Ο Δημοσθένης Αγραφιώτης συζητά με την Inês Oseki-Dépré για τη συγκεκριμένη ποίηση

0
241

 

 

Η Inês Oseki-Dépré (*) συζητά με τον Δημοσθένη Αγραφιώτη

 

Πολυγραφότατος και πολύμορφος Έλληνας καλλιτέχνης, ο Δημοσθένης Αγραφιώτης δημιουργός ενός τεράστιου έργου που αποτελείται από δοκίμια, ποιήματα, εικαστικά έργα, επιτελέσεις, πέρα από το διδακτικό του έργο στο πανεπιστήμιο και την εκδοτική δραστηριότητά του, συζητά για το έργο του.

Στο βιβλίο σας « N,ÃO », που εκδόθηκε από τον οίκο Confraria do Vento (Ρίο) το 2022, κάνετε αναφορά, καλύτερα μάλλον αποτίνετε φόρο τιμής στον πρόλογο σας στον Χαρόλντο ντε Κάμπος, δημιουργό, μαζί με τους Ντέτσιο Πινιατάρι και Αουγκούστο ντε Κάμπος, του Κινήματος Συγκεκριμένης Ποίησης τη δεκαετία του 1950 στη Βραζιλία. Είχατε γνωρίσει τον Χαρόλντο με ευκαιρία το 2ο Φεστιβάλ Ποίησης, στο Κογκολέν, το οποίο είχαν διοργανώσει οι Ζουλιέν Μπλεν, Νάνι Μπαλεστρίνι, Ζαν-Ζακ Βιτόν και Λιλιάν Ζιροντόν (6-12/7/1985), και έκτοτε ανοίξατε μαζί του έναν διάλογο που έμελλε να διαρκέσει πολύ καιρό. Συγκρίνετε, καταφεύγοντας σε μια υπερβολή, τον «χειμαρρώδη» λόγο του εκείνης της εποχής με τον ήχο των «τυμπάνων που έχουν προέλευση από το δάσος του Αμαζονίου». Μοιραζόσαστε και οι δυο την ίδια αγάπη για την «Ιλιάδα», την οποία ο Χαρόλντο κατάφερε εντέλει να μεταφράσει στα πορτογαλικά πριν συναντηθείτε στους Δελφούς το 2001, λίγο πριν αφήσει την τελευταία του πνοή.

Η πρώτη μου ερώτηση είναι η εξής: από την οπτική γωνία της ποιητικής γραφής, ποιες είναι οι πτυχές του έργου σας, ιδιαίτερα σε αυτό το «ό,χι» που θα έπρεπε να είναι ένα «ν,αι» και το οποίο διαβάζω στα πορτογαλικά, που σας φέρνουν πιο κοντά στην ποιητική του Χαρόλντο ντε Κάμπος, αν βέβαια υπάρχουν τέτοιες πτυχές; Ποιες είναι οι διαλογικές πτυχές που βρίσκετε στις δύο γραφές;

Ο Χαρόλντο ντε Κάμπος, όπως ξέρουμε, δεν υπήρξε πάντα ένας «συγκεκριμένος» ή «συγκεκριμενιστής»  ποιητής, αλλά σε σχέση με το «Galáxias» (Γαλαξίες), το κύριο έργο του, για παράδειγμα, διακρίνετε κάποια προσωδιακή, διηγητική πτυχή που θα λέγατε ότι σας έχει σημαδέψει;

