του Χάρη Οταμπάση
Η πρώτη συλλογή του Σπύρου Χαιρέτη Ο γοργόνος και άλλα πλάσματα, όπως προσφάτως κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Θράκα (2023), συγκαταλέγεται στα έργα εκείνα που φέρουν queer γενεαλογικό πρόσημο. Στο σώμα των τριάντα και πλέον κειμένων του έργου κυριαρχεί μια κοινή θεματική, που δεν είναι άλλη από την ανάγκη του ποιητή να αναδείξει τις αντιφάσεις τόσο της ετεροκανονικότητας όσο και της ομοκανονικότητας, εστιάζοντας στον κυρίαρχο λόγο. Όχημά του η camp αισθητική που χαρακτηρίζεται από ειρωνεία, πνευματώδες χιούμορ και υπερβολή:
[Συνεδρία II]
1.
Να φοράς τα πασούμια της πολίτισσας γιαγιάς
(αυτό το τακ-τακ στο μαρμαρένιο πάτωμα δε θα σταματήσει
να σε γοητεύει)
Να αποφεύγεις σαν τον διάολο την μπάλα στα διαλείμματα
(εξαιρείται το βόλεϊ)
Να μαζεύεις αυτοκόλλητα Άριελ
Να βλέπεις Οι μεν και οι δεν κι Εγκλήματα σε λούπα
και να χαίρεσαι τις αποκλειστικά κοριτσίστικες παρέες σου
Αλήθεια, τι άλλο;
Το παραπάνω ποίημα επικεντρώνεται στις αναπαραστάσεις τις αρρενωπότητας και της θηλυκότητας, εξερευνώντας τα κενά ανάμεσά τους, ενώ διατυπώνει ένα ξεκάθαρο ερώτημα: πώς στοιχειοθετείται και οργανώνεται το gayness στην Ελλάδα τη δεκαετία του 1990; Μέσα από μηχανισμούς μίμησης (βλ. πασούμια γιαγιάς) και αποταύτισης (βλ. μπάλα στα διαλείμματα, αντρικά σπορ), επιβεβαιώνοντας όμως το υπάρχον κανονιστικό πλαίσιο, ο Χαιρέτης σχολιάζει τις συνέπειες των έμφυλων επιτελέσεων στα σώματα και τις ζωές μας.[1] Υιοθετώντας τη μεταμοντέρνα παρωδία, μέσα από την οποία προκύπτει το camp, ο ίδιος νομιμοποιεί και ανατρέπει αυτό που παρωδεί.[2] Διαβάζουμε χαρακτηριστικά το παρακάτω ποίημα, στο οποίο η πραγματικότητα αντιμετωπίζεται ως αναστρέψιμη, ενώ εξερευνώνται για ακόμη μία φορά οι σχέσεις με την οικογένεια:
Η γιαγιά μου η λεσβία
Η γιαγιά μας η καλή
που εχήρεψε μικρή
είχε άντρα τον παππού μας
ταγματάρχη από σχολή
Κάθε τόσο της κολλούσα
και της έλεγα:
γιαγιάκα
χήρα είσαι
βρες βρε κάποιον
με πολλά πολλά λεφτάκια
Κρεμασμένες να τις έχω
τις ψωλές σ’ έναν κορμό
μήτε να τις βλέπω θέλω
μήτε να τις ακουμπώ
Τότε αλήθεια ανακουφίσθην
είχαν όλα πια λυθεί
Η πουστρίλα στη φαμίλια
ήταν κληρονομική
Πέρα από το αναστρέψιμο παιχνίδι, ο Χαιρέτης μέσω της παρωδίας μας καλεί να αμφισβητήσουμε και μια σειρά υποθέσεων για το ίδιο το αισθητικό προϊόν που προσφέρει: 1) για την έννοια της καλλιτεχνικής πρωτοτυπίας και τη λατρεία γύρω από την προσωπικότητα του καλλιτέχνη (βλ. ποιήματα «Χριστιανόπουλος από γνωστή – αλυσίδα – υπεραγορών», «Φιλική υπενθύμιση προς το Υπουργείο Υγείας»), 2) το γεγονός ότι η υποκειμενικότητα είναι σταθερή, αναλλοίωτη, συνεκτική και αυτοκαθοριστική (βλ. «Άλλος»), 3) τις αρχές περί ιδιοκτησίας («Προνόμια [Συνεδρία XI]», 4) τους ισχυρισμούς ότι το νόημα ή η ταυτότητα είναι κάτι φυσικό, 5) και τέλος, την πεποίθηση ότι μπορεί να υπάρξει θέση ουδέτερη ή μη ιδεολογική/πολιτική.[3] Αντλώντας υλικό από τα μικρά, τα ασήμαντα, τα λαϊκά, τα μη μεγαλειώδη, τα απειροελάχιστα, τα άσχετα, ακόμη και τις μικρές σκέψεις, ο Χαιρέτης μεταξύ άλλων προωθεί και την έννοια της «χαμηλής θεωρίας» και την τέχνη της αποτυχίας, όπως αυτές έχουν προσδιοριστεί από την Jack Halberstam.[4] Πρόκειται για μια στρατηγική επιβίωσης των queer ατόμων σε μια διαδικασία ενσωμάτωσης της αποτυχίας και όχι άρνησής της. Σε μια κοινωνία γεμάτη συστήματα και συμβολικές ροές που δένουν την queerness με την έννοια της αποτυχίας, η αποδοχή αυτής θα σήμαινε ένα νέο αφήγημα, έναν εναλλακτικό τρόπο ζωής.
