Δυσκολίες της αιώνιας ζωής (του Γιώργου Μ. Χατζηστεργίου)

0
1341

 

του Γιώργου Μ. Χατζηστεργίου (*)

Είναι πολλοί αυτοί που θέλουν να τους θυμούνται για πάντα, έστω για πολύ μετά από το σύντομο πέρασμά τους από την επίγεια ζωή των αισθήσεων. Οι ίδιοι δεν θα το ζήσουν αυτό το μετά, δεν θα επωφεληθούν πρακτικά όταν κάτι τέτοιο συμβεί, μα η ιδέα της παντοτινής θύμησης προσομοιάζει στην αιωνιότητα.

Να τους θυμούνται για πάντα. Αλλά, ως τί; Στη Δευτέρα Παρουσία, όπως τη διδάσκουν στα Κατηχητικά, δεν είναι βέβαιο αν οι άνθρωποι ξανάρχονται στη ζωή με σώμα ή με άϋλη παρουσία, και αν τελικά πρόκειται για κανονικό σώμα, αυτό είναι το κορμί του βρέφους, της εφηβικής φάσης ή των γηρατειών; Στις αρχαίες ασιατικές θρησκείες με την μετεμψύχωση, την μετενσάρκωση και τις αμέτρητες ζωές, ποια πτυχή από την πολλαπλή παρουσία κάποιου να θυμούνται;

Υπάρχουν και άλλα προβλήματα: για παράδειγμα, να σε θυμούνται για κάτι που δεν υπήρξες ποτέ;

***

Η παράδοξη υπόθεση του Απολλώνιου

Ο Απολλώνιος ο Τυανεύς, από τα Τύανα της Καππαδοκίας στη Μικρά Ασία, ο μυστηριώδης Ελληνας γητευτής, μάγος και θεραπευτής, με τη μακριά ξανθή κόμη και τα γαλανά μάτια, έζησε κατά πάσα πιθανότητα τον 1ο μετά Χριστόν αιώνα. Είχε σχέση με τις θεραπευτικές πρακτικές της λατρείας του Ασκληπιού, αλλά και με τον μυστικισμό των μεταπυθαγόρειων της εποχής. Είχε απήχηση στους πολλούς, και παρά τις διαδόσεις για μαγικές ικανότητες (έλεγαν ότι γνωρίζει τη γλώσσα των πτηνών!), διέφερε από τους αγύρτες που επαγγελόταν τη μαγεία για να βιοποριστού, εξαπατώντας τους αφελείς (βλ. το βιβλίο «Απολλώνιος ο Τυανεύς στον μύθο και στην ιστορία» της Maria Dzielska, εκδόσεις Ενάλιος, 2000).

Η φήμη του τον καιρό της ωριμότητάς του δεν ήταν πάντως αρκετή ώστε να διασφαλίζεται η υστεροφημία του, ούτε ο ίδιος φαίνεται να την επιδίωξε. Ήταν η Ιουλία Δόμνα, σύζυγος του Ρωμαίου αυτοκράτορα Σεπτίμιου Σεβήρου, που θαυμάζοντας το έργο του σε συνδυασμό με δικές της σκοπιμότητες σε σχέση με τη θέση της στην Αυλή, ανέθεσε σε κάποιον Φιλόστρατο να γράψει τη βιογραφία του γητευτή, εισάγοντας έτσι το όνομά του στην ελληνική γραμματεία.

Ο Απολλώνιος θα είχε έτσι κλείσει τον κύκλο του: ως μια μικρή γραμματειακή παραπομπή. Όλα άλλαξαν όταν δύο αιώνες μετά ο κυβερνήτης της Βιθυνίας Σωσσιανός Ιεροκλής, υπέρμαχος των διωγμών των χριστιανών από τον Διοκλητιανό, θέλησε να ανακατέψει σ’αυτή τη διαμάχη τον Τυανέα, ως όπλο της προπαγάνδας των παγανιστών, που κατά κάποιο τρόπο είχαν ξεμείνει από επιχειρήματα. Αντέταξε λοιπόν στον Χριστό τον Απολλώνιο, ανασύροντάς τον από τη βιογραφία του Φιλόστρατου, προσθέτοντας μια σειρά φανταστικών χαρακτηριστικών. Οι Πατέρες της Εκκλησίας έστρεψαν τα πυρά τους κατά του ειδώλου του Ελληνα από την Καππαδοκία, αποδεχόμενοι γι’αυτόν τον ρόλο του Ελ Σιντ της παλαιάς θρησκείας, με τη διαφορά ότι σ’αυτή την ιστορική περίσταση η έκβαση του πολέμου δεν ήταν νικηφόρα γι’αυτούς που τον χρησιμοποίησαν ως σημαία τους.