Δ.Α. : Θαυμάζω τον Χαρόλντο ντε Κάμπος για την ικανότητά του να καλλιεργεί ταυτόχρονα το ένα και το πολλαπλό, για την ποιητική του τόλμη να διασχίζει αρχιπελάγη γλωσσών και πολιτισμών και για τη σύνεση με την οποία δοκιμάζει τις διαφορετικές μορφές ποιητικής γραφής. Οι «Γαλαξίες» του είναι η απόλυτη απόδειξη του πολυθεματικού και διαθεματικού πειραματισμού του. Η έμπνευσή μου, ο διάλογός μου με το έργο του είναι διαρκώς σε εξέλιξη και πάντα γόνιμος. Είναι σαφές ότι ο ντε Κάμπος είναι ένας ποιητής ικανός να χρησιμοποιήσει και να επιστρατεύσει αρκετά όργανα ποιητικής έκφρασης με εξαιρετική ελευθερία, λαμβάνοντας υπόψη το συγκεκριμένο συγγραφικό εγχείρημά του. Αυτό το μάθημα είναι κατά τη γνώμη μου θεμελιώδες και η φιλοδοξία μου παραμένει πάντα η ίδια: να ακολουθήσω τις κατακτήσεις και τις υποσχέσεις του. Με άλλα λόγια, θα ήθελα να παρατηρήσω τη διαδρομή του και τα αυλάκια που χαράζει στο διάβα του έχοντάς τον στον νου μου σαν έναν μεγάλο ποιητή και όχι σαν έναν «συγκεκριμένο» ή «πειραματικό» ποιητή ή σαν μια «αυθεντία της μετάφρασης». Για την παραγωγή των ποιητικών βιβλίων μου εφαρμόζω τον εξής κανόνα: κάθε βιβλίο είναι μοναδικό – για κάθε βιβλίο προσπαθώ να επινοήσω μια διαφορετική συνάρθρωση λέξεων και εικόνων. Ακόμη και η υλική μορφή κάθε βιβλίου ποικίλλει πάρα πολύ. Η υλικότητα του βιβλίου και οι ποιητικές πρακτικές συναρθρώνονται κάθε φορά στο όνομα μιας απαιτητικής επινόησης. Όσον αφορά το βιβλίο «N,ÃO», η προσπάθειά μου ήταν προσανατολισμένη σε μια εξερεύνηση των στοιχειωδών δομών της ποίησης – για να παραφράσω τον τίτλο του βιβλίου του Κλοντ Λεβί-Στρως. Σε αυτή την προοπτική ανέλαβα να χρησιμοποιήσω με ελεύθερο τρόπο τις τακτικές που προέρχονταν από τη συγκεκριμένη και την οπτική ποίηση καθώς και από τον μινιμαλισμό όπως τον έχουν επεξεργαστεί οι μουσικοί και οι εικαστικοί καλλιτέχνες. Επίσης, προσπάθησα να προωθήσω μια ποιητική των γραμμάτων χωρίς να καταστρέψω τις λέξεις που χρησιμοποιήθηκαν για την κατασκευή των στίχων. Επιπλέον, μορφοποίησα μικρογαλαξίες χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν διατήρησα μια ορισμένη πολυπλοκότητα.

 

Πώς τοποθετείστε, πάντα σε σχέση ή σε αντίθεση με τους Βραζιλιάνους συγκεκριμένους ποιητές, ως προς το «σύντομο» ποίημα, που είναι η κυρίαρχη μορφή της συλλογής σας; Ή μήπως προέρχεται από την ιαπωνική σας εμπειρία, όπως αυτή του Χαρόλντο στο «Yugen»;

Στη συλλογή σας έχετε περιλάβει πολύ όμορφα μικρά ποιήματα που αποτυπώνουν τη στιγμή του πραγματικού ή της γλώσσας και που μου θυμίζουν το εξής :

 

tempos                                                                          χρόνος

 

enxurrada ao invés da                                               ροή παρά το

 

maravilha de outra língua                                         όνειρο μιας άλλης γλώσσας

 

pantomima                                                                  νεύματα

 

o alarido                                                                       ορυμαγδό

 

s                                                                                     ς

 

 

