθησία (categorical sensibility) υπονομεύεται ανατρεπτικά από τον Μαν, όπως εύστοχα επισημαίνει ο Πάγκαλος.

Και αυτό το διήγημα κινείται στο πνεύμα του fin de siècle απηχώντας την αγωνία για την επιτέλεση του φύλου σε μια εποχή όπου οι κάθε είδους θεσμικοί Λόγοι επιστρατεύοντας συλλογικά εθνικά ιδεώδη και θρησκευτικούς άγραφους κανόνες  κατακρίνουν τις παρεκκλίσεις ενώ οι παρακμιακοί δείχνουν προς αυτές το μέγιστο ενδιαφέρον. Διαμορφώνονται στην περίοδο αυτή πρόσωπα όπως ο δανδής, ο παρακμιακός καλλιτέχνης, η Νέα Γυναίκα. Ο Havelock Ellis με τη μελέτη για τη σεξουαλικότητα το 1897, η δίκη του Όσκαρ Ουάϊλντ από τη μια, ο πολλαπλασιασμός των εγχειριδίων γάμου που προέτρεπαν σε συγκεκριμένες σεξουαλικές πρακτικές αλλά και γενικότερα κανονικοποιούσαν τη σεξουαλική ζωή όπως και πλήθος ιατρικοί λόγοι από την άλλη, δημιουργούν μια συζήτηση αλλά ανοίγουν και ένα νέο πεδίο για τη μελέτη της σεξουαλικότητας. Παρόλ’ αυτά οι όροι, η πολυπλοκότητα που διέπει τη συγκρότηση της έμφυλης ταυτότητας και της αρρενωπότητας-θηλυκότητας θα συζητηθούν πολύ αργότερα. Αποτελούν όμως ένα αίνιγμα, ένα ερώτημα για το πώς διαμορφώνεται η αρρενωπότητα και πώς άλλοι παράγοντες την επηρεάζουν. Είναι λοιπόν φυσικό, σε αυτό το κλίμα, ο Τόμας Μαν να προσθέσει το λογοτεχνικό λόγο καταδεικνύοντας στάσεις και συμπεριφορές που οδηγούν στη διαμόρφωση της έμφυλης ταυτότητας.

Οπωσδήποτε στο επίμετρο η συζήτηση περί φύλων και αρρενωπότητας γίνεται ακροθιγώς και δεν εξαντλείται διότι δεν θα ήταν δυνατή επέκταση και αφήνεται εξάλλου στον αναγνώστη η αναλυτική / αναγνωστική προσέγγιση των κειμένων.  Η πρόταση των εκδόσεων Οκτάνα με τη συμβολή του Γιάννη Πάγκαλου είναι εξαιρετικά δελεαστική.

 

 info: Τόμας Μαν, Δυο νουβέλες για το φύλο. Όταν ο Γιάπε και ο Ντο Εσκπομπάρ πλακώθηκαν στο ξύλο. Έκπτωτη. Οκτάνα 2020

 

Προηγούμενο άρθροΑνασυνθέτοντας το παζλ της θρυμματισμένης πραγματικότητας (του Χρήστου Δανιήλ)
Επόμενο άρθροΚουταλάκι του γλυκού (διήγημα της Έμης Βαϊκούση)

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