*

Απολλώνιος Τυανεύς, ένας κατά λάθος διάσημος

Ήταν τόσο έντονο πάντως το αποτύπωμα του επινοημένου Απολλώνιου, που στην Αναγέννηση έτσι όπως οι δημιουργοί έψαχναν παντού για πιθανές πηγές  έμπνευσης, ακόμα και στη μαγεία, τον ξαναθυμήθηκαν. Βαριά ονόματα της εποχής, όπως ο Αλδος Μανούτιος και ο Πίκο ντε Μιράντολα, εξέδωσαν ένα έργο γι’αυτόν, και μολονότι επιδίωξαν με προσεκτικές προσθήκες να εξευμενίσουν την Εκκλησία, δεν τα κατάφεραν. Η παλαιά καταδίκη του «γητευτή με διαβολικές δυνάμεις» από τους Πατέρες της Εκκλησίας ήταν κομβική. Παρά τη σχετική ανεκτικότητα της Παπικής Εξουσίας στις αναζητήσεις της Αναγέννησης, αυτό ξεπερνούσε τα όρια. Ακολούθησαν επιθέσεις τεράστιας έντασης κατά του σκιάχτρου του Απολλώνιου. Για μια ακόμη φορά ο Τυανεύς ήταν το πρόσχημα για έναν πόλεμο που είχε άλλα αίτια και σκοπούς από την πραγματική ζωή ενός αρχαίου Ελληνα από την Καππαδοκία. Η διαμάχη περί αυτόν συνεχίστηκε ως τον 19ο αιώνα, όταν ο περίφημος Αγγλος ιστορικός της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας Εντουαρντ Γκίμπον διατύπωσε την άποψη ότι ο Ιησούς δεν ήταν άλλος από τον Απολλώνιο τον Τυανέα!

Καταλήγοντας: ο Απολλώνιος ο Τυανεύς εξασφάλισε μια μετά θάνατον ζωή περίπου δύο χιλιετιών. Μόνο που αυτή αφορά ένα επινοημένο είδωλό του.

 

Το Τείχος και τα βιβλία

Αν ο Απολλώνιος δεν εργάστηκε για την υστεροφημία του, και πάντως αποκλείεται να είχε έστω και μια προϊδέαση για την αλλόκοτη μετά θάνατον σταδιοδρομία του ονόματός του, ο Χόρχε Λουΐς Μπόρχες, («Δοκίμια», εκδόσεις Ελληνικά Γράμματα, 2006), αναδεικνύει με δοκίμιό του την εντελώς διαφορετική περίπτωση κάποιου αυτοκράτορα της Κίνας: «Διάβασα αυτές τις μέρες πως ο άνθρωπος που διέταξε την κατασκευή του σχεδόν άπειρου Σινικού Τείχους, ήταν εκείνος ο πρώτος Αυτοκράτορας, ο Τσι Χουάνγκ Τι, ο ίδιος που είχε προστάξει να καούν όλα τα βιβλία πριν απ’αυτόν. Το γεγονός ότι τα δύο αυτά κολοσσιαία εγχειρήματα- οι πεντακόσιες ή εξακόσιες λεύγες βράχοι που όρθωσε κατά των βαρβάρων, και η στυγνή κατάλυση της Ιστορίας, δηλαδή του παρελθόντος- ήταν έργο ενός ανθρώπου και, κατά κάποιο τρόπο, τον χαρακτήρισαν, με ικανοποίησε και, ταυτόχρονα, με προβλημάτισε ανεξήγητα.»

