Της Έλενας Χατζηγιωργάκη.
Κάθε χρόνο στις εορτές απονομής πτυχίων στα Κολλέγια/Πανεπιστήμια των ΗΠΑ, ένας διακεκριμένος καλεσμένος δίνει μια ομιλία που στόχο έχει να εμπνεύσει, να εμψυχώσει και να προετοιμάσει τους αποφοίτους να μεταβούν από την κλειστή κοινωνία των Πανεπιστήμιων στον πραγματικό κόσμο. Οι ομιλητές είναι συνήθως άνθρωποι των γραμμάτων και των τεχνών, αλλά και πολιτικοί, δημοσιογράφοι και άλλοι που προσαρμόζουν το περιεχόμενο της ομιλίας τους στο αντικείμενο των σπουδών των αποφοίτων. Μερικές όμως ομιλίες ξεχωρίζουν και αποκτούν καθολικό χαρακτήρα, όπως η ομιλία του David Foster Wallace στην τελετή αποφοίτησης του Kenyon College τον Μάιο του 2005 («Αυτό εδώ είναι νερό», μετ: Κώστας Καλτσάς, εκδ.Κριτική). Αυτό που προσδίδει δοκιμιακό χαρακτήρα και ξεχωριστή δυναμική στη συγκεκριμένη ομιλία είναι το αφαιρετικά πανανθρώπινο περιεχόμενό της, από έναν -άριστο χειριστή της γλώσσας- ευφυέστατο, συγγραφέα.
Ο David Foster Wallace γεννήθηκε στις 21 Φεβρουαρίου 1962 στην Ithaca της Νέας Υόρκης. Ο πατέρας του James ήταν καθηγητής φιλοσοφικής και η μητέρα του Sally φιλόλογος. Για την Sally η γραμματική δεν ήταν απλά ένα «εργαλείο», ήταν η είσοδος στο κλαμπ των μορφωμένων ανθρώπων. Πέρα όμως από τη φιλοσοφία και τη λογοτεχνία, που έμαθε απ’τους γονείς του, ο David Foster Wallace ήταν εξίσου καλός στη λογική και τους γρίφους. Μεγαλώνοντας, όπως ο ίδιος είχε πει σε συνέντευξή του, ζούσε μια «σχιζοφρενική εμπειρία»: αφενός διάβαζε πολύ και αφετέρου αφιέρωνε πολύ χρόνο βλέποντας τηλεόραση. Από μικρή ηλικία ανησυχούσε για το ότι δεν μπορεί να φανεί αντάξιος των προσδοκιών των γονιών του και το καλοκαίρι του ’71 ή του ’72 (9 ή 10 ετών τότε) παρουσίασε τα πρώτα κλινικά συμπτώματα άγχους και κατάθλιψης. Στην εφηβεία του έκανε δύο σημαντικές ανακαλύψεις, οι οποίες ήταν καθοριστικές για την μετέπειτα πορεία του: το τένις και τη μαριχουάνα. Η μαριχουάνα τον βοηθούσε να κρατάει υπό έλεγχο τα συμπτώματα άγχους και παρότι οι γονείς του γνώριζαν, έδειχναν ανοχή στη φαινομενικά μυστική του αδυναμία. Στο σχολείο ξεχώριζε για την ευφυΐα του, ήταν άριστος μαθητής, αλλά σιγά – σιγά αποκτούσε φοβίες και ο φόβος να μην αποκαλυφθεί τον έθετε σε έναν ατέρμονα βρόχο φόβου. Σε μια εποχή και μια κουλτούρα που δεν ήταν ιδιαίτερα ανεκτική στις ψυχικές παθήσεις, ο ίδιος για να αμυνθεί είχε διαγνώσει τον εαυτό του με «ιδεομηρυκαστική εμμονή, υπεριδρωσία και διέγερση του παρασυμπαθητικού νευρικού συστήματος». Φοβόταν ιδιαίτερα τις δημόσιες ομιλίες. Όταν έπρεπε να μιλήσει σε κοινό, τραύλιζε και η φωνή του άλλαζε τονικότητα αποκαλύπτοντας τη νευρικότητά του.
Σπούδασε στο Amherst College με ειδικότητες στη φιλοσοφία και τη φιλολογία. Εκείνα τα χρόνια ξεκινάει το συγγραφικό του έργο (The Broom of the System, 1987), επηρεασμένος από τους μεταμοντέρνους συγγραφείς ΝτεΛίλο, Πίντσον, Άπνταϊκ και από τους φιλοσόφους Βίτγκενσταϊν και Καντ. Στην Αμερική έγινε ιδιαίτερα γνωστός με τo μνημειώδες έργο του Infinite Jest (1996), ένα ογκωδέστατο (1079 σελίδες στην αμερικάνικη έκδοση) μεταμοντέρνο μυθιστόρημα (έντονα αυτοβιογραφικό) στο οποίο καταπιάστηκε με αρκετά θέματα της σύγχρονης αμερικάνικης κουλτούρας: εθισμοί, συναισθηματικές διαταραχές, αυτοκτονία, αίθουσες εντατικής θεραπείας, οικογενειακές σχέσεις, διαφήμιση, τένις, θεωρία κινηματογράφου καθώς και τις αμερικανο-καναδικές σχέσεις. Πέρα απ’ τη μυθοπλασία έγραψε και βιβλία με δοκιμιακό, φιλοσοφικό χαρακτήρα όπως το Everything and More: A Compact History of Infinity (2003) [ιστορία του απείρου με έμφαση στη ζωή και το έργο του Georg Cantor] και το Fate, Time, and Language: An Essay on Free Will (2011) [κριτική στο έργο του φιλοσόφου Richard Taylor]. Μαξιμαλιστής στο έργο του, ήθελε να συλλάβει και να καταγράψει στο μέγιστο της αμερικανικής κουλτούρας.
