του Γιώργου Μ. Χατζηστεργίου (*)
Η Ναζιστική Γερμανία, το ρατσιστικό κατασκότεινο σύστημα εξουσίας που αφού ισοπέδωσε πρώτα κάθε πιθανότητα αντίδρασης μέσα στην ίδια του τη χώρα, προκάλεσε στη συνέχεια τον καταστρεπτικότερο πόλεμο στην ιστορία της ανθρωπότητας, συνιστά εκ των πραγμάτων μια “μαύρη τρύπα” στις θεωρήσεις μας: είναι πολύ επώδυνη η ψηλάφηση, πόσο μάλλον η διαπραγμάτευση του ζητήματος του Κακού.
Στο παρόν κείμενο πάντως δεν θα ασχοληθούμε με το έρεβος του Κακού, μα με τις φωτεινές αχτίδες της δράσεων αυτών που το αντιμάχονται, και συγκεκριμένα κάποιες χαρακτηριστικές περιπτώσεις ανθρώπων που έφυγαν από τη χώρα τους για να αποφύγουν την καταστροφή τους, και στη συνέχεια πολέμησαν τη σκοτεινιά, μήπως και περιορίσουν τις καταστροφές της ανθρωπότητας συνολικά, πέραν των συνόρων της πατρίδας τους. Συνοψίζοντας τα όσα γράφει ο Ιταλο Καλβίνο στο βιβλίο του «Αόρατες Πολιτείες»: «Αν υπάρχει Κόλαση, αυτή δεν υπάρχει στον ουρανό, μα εδώ στη Γη. Υπάρχουν δύο τρόποι για να αποφύγουμε τα βάσανά της. Ο ένας είναι να την αποδεχθούμε και να προσαρμοστούμε τόσο πολύ ώστε να γίνουμε μέρος της, οπότε δεν θα τη βλέπουμε πια αφού θα είμαστε ένα μ’αυτή. Ο άλλος απαιτεί συνεχή επαγρύπνηση και επίγνωση: να αναζητούμε και να αναγνωρίζουμε στη μέση της Κόλασης αυτό που δεν είναι Κόλαση, και να το ενισχύουμε ώστε να αντέξει, να του δίνουμε χώρο για να αναπνεύσει».
Εναντίον όλων των αντιξοοτήτων
Στα τέλη του 2021 κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Viking στην Αγγλία το βιβλίο «Agent Sonya: Lover, Mother, Soldier, Spy» του Ben Macintyre, συγγραφέα που με επιτυχία ασχολείται με πτυχές του Β Παγκοσμιου Πολέμου. (Στα ελληνικά από τις εκδόσεις Κλειδάριθμος). Ο Malcolm Gaskill, Καθηγητής στο University of East Anglia, ξεκινά τον σχολιασμό του βιβλίου ως εξής: «Το καλοκαίρι του 1942, μια νοικοκυρά στην περιοχή της Οξφόρδης στην Αγγλία άρχισε να έχει σύντομες επαφές με κάποιον που δεν ήταν ο σύζυγός της. Εμοιαζαν με εραστές που προσπαθούσαν να ξεχάσουν τα βάσανα του πολέμου, μα δεν επρόκειτο γι’αυτό. Είχαν πολλά άλλα κοινά σημεία: και οι δύο ήταν καλλιεργημένοι Γερμανοί, φυγάδες από τη Ναζιστική Γερμανία. Μα οι μυστικές συναντήσεις τους δεν ήταν μέρος ενός ρομάντσου: αυτή ήταν κατάσκοπος των Σοβιετικών, κι αυτός ένας επιστήμονας που γνώριζε το πιο επικίνδυνο μυστικό του κόσμου».
