του Γιάννη Πανούση (*)
Πιο καλά νά’σαι φόνισσα,παρά να είσαι δούλα
1.Το έγκλημα των αδελφών Christine και Léa Papin ,οι οποίες δολοφόνησαν με ιδιαίτερα άγριο τρόπο το 1933 στο Le Mans την κυρία Léonie Lancelin και την κόρη της Geneviève,στο σπίτι των οποίων δούλευαν ως υπηρέτριες,έχει περάσει στη διεθνή εγκληματολογική και ψυχιατρική βιβλιογραφία ως μία ‘περίπτωση για βαθύτερη μελέτη’
2.Η ιδιότητα,το status,των δύο αδελφών,’ως δούλες’ σε μία περίοδο ,όπου οι εργοδότες αντιμετώπιζαν το προσωπικό τους με περιφρόνηση,έδωσε το ερέθισμα για μία σειρά θεωρητικών προσεγγίσεων.
[Δεν αντέχω να είμαι από το πρωί ως το βράδυ ένα κλωτσοσκούφι που το ποδοπατάνε,σ.16]
3.Πέραν των επιστημονικών διαφωνιών,αν δηλαδή έχουμε μία υπόθεση ‘σχιζοφρενικών φόνων’ ή αν το κοινωνικοταξικό μίσος είναι εκείνο που όπλισε το χέρι των αδελφών Papin για να διαπράξουν ένα τόσο ειδεχθές έγκλημα χωρίς ένα φανερό κίνητρο,ακόμα και η λογοτεχνία εμπνεύστηκε και κατέγραψε τη δική της εκδοχή.Έτσι ο Ζαν Ζενέ συγγράφει το μονόπρακτο θεατρικό έργο ‘’Οι Δούλες’’[1947],όπου με τη δική του ματιά και την προσωπική του ερμηνεία παρουσιάζει ,όχι αυτό καθεαυτό το έγκλημα αλλά τις ψυχ(ολογ)ικές διαντιδράσεις των δύο σιαμαίων –ψυχών αδελφών Papin,η μία χειριστική,η άλλη παθητική,σε σχέση με την Κυρία τους.Ο Ζενέ δεν έγραψε ένα Μανιφέστο για την υπεράσπιση των υπηρετριών αλλά φώτισε-λογοτεχνική αδεία- πτυχές του δράματος,χρήσιμες στον αναγνώστη
4.Αν εξαιρέσουμε τη δημοσιογραφική αλλά και την πολιτικο-ιδεολογική ερμηνεία της εποχής ή ακόμα και τους υπαινιγμούς για αιμομικτική σχέση των δύο κοριτσιών,πρέπει να επισημάνουμε ορισμένα ερωτήματα που θέτει το ακραίο αυτό γεγονός:
-η εκμετάλλευση,η κακομεταχείριση και η κακοποίηση μπορεί να εξηγήσουν μία τέτοια εγκληματική αντίδραση;
-υπάρχουν ‘επικίνδυνες ομάδες’,που τα μέλη τους λόγω φτώχειας κι αμορφωσιάς τελούν ευκολότερα από τους άλλους εγκλήματα;
-η προσομοίωση ‘κανονικής ζωής’,κυρίως μέσα από την παρατήρηση της ζωής των άλλων,είναι δυνατόν να καταλήξει σε έγκλημα φθόνου και μνησικακίας;
-ορισμένα άτομα διαθέτουν ένα ‘καλο προσωπείο’,το οποίο κρύβει μία ‘κακιά ψυχή’;
5.Τα βιώματα της παιδικής ηλικίας των αδελφών Papin[ορφανοτροφείο,βιασμοί,φτώχεια και πείνα,φόβος,ταπείνωση]οδήγησαν ορισμένους ψυχιάτρους στο να διατυπώσουν μία θεωρία ‘παρανο’ι’κής ψύχωσης’.Η διπλή καταπίεση[καταγωγής και ρόλου]ερμηνεύει-κατ’αυτούς- μία ιδεοψυχαναγκαστική νεύρωση ή και ψύχωση,που κάτω από συγκεκριμένες συνθήκες μπορεί να καταλήξει στη διάπραξη εγκλήματος.Αν στο έγκλημα,ιδίως στο φόνο,υπάρχουν υποψίες για σχιζοφρένεια ,τότε οι διαχωριστικές γραμμές ανάμεσα στο συνειδητό και το ασυνείδητο γίνονται πιο δυσδιάκριτες,κυρίως ως προς ‘το γιατί τότε; και ‘το γιατί έτσι;’