Στην πολυτάραχη ζωή του πέρασε αρκετά διαστήματα σε κλινικές αποτοξίνωσης και ψυχιατρικές κλινικές προσπαθώντας να διαχειριστεί τις διαταραχές του (κατάθλιψη ή μανιοκατάθλιψη και άγχος). Μετά από χρόνιες θεραπείες με αντικαταθλιπτικά φάρμακα (Nardil), ηλεκτροθεραπείες και άλλες φαρμακευτικές αγωγές στις 12 Σεπτεμβρίου του 2008, σε ηλικία 46 ετών, δίνει οριστικό τέλος στον αναδρομικό, επαναλαμβανόμενο εφιάλτη του και αυτοκτονεί δια απαγχονισμού.
«Αυτό εδώ είναι νερό». Έτσι τιτλοφορείται η ομιλία του στην τελετή αποφοίτησης του Kenyon College στις 21 Μαΐου του 2005, μια από τις σπάνιες δημόσιες εμφανίσεις του. Η μαθητική επιτροπή προσκλήσεων δεν ήξερε πολλά για τον Wallace τη στιγμή που το ατημέλητο παρουσιαστικό του δημιουργούσε μια αντιδιαμετρικά δυσάρεστη εντύπωση στο κοινό από αυτό που πραγματικά ήταν. Η εμπειρία ζωής που είχε αποκτήσει μέσα και έξω από τις κλινικές τού δίδαξε να κάνει πολύ προσεκτική ζωή και να δουλεύει σκληρά. Στους μαθητές του συχνά έλεγε ότι το χειρότερο που μπορούσε να τους συμβεί είναι να εκδοθεί τα έργο τους πριν γίνουν 40 ετών. Η ομιλία στο Kenyon ήταν μια σπάνια ευκαιρία να μιλήσει για αυτά που τον απασχολούσαν χωρίς τα συγγραφικά τεχνάσματα που χρησιμοποιούσε στα βιβλία του. Και ο βασικός πυρήνας της ομιλίας του ήταν να μάθουν οι φοιτητές να σκέφτονται έξω απ’τον εαυτό τους, να αποκτήσουν κοινωνική συνείδηση. Η ομιλία είναι κατά του εγωισμού και του εγωτισμού, είναι μια ομιλία για την ανθρωπιά, το ταπεινό φρόνημα και για τις αξίες που ο ίδιος πρέσβευε έχοντας ζήσει μια πολυτάραχη και πολύπαθη ζωή.
Ένα αγαπημένο του αστείο που είχε ακούσει σε κλινική αποτοξίνωσης ήταν το εξής: «Δύο νεαρά ψάρια κολυμπούν αμέριμνα στη μέση του ωκεανού ̇ όταν συναντούν κατά τύχη ένα γεροντότερο ψάρι που κολυμπά προς την αντίθετη κατεύθυνση, το οποίο τους γνέφει και λέει: «Καλημέρα, παιδιά. Πώς είναι το νερό;» Τα δύο νεαρά ψάρια συνεχίζουν για λίγο την πορεία τους, μέχρι που το ένα γυρνάει στο άλλο και του λέει: «Τι στο καλό είναι το νερό;» Με άλλα λόγια δεν είναι δύσκολο να είναι επιτυχημένος κανείς με συμβατικούς όρους, το δύσκολο είναι να έχει κανείς συνείδηση της ύπαρξής του σε σχέση με τα γεγονότα που βιώνει. Αυτό επιτυγχάνεται με το να μάθει κανείς να σκέφτεται, το οποίο σημαίνει να αποκτήσει κάποιον έλεγχο πάνω στο τι και πώς σκέφτεται. Πρακτικά σημαίνει να φτάνει κανείς σε ένα επίπεδο συνείδησης που να μπορεί να επιλέγει σε τι να δώσει σημασία και πώς να αντλεί νόημα από την εμπειρία. Επί παραδείγματι, μπορεί κανείς να σταθεί στην ουρά ενός supermarket και να νιώθει άγχος και ενόχληση επειδή λόγω σπουδών έχει αποκτήσει ένα αίσθημα ανωτερότητας. Όμως αυτή η καθημερινή εμπειρία μπορεί να μετουσιωθεί σε μια στιγμή απέραντης ομορφιάς. Εφόσον μάθει κανείς να σκέφτεται σε τι να δίνει πραγματικά σημασία και προσοχή, τότε υπάρχουν άλλες επιλογές και η καθημερινότητα μεταμορφώνεται.
Μια ομιλία διαχρονική. Μπορεί να διαβαστεί ξανά και ξανά σαν υπενθύμιση του τι είναι σημαντικό και τι δεν είναι. Μια ευκαιρία να ξαναδούμε τον κόσμο από την αρχή.
INFO: «Αυτό εδώ είναι νερό», μετ: Κώστας Καλτσάς, εκδ.Κριτική