Του Γιάννη Ν. Μπασκόζου.
Η Μεταπολίτευση είχε μπει φουριόζα, και ένα πλήθος πράγματα που αγνοούσαμε είχαν φωτίσει έναν σκοτεινό μέχρι τότε ουρανό. Κομμάτι αυτού του φωτός ήταν η βιβλιοεκδοτική έκρηξη. Εκατοντάδες συγγραφείς μεταφράζονταν σημαδεύοντας μια νέα αναγνωστική εποχή. Σε ένα βιβλιοπωλείο του κέντρου είχα βρει το βιβλίο : Χόρχε Λουίς Μπόρχες, «Οι λαβύρινθοι», τίτλος πρωτοτύπου «Ficciones», εκδόσεις Πλειάς, μετάφραση: Βαγγέλης Κατσάνης, τυπογραφική διόρθωση επιμέλεια: Γεράσιμος Μάρκου, έτος κυκλοφορίας 1974, σελίδες 264. Αυτή ήταν η είσοδος μου – αλλά όχι μόνον εμένα – στον λαβυρινθώδη κόσμο του Μπόρχες. Έκτοτε οι Αχιλλέας Κυριακίδης και Δημήτρης Καλοκύρης έμελλε να μας γνωρίσουν σποραδικά τα σημαντικότερα έργα του Μπόρχες. Λίγο πριν εκλείψουν οι εκδόσεις Γράμματα μας έδωσαν τα τρίτομα Άπαντά του και τώρα οι εκδόσεις Πατάκη μας δίνουν ένα τετράτομο, με όλα τα γραφέντα από τον Μπόρχες. Πρώτα κυκλοφόρησαν τα Πεζά και τα Ποιητικά και πριν λίγο καιρό τα Δοκίμια σε δύο τόμους μεταφρασμένους από τον Αχιλλέα Κυριακίδη. Ο τελευταίος είχε υποδεχθεί τον αργεντινό συγγραφέα στην Αθήνα το 1984 και στην Κρήτη όταν ο Μπόρχες αναγορεύτηκε σε επίτιμο διδάκτορα της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Κρήτης.
Στον πρώτο τόμο διαβάζουμε τη συλλογή «Εβαρίστο Καρριέγο» (1930), με λίγα κείμενα που δεν δίνουν στίγμα. Αντίθετα από την δεύτερη συλλογή «Συζήτηση»(1932) και τη ν επόμενη «Ιστορία της αιωνιότητας ‘(1936) εισερχόμαστε στον κόσμο του Μπόρχες. Τα θέματά του παίρνουν αφορμή από τους μεγάλους δασκάλους Όμηρο, Ουίτμαν, Φλωμπέρ και αναπτύσσουν ζητήματα για την αφηγηματική τέχνη, την πραγματικότητα, τη μαγεία αλλά και τη θεωρία των κύκλων και τον κυκλικό χρόνο. Στο εκτεταμένο κεφάλαιο «Διερευνήσεις» (1952),ο Μπόρχες αναπτύσσει ακόμα περισσότερο τις θεματικές του. Ο Κητς, ο Κάφκα, ο Όσκαρ Ουάιλντ, ο Βαλερύ είναι το έναυσμα για να μιλήσει για τον χρόνο, τους κλασικούς. Ειδικά για το τι είναι κλασικό βιβλίο θα επιχειρήσει να δώσει ένα δικό του αρκετά «προχωρημένο» ορισμό: « είναι το βιβλίο που οι ανθρώπινες γενεές, ωθούμενες από διάφορους λόγους, διαβάζουν με προκαταβολική θέρμη και ανεξήγητη αφοσίωση». Θα διευκρινίσει βεβαίως ότι «κάθε έθνος ή ομάδα εθνών βαφτίζει κλασικό ότι διαβάζεται σαν να ήταν όλα στις σελίδες του προσχεδιασμένα, βαθιά σαν το σύμπαν και σα να επιδέχονται όλα ατέλειωτες ερμηνείες». Έτσι, θα πει, αν ο Φάουστ είναι για τους γερμανούς έργο ιδιοφυές γι άλλους είναι μία από τις ξακουστές μορφές της πλήξης.