Ο Τσι Χουάνγκ Τι απαγόρευσε τη μνεία του θανάτου

Ασχέτως αν αυτές οι τεράστιου μεγέθους ενέργειες κατασκευής και καταστροφής μοιάζουν σήμερα να έχουν μια σχέση με την ιστορία και τον διαχρονικό πολιτισμό της Κίνας, καθώς προσομοιάζουν ορισμένως με την κλίμακα του «Μεγάλου Άλματος προς τα μπρος» και της «Πολιτιστικής Επανάστασης» επί Μάο Τσε Τουνγκ, ο Μπόρχες το συνδέει με τον διακαή πόθο της αθανασίας: « Κατά τους ιστορικούς, ο Τσι Χουάνγκ Τι απαγόρευσε τη μνεία του θανάτου, αναζήτησε το ελιξίριο της αθανασίας και κλείστηκε σ’ένα συμβολικό παλάτι, που είχε τόσα δωμάτια όσες μέρες έχει ο χρόνος. Τα στοιχεία αυτά δηλώνουν πως το Τείχος (εν χώρω) και η φωτιά (εν χρόνω) δεν ήταν παρά μαγικά φράγματα για να αναχαιτίσουν το θάνατο…Ισως ο Αυτοκράτορας και οι μάγοι του πίστευαν πως η αθανασία ενυπάρχει στον άνθρωπο και πως η φθορά δεν μπορεί να διεισδύσει σ’έναν κόσμο περίκλειστο. Ισως ο Αυτοκράτορας θέλησε να επαναδημιουργήσει την αρχή του χρόνου…» Χωρίς αίσιο τέλος, βεβαίως.

***

Ευρισκόμενοι στο πεδίο των βιβλίων, ευλόγως κάποιος μπορεί να αναρωτηθεί: «οι συγγραφείς με τα έργα τους ποια σχέση μπορεί να έχουν με την αιώνια ζωή;» Η απάντηση απαιτεί μια σειρά από πραγματείες, και είναι έξω από τα πλαίσια του παρόντος σημειώματος, που απλώς ανοίγει το θέμα της αιωνιότητας και των δυσκολιών της.

Μια θαυμάσια εισαγωγή στο θέμα θα μπορούσε να είναι το βιβλίο του Μισέλ Φουκώ με τίτλο «Τί είναι ένας συγγραφέας;», εκδόσεις Πλέθρον, 2021. Ένα χαρακτηριστικό απόσπασμα του βιβλίου: «Τα προβλήματα που εγείρει το όνομα του συγγραφέα είναι περίπλοκο. Αν ανακαλύψω ότι ο Σαίξπηρ δεν έχει γεννηθεί στο σπίτι που ο κόσμος επισκέπτεται σήμερα, αυτό είναι μια τροποποίηση που προφανώς, δεν πρόκειται να αλλάξει καθόλου τη λειτουργία του ονόματος του συγγραφέα. Αλλά αν αποδειχθεί ότι ο Σαίξπηρ δεν έχει γράψει τα σονέτα που θεωρούνται δικά του, ιδού μια μεταβολή διαφορετικού τύπου: δεν αφήνει αδιάφορη τη λειτουργία του συγγραφέα.» Με ποια έννοια; Γράφει ο Φουκώ παρακάτω: «Ένα όνομα συγγραφέα ασκεί σε σχέση με τον λόγο μια ταξινομητική λειτουργία: ένα τέτοιο όνομα επιτρέπει τη συνομάδωση ενός αριθμού κειμένων, την περιχάραξή τους, τον αποκλεισμό κάποιων άλλων, την αντίθεσή τους με άλλα. Επιπλέον, επιτελεί μια συσχέτιση των κειμένων μεταξύ τους. Ο Ερμής ο Τρισμέγιστος δεν υπήρξε, ο Ιπποκράτης επίσης- υπό την έννοια που μπορούμε να πούμε ότι υπάρχει ο Μπαλζάκ-, αλλά το γεγονός ότι πολλά κείμενα μπήκαν κάτω από το ίδιο όνομα δείχνει ότι εδραιωνόταν μεταξύ τους μια σχέση ομοιογένειας ή γενεαλογίας, ή υιοθέτησης αυθεντικότητας των μεν βάσει των δε, ή αμοιβαίας εξήγησης, ή συγκλίνουσας χρήσης…»