Ερευνητής των ανθρωπιστικών σπουδών, με ιδιαίτερη μαθητεία στην ποπ και τηλεοπτική κουλτούρα, ο Σπύρος Χαιρέτης στήνει μια ποιητική συλλογή η οποία θα μπορούσε να αποτελεί ιδανικό κείμενο εισαγωγής στην queer θεωρία για αρχάριους. Ο αναγνώστης θα βρει και θα διαβάσει αποσπάσματα από το βιβλίο της Halberstam The queer art of failure, υποσημειώσεις που επεξηγούν όρους όπως τη λέξη «ντιντής», ακόμη και ευχαριστίες στο τέλος της συλλογής. Ειδικά για τις ευχαριστίες, προφανής είναι η διάθεση του ποιητή για την εξύμνηση μιας κοινότητας από ποιητά που το ένα φροντίζει και αλληλοσυμπληρώνει το άλλο.
Κάνοντας λόγο για κοινότητα και υπενθυμίζοντας το queer γενεαλογικό πρόσημο της συλλογής, δεν γίνεται να μην αναφερθούμε στα κείμενα εκείνα που ενισχύουν την ορατότητα της ελληνικής gay και queer κουλτούρας, αναδεικνύοντας τον τρόπο ζωής των ατόμων αυτών, τις συνήθειές τους, τα άγχη και τις ανασφάλειές τους. Οι χώροι διασκέδασης των gay ανδρών, όπως το Sodade και το Shamone, τα Λιμανάκια της Βουλιαγμένης ως τόπο εύρεσης εφήμερων ερωτικών συντρόφων, ακόμη και οι ψηφιακοί χώροι για cruising όπως το Romeo και το Grindr, κυριαρχούν στα ποιήματα. Πρόκειται ουσιαστικά για μια αναφορά «queer γεωγραφιών» και στον κρίσιμο ρόλο που έχουν οι τόποι και οι χώροι στην παραγωγή σεξουαλικών ταυτοτήτων, υποκειμενικοτήτων, πρακτικών, κοινοτήτων, καθώς και ενσωματώσεων.[5]
Ωστόσο, οφείλουμε να σταθούμε λίγο παραπάνω στις περιπτώσεις δύο ποιημάτων της συλλογής: «Φιλική υπενθύμιση προς το Υπουργείο Υγείας» και «Συγνώμη (Το πλάσμα της ντροπής)», τα οποία προβάλλουν τη σύγχρονη αντίληψη και τις πρακτικές που ακολουθεί η gay κοινότητα απέναντι στον ιό του HIV. Εξετάζοντας την gay και queer ποιητική γραφή στην Ελλάδα από την κρίση του AIDS και έπειτα,[6] θα λέγαμε πως τα κείμενα αυτά αποτελούν δύο από τις σημαντικότερες αναφορές που έχουμε στην εγχώρια παραγωγή σχετικά με το στίγμα, τους τρόπους πρόληψης και προφύλαξης ενάντια στον ιό. Όσον αφορά το πρώτο, ο Χαιρέτης παρωδεί ένα γνώριμο λαϊκό άσμα από την ομώνυμη δραματική τηλεοπτική σειρά Ψίθυροι καρδιάς (1997-1998), επανεγγράφοντας τον στίχο «Τι πρέπει τι δεν πρέπει στιγμή δε σκέφτηκα», κάνοντας χρήση του αρκτικόλεξου PrEP στη λέξη «πρέπει» συγκεκριμένα. Με σύμμαχο το χιούμορ και την εφευρετικότητα, ο ποιητής κάνει λόγο για την ελεύθερη χρήση του φαρμάκου PrEP (Pre-exposure prophylaxis) για τους οροαρνητικούς του ιού HIV και σεξουαλικά ενεργούς χρήστες. Tο PrEP άλλαξε ριζικά την κουλτούρα μας για το ασφαλές σεξ στη μετά AIDS εποχή, καθώς χρησιμοποιείται κυρίως από gay άντρες, συχνά ως εναλλακτική λύση στο προφυλακτικό. Χώρες όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες, ο Καναδάς, η Γαλλία, η Νορβηγία, η Νότια Κορέα, κ.