Φανταστείτε μια ταινία γυρισμένη από την Laurie Anderson (Heart of a dog) που παρουσιάζει τη ζωή και τη φιλοσοφία της χωρίς να εμφανίζεται η ίδια ούτε σε ένα πλάνο. Φανταστείτε ένα οδοιπορικό στο Κόσοβο, στην Ουάσινγκτον, στο Αφγανιστάν μέσα από τις φωτογραφίες του Seamus Murphy, κατά τη διάρκεια του οποίου η P.J. Harvey διαβάζει ποιήματά της.
Η Aρλ, μια πόλη 53.000 κατοίκων στο Νότο της Γαλλίας, είναι γνωστή όχι μόνο επειδή έζησε σ’ αυτήν ο Βαν Γκογκ και ζωγράφισε ορισμένους από τους ωραιότερους πίνακές του, αλλά και γιατί κάθε χρόνο, στις αρχές Ιουλίου, διοργανώνεται εκεί ένα από τα πιο σημαντικά φεστιβάλ φωτογραφίας. Στο διάστημα αυτό, η πόλη κυριολεκτικά μεταμορφώνεται: κόσμος συρρέει από παντού, επιστρατεύονται όλων των ειδών οι χώροι, μουσεία, εκκλησίες, παλιές αποθήκες των γαλλικών σιδηροδρόμων, εγκαταλελειμμένα εργοστάσια, αλλά και σπίτια ή γκαράζ για να εκτεθούν οι δουλειές αμέτρητων φωτογράφων από όλο τον κόσμο που λαμβάνουν μέρος στο φεστιβάλ .
Συμμετέχουν μεγάλα ονόματα όπως ο Andres Serrano, που στοχάζεται πάνω στην ανθρώπινη φύση παρουσιάζοντας τα βασανιστήρια που επινόησαν οι κοινωνίες στο πέρασμα των αιώνων, o Yann Gross, που προτείνει έναν διάπλου του Αμαζονίου μέσα από τη μυστηριώδη ζούγκλα με τις λιγοστές ξεχασμένες φυλές και τις ραγδαία πολλαπλασιαζόμενες καταστροφές της παγκοσμιοποίησης, οι διάσημοι φωτογράφοι και φωτορεπόρτερ Dom Macullin και Yan Morvan με συγκλονιστικές φωτογραφίες-ντοκουμέντα που αποτυπώνουν όλη τη φρίκη του πολέμου και την ανθρώπινη οδύνη. Το φετινό 47ο φεστιβάλ είχε 40 επίσημες συμμετοχές, αλλά παράλληλα μ’ αυτό εκτυλίσσεται και το λεγόμενο voix off με τουλάχιστον άλλες τόσες. Οι ίδιοι οι καλλιτέχνες παρουσιάζουν το έργο τους στο κοινό κάποιες ώρες της ημέρας, και τα βράδια στήνονται γιγαντοοθόνες που προβάλλουν φωτογραφίες. Διοργανώνονται επίσης σεμινάρια, εκδηλώσεις σχετικές για παιδιά και συζητήσεις με θέματα όπως: “Η φωτογραφία είναι όπλο;” “Η σχέση φωτογραφίας και περφόρμανς” κλπ.
Φωτογραφία και λογοτεχνία ήταν ένας από τους θεματικούς άξονες που περιλάμβανε και φέτος το Φεστιβάλ. Πέρυσι, είχε γίνει αφιέρωμα στον Roland Barthes, φέτος στον Denis Roche, πρώην διευθυντή των εκδόσεων Seuil, ο οποίος εξέδωσε πολλά βιβλία με φωτογραφίες του αλλά και εξαιρετικά κείμενα που τις συνόδευαν. Όπως είχε πει κι ο ίδιος, επέλεγε να φωτογραφήσει εικόνες για τις οποίες ήθελε να μιλήσει. Τα θέματα που τον απασχόλησαν ήταν το σύνολο των συγκυριών και των παραμέτρων που απαιτούνται για να γίνει μια φωτογραφία (η αρχική απόφαση να πας κάπου, να πάρεις μαζί σου τη μηχανή, το ραντεβού με το τυχαίο, το φως, η στιγμή που επιλέγεις να πατήσεις το κουμπί κλπ.). Επίσης, το θέμα του χρόνου και το πήγαινε έλα του φωτογράφου που, βάζοντας σε λειτουργία τον χρονοδιακόπτη, μπορεί να μπει και ο ίδιος στη φωτογραφία, μετατρέποντας τον εαυτό του από θεατή σε θεώμενο, από υποκείμενο σε αντικείμενο. Μια άλλη ενότητα αφορούσε τον διπλασιασμό, τη φωτογραφία μέσα στη φωτογραφία, όπως επίσης και τη στενή σχέση της φωτογραφίας με τον θάνατο – τη στιγμή που χάνεται, αυτό που υπήρξε και δεν θα υπάρξει πια ποτέ με τον ίδιο ακριβώς τρόπο, το απαθανατισμένο αντικείμενο που γίνεται έτσι ύπαρξη και φάντασμα ταυτόχρονα. “Με τη φωτογραφία”, έλεγε ο Denis Roche, “δεν είναι η ζωή που αλλάζει, είναι ο θάνατος”.
