E.Λιντζαροπούλου: η εποχή των λέξεων

0
523

 

Του Γιώργου Λίλλη.

Εάν αληθεύει πως το ποίημα είναι αυτοβιογραφία του δημιουργού του, αυτοβιογραφία φιλτραρισμένη μέσω της τεχνικής των λέξεων που αποκρυπτογραφούν το υποσυνείδητο, τότε όντως η ποιήτρια Ελένη Λιντζαροπούλου στην καινούργια της συλλογή “Η εποχή των λέξεων”, δεν γράφει μόνο αλλά και βιώνει τα ποιήματά της.

Όταν με την ποιητική δημιουργία ο ποιητής επιδιώκει να εξορύσσει το τρόπο με τον οποίο αντιλαμβάνεται τον κόσμο γύρω του, τότε έχουμε στην διάθεση μας τα πνευματικά εφόδιά του, γινόμαστε οικείοι με την σκέψη του όπως εκείνη προβάλλεται μέσα από τους στίχους. Ο ποιητής που κινείται με γνώμονα τις ευαισθησίες του, υπάρχει στο έργο του φανερή μια γόνιμη αμφισβήτηση η οποία οδηγεί στην καθιέρωση της προσωπικής του  μυθολογίας. Τυχαίνει να αγαπάμε ποιήματα και ποιητές γι΄ αυτό τον καταιγιστικό τρόπο που εισβάλλουν στην καθιερωμένη ρεαλιστική εικόνα του κόσμου ανατρέποντας την.

Ως αναγνώστες βρισκόμαστε εντός μιας προμελετημένης ενέργειας να δεχθούμε στον κόσμο των αισθητηρίων μας το πλήγμα εκείνο που εκτός από συγκίνηση έχει και την πρόθεση να μας μεταφέρει έστω και για λίγο στην προνομιακή θέση του να διακρίνουμε τους εαυτούς μας έξω από τον τραγελαφικό χρονοδιάγραμμα που κινούμαστε, ανακαλύπτοντας με λοξή ματιά, έναν παράδοξο χώρο όπου επιτρέπεται η πολλαπλή εκδοχή των συμβάντων που οριοθετούν το ανθρώπινο σύμπαν. Η ποίηση δεν ανατρέπει, επιχειρεί να εκλεπτύνει τους κώδικες επικοινωνίας με το περιβάλλον που παράγεται. Έχει καθαρά επικοινωνιακό χαρακτήρα, αισιοδοξεί στην ουμανιστική διάσταση των ανθρώπινων σχέσεων, προσφέρει την εικόνα ενός επίπλαστου φανταστικού χώρου, όπου εξορίζεται δραστικά ο δογματισμός, είναι το κάτοπτρο που συστρέφεται στο εγώ, χαρτογράφηση του εσωτερικού μας ειδώλου. Απομακρύνει με δεξιοτεχνία τον βερμπαλισμό, επιδιώκει μέσω της έκφρασης το καίριο, το απόλυτα ουσιώδες.

Οι πρωταρχικές ιδιότητες ενός καλού ποιήματος, σύμφωνα με τα λόγια του Άμπραμς είναι ιδιότητες του νου και του χαρακτήρα του ποιητή: ειλικρίνεια, ακεραιότητα, σοβαρότητα, ευφυΐα, αγαθότητα, διατρέχοντας όλη την κλίμακα της γλώσσας. Η Λιντζαροπούλου το καταφέρνει αυτό άμεσα. Παραθέτω το εξαίρετο ποίημα Το μήλο για να δείξω τι εννοώ:

 

Τώρα να σου πω ότι ξέρω πού καραδοκεί το σκουλήκι,

θα σου πω ψέματα.

Όμως αν νομίζεις ότι έχει σημασία,

γελιέσαι.

Είτε στην καρδιά του καρπού,

είτε στον φλοιό,

ένα και το αυτό.

Η μόνη διαφορά, αν αυτό σε παρηγορεί,

είναι στον αιφνιδιασμό.

Όσο πιο πολύ έχεις γευθεί την γλύκα,

τόσο πιο πικρή αισθάνεσαι την σήψη.

Γι΄ αυτό σου λέω:

Καλύτερα να ξέρεις από την πρώτη στιγμή,

γλιτώνεις έτσι μεγάλο μέρος της απογοήτευσης.

 

Επιδιώκοντας τη μέγιστη κορύφωση του αισθητικού αποτελέσματος η Λιντζαροπούλου ενσωματώνει στην ποιητική της σύνθεση το λυρικό στοιχείο. Αμυντικός στόχος ενάντια σε μη ποιητικά στοιχεία, όπως περιγραφικά, διδακτικά ή αφηγηματικά, τα οποία νοθεύουν τον ποιητικό λόγο και χρησιμεύουν απλώς σαν καλές ευκαιρίες για τις ποιητικές εκφορές του αισθήματος του ποιητή ή των εφευρεμένων χαρακτήρων του.

Η λιτή γραφή δεν είναι απλή ως μέθοδος όσο κι αν θεωρείται κατ’ αυτόν τον τρόπο. Διότι, το ελλειπτικό ποίημα κυοφορεί πάντοτε τον κίνδυνο να επιδιώκει τη συντομία του νοήματος αλλά στο τέλος να μην λέει τίποτε. Το σώμα ενός ποιήματος, όσο μακροσκελές είτε σύντομο εάν είναι, πρέπει να έχει ένα μήνυμα που θα μεταδίδεται άμεσα. Δηλαδή, να έχει αρχή, μέση και τέλος ώστε να μπορεί ο αναγνώστης να εντοπίσει την κεντρική του ιδέα. Στη μικρή ποιητική φόρμα υπάρχουν μεγαλύτερες δυσκολίες γιατί είναι αναγκαίο ν’ αναζητηθούν οι κατάλληλες λέξεις που θα αντικαταστήσουν μια αράδα στίχους, να εκφράσουν το ίδιο νόημα με διαφορετικό τρόπο. Το ελλειπτικό ποίημα αφήνει τον αναγνώστη να δράσει πιο άμεσα στο ποίημα, να κατασκευάσει μόνος του τη συνέχεια. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, η Ελένη Λιντζαροπούλου καταφέρνει να μεταδώσει τη μαγεία του ποιητικού της κόσμου. Τα ποιήματά της βρίσκουν άμεση συνάρτηση με τη σκέψη του Keats που έγραφε ότι «ο ποιητής πρέπει να βγάζει τα ποιήματα με τον ίδιο φυσικό τρόπο που ένα δέντρο βγάζει φύλλα»:

 

REVOLUTION

 

θα ξυπνήσουμε ένα

πρωί,

είναι βέβαιο,

το ερώτημα πού

γεννάται

όμως είναι

πόσοι θα είμαστε

εκείνο το πρωί

και όχι ποιοί.

 

 

INFO:

ΕΛΕΝΗ ΛΙΝΤΖΑΡΟΠΟΥΛΟΥ

Η ΕΠΟΧΗ ΤΩΝ ΛΕΞΕΩΝ

ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΤΩΝ ΦΙΛΩΝ

Προηγούμενο άρθροΟ Μπολάνιο, ο σκηνοθέτης και ο μοναχός ευεργέτης
Επόμενο άρθροΠέτρος Σκυθιώτης: 5 μικρές εκπλήξεις

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