ά., έχουν εγκρίνει μέχρι σήμερα τη δημόσια χρήση του εν λόγω φαρμάκου και το χρηματοδοτούν εξ’ ολοκλήρου από τα δημόσια ταμεία τους στους πολίτες που επιθυμούν να το καταναλώσουν. Επιστημονικά δεδομένα για την αποτελεσματικότητα και τον αντίκτυπο του φαρμάκου και βιβλιογραφικές αναφορές δημοσιεύονται κατά καιρούς σε παγκόσμια περιοδικά ιατρικού ενδιαφέροντος, ενώ στην Ελλάδα από το 2018 και έπειτα υπάρχει μια εκστρατεία ενημέρωσης σχετικά με το φάρμακο PrEP από κέντρα πρόληψης και εξέτασης, όπως είναι το Check Point, καθώς και τον Σύλλογο Οροθετικών Ελλάδας, Θετική Φωνή. Να σημειωθεί πως στη χώρα μας εγκρίθηκε πρόσφατα (2022) η χορήγηση του εν λόγω ιατρικού σκευάσματος, χωρίς όμως να είναι ακόμα διαθέσιμο προς κατανάλωση από κάποιον δημόσιο φορέα. Αυτό, φυσικά, αναγκάζει τα άτομα που επιθυμούν τη χρήση του PrEP να στρέφονται σε γενόσημα που έρχονται από άλλες χώρες, κυρίως γιατί δεν έχουν την οικονομική δυνατότητα να προμηθευτούν το εν λόγω προϊόν. Δημιουργείται, έτσι, ένα ταξικό ζήτημα ως προς την προσβασιμότητα και στο δικαίωμα για μια ασφαλέστερη σεξουαλική ζωή.
Στην περίπτωση του δευτέρου ποιήματος, ο αναγνώστης έρχεται αντιμέτωπος με μια ιστορία γραμμένη σε πρώτο ενικό. Διαβάζουμε συγκεκριμένα:
[…]
Οκτώβρης 2008
από τα πρώτα σεξ
το προφυλακτικό σπάει
μέσα τελειώνει
με ενημερώνει ότι είναι HIV οροθετικός
και έχει υψηλά cd4 μολονότι εκτός αγωγής ακόμα
Δεν καταλαβαίνω τα μισά
αλλά με στοιχειώνει η εικόνα του Μπίλυ Μπο από τα μεσημερια-
νάδικα
φρικάρω
τρέχω στο Συγγρός που διανυκτερεύει
δε θυμάμαι καν αν τον χαιρέτησα
Με λόγο κοφτό, χωρίς σημεία στίξης και συντακτικές υπερβολές, ο Χαιρέτης κατασκευάζει ένα αφήγημα με έντονο προσωπικό τόνο και παρρησία. Η αθωότητα των πρώτων σεξουαλικών επαφών, το αναπάντεχο γεγονός με το σπάσιμο του προφυλακτικού, η γνωστοποίηση ότι ο ερωτικός σύντροφος είναι οροθετικός και εκτός αγωγής, καθώς και η εικονογραφία του AIDS από τον ημερήσιο τύπο της δεκαετίας του 1980 που εστίασε στον θάνατο του σχεδιαστή Μπίλυ Μπο και η αναπαραγωγή του από τα μεσημεριανάδικα των 00s, βαθμιαία οδηγούν το ποιητικό υποκείμενο σε μια κατάσταση φρίκης, με μόνη διέξοδο το νοσοκομείο Συγγρός για τη λήψη της ειδικής αντιρετροϊκής αγωγή (PEP), ώστε να αποτρέψει τη μόλυνση. Πρόκειται ουσιαστικά για ένα ποίημα σεξουαλικής ωρίμανσης με τον πλέον εφιαλτικό τρόπο, και μια εμπειρία που επανεξετάζεται στο παρόν αποκτώντας μια νέα σήμανση. Ο τίτλος του κειμένου είναι ενδεικτικός «Συγνώμη (Το πλάσμα της ντροπής)», καθώς και το εισαγωγικό του σημείωμα: Όσοι διάβασαν περασμένες εκδοχές αυτού του ποιήματος/ Μου είπαν «Μην τυχόν και το δημοσιεύσεις, αυτό δεν είναι κουήρ και θα γίνεις η ντροπή του κουήρ». Πράγματι, το αίσθημα της ντροπής και ενοχής σε συνδυασμό με το στίγμα της ασθένειας, όπως εντοπίζεται στην gay κοινότητα μετά και την εμφάνιση του ιού, δεν είναι μια απλή ιστορική επισήμανση, αλλά ουσιαστική και καθοριστική ακόμη και για το περιεχόμενο και τον τρόπο γραφής και έκφρασης του ποιητή. Γίνεται λόγος για ένα αίσθημα που διαμόρφωσε και καθόρισε μια ολόκληρη γενιά νέων αντρών ακραία φοβική και ανασφαλή, με χαρακτηριστικό της την αρνητικότητα και την αντισχεσιακότητα.