Το όνομα του άνδρα ήταν Karl Fuchs. Γιος ευαγγελιστή πάστορα, μεγάλωσε στη Δημοκρατία της Βαϊμάρης, μέλος του Κομμουνιστικού Κόμματος της Γερμανίας, και λαμπρός φοιτητής της πυρηνικής φυσικής. Στόχος των Φαιοχιτώνων των Ναζί, και ανηλεώς ξυλοκοπημένος από αυτούς, με τον πατέρα του στη φυλακή επειδή ήταν επικριτικός στην πολιτική του Χίτλερ, με τον αδελφό του και μία από τις αδελφές του εξορισμένους, με την μητέρα του και μια αδελφή του να έχουν αυτοκτονήσει, ο Fuchs καταφεύγει στη Βρετανία το 1933, όπου συνέχισε με εξαιρετική επίδοση τις σπουδές του. Το 1940 στρατολογήθηκε στο Tube Alloys programme, τη βρετανική προσπάθεια παραγωγής ατομικών βομβών. Τον Απρίλιο του 1941 πήγε σε μια κοινωνική συναναστροφή στο Hampstead, που οργάνωσε ο Jürgen Kuczynski, ένας εξέχων Γερμανός αντι-ναζί στην Αγγλία, του οποίου η οικογένεια κυνηγήθηκε στη Γερμανία, μα κατάφεραν να αποδράσουν. Έναν χρόνο μετά, ο Jürgen σύστησε τον Fuchs στην αδελφή του Ursula. Αυτή έγινε ο σύνδεσμος του πυρηνικού επιστήμονα με τη Σοβιετική Ενωση, όπου με μυθιστορηματικό τρόπο διοχετευόταν πληροφορίες τεχνογνωσίας για την παραγωγή ατομικών όπλων.
*
Αλλά, ποια ακριβώς ήταν η Ursula, και ποιο ήταν το περιβάλλον της; Η βιογραφία της θα μπορούσε να εμπνεύσει πολλά μυθιστορήματα. Γεννήθηκε το 1907 στο κομψό προάστιο Zehlendorf του Βερολίνου- η οικογένειά της, πρώτα Γερμανοί, και μετά Εβραίοι, ανήκε στην αστική διανόηση. Ο πατέρας της, Robert, ήταν εξέχων οικονομολόγος εξειδικευμένος στο πεδίο της στατιστικής, πρόεδρος του Χρηματιστηρίου του Βερολίνου, και κάτοχος της μεγαλύτερης ιδιωτικής βιβλιοθήκης στη Γερμανία. Με φιλίες σε πολλούς κύκλους της διανόησης, ο Robert γνώριζε προσωπικά τον Karl Libknecht και τη Rosa Luxemburg, ιδρυτές του Κομμουνιστικού Κόμματος Γερμανίας. Η δολοφονία τους τον υποψίασε για τις επερχόμενες καταιγιστικές εξελίξεις.
Με την άνοδο του Ναζισμού στην εξουσία, η Γκεστάπο κυνήγησε αυτόν και την οικογένειά του, που κρυβόταν για να γλυτώσουν, και σε μια επιδρομή στο σπίτι του έκαψαν όλα τα βιβλία της δανειστικής βιβλιοθήκης του. Τελικά κατάφεραν να αποδράσουν στην Αγγλία όπου και εγκαταστάθηκαν. Εκεί τους συνάντησε και η Ursula, αφού προηγουμένως είχε περιοδεύσει περιπετειωδώς στον κόσμο, από τη Νέα Υόρκη ως την Σαγκάη, ως ανήσυχη επαναστάτρια και ως νέα γυναίκα που διψούσε να χαρεί τη ζωή. Στην Κίνα συνάντησε τον Γερμανό διανοούμενο Richard Sorge (μυθική μορφή στο πάνθεον των επαναστατών- κατασκόπων, ο οποίος δρώντας μεταξύ Γερμανίας και Ιαπωνίας ενημέρωσε μεταξύ άλλων τους Σοβιετικούς για το σχέδιο του Χίτλερ να επιτεθεί στη χώρα τους, τελικά οι Ιάπωνες τον συνέλαβαν και τον απαγχόνισαν το 1944), και στρατολογήθηκε από αυτόν στο δίκτυο κατασκόπων του για τον αντι-ναζιστικό αγώνα.