[Έπρεπε να τη σκοτώσω,έπρεπε να γλυτώσω από αυτή τη γυναίκα…τη φριχτή κι απαίσια,σ.22,28]
6.Ακόμα κι αν δεχτούμε τον κρίσιμο ρόλο των κοινωνικών ανισοτήτων[Κυρία-Δούλες],ακόμα κι αν οι σκιάσεις της κοινωνικής συνείδησης της εποχής αναφέρονταν σε ‘δαιμονισμένα τέρατα΄,το στίγμα που κουβαλάνε οι αδύναμοι κι αποκλεισμένοι,μαζί με τα αισθήματα ντροπής κι ενοχής,δεν οδηγεί αμετάκλητα σε έγκλημα.Συχνά όμως τα ακραία στερεότυπα της κοινωνίας των Καλών απέναντι στην [υπο;]κοινωνία των Χαμένων,οι οποίοι συνήθως είναι άνθρωποι ‘χωρίς πρόσωπο’ και ‘ταυτότητα’,δίχως αυτο-εκτίμηση,πέραν του κοινωνικού δαρβινισμού που είναι υπεύθυνος για παθητική κοινωνικοποίηση[προσαρμογή στρουθοκαμήλου] και περιθωριοποίηση,προκαλούν συναισθηματικά μπλοκαρίσματα στους ‘αποκάτω’ με συνέπεια ν’αυτονομιμοποιούν πράξεις αντ-εκδίκησης.Έτσι ο φόνος που νικάει το φόβο συνιστά γι’αυτούς μία φαντασιακή άμυνα ή μία παλινδρόμηση των ενοχών και της παράνοιας.
[Εύκολο πράγμα νά’σαι καλός άμα είσαι πλούσια κι όμορφη,σ.24]
7.Η Εγκληματολογία υποστηρίζει ότι μία φυγόκεντρος ,από τις καταστάσεις πίεσης,άγχους και ταπείνωσης,δύναμη διευκολυνει το πέρασμα στην πράξη και του προσδίδει ‘λυτρωτικό χαρακτήρα’.Η έλλειψη νοήματος ζωής απο-ευαισθητοποιεί,μειώνει τις αναστολές και ολοκληρώνεται με πλήρη απάθεια κι αδιαφορία απέναντι στο θύμα.Η ‘απελευθέρωση’,μέσω της άσκησης βίας,μίας βίας του αδιεξόδου,σχετίζεται με πεποιθήσεις για την Κακιά και Άδικη Μοίρα.Το ειδικό κίνητρο πάντοτε θα προκύπτει δεδομένου ότι, όπως π.χ στην περίπτωση των αδελφών Papin,η έλλειψη αγάπης κι αναγνώρισης και η απουσία πολιτισμικών αξιών,προσωποποιείται μεν στα θύματα αλλά στην πραγματικότητα-μέσω αυτών-τιμωρείται το σύνολο της Καλής κοινωνίας.
[Τί άλλο μπορούσα να κάνω μπρος στην κακομοιριά του πόνου του δικού μου-τί άλλο από ένα ωραίο έγκλημα;σ.29]
8.Το ‘πως’,με ποιά διαδικασία γίνεται κάποιος ‘ένας κακός άνθρωπος’ ή ποιά είναι η φύση του Κακού αποτελούν ερωτήματα τόσο της Εγκληματολογίας ,όσο και της Φιλοσοφίας.Πολλές φορές ‘μέσα στο δολοφόνο κρύβεται ένας φοβισμένος αθώος’,καθώς αρκετές αλήθειες έχουν καλυφθεί από ψέματα.Έχει πάντως σημασία,όταν μιλάμε για ‘την πίσω αυλή της κοινωνίας’,όπου ζουν οι contra fortunatum,ν’αναζητάμε να δούμε πως βίωσε το έγκλημά του ο ίδιος ο δράστης.Προφανώς δεν ισχυριζόμαστε ότι σε κάθε έγκλημα ελοχεύει μία αυτόνομη ηθική συνείδηση περί του Καλού και του Κακού,αλλά το ακονισμένο Μίσος για τον Άλλον συνιστά ενδιαφέρουσα εγκληματολογική παράμετρο.