Από όλα τα παραπάνω γίνεται αντιληπτό πως η συζήτηση για τα χαρακτηριστικά της γραφής του Σπύρου Χαιρέτη δεν εξαντλείται εδώ. Το ζήτημα της ενοχής και της ντροπής που φέρει η queer κοινότητα στη μετά AIDS εποχή, οι διαπροσωπικές σχέσεις των μελών της, το ζήτημα της σωματικής αυτοδιάθεσης και αυτοαποδοχής, ακόμη και αν στα κείμενα της συλλογής εντοπίζουμε ψήγματα queer αρνητικότητας (queer negativity), μένουν να ερευνηθούν και να προσδιοριστούν. Το μέλλον θα δείξει πόσο βαθιές και άγριες ή μη θα είναι οι θάλασσες για τον Γοργόνο του Χαιρέτη, για ένα αναμφίβολα σημαντικό και απαραίτητο έργο που αποτυπώνει με θάρρος τη σημερινή gay και queer ζωή στη χώρα μας.
[1] Συμπληρωματικά ο αναγνώστης μπορεί να διαβάσει το βιβλίο του David Halperin, How to be gay, Belknap Press of Harvard University Press, 2012. Στο βιβλίο αυτό ο Halperin δεν ενδιαφέρεται να αναπτύξει μια συζήτηση για τη φύση της ομοφυλοφιλίας και τον σεξουαλικό προσανατολισμό. Αντίθετα ο ίδιος ερευνά πώς ο gay τρόπος ύπαρξης έχει τις ρίζες του σε έναν «αντικαθεστωτικό τρόπο αισθήματος και σχέσης με την κοινωνία», που συνεχίζει να τροφοδοτεί και να τροφοδοτείται από μια ξεχωριστή πολιτιστική πρακτική των gay, η οποία με τη σειρά της έρχεται σε άμεση συνάφεια και ένα ενδιαφέρον για την πρακτική του camp, την Lady Gaga και τις επαναλήψεις της σειράς Golden Girls.
[2] «Από όλες τις στρατηγικές, η παρωδία ανταποκρίνεται τόσο στα λεκτικά όσο και μη λεκτικά σημειωτικά καθεστώτα. Είναι, επίσης, αναμφισβήτητα το πιο κρίσιμο (δεδομένο) για την πρακτική του camp», βλ. αναλυτικά, Keith Harvey, «Describing camp talk: Languages/pragmatics/politics», Language and literature, 9(3), Αύγουστος 2000, σ. 251. Γενικά για το camp και τη σύνδεσή του με την queer κουλτούρα και αισθητική, βλ. Moe Meyer, The politics and poetics of camp, Routledge, 2011.
[3] Για την πολυδιάστατη χρήση της παρωδίας, βλ. Linda Hutcheon, A theory of parody, University of Illinois Press, 2000.
[4] Βλ. Jack Halberstam, The Queer Art of Failure, Duke University Press, 2011.
[5] Βλ. συμπληρωματικά, Χάρης Οταμπάσης, «Queer γεωγραφίες στην ποίηση του Νικόλα Κουτσοδόντη», Marginalia, τχ. 14, 2023, https://marginalia.gr/arthro/queer-geografies-stin-poiisi-toy-nikola-koytsodonti/
[6] Βλ. αναλυτικά, Χαράλαμπος Οταμπάσης, «HIV/AIDS και ομοφυλοφιλία στη σύγχρονη ελληνόφωνη ποίηση», Ερωφίλη, τχ. 2, ΕΚΠΑ, Μάρτιος 2022, σ.144-166.
Σπύρος Χαιρέτης, Ο γοργόνος και άλλα πλάσματα, Θράκα