Στην Αγγλία, όπου έκανε την οικογένειά της με Άγγλο ομοϊδεάτη της, συνέχισε τη συστηματική δράση της σ’αυτόν τον τομέα, οπότε λειτούργησε και ως το κανάλι επαφής του Fuchs με τη Μόσχα. Συμμετέχοντας αυτός ως πυρηνικός επιστήμονας στο Manhattan Project, προϊόν αμερικανο-βρετανικής συνεργασίας, και ενημερώνοντας παράλληλα τους Σοβιετικούς για την εξελισσόμενη τεχνογνωσία, συμμετείχε με ανορθόδοξο τρόπο στην παραγωγή της ατομικής βόμβας από όλους τους συμμάχους κατά του Ναζισμού. Στο βιβλίο της «Atomic Spy», που εκδόθηκε το 2020 στην Αμερική, η Nancy Thorndike Greenspan διατυπώνει την άποψη ότι ο Fuchs βοήθησε τους Σοβιετικούς, ώστε να αποσοβηθεί το μονοπώλιο της ατομικής βόμβας από μια και μόνη δύναμη. Κατά την εκτίμηση της Greenspan, οι Σοβιετικοί θα αποκτούσαν την βόμβα και χωρίς τον Fuchs, αν και πιθανότητα όχι πριν το 1951, οπότε οι Αμερικανοί θα μπορούσαν να τη χρησιμοποιήσουν μονομερώς στον κορεατικό εμφύλιο, όπως είχαν κάνει ήδη στην Ιαπωνία. Μετά το τέλος του Β Παγκοσμίου Πολέμου και τη συντριβή του Ναζισμού, οι βρετανικές μυστικές υπηρεσίες συνέλαβαν τον Fuchs, ο οποίος δικάστηκε και καταδικάστηκε για τον διπλό του ρόλο σε φυλάκιση 15 ετών. Δεν εξέτισε όλη την ποινή του: αποφυλακίστηκε μετά από 9 χρόνια «λόγω καλής διαγωγής» και πήγε στην Ανατολική Γερμανία, όπου έζησε με τιμές και συνεχίζοντας το επιστημονικό του έργο εκεί ως μέλος της Ακαδημίας Επιστημών.
Η Ursula Kuczynski, έχοντας βοηθήσει ποικιλοτρόπως και την πολεμική προσπάθεια των Άγγλων κατά του Ναζισμού (μεταξύ άλλων, προς το τέλος του πολέμου, στρατολογούσε Γερμανούς στην Αγγλία που πέφτανε με αλεξίπτωτο στη Γερμανία έχοντας ψεύτικα χαρτιά, για κατασκοπευτική δράση στη χώρα), έφυγε με την οικογένειά της για την Ανατολική Γερμανία, όπου και εγκαταστάθηκε. Με την άφιξή της εκεί, οι μυστικές υπηρεσίες της χώρας της πρότειναν μια νέα κατασκοπευτική αποστολή, μα παραδόξως αυτή αρνήθηκε, και ακόμα πιο παραδόξως, οι μυστικοί αποδέχτηκαν την απόφασή της. Για την Ursula ήταν η εποχή της ειρηνικής δημιουργίας: εξέδωσε στο Ανατολικό Βερολίνο τα απομνημονεύματά της, μα αυτό που την έκανε διάσημη εκεί στο ευρύ κοινό ήταν τα βιβλία για παιδιά που έγραφε με το καλλιτεχνικό ψευδώνυμο Ruth Werner ως το τέλος της ζωής της. Δεν έλειψαν οι υποψίες της Στάζι για το πρόσωπό της: “Είναι επιρρεπής σε μικροαστικές τάσεις” γράφει μια σχετική αναφορά, σχεδόν κωμική για μας σήμερα, μα ενδεικτική της σκοτεινιάς των μηχανισμών κατασύνθλιψης των ανθρώπων. Η Ursula Kuczynski έφυγε από τη ζωή σε βαθειά γεράματα, πολλαπλά παρασημοφορεμένη και αναγνωρισμένη.
Η αντιναζιστική δράση των φιλοσόφων της Σχολής της Φρανκφούρτης
Ενώ Γερμανοί όπως η Kuczynski, ο Fuchs και ο Sorge συμμετείχαν στον συμμαχικό αγώνα κατά του Αξονα σε συνεννόηση με την Σοβιετική Ενωση, αλλά και με τη Βρετανία, δεν ήταν λίγοι οι Γερμανοί φυγάδες που κατέφυγαν στις Ηνωμένες Πολιτείες και βοήθησαν από κει με τον τρόπο τους. Το ζήτημα αυτό συνιστά ένα ιδιαίτερο κεφάλαιο της Ιστορίας και αφορά πολλά πεδία δραστηριοτήτων. Εδώ εστιάζουμε συγκεκριμένα στη δράση Γερμανών φιλοσόφων της λεγόμενης Σχολής της Φρανκφούρτης, που κατάφεραν να φύγουν από τη Γερμανία και να βρεθούν στην Αμερική. Η αναφορά μας βασίζεται κυρίως στο βιβλίο “Secret Reports on Nazi Germany: The Frankfurt School Contribution to the War Effort”, Princeton University Press, 2013, με επιμέλεια της Rafaelle Laudani, μια έκδοση με την υποστήριξη του Τμήματος Ιστορίας, Ανθρωπολογίας και Γεωγραφίας του Πανεπιστήμιου της Μπολόνια στην Ιταλία. Κατά τη διάρκεια του Β Παγκοσμιου Πολέμου, τρία επιφανή μέλη της γερμανικής διανόησης- οι Franz Neumann, Herbert Marcuse και Otto Kirchheimer- συνεργάστηκαν συστηματικά με το OSS (Office of Strategic Service) τον πρόδρομο της CIA Οργανισμό, στα πλαίσια του προγράμματος ενός ειδικού κλάδου, του Research and Analysis Branch, καθώς η κυβέρνηση των ΗΠΑ έκρινε ότι πρέπει να επιστρατεύσει το καλλίτερο δυνατό και ενημερωμένο επιστημονικό δυναμικό προκειμένου να αποτιμήσει επί της ουσίας τα χαρακτηριστικά του εχθρού στην Ευρωπαϊκή ήπειρο. Έχει ενδιαφέρον ότι ο στιβαρός Έλληνας ιστορικός Λευτέρης Σταυριανός (1913- 2004), με βιβλία όπως το “The World since 1500” ή το γνωστό στη χώρα μας “Η Ελλάδα σε επαναστατική περίοδο” (1977), εκδόσεις Κάλβος, μια μελέτη για την αντίσταση και τον εμφύλιο, συνεργάστηκε επίσης στο πρόγραμμα του OSS για τα Βαλκάνια.
Η Σχολή της Φρανκφούρτης είναι μια άτυπη μα συνεκτική σχολή νεομαρξιστικής (επικριτικής των μαρξιστικών λενινιστικών κομμάτων της Τρίτης Διεθνούς) θεωρίας, κοινωνιολογικής έρευνας, και φιλοσοφίας, που αναδύθηκε στο Ινστιτούτο για την Κοινωνική Ερευνα στην Φανκφούρτη, όταν ο Μαξ Χορκχάϊμερ έγινε ο διευθυντής του το 1930. Στον κύκλο της Σχολής είναι μεταξύ άλλων οι Τέοντορ Αντόρνο, Γιούργκεν Χάμπερμας, Βάλτερ Μπένγιαμιν. Είναι αυτονόητο ότι με την άνοδο του Ναζισμού στην εξουσία, η συνέχιση του έργου του Ινστιτούτου ήταν αδύνατη, και φυσικά τα μέλη του αντιμετώπισαν τον κίνδυνο της βιολογικής τους εξολόθρευσης. Γερμανοί εβραϊκής καταγωγής, σημαντικά μέλη της γερμανικής διανόησης και με πολύ ενεργή πολιτική δράση στη χώρα τους, οι Neumann, Marcuse και Kirchheimer έφυγαν από τη Γερμανία πριν καταλήξουν σε στρατόπεδα συγκέντρωσης, και με ενδιάμεσους σταθμούς παραμονής για περαιτέρω σπουδές και εργασία στην Αγγλία, την Ελβετία και τη Γαλλία αντιστοίχως, κατέληξαν στην Αμερική.
Οι δυσκολίες λειτουργίας του ειδικού προγράμματος του OSS εξ αιτίας των έκτακτων συνθηκών ήταν πολλές: ο τεράστιας, πρωτοφανούς έντασης πλανητικός πόλεμος καθ’εαυτός, η πραγματικότητα στο πεδίο καθώς ξεριζωμένοι από την πατρίδα τους Γερμανοί προσπαθούν να λειτουργήσουν στο περιβάλλον της Νέας Υόρκης, η επιφυλακτικότητα μερίδας του αμερικάνικου κατεστημένου προκειμένου να δοθεί χώρος σε αλλοεθνείς διανοούμενους μαρξιστικών καταβολών, η πολυπλοκότητα των διεθνών σχέσεων και συμμαχιών- για παράδειγμα, ο Neumann είχε σχέση και με τις σοβιετικές μυστικές υπηρεσίες, με τις οποίες επικοινωνούσε συστηματικά με κρυπτογραφημένα μηνύματα, χωρίς παραδόξως να ενοχληθεί γι’αυτές από τους Αμερικανούς. Παρ’όλα αυτά, τόσο η απόφαση της αμερικάνικης κυβέρνησης να αξιοποιήσει κάθε διατειθέμενο ανθρώπινο και υλικό πόρο, όσο και των διανοούμενων να βοηθήσουν ολόψυχα στον αγώνα κατά του Ναζισμού, συνέβαλλαν στη μεγάλη επιτυχία του εγχειρήματος.