«Το όνομα του συγγραφέα δεν απαντάται στη ληξιαρχική ταυτότητα των ανθρώπων…Η λειτουργία-συγγραφέας, επομένως, χαρακτηρίζει έναν ορισμένο τρόπο ύπαρξης, κυκλοφορίας και λειτουργίας ορισμένων λόγων εντός μιας κοινωνίας» καταλήγει ο Μισέλ Φουκώ. Στα πράγματα που μετράνε, επομένως, είμαστε ήδη πολύ μακριά από τη διαιώνιση της ενθύμησης ενός συγγραφέα με σάρκα και οστά.

***

Κανείς δεν σκέπτεται να τον επιχρωματίσει ώστε να αποκτήσει την εμφάνιση που είχε την εποχή του Περικλή

Αν οι άνθρωποι με την απτή τους υπόσταση έχουν δυσκολίες σε σχέση με την αιωνιότητα, μήπως τα έργα τους- ειδικά αυτά που έχουν υλική υπόσταση- έχουν καλλίτερη τύχη; Η αλήθεια είναι ότι στο θέμα της αιωνιότητας, παρά τις ενδεχόμενες πρώτες εντυπώσεις και το γεγονός ότι κάποια έργα μπορεί εκ των πραγμάτων να έχουν μεγαλύτερη διάρκεια ζωής από την ανθρώπινη, τελικά υπάρχουν αναλογίες μεταξύ των ανθρώπων και των έργων τους. Τα τεχνικά έργα είναι ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα. Στο θαυμαστό πεδίο των αναστηλώσεων μνημείων και κατασκευών παλαιότερων εποχών, η ίδια η έννοια της αναστήλωσης είναι ορισμένως παραπλανητική: η πρωτότυπη ευρωπαϊκή λέξη Restoration, της οποίας μετάφραση είναι η ελληνική, σημαίνει κυριολεκτικά «παλινόρθωση», η οποία παλινόρθωση δεν υλοποιείται στο πεδίο παρά μερικώς, αν και με τεράστιες κάθε λογής δυσκολίες: γνωστικά χάσματα, εξαφάνιση προ πολλού των σχετικών τεχνικών δόμησης ή και κάποιων υλικών, σύγχρονες απαιτήσεις λειτουργίας, νέες περιβαλλοντικές συνθήκες, και άλλα. Το πολύ να αποκατασταθεί η αρχική κατασκευή, όχι όμως η αρχική λειτουργία της. Ο Πύργος της εξουσίας του Δούκα στον Λίγηρα της Γαλλίας θα γίνει Μουσείο, το Σινικό Τείχος που κατασκευάστηκε για να αποκρούει τις εχθρικές επιδρομές θα γίνει τουριστικό αξιοθέατο. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση του Παρθενώνα: δεν είναι μόνο ότι δεν μπορεί να έχει την αρχαία κοινωνική και θρησκευτική λειτουργία του, μα ακόμα και η αποκατάσταση των δομικών υλικών του είναι περιορισμένη, καθώς μεταξύ άλλων, κανείς δεν σκέπτεται να τον επιχρωματίσει ώστε να αποκτήσει την εμφάνιση που είχε την εποχή του Περικλή. Το «αποκατεστημένο» Μνημείο δεν μπορεί παρά να είναι προϊόν μιας ώσμωσης επιδράσεων της εποχής της κατασκευής του και της σημερινής, και επομένως διαφορετικής φύσης, στην ολότητα της λειτουργίας του, από το αρχικό.

