«Έγκλημα και τιμωρία» στο «Πορεία»: αρετές και σκιές (της Όλγας Σελλά)

0
463

 

της Όλγας Σελλά

Η αλήθεια είναι ότι πάντα υπάρχει ένα δέος και μια αδημονία όταν πρόκειται να δούμε στη σκηνή μεγάλα έργα της λογοτεχνίας, κάτι που δεν συμβαίνει σπάνια για πολλούς και διάφορους λόγους. Το εγχείρημα είναι πάντα δύσκολο και οι σκηνοθέτες που αναλαμβάνουν να το φέρουν σε πέρας καλούνται να μην προδώσουν το διακύβευμα και τις υψηλές αξίες του λογοτεχνικού έργου και (ιδανικά) να τις συνδέσουν, με τον τρόπο του θεάτρου, με σημερινές αναζητήσεις .  Να καταδείξουν δηλαδή, με εύστοχο θεατρικό τρόπο, τη διαχρονία του.

Με τον «ογκόλιθο της παγκόσμιας λογοτεχνίας», όπως το αποκαλεί στο σκηνοθετικό του σημείωμα ο Δημήτρης Τάρλοου, το μυθιστόρημα «Έγκλημα και Τιμωρία» καταπιάστηκε φέτος, και παρουσιάζεται εδώ και λίγες εβδομάδες στο θέατρο «Πορεία», σε κείμενο που εμπνεύστηκε από το μυθιστόρημα του Ντοστογιέφσκι και διασκεύασε για το θέατρο ο Θανάσης Τριαρίδης. Ένα μυθιστόρημα που πρωτοδημοσιεύτηκε σε 12 μηνιαίες συνέχειες, το 1866, στο λογοτεχνικό περιοδικό «Ρώσος Μηνύτωρ», όπως το μεταφράζει στο πολύ φροντισμένο πρόγραμμα η Έρι Κύργια. Κι έχει βασικό του θέμα, όχι μια βάναυση διπλή δολοφονία, αλλά τη διαδρομή της ψυχικής βασάνου του φοιτητή Ροντιόν Ρασκόλνικοφ (Προμηθέας Αλειφερόπουλος), ο οποίος και την διέπραξε και όταν δεν την αρνείται με κομπασμό και αναίδεια, την περιβάλλει με ιδεολογικές ερμηνείες ως δικαιολογημένο έγκλημα. Δίκαιος ή άδικος ο φόνος της τοκογλύφου Αλιόνα που εκμεταλλεύεται στυγνά τους αναγκεμένους; Όμως ο Ντοστογιέφσκι δεν έγραψε απλώς μιαν αστυνομική ιστορία, μ’ έναν έξυπνο αστυνόμο κι έναν ανυπότακτο νέο που προσπαθεί να ξεφύγει. Στις σελίδες του κορυφαίου αυτού μυθιστορήματος, που πολύ αγαπά και το θέατρο, παρακολουθούμε την οδυνηρή διαδρομή του Ροντιόν σ’ έναν δρόμο που δεν γνώριζε και δεν συμμεριζόταν σχεδόν, στο δρόμο της αγάπης, της εμπιστοσύνης, της πίστης. Και εν πολλοίς αυτόν τον δρόμο ακολούθησε και ο Θανάσης Τριαρίδης, «ντύνοντας» πιο σχηματικά και πιο μανιχαϊστικά αρκετά σημεία του ντοστογιεφσκικού κειμένου και χωρίζοντας την ιστορία σε σκηνές.

Η παράσταση του  Δημήτρη Τάρλοου ξεκινάει από την ανάκριση και είναι αυτή  μια έξυπνη παρέμβαση. Για την ακρίβεια, ξεκινάει από την πρωινή προετοιμασία του περίφημου αστυνόμου Πορφύρη (Δημήτρης Ήμελλος) ο οποίος ξυρίζεται μπροστά σ’ έναν καθρέφτη, σε μια σκηνή που μας πήγε κατευθείαν πίσω στην παράσταση του Λευτέρη Βογιατζή «Το ύστατο σήμερα» (έπαιζε και ο Δημήτρης Ήμελλος)  μ’ έναν τρόπο μαγικό, συγκινητικό, ανατριχιαστικό. Ως Πορφύρης, έχει την ηρεμία του ανθρώπου που εμπιστεύεται τη λογική του, τα μάτια του, το μυαλό του. Κι ας έχει απέναντί του έναν άνθρωπο παθιασμένο, κυνικό, ειρωνικό (τον Ρασκόλνικοφ).