Το βιβλίο «Secret Reports on Nazi Germany» περιέχει τις κυριότερες Εκθέσεις των διανοούμενων της Σχολής της Φρανκφούρτης, και είναι εξαιρετικά ενδιαφέρον, όχι μόνο ως ιστορικό ντοκουμέντο, μα και για την ποιότητα των περιεχομένων. Εντυπωσιάζει τον σημερινό αναγνώστη η διαύγεια και η ευστοχία των διαγνώσεων για τα χαρακτηριστικά του ναζιστικού συστήματος όπως αυτό εξελίσσεται στη διάρκεια του Πολέμου, όπως και η στιβαρότητα των προτάσεων για την ακολουθητέα από τους Συμμάχους πολιτική.
*
Κάποια σημεία αυτών των αναλύσεων είναι ακόμα και σήμερα κρίσιμα για την κατανόηση του τρόπου που λειτούργησε ο Ναζισμός. Η ναζιστική ιδεολογική αναφορά στο σύνθημα «Γη και Αίμα» και η υποτιθέμενη σύνδεσή της με προνεωτερικές, μεσαιωνικές αξίες, καταδεικνύεται ως μια από τις πολλές μασκαράτες του συστήματος προκειμένου να παρασύρει στην υπηρεσία του τις μεγάλες μάζες των μικροαστών και των αγροτών. Στην πραγματικότητα, το καθεστώς ήταν άρρηκτα συνδεδεμένο με την υπερ-τεχνολογία και τη μοντερνικότητα, με τον τρόπο που λειτουργούσε η πολεμική μηχανή, οι βιομηχανίες, και βεβαίως τα κρεματόρια. Το σύγχρονο βιβλίο του Johann Chapoutot (εκδόσεις Gallimard, 2020) «Ελεύθερος να υπακούς», που εκδόθηκε στην Ελλάδα από την «Αγρα» το 2021, με την προσθήκη στην ελληνική έκδοση του υπότιτλου «Το μάνατζμεντ από το ναζισμό μέχρι σήμερα» φωτίζει κάποιες από τις όψεις της ναζιστικής νεωτερικότητας. Καθώς η νεωτερικότητα, όπως κάθε φάση εξέλιξης της ανθρωπότητας, δεν υπόκειται σε ηθικούς χαρακτηρισμούς, όπως «καλή» ή «κακή», το είδος και η ποιότητα της εφαρμογής της εξαρτάται κάθε φορά από το σύστημα εξουσίας με το οποίο συνδέεται. Εχουν γραφεί πολλά βιβλία για τη δυσώδη φύση της ναζιστικής νεωτερικότητας. Είναι χαρακτηριστικό το βιβλίο του Paul B. Jaskot «The Architecture of Oppression- The SS, Forced Labor and the Nazi Monumental Building Economy, εκδόσεις Routledge, 2000.
Σε σχέση με τα παραπάνω, η εκτίμηση των φυγάδων Γερμανών αναλυτών για την προσέγγιση του Τσώρτσιλ, ότι δηλαδή το ναζιστικό καθεστώς διαπνέεται από το πρωσικό πνεύμα, ήταν ότι αυτή δεν είχε σχέση με την πραγματικότητα στο πεδίο. Σοβαρά τραυματισμένη ήδη από τον Α Παγκόσμιο Πόλεμο, η πρωσική φεουδαρχική τάξη είχε χάσει τους τίτλους ευγενείας και τα σχετικά προνόμια, κρατώντας όμως ακόμη τη ιδιοκτησία των μεγάλων γαιών της. Προσπάθησε να τα βρει σε καθαρά συμφεροντολογική βάση με τη νέα εξουσία, μα με πενιχρά αποτελέσματα, οι απόπειρες αυτές μάλιστα γινόταν σε ατομική βάση, καθώς το ναζιστικό σύστημα θεωρούσε όλο αυτό το πλέγμα συμφερόντων ως κάτι το αναχρονιστικό που θα έπρεπε να ισοπεδωθεί. Κατά τους αναλυτές της Σχολής της Φρανκφούρτης, στην πραγματικότητα η μεγάλη βιομηχανία ήταν «η δύναμη πίσω από τον θρόνο» των ναζιστών, σε συνδυασμό με τις φανατισμένες μάζες των μικροαστών.