Στα πλαίσια αυτού του αφιερώματος, διάφοροι συγγραφείς, φωτογράφοι, πανεπιστημιακοί, διανοητές, μουσικοί, κινηματογραφιστές, αντάλλαξαν τις απόψεις τους και παρουσίασαν τις προσωπικές τους δημιουργίες στην προσπάθειά τους να διερευνήσουν το χώρο όπου η λογοτεχνία συναντά τη φωτογραφία. Η Sophie Calle ακολουθεί έναν άνθρωπο επί μέρες, τραβάει διαδοχικές φωτογραφίες και καταγράφει τις κινήσεις του φτιάχνοντας μια ιστορία. Γράφει ένα αστυνομικό μυθιστόρημα βασισμένο στις φωτογραφίες της ή ένα κείμενο για τις μέρες που πέρασε στο ίδιο διαμέρισμα του Υπερσηβηρικού σιδηροδρόμου παρέα με έναν άγνωστο, τον οποίο δεν σταμάτησε να φωτογραφίζει καθ’ όλη τη διάρκεια του ταξιδιού. Παρουσιάζοντας ένα βίντεο και μία εγκατάσταση που περιλαμβάνει φωτογραφίες, κείμενα και πάσης φύσεως ντοκουμέντα, η Stephanie Solinas ανασυστήνει την ιστορία ενός ολόκληρου αιώνα μέσω ενός αρχιτεκτονικού κτίσματος που στήθηκε το 2006 στα πλαίσια της παγκόσμιας έκθεσης στη Μασσαλία και στη συνέχεια μεταφέρθηκε στην Αρλ για να γίνει αποθήκη ρυζιού – την καλλιέργεια του οποίου οφείλουν οι γάλλοι στους βιετναμέζους που στρατολόγησαν δια της βίας στον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο και έφεραν στη Γαλλία – και κατόπιν εργοστάσιο που τώρα δεν λειτουργεί πια. Στο βίντεο, προβάλλει τις φωτογραφίες αυτές σε ανθρώπους που άλλοι σχετίζονται με το εργοστάσιο και άλλοι όχι και οι οποίοι αρχίζουν να συνομιλούν αναπλάθοντας σιγά σιγά τα γεγονότα που συνδέονται μ’ αυτό και εκφράζοντας τα συναισθήματα που τους γεννάει.
Παρακολουθώντας το φεστιβάλ, δεν μπορείς να μην παρατηρήσεις δύο πράγματα. Το πρώτο, πώς από κάποια στιγμή και μετά, ο συνεχής αυτός καταιγισμός εικόνων δημιουργεί ένα αίσθημα υπερκορεσμού, σαν να μην μπορεί πια ο εγκέφαλος να διαχειριστεί άλλες εικόνες και τελικά να τις ακυρώνει όλες μαζί. Το δεύτερο, πόσο κυρίαρχο είναι σε πολλές από τις δουλειές που παρουσιάζονται το στοιχείο της αφήγησης, η ανάγκη να ειπωθεί μια ιστορία, να υπάρξει μια συνοχή σ’ έναν κόσμο ολοένα πιο ασαφή και κατακερματισμένο.
H πρώτη φωτογραφία είναι “Γουέστερν που γυρίστηκαν στη Γαλλία, στην περιοχή της Camargue”
Άλλες φωτογραφίες: