Δύο Λαρισαίοι στη Μαγνησία: Ιντζές, Φυτιλή (του Σταύρου Χατζηθεοδώρου)

0
731
φωτό: Δημήτρης Λέτσιος

του Σταύρου Χατζηθεοδώρου

 

Θα ήταν μάλλον άστοχο να χρησιμοποιήσω -έστω και παραφρασμένο- το ερωτηματικό από τους στίχους του Εγγονόπουλου προς τον Υδραίο στρατηγό, για τα δύο βιβλία που έχω μπροστά μου αυτό το αυγουστιάτικο πρωινό, εδώ στο συνεταιριστικό καφενεδάκι των γυναικών στη Ζαγορά.

Η Λίνα Φυτιλή και ο Στάθης Ιντζές, αν και γεννημένοι στη Λάρισα, έχουν κάθε λόγο και δικαίωμα, μιας και ο τόπος έμπνευσης είναι και ο τόπος καταγωγής τους -η Μαγνησία- και γράφουν πατώντας το χώμα της.

Με αρκετά βιβλία ο καθένας πίσω του σαν τους τεχνίτες ποδοσφαιριστές παίζουν όλες τις θέσεις στο γρασίδι της λογοτεχνίας (ποίηση, διήγημα, μυθιστόρημα, μετάφραση) και φαίνεται να μην τους απασχολεί το ότι η “πιάτσα” δεν αγαπάει τα μπαλαντερ και αρέσκεται στις κατηγοριοποιήσεις.

Η Λίνα Φυτιλή στο μυθιστόρημα της “Χρυσός Κήπος” -Αλτίν μπαχτσεσί, στην τουρκική- (Εστία 2023) ακουμπά την παλάμη της στα γόνιμα χωράφια της οικογενειακής μνήμης. Σπρώχνει την αυλόπορτα του πατρικού, ξεχορταριάζει, ξεκλειδώνει και ανοίγει τα παράθυρα διάπλατα, φωτίζει τον Αλμυρό και τον κάμπο της Αγχιάλου, συναντά και συνομιλεί με τον παππού της.

Ο Ηλίας Φυτιλής παλεύει με τα ζωντανά και τη γη, αβόλευτος, δε χωράει πουθενά, αντίθετα στο ρεύμα, βλέπει μακριά, ένας αλληλέγγυος της εποχής του.

Από μικρό παιδί η φαντασία μου καλπάζει, καμιά φορά με φοβίζει κιόλας, επειδή ότι σκέφτομαι περνάει πρώτα από τα μάτια μου ως εικόνα που παίρνει σάρκα και οστά σαν δόνηση σε σπάγγο κρυφό”, γράφει στο ημερολόγιο του. Ένας Ζορμπάς του κάμπου. Αγαπάει τη φάρα του. Ξέρει ότι από μόνος του ο καθένας πάει χαμένος μπροστά στους πανίσχυρους τσιφλικάδες. Με πυκνωμένη λαική σοφία παίρνει τα ρίσκα του και αφιερώνει όλη τη ζωή του στη δημιουργία του συνεταιριστικού κινήματος. Στο πλάι του αλλά ένα βήμα πίσω η Μαγδαληνή, παλιά γυναίκα, έξυπνη, κερί αναμμένο με “ψυχή γερά πελεκημένη”. “Από μικρή έμαθα πως οτιδήποτε αζύγιστο είναι άστοχο. Ο Ηλίας ήταν ο άνθρωπος που κράτησε όρθιο το κουραστικό κόσμο μέσα μου” .

  Η μετανάστευση στην Αμερική και η επιστροφή, ο ελληνο-ιταλικός πόλεμος, ο εμφύλιος, οι αγώνες για το συνεταιριστικό κίνημα και παράλληλα μια οικογένεια να μεγαλώνει και να πληθαίνει παρα τις αντιξοότητες. Μια Ελλάδα που επιμένει. Με στρωτό αφηγηματικό λόγο και ελέγχοντας τα εκφραστικά της μέσα, η Λίνα Φυτιλή ακολουθεί τη Μαγδαληνή που εξιστορεί τα δρώμενα. Τη δράση διακόπτουν κομμάτια από το προσωπικό ημερολόγιο του Ηλία. Λόγια ιδρωμένα, μύχια, κλειδωμένα, με υπαρξιακή χροιά, σα ζειμπέκικο που δε χορεύτηκε.