Η Θάλεια Μέλισσα έστησε ένα ατμοσφαιρικό σκηνικό που παραπέμπει ευθέως στο σύμπαν του Ντοστογιέφσκι και στο σκοτάδι της ψυχής του Ροντιόν, με δυο καμάρες σκαμμένες στις δύο πλευρές του σκηνικού, σαν τις εικόνες των Αγίων που παραστέκουν κάθε πλευρά στο Άγιο Βήμα, και μικρά διαχωριστικά από ξύλο και γυαλί, σαν παλιά παράθυρα ή σαν εξομολογητήρια, που γίνονται οι χώροι της ιδιωτικής ζωής, με τις καλές και τις κακές στιγμές της, ή ο χώρος όπου αθέατος κρύβεται αυτός που παρακολουθεί από μακριά την ιστορία για να την καταγράψει. Γιατί στη σκηνή εμφανίζεται και ο ίδιος ο Ντοστογιέφσκι (Αλέξανδρος Μαυρόπουλος) να συνομιλεί με τον Πορφύρη, να παρατηρεί τον Ροντιόν («ισχυρή προσωπικότητα, με τεράστιο ναρκισσισμό» λέει γι’ αυτόν), την αδελφή του τη Ντούνια (Στέλλα Βογιατζάκη), και φυσικά τη Σόνια (Μαριάννα Πουρέγκα), την πόρνη με την αμόλυντη καρδιά, που δαιμονίζει το μυαλό του Ροντιόν. Και στη μέση του σκηνικού είναι ο δρόμος (της ζωής; Του Ρασκόλνικοφ; Της διαδρομής των ανθρώπων;) όπου δεσπόζει μια ρυπαρή σχάρα υπονόμου, και πηχτό σκοτάδι. Εκεί γίνεται η πρώτη συνάντηση του Ροντιόν με τη Σόνια. Εκεί είναι και η ζωή της Σόνιας άλλωστε.

Όλα είναι παρόντα στην παράσταση του Δημήτρη Τάρλοου. Οι ρόλοι, οι σχέσεις, η ατμόσφαιρα. Μόνο που  κάποιες φορές μοιάζει να είναι αποσπασματικές ωραίες σκηνές (πολύ ωραίες και καλοπαιγμένες), χωρίς να ξετυλίγεται ακριβώς η διαδρομή των ηρώων αλλά να την βλέπουμε σαν ενσταντανέ. Σκέφτομαι ότι αν κάποιος (και φοβάμαι ότι υπάρχουν πολλοί) δεν έχει διαβάσει το μυθιστόρημα του Ντοστογιέφσκι, θα μείνει μόνο στο πρώτο επίπεδο της ιστορίας που αφηγήθηκε ο Θανάσης Τριαρίδης και στην πολύ εύστοχη ατμόσφαιρα που έστησε ο Δημήτρης Τάρλοου, αξιοποιώντας με τον καλύτερο τρόπο και τη χρήση της κάμερας, που εστιάζει πότε στο φλεγόμενο πρόσωπο του Ροντιόν, πότε στην πηγαία καλοσύνη της Σόνιας, πότε (από τις ωραιότερες σκηνές) στο φάντασμα της Αλιόνας (Σοφία Σεϊρλή). Και θα μείνει οπωσδήποτε στη διαρκή πάλη του καλού και του κακού, που σχηματοποιείται ή υπογραμμίζεται κάποιες στιγμές υπερβολικά στην παράσταση, όπως στην παρουσία του απερίγραπτου και αγοραίου Σβιντριγκάιλοφ (Δημήτρης Μπίτος), του πλούσιου χήρου, που αποκαλύπτεται ότι έχει σκοτώσει τη γυναίκα του, που ορέγεται την Ντούνια μ’ έναν χυδαίο και κτητικό τρόπο, για να οδηγηθεί και ο ίδιος στη μετάνοια και την αυτοτιμωρία. Μια σκηνή που εστίασε σ’ έναν χαρακτήρα περισσότερο απ’ ό,τι χρειαζόταν –ίσως και γιατί στο πρόσωπό του καταγραφόταν το απόλυτα αρνητικό πρόσωπο του αρσενικού-, μειώνοντας ταυτόχρονα μια αντίστοιχη μεταχείριση σε άλλους ήρωες (πλην του Ρασκόλνικοφ). Όπως πλεονάζον συμβολισμός ήταν, κατά τη γνώμη μου, η τόση έμφαση στην εμφάνιση πόρνης για τη Σόνια, αλλά και η σκηνή των γυμνών σωμάτων που αλληλοσπαράσσονται ερωτοτροπώντας(;) στο πίσω μέρος της σκηνής.