[Πού το είδες το έγκλημα;δεν υπάρχει κανένα έγκλημα,σ.52]
9.Ο συγγραφέας,μεταπλάθοντας ένα true crime.δεν αναλαμβάνει ούτε το ρόλο του Εισαγγελέα,ούτε την Κάθαρση από τους δαίμονες του Κακού.Το θεατρικό του Ζαν Ζενέ διαδραματίζεται σε ένα κλειστοό σύστημα αλληλομεταβίβασης αισθημάτων και σκέψεων ανάμεσα στις αδελφές Papin,με κύριο πυλώνα την απενοχοποίση[όχι όμως δικαιολόγηση] των ενοχών[κι όχι των πράξεων].Μυθοπλασία-πραγματικότητα-μαρτυρίες/βιώματα συγκροτούν ένα τρίγωνο ηθικών οριοθετήσεων,όπου το συμβολικό και το αλληγορικό έχουν σημαντική θέση.Ο συγγραφέας δεν είναι ένας ‘ανήθικος ηθικολόγος’ αλλά υπηρετεί μία κατανοούσα Τέχνη,στην οποία ο ψυχισμός των δραστών αποκρυπτογραφείται και δημιουργεί συγκινησιακά νοήματα,χωρίς –μέσω δυσαφηγησίας- να προκαλεί συγχύσεις ως προς το αόρατο/φαντασιακό και το ορατό/πραγματικό.Η αφηγηματική ψυχολογοτεχνία μας καταβυθίζει στα έγκατα της ψυχής των εγκληματιών ,χωρίς να μας σαγηνεύει με το αποτρόπαιο
[Μπορεί να είσαι κατάδικος..δεν θα πει πως είσαι και κακούργος,σ.38]
10.Οι αδελφές Papin αποτελούν ένα ‘ψυχολογικό δίδυμο’,ίσως με ατομικές διπολικές διαταραχές,με βεβαία όμως ‘ηθική παραφροσύνη’,με την έννοια της πλήρους απουσίας αισθημάτων ελέους και φιλαλληλίας προς τα θύματα και με παντελή έλλειψη τύψεων.Αυτή η’’ Folie à deux ‘’,ανεξάρτητα από τη συμμετοχή της καθεμιάς στην τέλεση του εγκλήματος,έδειξε την κορυφή ενός παγόβουνου,στη βάση του οποίου μπορεί να κρύβονταν παραληρηματικές ιδέες και ψευδαισθήσεις,αλλά την κινητήρια ώθηση την πυροδότησε ένα μόνιμο μίσος απέντι στον ευτυχισμένον Άλλον.Είτε στηριχθούμε σε μία κοινωνιογενή υπόθεση ,ότι δηλαδή υπήρχε ένα –έστω μη-πλήρως διαμορφωμένο- στοιχείο ταξικής εκδίκησης[για την προσβολή της ανθρώπινης αξιοπρέπειας],είτε προσεγγίσουμε το έγκλημα από μία ψυχογενετική πλευρά,όπου παρορμητικά ο καταδιωκόμενος μετατρέπετει σε διώκτη,η εκφόρτιση τέτοιας βίας κι αίματος αποδεικνύει ότι η μανιακή οργή κατά παντός εχθρού εξακολουθεί δυστυχώς να χαρακτηρίζει τον σύγχρονο άνθρωπο,μολονότι πιστέψαμε ότι ξεφύγαμε οριστικά από τον βάρβαρο πρωτογονισμό.
[Ήμουν δούλα εγώ,γεννημένη δούλα,σ.56
Είμαι η φόνισσα με το όνομα,σ.58]
(*) Ο Γιάννης Πανούσης είναι καθηγητής Πανεπιστημίου, συγγραφέας
Ζαν Ζενέ,Οι Δούλες[μετάφραση:Οδυσσέας Ελύτης,Ύψιλον 2021]