Πολύ μεγάλο ενδιαφέρον παρουσιάζει η ανάλυση της δομής εξουσίας του καθεστώτος, προκειμένου να εξεταστούν από τους Συμμάχους οι εναλλακτικές δυνατότητες ως προς το ενδεχόμενο τερματισμού του πολέμου με συνθηκολόγηση της Γερμανίας. Η διάγνωση κατέληγε ότι η συνθηκολόγηση π.χ. με απομάκρυνση του Χίτλερ από την εξουσία, ήταν αδιανόητη, καθώς έτσι το Ναζιστικό Κόμμα έχοντας ισοπεδώσει κάθε δημοκρατικό θεσμό στη χώρα, θα διατηρούσε επί της ουσίας την εξουσία. Η λύση, κατά τους αναλυτές, δεν ήταν παρά η άνευ όρων παράδοση και η συνακόλουθη ολοσχερής διάλυση του ναζιστικού μηχανισμού. Σε συνάφεια με τα παραπάνω, υπήρχε η εκτίμηση ότι υπήρχαν κάποιοι τομείς, όπως το νομικό σύστημα και οι λειτουργοί του, που οι δεσμοί του με τον ναζισμό ήταν τόσο στενοί, ώστε διάλυση αυτών των δεσμών θα αποδεικνυόταν δυσχερής, ακόμα και μετά την άνευ όρων παράδοση.
Υπάρχουν και άλλα ιδιαίτερα σημεία στις αναλύσεις, όπως ο σκεπτικισμός για το νόημα των καταστρεπτικών βομβαρδισμών των γερμανικών πόλεων, καθώς αυτοί εκ των συνθηκών θα συνέδεαν περισσότερο την τύχη των πληττόμενων ανθρώπων με το καθεστώς, όπως επίσης η αντίθεσή τους προς το σενάριο της κατεδάφισης της παραγωγικής δυνατότητας της χώρας σε βάθος χρόνου, μετά τη λήξη του Πολέμου. Επιδίωκαν την καταστροφή του καθεστώτος, όχι της χώρας τους.
Μια κρίσιμη εκτίμηση των αναλυτών, με πολλαπλό ενδιαφέρον τόσο για τις εξελίξεις της παρούσας φάσης της ανθρωπότητας που είναι δυσοίωνες για τις μεσαίες τάξεις, όσο και ιστορικά για τη «βασιλεία της μεσαίας τάξης» σε Ανατολή και Δύση για πολλές μεταπολεμικές δεκαετίες, μετά τον θρίαμβο των Συμμάχων επί των Ναζί- με τον πολλαπλασιασμό της μεσαίας τάξης δια της ένταξης σ’αυτή και των πολυάριθμων οικονομικά αδύναμων της προπολεμικής εποχής, το Κράτος Πρόνοιας, τους θεσμούς της μαζικής δημοκρατίας, και βεβαίως τον καταναλωτισμό- είναι ότι η εξολόθρευση των Εβραίων από τους Ναζί, είχε επί πλέον τη διάσταση ενός σκοτεινού πειράματος κοινωνικής μηχανικής που προανήγγειλε την συνολική αποδυνάμωση της μεσαίας τάξης στη ναζιστική προοπτική.
Το έργο αυτής της συνεργασίας ολοκληρώθηκε με τις εισηγήσεις για το πλαίσιο της Δίκης της Νυρεμβέργης. Το πρόγραμμα του OSS έπαψε να υπάρχει από το 1949. Ετσι κι αλλιώς, η CIA ανελάμβανε πλέον στα πλαίσια της νέας, μεταπολεμικής εποχής. Εχει μεγάλο ενδιαφέρον, ως επίμετρο της προσπάθειας και του βιβλίου καθ’εαυτού, η εισήγηση του Marcuse με τίτλο “Το μέλλον του παγκόσμιου κομμουνισμού”, ένα σπάνιο ντοκουμέντο στο οποίο ο φιλόσοφος κυριολεκτικά “βλέπει το μέλλον”, με τη διάσταση μεταξύ ΕΣΣΔ και Κίνας, την προβληματική κατάσταση των δορυφορικών της ΕΣΣΔ ευρωπαϊκών κρατών όπου το νέο καθεστώς δεν προέκυψε από εσωτερικές διαδικασίες, μα από ξένη στρατιωτική κατοχή, και άλλα σχετικά.