Στο δεύτερο τόμο διαβάζουμε μια σειρά κριτικών σπουδαίων έργων της παγκόσμιας λογοτεχνίας (Μάκβεθ- Σαίξπηρ, Μπάρτελμπυ – Μέλβιλ, Κάφκα- Μεταμόρφωση, Κασάρες- Η εφεύρεση του Μορέλ κ.ά). Ακολουθούν οι συλλογές δοκιμίων «Τα προφορικά (1979) και «Έφτα νύχτες» (1980), από τα πιο εμπνευσμένα δοκίμια του καθώς αναφέρεται στην αθανασία, τον χρόνο, το αστυνομικό αφήγημα, τον βουδισμό, την καββάλα, την ποίηση, τον εφιάλτη, την τυφλότητα.
Ακολουθούν τα «Εννέα δαντικά δοκίμια «(1982) στα οποία αναμετριέται με τον μεγάλο ιταλό ποιητή και ο δεύτερος τόμος κλείνει με «Τέσσερα αδέσποτα δοκίμια». Το τελευταίο από αυτά «Η απόλυτη βιβλιοθήκη» είναι ένα εμπνευσμένο όσο και παιγνιώδες, με τους όρους του Μπόρχες, κείμενο που προσπαθεί να φανταστεί τι θα γίνει όταν όλα θα έχουν γραφεί και θα υπάρχουν σε μια βιβλιοθήκη «που οι κάθετες και αχανείς βιβλιακές της έρημοι διατρέχουν αδιαλείπτως τον κίνδυνο να μεταμορφωθούν , και που επιβεβαιώνουν , αρνούνται και συγχέουν τα πάντα, σα μια θεότητα που παραληρεί».
Είναι γνωστό ότι ο Μπόρχες άρχισε να χάνει στη δεκαετία του ΄50 σταδιακά το φως του. Υπάρχει ένα δοκίμιο, αυτό για την «Τυφλότητα», που έχει μια απαστράπτουσα υποβλητική δύναμή καθώς ο Μπόρχες αφηγείται τα περί της δικής του τύφλωσης. Την ανάγκη του θάρρους που έχει ο τυφλός, την αγωνία και το ερώτημα αν θα μπορέσει ποτέ να δει το μαύρο και το κόκκινο χρώμα ,που δεν τα βλέπει, αντίθετα με το κίτρινο και το πράσινο, τα πιο ευκρινή σε αυτόν χρώματα. Την ειρωνεία των γεγονότων – να διοριστεί διευθυντής μιας τεράστιας βιβλιοθήκης στην οποία μετά βίας μπορούσε να διαβάσει τους τίτλους των εννιακοσίων χιλιάδων βιβλίων της. Τέλος το πώς πάλεψε για να μην τον καταβάλλει η τυφλότητα, τα παιχνίδια που εφεύρισκε να την ξεγελάει αλλά και να την κάνει ουσιαστική.
Οι σκέψεις του Μπόρχες βαδίζουν παράλληλα με τα υπόλοιπα γραπτά του, τα πεζά κυρίως, αλλά και τα ποιήματα, τα κάνουν πιο κατανοητά , πιο απτά στον αναγνώστη τους. Οι έννοιες του χρόνου, της αιωνιότητας, της θρησκείας, της ηθικής, της πραγματικότητας, των αισθήσεων διατρέχουν τα περισσότερα κείμενα του Μπόρχες με παραλληλίες, με αποφθέγματα και σκέψεις καλλιτεχνών και φιλοσόφων από την παγκόσμια γραμματεία. Ένα φωτισμένο μυαλό οδηγεί τον αναγνώστη στους λαβύρινθους της σκέψης του αργεντινού συγγραφέα κάνοντας την ανάγνωση ένα γοητευτικό παιχνίδι αυτογνωσίας.
Οι δύο αυτοί τόμοι είναι παράλληλα κι ένας άθλος της μετάφρασης και της επιμέλειας. Ο Αχιλλέας Κυριακίδης παραθέτει στο τέλος κάθε τόμου Εγκυκλοπαιδικά λεξικά ελληνικών και ξένων, εξελληνισμένων και μη ονομάτων, τοπωνυμίων και τίτλων έργων, Γλωσσάριο και Λεξικό όρων, Ευρετήριο ελληνικών και εξελληνισμένων ονομάτων και τίτλων έργων, ξένων και μη εξελληνισμένων ονομάτων , Μικρό βιβλιογραφικό σημείωμα και εργοβιογραφικό σημείωμα. Ένας πλήρης οδηγός για να μη χαθείς στον πολύπλοκο,διαδαλώδη,ονειρικό κόσμο του Μπόρχες.
INFO: Χόρχε Λούις Μπόρχες, Δοκίμια Ι και ΙΙ, μετάφραση-σημειώσεις: Αχ. Κυριακίδης, Πατάκης
(Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Επένδυση, 20 Ιουνίου 2015)