Γιάννης Ν. Μπασκόζος.
Τέσσερις συγγραφείς ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης, η Μάρω Δούκα, ο Ζοζέ Σαραμάγκου και ο Φίλιπ Ροθ μας δείχνουν διαφορετικές εκδοχές του πώς χειρίζονται τις εκλογές ως μυθιστορηματικό υλικό.
«Διότι ο Λάμπρος ο Βατούλας και ο Μανόλης ο Πολύχρονος, αυτοί που είχαν το λύειν και το δεσμείν εις τα δύο κόμματα, του έταξαν «φούρνους με καρβέλια», δώσαντες αυτώ ουχί πλείονας των είκοσι δραχμών μετρητά απέναντι, καθώς του είπαν, και παρακινήσαντες αυτόν να εξοδεύσει κι απ’ τη σακκούλα του όσα θέλει άφοβα, διότι θα πληρωθεί μέχρι λεπτού, σύμφωνα με τον λογαριασμόν, όν ήθελε παρουσιάσει. Τότε αυτός πιστεύσας «εξανοίχθηκε» κι εξώδεψε ιδικά του λεπτά, παραπάνω από ένα εκατοστάρικο· αλλά μετά τας εκλογάς, ο Λάμπρος ο Βατούλας (τον οποίον αυτός ηρέσκετο να ονομάζει σήμερον «ο Λάμπρος ο Φαταούλας») έκαμε πως δεν τον εγνώριζε και του εγύριζε τις πλάτες. Πού επερίσσευε τραμπούκος απ’ αυτούς που έχουν δόντια, κατάλαβες, για να φάνε κι οι άλλοι, οι παραμικροί; Ο Λάμπρος ο Βατούλας κι ο Μανόλης ο Πολύχρονος κι άλλοι μερικοί πέφτουν με τα μούτρα στη λαδιά, στο μούχτι…»
Το απόσπασμα είναι από τους «Χαλασοχώρηδες» του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη, ένα από τα πιο καυστικά διηγήματα του σκιαθίτη πεζογράφου που είχε κατηγορηθεί για ηθογραφία και αναχωρητισμό, ενώ εδώ αναδεικνύεται σε εξόχως πολιτικό άτομο. Το διήγημα «Οι χαλασοχώρηδες», το οποίο δημοσιεύτηκε σε συνέχειες στην εφημερίδα Ακρόπολις, από τις 12 έως τις 22 Αυγούστου του 1892, εκτυλίσσεται προφανώς στη Σκιάθο κατά την τελευταία εβδομάδα της προεκλογικής περιόδου και ανήμερα των εκλογών. Το διήγημα είναι επηρεασμένο από τις εκλογές της 3ης Μαίου 1892 όταν την εξουσία κατέκτησε ο Χαρίλαος Τρικούπης. Είμαστε ένα χρόνο πριν η Ελλάδα πτωχεύσει και η παθογένεια του εκλογικού σώματος καταγράφεται αδρά από τον σκιαθίτη πεζογράφο. Ο Παπαδιαμάντης σατιρίζει τα πολιτικά και εκλογικά ήθη της εποχής παρουσιάζοντας με κωμικό τρόπο τον εκφυλισμό των αξιών της τοπικής κοινωνίας τις ημέρες των εκλογών. Δεν υπάρχουν καλοί και κακοί. Υπάρχουν απλώς ψηφοφόροι και ψηφοθήρες που έχουν μπροστά τους λίγες μέρες για να κερδίσουν με όποιον τρόπο όσα περισσότερα μπορούν.
Πολύ αργότερα μια σύγχρονη μυθιστοριογράφος θα εμπλέξει την πολιτική και τις εκλογές στον αφηγηματικό της καμβά δίνοντας έμφαση στην υπαρξιακή αναζήτηση. Το μυθιστόρημα της Μάρως Δούκα «Εις τον πάτον της εικόνας» (Κέδρος, 1995, Πατάκης, 2006) κινείται στην ταραγμένη περίοδο 1988-1989, με τις απανωτές εκλογικές αναμετρήσεις να δίνουν το στίγμα της πολιτικής παρακμής που βυθίζει τους ήρωες σ΄ ένα υπαρξιακό τέλμα. Πρωταγωνιστής ο «προοδευτικός» Αλέξανδρος Παπαδάκης, που θέλει να γράψει ένα μυθιστόρημα με ήρωα τον πρώην βασανιστή και μετέπειτα φανατικό οπαδό του ΠΑΣΟΚ, ταξιτζή στο επάγγελμα, Αντώνη Λύτρα. Η απογοήτευση ενός λαού, τα μεγάλα σκάνδαλα με κυρίαρχο αυτό του Κοσκωτά, η ατυχής συγκυβέρνηση του 1989, οι παλινωδίες του εκλογικού σώματος, η συνεχόμενη απαξίωση κάθε υγιούς ονείρου, η απουσία συλλογικού οράματος δηλητηριάζουν τους ήρωες οδηγώντας τον προσωπικό τους Γολγοθά. Η Μάρω Δούκα δημιουργεί ένα μυθιστόρημα με φόντο την πιο δύσκολη και περίεργη πολιτική κατάσταση της χώρας όταν τρεις απανωτές εκλογές δεν κατάφεραν να απαντήσουν στα αιτήματα μιας κοινωνίας κουρασμένης από τις διαψεύσεις και τις ανατροπές των παραδομένων πολιτικών αξιών.