*
Στη μεταπολεμική κατάσταση οι φιλόσοφοι της Σχολής της Φρανκφούρτης συνέχισαν το έργο τους ποικιλοτρόπως (με εξαίρεση τον Neumann που σκοτώθηκε σε αυτοκινητιστικό δυστύχημα στην Ελβετία). Εμβληματική είναι η περίπτωση του Herbert Marcuse, ο οποίος συνδέθηκε με τα βιβλία του με την τεράστια αναστάτωση του φοιτητικού κινήματος στην Αμερική και την Ευρώπη, και τη διάθεση για “αλλαγή παραδείγματος” στη μεταπολεμική εποχή, σε σχέση με τη συντηρητική δυσανεξία και τις μεγάλες κοινωνικές ανισότητες των προπολεμικών δεκαετιών. Δεν ήταν χωρίς προβλήματα αυτή η ανάδειξη: σκοτεινές, ρατσιστικές οργανώσεις απειλούσαν ευθέως τη ζωή του, ενώ ο μετέπειτα Πρόεδρος των ΗΠΑ Ρόναλντ Ρήγκαν, κατά την προεκλογική του εκστρατεία για Κυβερνήτης της Καλιφόρνια δήλωνε ότι θα απολύσει τον Μαρκούζε από το Πανεπιστήμιο της Πολιτείας. Σε άλλο επίπεδο, ο θορυβώδης Κον Μπεντίτ, ο οποίος μετά τον Μάη του 68 στη Γαλλία εγκαταστάθηκε μονίμως στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, σε κάποια περίσταση προσπάθησε να διακόψει μια ομιλία του Μαρκούζε σε φοιτητές, φωνάζοντας ότι ο φιλόσοφος “δούλεψε για τη CIA στον Πόλεμο”, μια από τις παραπλανητικές υπεραπλουστεύσεις που σταδιακά κατέκλυσαν τη ζωή μας, υποκαθιστώντας τον επί της ουσίας στοχασμό με ρηχές δημοσιογραφικού τύπου προσεγγίσεις της στιγμής.
Οπότε;
Όλες αυτές οι αναφορές που προηγήθηκαν για διανοούμενους σε οριακή κατάσταση, που αντιστάθηκαν στον Ναζισμό, αναδεικνύουν ένα πεδίο πολύ υψηλής έντασης. Οι συνθήκες ήταν πρωτοφανείς. Αν έμεναν στη χώρα τους, η μοίρα τους ήταν προδιαγεγραμμένη στα στρατόπεδα συγκέντρωσης και τα κρεματόρια. Από την άλλη μεριά, η φυγή (καθόλου εύκολο εγχείρημα έτσι κι αλλιώς) δεν συνιστούσε από μόνη της μια λύση: εμβληματικοί διανοούμενοι, όπως ο Στέφαν Τσβάϊχ που κατέφυγε όσο πιο μακριά γινόταν, στη Βραζιλία, αυτοκτονούσαν ευρισκόμενοι σε απόγνωση, με την έννοια της από-γνωσης να αποκτά την αρχαιοελληνική σημασία, ότι δηλαδή βρίσκεσαι σε μια κατάσταση, αυτή που επιβλήθηκε από τον Ναζισμό, όπου δεν ισχύουν τα όσα γνώριζες μέχρι τώρα, κοντολογίς βρίσκεσαι σε καμένη γη, χωρίς προοπτική επανακαλλιέργειας. Το ανθρώπινο σύμπαν που αναδεικνύει ο Τσβάϊχ στο βιβλίο του «Ο κόσμος του χθες: αναμνήσεις ενός Ευρωπαίου» μοιάζει στις συνθήκες του Ναζισμού με σύγγραμμα «ιστορικής φαντασίας», σαν να μην υπήρξε ποτέ.
Οι διανοούμενοι της Μεθορίου, όπως αναφέρονται στο κείμενό μας, αποφάσισαν να πολεμήσουν την απόγνωση, και να πολεμήσουν με τις γνώσεις τους (από την πυρηνική φυσική, και τη γνώση που απέκτησαν ζώντας μέχρι τότε στον ευρύτερο κόσμο των βιβλιοθηκών και των άλλων χωρών, μέχρι τη φιλοσοφία και την κοινωνιολογία) τον Ναζισμό, συντονιζόμενες με όλες τις δυνάμεις που σε εκείνη τη φάση τον πολεμούσαν σε όλα τα μήκη και πλάτη του πλανήτη. Φυγάδες από το έρεβος που είχε κατακάτσει στη χώρα τους, έκαναν πατρίδα τους τη διαχρονική ανθρωπότητα.
Εννοείται πως δεν ήσαν οι μόνοι διανοούμενοι που ενήργησαν με αυτό τον τρόπο. Στην άλλη χώρα του Άξονα, την Ιταλία, πολλοί άνθρωποι, όπως ο Πρίμο Λέβι, πολέμησαν τον φασισμό μέσα στην ίδια τους τη χώρα, για να καταλήξουν αρκετοί από αυτούς στα στρατόπεδα συγκέντρωσης. Οι εμπειρίες του Λέβι από το Άουσβιτς αποτυπώνονται στο βιβλίο «Εάν αυτό είναι ο άνθρωπος», ένα σπάνιο ντοκουμέντο ανθρωπισμού ακόμα και μέσα στα χιτλερικά κολαστήρια. Λεγεώνες διανοουμένων έδωσαν τις δικές τους μάχες σ’αυτόν τον ακραία καταστρεπτικό πόλεμο, και φυσικά αυτοί δεν ήταν παρά μια σταγόνα στον ωκεανό των εκατοντάδων εκατομμυρίων ανθρώπων που ο καθένας με τον τρόπο του προσπάθησε να μείνει άνθρωπος σε μια απάνθρωπη πλανητική φάση.
*
Δεν εξιδανικεύουμε σε σχέση με τους συγκεκριμένους διανοούμενους του κειμένου μας. Σε συνθήκες πρωτοφανείς «ο ουρανός των αξιών είναι ένας ουρανός κατασχισμένος, και η διαμελισμένη ζωή μας είναι κατ’εικόνα αυτού του σχισμένου ουρανού» γράφει στο βιβλίο του «Κάπου στο ανολοκλήρωτο», εκδόσεις Πόλις, ένας άλλος σπουδαίος διανοούμενος, κυνηγημένος από τους Ναζί στη Γαλλία, ο Vladimir Jankélevitch. Και συνεχίζει: «Γι’αυτόν τον λόγο θα πρότεινα εκθύμως τον εξής κανόνα ζωής, απλό σαν καλημέρα: πρέπει να αφήνουμε τις αντιφάσεις να ζουν, και όταν έχουμε κάτι σημαντικό να κάνουμε, πρέπει πρωτίστως να το κάνουμε, ακόμα κι αν φαίνεται ότι αντιφάσκουμε με τον ίδιο μας τον εαυτό. Αυτό ακριβώς δεν είχε καταλάβει ο Τόμας Μαν; Αυτό δεν κατάλαβαν οι Αντιστασιακοί όταν έκαναν την αποκοτιά να πουν όχι στους ναζί; Η άρνηση είναι μια γόρδεια χειρονομία σαν τη χειρονομία του Μεγάλου Αλεξάνδρου…Η άρνηση είναι το ξίφος που κόβει μονομιάς τις λεπτολογίες και τα υποσχετικά σοφίσματα αντιπαραθέτοντάς τους το δισύλλαβο Όχι.»
Βρίσκουμε ιδιαιτέρως θελκτική την εικόνα ενός διανοούμενου που δεν έχει κλειστεί στο υπόγειο με μόνη συντροφιά τα βιβλία του, κολυμπώντας σε μια δυσανεξία τύπου Φάουστ, μα αντιθέτως συνδυάζοντας θεωρία και δράση έρχεται να συναντηθεί στο πεδίο της ζώσας πραγματικότητας με τους άλλους ανθρώπους και τις εξέχουσες ανάγκες. Λέει σχετικά ο Jankélevitch: «Η δράση διεισδύει στις ρωγμές της πραγματικότητας για να τη μετασχηματίσει: έτσι δημιουργείται ένας νέος πίνακας αξιών.»
Και όταν έρχεται η ώρα μιας συνολικής αποτίμησης, έρχονται στο μυαλό μας τα λόγια της Ursula Kuczynski στα βαθειά της γεράματα: «Εκτός από τα τρία παιδιά μου, είμαι απεριόριστα υπερήφανη για ένα επίτευγμα στη ζωή μου: πολέμησα τον φασισμό με κάθε γραμμάριο ενέργειας και αντοχής του σώματός μου. Γι’αυτό τον λόγο, κρατώ το κεφάλι μου ψηλά.»
(*) Ο Γιώργος Μ. Χατζηστεργίου είναι πολιτικός μηχανικός και συγγραφέας. Το τελευταίο του βιβλίο «Ο πολιτισμός των φαντασμάτων» εκδόθηκε πρόσφατα από τις εκδόσεις «Αλεξάνδρεια».