Δ.Α. : Όσον αφορά το «σύντομο ποίημα», αφετηρία μου υπήρξε η εκφραστική οικονομία της ιαπωνικής ποίησης και όχι η δομή του χαϊκού. Πιο συγκεκριμένα, θεωρώ ότι δεν είναι δυνατόν να γραφτούν ποιήματα χαϊκού έξω από την ιαπωνική γλώσσα για έναν απλό λόγο: τη διαφορά που υπάρχει ανάμεσα σε μια συλλαβική γλώσσα (τα ιαπωνικά) και σε μια αλφαβητική γλώσσα (τα ελληνικά). Στο βιβλίο μου «Monogatari II», Bibliothèque, Αθήνα, 2018 –ποιήματα στα ελληνικά, τα αγγλικά και τα ιαπωνικά και φωτογραφίες τραβηγμένες στην Ιαπωνία–, τα ποιήματα είναι σύντομα (όχι όμως σε μορφή χαϊκού) και οι φωτογραφίες μου είναι στην πραγματικότητα αυτές που είναι αντίστοιχες των ποιημάτων χαϊκού. Υπό αυτή την έννοια, η συντομία παίζει τον ρόλο ενός εκφραστικού περιορισμού που σε αναγκάζει να φτάσεις μπρος την ένταση και σε ένα αποτέλεσμα «ποιητικής μαύρης τρύπας». Μια άλλη πτυχή προέρχεται από το γεγονός ότι η ιαπωνική γλώσσα χρησιμοποιεί τα κινεζικά ιδεογράμματα (τα κάντζι) και ότι οι Κινέζοι ποιητές είναι υποχρεωμένοι να γνωρίζουν τουλάχιστον 25.000 ιδεογράμματα, δηλαδή η κινεζική ποίηση είναι η ποίηση που διατηρεί μια εικονική διάσταση, ενώ τα συστήματα αλφαβητικής γραφής βασίζονται στη μεταμόρφωση του ήχου των λέξεων χάρις σε έναν περιορισμένο αριθμό γραμμάτων. Τα ποιήματά μου ανασυνθέτουν την εικονική διάσταση σε ολόκληρη τη μορφή τους – ένα είδος επιστροφής του εικονικού απωθημένου στο γλωσσικό πεδίο. Μπορούμε να πούμε ότι κάθε ποίημα του N,ÃO είναι ένα υπερ-ιδεόγραμμα ενός μη γλωσσικού αλλά ποιητικού σύμπαντος.

 

Μπορείτε να ορίσετε τον δεσμό που ενώνει τη γραπτή ποίηση που μένει στα βιβλία με την επιτέλεση; Το σώμα, οι χειρονομίες, η φωνή ολοκληρώνουν το ποίημα, το αποκλείουν ή προσθέτουν μια νέα διάσταση στο ποιητικό γεγονός;

Δ.Α. : Θα μπορούσα να προτείνω μια ταξινόμηση για την παραγωγή ποιημάτων σε σχέση με τις επιτελεστικές τους δυνατότητες.

I – Ποιήματα γραμμένα λαμβάνοντας υπόψη αποκλειστικά τη θέση τους μέσα σε ένα βιβλίο.

II – Ποιήματα γραμμένα λαμβάνοντας υπόψη μια προφορική παρουσίαση ή μια κλασική ανάγνωση.

III – Ποιήματα γραμμένα μέσω μιας επιτελεστικής διαδικασίας – για παράδειγμα, το βιβλίο μου «Τώρα, 1/3» (βλ. Ερατώ, Αθήνα,2007 & «1/3 now», BlazeVOXbooks, Νέα Υόρκη, ΗΠΑ, 2012) Το βιβλίο αποτελείται από ποιήματα τα οποία έχω γράψει σε διάρκεια ενός λεπτού, μιας ώρας, μιας ημέρας, μιας εβδομάδας, ενός μήνα, ενός έτους. Θεωρώ ότι η συγγραφική διαδικασία είναι μια μακράς διαρκείας επιτέλεση που καταλήγει στην παραγωγή των ποιημάτων μου.

IV – Ποιήματα κατασκευασμένα με σκοπό μια επιτελεστική ανάγνωση ή / και με σκοπό να αποτελέσουν ένα συγκροτητικό στοιχείο ενός έργου διαμέσων(intermedia).

Το βιβλίο «N,ÃO» ανήκει στην κατηγορία IV διότι τα ποιήματα βρίσκονται ήδη σε διάλογο με τα σχέδιά μου, το βλέμμα του αναγνώστη ταλαντεύεται ανάμεσα στο «βλέπω» και στο «διαβάζω» και η τυπογραφική αισθητική έρχεται σε αντίθεση με την αισθητική της χειρονομίας που αντιστοιχεί στο σχέδιο. Με τις μινιμαλιστικές και γεωμετρικές μορφές τους, τα ποιήματα αυτά προσφέρονται για μια μουσική σύνθεση. Ο Έλληνας συνθέτης Δημήτρης Καμαρωτός έχει ήδη χρησιμοποιήσει κάποια από αυτά τα ποιήματα σε μια επιτέλεση διαμέσων.

 

Η αλήθεια είναι πως δεν γνωρίζω πολλούς καλλιτέχνες που να θέτουν στην υπηρεσία της τέχνης μια τόσο μεγάλη ποικιλία εκφραστικών μέσων όσο εσείς. Επιπλέον, είστε ειδικός στις νέες τεχνολογίες. Κατά πόσο χρησιμοποιείτε τεχνολογικά μέσα στα πλαστικά έργα σας, στις επιτελέσεις σας; Βρίσκω εδώ ένα υπέροχο έργο που αποτίει φόρο τιμής στον Χαρόλντο ντε Κάμπος, παραπέμποντας στο ποίημά του «Omega».

Η σειρά «Heavenlies, earthlies» ήταν αφιερωμένη στην εξερεύνηση των διαφορών και των συμπληρωματικοτήτων μεταξύ της οπτικότητας και των λειτουργιών δημιουργίας νοήματος των συστημάτων γραφής. Τα αστέρια αντικαθιστούν τα γράμματα ακολουθώντας τη σειρά της ελληνικής αλφαβήτου (Ατομική έκθεση, Γκαλερί Diana, Αθήνα, 2004).

Δ.Α. : Είναι γνωστό ότι οι λεγόμενες νέες τεχνολογίες (συστήματα πληροφορικής, τεχνητή νοημοσύνη, νανοτεχνολογίες, ρομποτική…) έχουν πολλαπλό και τεράστιο αντίκτυπο στην κοινωνικοπολιτιστική ζωή τόσο σε παγκόσμιο όσο και σε τοπικό-πλανητοπικό(glocal) επίπεδο. Η τέχνη και η ποίηση ως ατομικές και συλλογικές πρακτικές βρίσκονται σε πολλαπλές αλληλεπιδράσεις με τα καινούργια τεχνολογικά συστήματα. Δύο ζητήματα εγείρονται από την κυρίαρχη θέση που κατέχουν οι νέες τεχνολογίες. Το πρώτο συνίσταται στο να δούμε πώς θα μπορούσαμε να χρησιμοποιήσουμε τις τεχνικές δυνατότητές τους για την κατασκευή ποιημάτων επεκτείνοντας την ίδια την έννοια του ποιήματος (βίντεο-ποίημα, φωτογραφία-ποίημα, ποίημα 3D (βλ. Collezione Luigi Bonotto – https://www.fondazionebonotto.org/en/collection/poetry/agrafiotisdemosthenes/unique/8866.html). Το δεύτερο συνδέεται με την εξής κατάσταση: δεδομένου ότι οι νέες τεχνολογίες καθορίζουν το μέσο έκφρασης των λέξεων και των εικόνων, είναι σαφές ότι αυτό που μπορεί να ειπωθεί, να ιδωθεί, να προφερθεί, να αναπαρασταθεί… βρίσκεται σε μια ασταθή και αβέβαιη κατάσταση λόγω των συνεχών αλλαγών στο τεχνολογικό επίπεδο· τίθεται επομένως το εξής ερώτημα: είναι η ποίηση ικανή να αντιμετωπίσει κριτικά και κατά μέτωπο αυτό τον επικοινωνιακό γαλαξία που κυριαρχείται από τεχνολογικά συστήματα πολύπλοκα, εξελιγμένα και ελεγχόμενα από πανίσχυρες παγκόσμιες εταιρείες(οι λεγόμενες GAFA);

Στη δουλειά μου, έχω χρησιμοποιήσει τις νέες τεχνολογίες (πληροφορική, βίντεο, ψηφιακά συστήματα κ.λπ.) για την παραγωγή έργων διαμέσων∙ ωστόσο, αυτό που κυρίως με ενδιαφέρει είναι η εξερεύνηση (α)δύνατων απαντήσεων στο παραπάνω ερώτημα. Είναι σαφές ότι   το έργο μου «Παρουσία, απουσία» έχει δουλευτεί με ψηφιοποιημένα εικονογραφικά συστήματα διερωτώμενος πάνω στην τύχη των αλφάβητων σε έναν υπερψηφιοποιημένο κόσμο, αποτίωντας φόρο τιμής στο (σημειολογικό και συγκεκριμένο) έργο του Χαρόλντο ντε Κάμπος.

Και τώρα η τελευταία μου ερώτηση: αν συγκρίνω τις δύο εκδοχές του ποιήματός σας, την πορτογαλική και τη γαλλική, δεν μπορώ βέβαια να κρίνω την ακρίβειά τους διότι δεν ξέρω (αλίμονο!) ελληνικά, μου φαίνεται, ωστόσο, ότι διακρίνω διαφορές, και μάλιστα όχι πολύ μικρές, ακόμη κι αν το γενικό νόημα παραμένει ίδιο.

Η πρώτη, η πιο προφανής, αφορά τη διαφορά στόχευσης, και είναι αυτή η οποία θα διαμορφώσει και όλες τις υπόλοιπες και της οποίας δίνω στη συνέχεια μερικά παραδείγματα.

Διότι, μπορεί η γαλλική μετάφραση να μου φαίνεται σωστή, δίνει ωστόσο την εντύπωση ότι είναι πολύ κυριολεκτική, σαν η ακρίβεια να προέχει της «ποιητικής». Αυτό δεν ισχύει για τη βραζιλιάνικη μετάφραση, όπου ο μεταφραστής Αλίπιο Καρβάλιο Νέτο επιτρέπει στον εαυτό του κάποιες «παρεκκλίσεις» από το σημαινόμενο, σε βάρος της «μορφής», όπως λόγου χάρη στον τίτλο, «N,ÃO» (όχι), που είναι η αντίφραση του ελληνικού «ν,αι» (ναι), της αληθινής σημασίας του, για έναν φωνοπροσωδιακό λόγο.

Στην περίπτωση του μεταφραστή στα πορτογαλικά παρατηρούμε μάλιστα ηχητικά τεχνάσματα που στοχεύουν στον τόσο αγαπητό στον Χαρόλντο ντε Κάμπος «ισομορφισμό». Πρόκειται για τη διατήρηση μιας ελληνικής απόχρωσης, όπου αυτό είναι δυνατόν: «ochla, mochla / sichla e zichla» (σ. 25), το οποίο η Γαλλίδα μεταφράστρια μεταφράζει μάλλον καταφεύγοντας στη μίμηση «otle, potle/etle, detle» (σ. 10), χωρίς το αποτέλεσμα να ακούγεται «ελληνικό».

Από μια άλλη πλευρά, ο Βραζιλιάνος μεταφραστής, ακόμη κι αν αυτό σημαίνει ότι τροποποιεί ελαφρώς τη σημασία των λέξεων, επιλέγει ένα πιο σαφές φωνοπροσωδιακό αποτύπωμα (τη μορφή), όπως στο «manso, manso/manso passeio matutino / amansando uns / mansos enfim» (σ. 41) όπου κυριαρχεί το φώνημα «man», απόσπασμα το οποίο η Γαλλίδα μεταφράστρια αποδίδει ως « doucement, doucement / journées de balade / adoucissement des uns / autres sans douceur » (σ. 18), επιλέγοντας οπωσδήποτε σωστές διατυπώσεις, αλλά κάπως μακροσκελείς.

Ο Αλίπιο έχει επομένως την τάση να ευνοεί το ηχητικό τέχνασμα, την ηχώ, την παρήχηση, όπως στο: «em nome do café / e da anoréxica natureza // expulsão / pulsão // coleção / de olhares oblíquos» (σ. 65) όπου χρησιμοποιεί μια αλληλουχία – ão, διακοπτόμενη από μια ενότητα που δημιουργεί ηχητική αντίθεση. Ομοίως, θα επισημάνουμε εδώ μια κάποια προτίμηση για ένα λόγιο λεξιλόγιο («anoréxica»), το οποίο συναντάμε και σε άλλα ποιήματα, όπως: «pertence / sem que comece // continuidade // biomático maneirismo // a esperança de que o inverno resite / conduz ao estilo // que / que, onde ? // Como ? // a ação / avaliação / do destino ou barragem» (σ.79). Θα μπορούσε κανείς να σκεφτεί την κάπως μπαρόκ πτυχή ορισμένων ποιημάτων του Χαρόλντο ντε Κάμπος. Η Γαλλίδα μεταφράστρια επιλέγει μια «σχεδόν σπλαχνική λεξιλογική αναζήτηση» για το ίδιο απόσπασμα.

Αυτή η τάση για αφαίρεση επαληθεύεται εξίσου στο ποίημα: «com o signo desaparecem» (σ. 87) το οποίο στα γαλλικά υποκαθίσταται από το: «avec les gestes disparaissent» (σ. 41), αλλάζοντας έτσι το περιερχόμενό του.