Ήταν μια επιτυχημένη σκηνική μεταφορά του ντοστογιεφσικού αρχετυπικού κόσμου η παράσταση στο θέατρο «Πορεία»; Θα έλεγα ότι είχε πολλές αρετές και κάποιες αρνητικές πλευρές ή σημεία που σκίασαν την πλευρά της «αρετής».  Η κυριότερη αρνητική πλευρά ήταν αυτή του κειμένου, των εστιάσεών του και της δομής του. Όμως είχε μερικές πολύ καλές ερμηνείες, με πρώτη του Προμηθέα Αλειφερόπουλου, που έδειξε και μετέδωσε όλη την εσωτερική πάλη του Ροντιόν και τις ρωγμές που απέκτησε στην πορεία ο αρχικός κυνισμός του. Η τελευταία σκηνή της παράστασης με την αγία Τριάδα των γυναικών που τον σημάδεψαν γύρω τους ήταν από τις πιο ωραίες. Είχε τον Δημήτρη Ήμελλο, έναν ηθοποιό που νομίζω ότι δημιουργεί μιαν αίσθηση απολαυστικής γαλήνης και σκηνικής ασφάλειας μόνο που τον βλέπουμε να κινείται στη σκηνή, πριν μιλήσει καν, είχε τη Σοφία Σεϊρλή την εμπειρία της και το θεατρικό της ήθος, είχε τον Αλέξανδρο Μαυρόπουλο, που καταφέρνει να συγκινεί σε πολλούς και διαφορετικούς ρόλους που αναλαμβάνει (το τραγούδι του στο τέλος ήταν από τις πιο αισθαντικές στιγμές της παράστασης). Ο Δημήτρης Μπίτος απέδωσε υπερτονισμένα τον αγοραίο και προκλητικό ψυχισμό του Σβιντριγκάιλοφ, η Στέλλα Βογιατζάκη ήταν μια κάπως επίπεδη Ντούνια,  και η Μαριάννα Πουρέγκα κέρδισε με την ευθραυστότητα που κατάφερε να αποδώσει. Οι φωτισμοί του Αλέκου Αναστασίου ήταν μέρος της παράστασης, όπως και η μουσική του Φώτη Σιώτα (υπαινικτική, μελαγχολική, συνοδευτική).

Ήταν οπωσδήποτε μια παράσταση στο δρόμο που  έχει χαράξει εδώ και χρόνια ο Δημήτρης Τάρλοου και τον υπηρετεί με σοβαρότητα και αφοσίωση: ικανοποιητική, δουλεμένη, απλόχερη.

Η ταυτότητα της παράστασης

Θεατρική μεταφορά: Θανάσης Τριαρίδης, Σκηνική & δραματουργική επεξεργασία: Δημήτρης Τάρλοου, Έρι Κύργια, Σκηνοθεσία: Δημήτρης Τάρλοου, Σκηνικά : Θάλεια Μέλισσα, Κοστούμια: Αλέξανδρος Γαρνάβος, Τζίνα Ηλιοπούλου, Μουσική: Φώτης Σιώτας

Επιμέλεια κίνησης: Κορίνα Κόκκαλη, Φωτισμοί: Αλέκος Αναστασίου

Βοηθοί Σκηνοθέτη: Δήμητρα Κουτσοκώστα, Νεφέλη Παπαναστασοπούλου, Βοηθός Σκηνογράφου: Νάντια Κασσάρα, Βοηθός κινησιολόγου: Μαριάννα Τσικμανλή, Βοηθός Φωτιστή: Ναυσικά Χριστοδουλάκου, Φωτογραφίες : Μαρίζα Καψαμπέλη

Teaser: Αντώνης Κιτσίκης

 

Διανομή (αλφαβητικά)

Ρασκόλνικοφ: Προμηθέας Αλειφερόπουλος

Ντούνια: Στέλλα Βογιατζάκη

Πορφύρης: Δημήτρης Ήμελλος – Κώστας Φιλίππογλου (σε διπλή διανομή)*

Ντοστογιέφσκι/ Ραζουμίχιν: Αλέξανδρος Μαυρόπουλος

Σβιντριγκάιλοφ: Δημήτρης Μπίτος

Σόνια: Μαριάννα Πουρέγκα  – Φαίδρα Αγγελάκη (σε διπλή διανομή)

Μητέρα του Ρασκόλνικοφ/ φάντασμα Αλιόνας: Σοφία Σεϊρλή

 

Μουσικός επί σκηνής: Τάσος Μισυρλής

 

*Δημήτρης Ήμελλος: κάθε Τετάρτη, Πέμπτη, Σάββατο (βραδινή) & Κυριακή

  Κώστας Φιλίππογλου: κάθε Παρασκευή & Σάββατο (απογευματινή)

 

Θέατρο Πορεία (Τρικόρφων 3-5 και 3ης Σεπτεμβρίου 69).

Ημέρες και ώρες παραστάσεων: Τετάρτη 7μ.μ., Πέμπτη και Παρασκευή 8.30μ.μ., Σάββατο στις 6μ.μ. και στις 9.15μ.μ., Κυριακή στις 5μ.μ.

Έξτρα παραστάσεις για τις γιορτές: 25 και 26 Δεκεμβρίου στις 8.30μ.μ., 1 και 2 Ιανουαρίου 2024 στις 9μ.μ. Η παράσταση δεν θα παιχτεί παραμονή Χριστουγέννων και Πρωτοχρονιάς.

Προηγούμενο άρθροΤα «Αθηναϊκά Ποτάμια». (Τρίτη,19/12,Ιανός)
Επόμενο άρθροΈνα βιβλίο μες στη βρόμα ή μια άλλη ματιά στην ανθρώπινη ιστορία  (της Ελένης Γεωργοστάθη)

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