Ανώνυμοι λαικοί άνθρωποι, παράγοντες της δημόσιας ζωής, ο τύπος της εποχής και στοχαστές όπως ο Ρήγας και ο Ρουσσώ, σχολιάζουν με πειθαρχειμένο τρόπο, σαν το χορό στους αρχαίους τραγωδούς δίνοντας ανάσες και τροφή για σκέψη στον αναγνώστη. Η συγγραφέας δεν κρύβει την αγάπη της προς τον Δ.Σολωμό αφού σε πολλά σημεία συνδιαλέγεται μαζί του. Φωτογραφικό υλικό από το προσωπικό αρχείο του Ηλία Φυτιλή που προσδίδει μια ντοκυμαντερίστικη ματιά, στις αρετές του βιβλίου.

 

Ο Στάθης Ιντζές με το “Έβδομο θύμα”(Ενύπνιο 2023) γράφει ένα σπονδυλωτό αφήγημα. Αλήθεια είναι. Σκηνοθετεί ένα βιβλίο υπαινικτικό, λιπόσαρκο, μιας ανάσας αλλά καθόλου μιας χρήσης. Με επιδεξιότητα παίρνει τη Μήνα (Κίχλη 2019) και την οδηγεί στα ψηλά των Κενταύρων χτίζοντας ένα μικρό σύμπαν με πολλαπλά επίπεδα. Φειδωλός στις λέξεις, ταίζει το γραπτό του με το κουτάλι του καφέ παρά της σούπας. Αφού σε κάθε βιβλίο οφείλει να υπάρχει ένας ήρωας εδώ είναι ο δεκατριάχρονος Ισίδωρος Ταγιάνης που το Μάιο του 1962 ορμώμενος από κάποιο χωριό του Πηλίου κατατάσσεται ως ναυτόπαις στο κέντρο εκπαίδευσης Πόρου. Το ποτάμι κάτω από τη γέφυρα του Ντε Κίρικο, ο ναός του Άι Μοδέστου με τις βυζαντινές τοιχογραφίες. Ένας πατέρας που χαρτοπαίζει αφήνοντας ρημαγμένα χωράφια και μια μάνα που ξεπικρίζει καρύδια για το γλυκό του κουταλιού. Οι Πατσουραίοι και ο δαίμονας με τα κέρατα, ουρά και καπίστρια στα τριχωτά χέρια του που τους ακολουθεί. Ο μπαρμπα Στάθης που σηκώνει το δίκαννο για ψύλλου πήδημα και μια καψαλισμένη αλεπού. Μικρές ιστορίες, θορυβώδη θραύσματα και ένας επινοημενος τόπος -η Χαλοκηπιά-. Παιγνιώδες χιούμορ με ελληνική, λαική γκοθικ ατμόσφαιρα, ο ρεαλισμός και το φανταστικό σ’ένα πάντρεμα υψηλού επιπέδου. Στο ενδιάμεσο των αφηγήσεων παρεμβάλλονται, ως δημοσιογραφικός λόγος, μικρά κομμάτια αληθοφανή, σε απλή καθαρεύουσα με κατασκευασμένες πληροφορίες για το ξεκλείδωμα των γρίφων. Και ο Ισίδωρος να κοιτάζει από το τζάμι τον εκτροχιασμό του τρένου στο οποίο είναι ο ίδιος επιβάτης.

Βάζω το σάκο στο αμάξι. Επιστροφή στην πόλη. Στη μυρωδιά του καμμένου λάστιχου από τις στροφές και τα φρεναρίσματα, η σπηλαιώδης φωνή του Μπακιρτζή πάντα παρηγορητική: Στον Παγασητικό χαθήκαμε το βράδυ, Στον Παγασητικό, σε δρόμους, σε νταμάρια…

 

Λίνα Φυτιλή, “Χρυσός Κήπος” -Αλτίν μπαχτσεσί, Εστία

 

 

 

 

Στάθης Ιντζές, Το έβδομο θύμα, Ενύπνιο

Προηγούμενο άρθροΤο Ρολόι της Ύδρας (της Έφης Κατσουρού)
Επόμενο άρθροΕικαστικά:το Φαινόμενο της Πεταλούδας στην Κλωστοϋφαντουργία ΕΛ. Δ. Μουζάκης

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