Η τάση προς μια ορισμένη «παραδοξότητα» είναι ευδιάκριτη στο ποίημα: «la maison // os condutores // pressupõem / periracemaspaparicospoéticos / prisões / penas // cometíveis // especiarias» (σ. 139) όπου ο Αλίπιο εισάγει ένα βραζιλιάνικο υπο-κείμενο παραθέτοντας τον Περί και τον Ιρασέμα, τους ιθαγενείς ήρωες του ρομαντικού Ζοζέ ντε Αλενκάρ (19ος αιώνας) σε ένα είδος εκρηκτικής παρήχησης. Η γαλλική μετάφραση χρησιμοποιεί τρεις λέξεις: «courtoisie / recueillement / mépris» (σ. 67).

Λαμβάνοντας υπόψη αυτές τις λίγες διαφορές, θα θέλαμε να ρωτήσουμε τον συγγραφέα σχετικά με την προτίμησή του: διόρθωση ή επινόηση; Ή μήπως πρέπει να σκεφτόμαστε, όπως ο Walter Benjamin, ότι οι γλώσσες αλληλοσυμπληρώνονται και ότι η μετάφραση είναι ο μόνος τρόπος για να πετύχουμε, σύμφωνα με τον Γερμανό φιλόσοφο, «την καθαρή γλώσσα»;

Δ.Α. : Ο τίτλος του βιβλίου μου «ν,αι» στα ελληνικά προκύπτει από το γεγονός ότι το πρώτο γράμμα της πρώτης λέξης του πρώτου ποιήματος του βιβλίου είναι το «ν» («n» στο λατινικό αλφάβητο) και τα δύο τελευταία γράμματα της τελευταίας λέξης του τελευταίου ποιήματος του βιβλίου είναι «αι» («ai» στο λατινικό αλφάβητο). Στα ελληνικά, το βιβλίο εκτείνεται μεταξύ του «ν» και του «αι» και αν γράψουμε τα δύο αυτά άκρα ενοποιώντας τα, τότε εμφανίζεται η λέξη «ν,αι» που μοιάζει με τη λέξη «ναι» («oui» στα γαλλικά). Αυτός είναι κι ο λόγος που είναι δύσκολο να επεξεργαστεί κανείς μια μετάφραση του τίτλου – είτε ακολουθώντας τη σημασία της αναδυόμενης λέξης είτε ενώνοντας το πρώτο με τα δύο τελευταία γράμματα του βιβλίου στη γλώσσα που πρόκειται να μεταφραστεί.

Με το παραπάνω παράδειγμα, θέλω να καταδείξω τη δυσκολία που ενέχει η μετάφραση του βιβλίου μου. Ο μεταφραστής του ίδιου βιβλίου στα ιαπωνικά Hejime Ishida έμεινε σχεδόν έναν χρόνο στην Ελλάδα για να ολοκληρώσει αυτή τη δουλειά. Βρέθηκε αντιμέτωπος με τη μεγάλη, για να μην πω ανυπέρβλητη, δυσκολία: πώς να μεταφράσει τα ποιήματά μου τα οποία είναι βασισμένα στην αισθητική του γράμματος σε μια γλώσσα που έχει μόνο συλλαβές. Αναγκάστηκε να εφεύρει σχήματα και οπτικές μορφές για να βρει ισοδυναμίες. Στο τέλος έγραψε ένα κείμενο στο οποίο αφηγείται την περιπέτεια-μετάφρασή του. Ως συμπέρασμα του άρθρου του έβαλε την πρόταση «χάρη σε αυτό το μεταφραστικό έργο, κατάλαβα την ιαπωνική γλώσσα». Το έργο της μεταφράστριας του κειμένου στα γαλλικά (Claire Benedetti) και του μεταφραστή του κειμένου στα πορτογαλικά (Alipio Carvalho Neto) είναι και στις δύο περιπτώσεις επίσης εξαιρετικά δύσκολο.