***

Τα χαρακτηριστικά του πολιτισμού των φαντασμάτων της αιωνιότητας

Μέχρι τώρα αναφερόμαστε στη «μετά θάνατον ζωή» με όρους αναλλοίωτης αισθητής ταυτότητας. Μα η αιωνιότητα- που ασφαλώς είναι πτυχή της πανανθρώπινης διαχρονικής εμπειρίας, μέρος της οποίας είναι ο τρόπος που το παρελθόν εμπλέκεται στη ζωή, τη νοηματοδοτεί και την ενδυναμώνει- δεν έχει σχέση με ρηχές εγωκεντρικές επιθυμίες. Η αιωνιότητα επί της ουσίας λειτουργεί αλλιώς, προσομοιάζοντας το αισθητικό- παρά το αισθητό- γεγονός. Σε σχέση με το παρόν σημείωμα, είναι ταιριαστός ο τρόπος με τον οποίο ο Μπόρχες κλείνει το δικό του για τον Κινέζο αυτοκράτορα του Σινικού τείχους: «Η βαρύτητα κάθε ‘μορφής’ έγκειται σ’αυτή την ίδια και όχι στο τυχόν επαγωγικό της περιεχόμενο…Όπως όλες οι τέχνες τείνουν προς την κατάσταση της μουσικής, που είναι αποκλειστικά ‘μορφή’…Η μουσική, οι συνθήκες ευτυχίας, η μυθολογία, τα πρόσωπα που είναι σμιλεμένα απ’τον καιρό, κάποια δειλινά και κάποιοι τόποι θέλουν κάτι να μας πουν, ή μας είπαν κάτι που δεν έπρεπε να το αφήσουμε να χαθεί, ή πρόκειται να μας πουν κάτι’ αυτή η αποκάλυψη που επίκειται, αλλά δεν συντελείται, είναι, ίσως, το αισθητικό γεγονός».

Για να το κάνουμε πιο συγκεκριμένο, θα αναφερθούμε στο πεδίο των αναστηλώσεων κατασκευών του παρελθόντος, παραθέτοντας ένα απόσπασμα με τίτλο «Μια ενδεχομένως ιδανική αναστήλωση», από το βιβλίο μου «Ο πολιτισμός των φαντασμάτων», εκδόσεις Αλεξάνδρεια, 2020: «Δανείζομαι την ιδέα από το σχόλιο του Ζαν Κοκτώ στη ζωγραφική του Ντε Κίρικο. Αν κλείσει κανείς τα μάτια σ’ένα δωμάτιο και ανακαλέσει μια ανάμνηση που συνέβη σ’αυτό το δωμάτιο, το πιθανότερο είναι να αναπαραστήσει το δωμάτιο της ανάμνησης σε άλλο μέρος, έξω από το δωμάτιο που αναθυμάται. Θα ήταν ωραίο να ζωγραφίσει κάποιος τα δύο δωμάτια, το ένα μέσα στο άλλο. Και τι ενδιαφέρον που θα είχε να προσεγγίσει κανείς με αυτό το πνεύμα κάποιες αναστηλώσεις!»

**

Θα κλείσουμε με απόσπασμα από το ποίημα του Μπόρχες «Η ευτυχία»:

«Εκείνος που αγκαλιάζει μια γυναίκα είναι ο Αδάμ. Η γυναίκα η Εύα. Όλα γίνονται για πρώτη φορά…

…Όποιος μπαίνει στο ποτάμι, μπαίνει στον Γάγγη. Όποιος κοιτάει μια κλεψύδρα, βλέπει την κατάλυση μιας αυτοκρατορίας. Όποιος παίζει μ’ένα στιλέτο, προοιωνίζεται τον θάνατο του Καίσαρα. Όποιος κοιμάται, είναι ολόκληρος ο κόσμος. Στην έρημο είδα τη Σφίγγα, νέα- μόλις είχαν αρχίσει να τη χτίζουν.

Ουδέν καινόν υπό τον ήλιον. Όλα για πρώτη φορά γίνονται, μα μ’έναν αιώνιο τρόπο.»

 

(*) Ο Γιώργος Μ. Χατζηστεργίου είναι πολιτικός μηχανικός και συγγραφέας. Το βιβλίο του «Ηδονική Γεωγραφία» κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Αλεξάνδρεια.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Προηγούμενο άρθροΤο Νέο Αίμα στην αστυνομική λογοτεχνία (της Βίκυς Χασάνδρα)
Επόμενο άρθροΣυζήτηση: Μικρά «γήπεδα», μεγάλοι πόθοι (μια πρόταση του Κώστα Ακρίβου)

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