Το εκλογικό «λευκό» στην πολιτική
Τί γίνεται σε μια χώρα όταν στις εκλογές το «λευκό» γίνεται πρώτη δύναμη και παίρνει 70%. Ο νομπελίστας Ζοζέ Σαραμάγκου στο «Περί φωτίσεως»(μετ: Αθηνά Ψυλλιά, Καστανιώτης) αφηγείται την ιστορία μιας χώρας όπου μετά την καταμέτρηση των ψήφων το λευκό αναδεικνύεται σε πρώτη δύναμη με ποσοστό 70%. Oι εκλογές επαναλαμβάνονται την επόμενη Κυριακή και το λευκό ξεπερνά το 80%. Μπροστά στο διαφαινόμενο κενό εξουσίας, τα δύο μεγάλα κόμματα, ο κρατικός μηχανισμός και οι δημόσιες υπηρεσίες εγκαταλείπουν την πόλη, καταστρώνοντας σχέδια για να ανακαλύψουν τον «υποκινητή». Μια έκπληξη όμως περιμένει τους κρατούντες: ο πληθυσμός της πόλης αφυπνίζεται, «φωτίζεται», και ανακαλύπτει από την αρχή τις αξίες της αλληλεγγύης, της προσωπικής ευθύνης, της αλληλοβοήθειας. Πριν τις εκλογές κυριαρχεί η σιωπή. Ο κόσμος δεν μετέχει σε προεκλογικές συγκεντρώσεις, σε γκάλοπ, δεν υπάρχουν συνθήματα για αποχή ή λευκό. Το σύστημα και οι κυβερνητικοί μηχανισμοί αδυνατούν να καταλάβουν πώς σύσσωμοι οι ψηφοφόροι οδηγήθηκαν στο λευκό. Ακόμα και μετά την δεύτερη ψηφοφορία οι σπιούνοι του καθεστώτος δεν βρήκαν το παραμικρό στοιχείο για την οργάνωση αυτής της μαζικής στάσης – διαμαρτυρίας. Οι πολίτες χωρίς καμία δεδηλωμένη πρόθεση, με μία απλή πράξη, αποδομούν το σύνολο του συστήματος. Ο Σαραμάγκου προσπαθεί σε αυτό το βιβλίο να σκεφτεί ανάστροφα με το «τι θα γινόταν αν..» καταγράφοντας συμβολικά τη δύναμη των πολιτών που υπνώττουν και χειραγωγούνται δεξιά κι αριστερά.
Αντίθετα ο Φίλιπ Ροθ θα γράψει ένα καθαρά ρεαλιστικό αφήγημα στηριγμένο σε πραγματικά γεγονότα. Στο «Η συνωμοσία εναντίον της Αμερικής» (μετ: Ηλίας Μαγκλίνης, Πόλις) ξετυλίγει την αφήγησή του γύρω από τις προεδρικές εκλογές στις ΗΠΑ το 1940. Αντιμέτωποι ο Φράνκλιν Ρούζβελτ και ο Τσαρλς Λίντμπεργκ , ο αεροπόρος που έκανε το πρώτο υπερατλαντικό ταξίδι και διεκδίκησε την προεδρία για λογαριασμό των Ρεπουμπλικάνων με ένα φιλοναζιστικό και αντισημιτικό πρόγραμμα. Ο μικρός ήρωας μέλος μιας εβραϊκής οικογένειας παρακολουθεί με φόβο την προεκλογική εκστρατεία του Λίντμπεργκ με τις φιλοχιτλερικές κορώνες του. Ο Λίντμπεργκ θα διασχίσει την χώρα με το «Spirit of St. Louis», το αεροπλάνο με το οποίο πέταξε από την Αμερική στο Παρίσι, για χάρη της προεκλογικής του εκστρατείας, θα γοητεύσει και θα νικήσει. Θα γίνει ο 33ος πρόεδρος της Αμερικής δημιουργώντας ένα κράτος – απειλή για τη δημοκρατία. Ο Ροθ ανακαλεί τις παιδικές του μνήμες, πριν και μετά τη νίκη του Λίντμπεργκ, όταν η οικογένεια του όπως και άλλες εβραϊκές οικογένειες έζησαν με τον φόβο για το τι θα ακολουθήσει.
(δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Επένδυση, 18/9/2015)