Είναι προφανές ότι η Κλερ Μπενεντετί (η οποία εξάλλου είναι και μεταφράστρια λογοτεχνικών κειμένων από τα πορτογαλικά στα γαλλικά) προσπάθησε να μείνει πιστή στα νοήματα των ποιημάτων ενώ ο Αλίπιο Καρβάλιο Νέτο (ποιητής και μουσικός) έδωσε έμφαση στον ήχο και στον ρυθμό που αναδίδουν τα ποιήματα. Η μεταφράστρια καλλιεργεί ένα είδος σεβασμού για το αρχικό νόημα, ενώ ο μεταφραστής προσπαθεί να δώσει μια επιτελεστική χροιά στη μετάφρασή του, εξ ού και η ευρηματική ελευθερία του για τον τίτλο «N,ÃO» αντί για «S,IM», ως ένας φόρος τιμής στον Λούις Ζουκόφσκι.

 

(*) Η Inês Oseki-Dépré είναι Ομότιμος Καθηγήτρια Συγκριτικής Λογοτεχνίας-Πανεπιστήμιο Αιξ-εν-Προβάνς]

Μετάφραση από τα Γαλλικά : Δρ. Κατερίνα Γούλα

 

 

 

 

 

Εκδόσεις του « ν,αι » :

 

Ελληνικά :

Δημοσθένης Αγραφιώτης, «ν,αι», Ερατώ, Αθήνα(1992 et 2015)

Δημοσθένης Αγραφιώτης, «ήμερα δε», Ποίηση 1968-1998, Ερατώ, Αθήνα (2000)

 

Αγγλικά:

Demosthenes Agrafiotis, y,es “, Paris : Éditions ESTEPA (2015). Dessins de Takesada Matsutani.

Translation (EN):  Angelos Sakkis & John Sakkis Translation (JPN): Hejime Ishida.(ειδική έκδοση, 32 αντίτυπα).

 

Demosthenes Agrafiotis, “Y,ES & DIAERESIS“ : Éditions Dusie, USA, (2016).

Translation: Angelos Sakkis & John Sakkis.

 

Γαλλικά:

Démosthène Agrafiotis, « ou,i », Bordeaux : Éditions de l’Attente, (2005).

Traduction : Claire Benedetti

 

http://dagrafiotis.com/?cat=170

https://confrariadovento.com/editora/catalogo/item/320-n-ao.html

https://confrariadovento.com/editora/catalogo.html

https://sacola.pagseguro.uol.com.br/f8af9894-cd46-4c8e-b270-80d75e1d026a

 

 

 

 

Ενδεικτική βιβλιογραφία για τις εκδόσεις του «ν,αι» και τα  σχέδια «ιχνουργήματα»

 

Hajime Ishida, Strange Maze. A dialogue between two cultures”, (« Labyrinthe étrange. Un dialogue entre deux cultures »), Tokyo, Japon, 2015, 22 pages.

Stéphane Nowak, « Traduire la poésie à l’épreuve du plurilinguisme », Repozytorium, Univewersytetu Lodzkiego, 2021, Pologne (http://doi.org/10.18778/8220-676-0.09 ).

Liana Sakelliou, ”n,ai”, (D. Agrafiotis), Poetry/World Literature Today (Poésie/Littérature mondiale aujourd’hui), 1989.

Jerome Rothenberg, “An Oracle for Delphi”, (« Un oracle pour Delphes »), Light and Dust, USA, 1995. (Photographie de couverture de Lizzie Calligas, dessins au crayon de Démosthène Agrafiotis).

Jerome Rothenberg, «Ένας χρησμός για τους Δελφούς», (« Un oracle pour Delphes”), Gutenberg, Athènes, 2016. (Traduction : Maro Papadimitriou & Iossif Ventouras) (Conception de la couverture -crayon- par Démosthène Agrafiotis).

Démosthène Agrafiotis, « Traverses », Exposition de D. Agrafiotis (dessins et œuvres sur papier) au CiPM, Bulletin de CiPM, Marseille, 1992. (Mécénat : Fondation Kostopoulos, GR).

Valerio Deho et Alessandro Vezzozi, “Leonardo in Azione e Poesia”, (Leonardo en Action et Poésie), Museo da Vinci, Vinci, Italia, 1998/2001. (Dessins au crayon de Démosthène Agrafiotis).

 

Προηγούμενο άρθροΑλμπέρ Καμύ-Γιάννης Χουβαρδάς: μια «Παρεξήγηση» που έμεινε μισή (της Όλγας Σελλά)
Επόμενο άρθροΟι βαλίτσες και τα πρόσωπα (της Μαρίας Γιαγιάννου)

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