Από τον κοσμοπολιτισμό στην ενσωμάτωση (του Θανάση Μήνα)

0
534

 

του Θανάση Μήνα

Θα μπορούσε ίσως να παρεξηγηθεί, από τον τίτλο κιόλας, το βιβλίο του EnzoTraverso. Ας μην βιαστούν όμως οι πιο όψιμοι επικριτές να τον κατηγορήσουν για αντισημιτισμό. Τουναντίον. Πριν φτάσει στο σημείο-καμπή, όπου αρχίζει να ξετυλίγεται η ομολογούμενη συντηρητική στροφή, το βιβλίο του Ιταλού ιστορικού συνιστά έναν ύμνο στην εβραϊκή νεοτερικότητα.

Λίγα λόγια πρώτα για τον συγγραφέα: o EnzoTraverso γεννήθηκε στο Γκάβι του Πιεμόντε, το 1957. Σπούδασε ιστορία στο Πανεπιστήμιο της Γένοβας και ολοκλήρωσε το διδακτορικό του το 1989 στην École des hautes études en sciences sociales, υπό την εποπτεία του Μισέλ Λεβί. Σήμερα διδάσκει στο Πανεπιστήμιο Cornell της Νέας Υόρκης. Παρεμβατικός διανοούμενος, με ειδίκευση στη Φιλοσοφία της Ιστορίας, αριστερός με (αυτο)κριτική σκέψη, έχει εκδώσει πολυάριθμους τίτλους, οι πιο σημαντικοί από τους οποίους κυκλοφορούν στα ελληνικά από τις εκδόσεις του Εικοστού Πρώτου: “Οι ρίζες της ναζιστικής βίας” (2013), “Δια πυρός και σιδήρου” (2013), “Τι απέγιναν οι διανοούμενοι;” (2014), “Η ιστορία ως πεδίο μάχης” (2016), “Τα νέα πρόσωπα του φασισμού” (2016), “Αριστερή μελαγχολία” (2017). Στα ελληνικά κυκλοφορεί επίσης το βιβλίο του “Κατανοώντας τη ναζιστική γενοκτονία” (2016) από τις εκδόσεις Επέκεινα.

Η παρούσα μελέτη γράφτηκε το 1989, αποτέλεσε τη διδακτορική διατριβή του Traverso και εκδόθηκε έναν χρόνο μετά. Στην εισαγωγή του βιβλίου, ο Ιταλός ιστορικός ορίζει με ένα δίπολο τον άξονα στον οποίο θα κατευθυνθεί: Λέων Τρότσκι και Χένρι Κίσινγκερ. Γράφει: «οι Τρότσκι και Κίσινγκερ ενσαρκώνουν, πέρα από τη χρονολογική απόσταση που τους χωρίζει, δύο αντινομικά πρότυπα της εβραϊκότητας. Το πρώτο άφησε το αποτύπωμά του στα χρόνια του μεσοπολέμου, το δεύτερο στα χρόνια του Ψυχρού πολέμου. Τούτο το βιβλίο σκοπεύει να εξετάσει αυτή τη μετάλλαξη, τις ρίζες της, τις μορφές και την κατάληξή της (σημ: εννοώντας πάντα την εβραϊκή νεοτερικότητα)».

Ως εβραϊκή νεοτερικότητα, ο Traverso ορίζει χρονικά τους αιώνες ανάμεσα στον Διαφωτισμό και στην έναρξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Σ’ αυτή πάντα τη χρονική περίοδο δύο περίπου αιώνων, αναφέρεται στις ζυμώσεις εκείνες που οδήγησαν, με επίκεντρο πάντα την Ευρώπη, τους εβραϊκούς κύκλους σε ένα πρωτοφανές κύμα πνευματικού, λογοτεχνικού, επιστημονικού και καλλιτεχνικού πλούτου. Στο ίδιο χρονικό πλαίσιο εντάσσεται και η λεγόμενη εβραϊκή Χειραφέτηση, πολιτισμική και πολιτική, τουλάχιστον στα κράτη της Δυτικής Ευρώπης –τα εδάφη που βρίσκονταν υπό την κατοχή της τσαρικής Αυτοκρατορίας εξαιρούνται, μέχρι την άνοδο των Μπολσεβίκων. Η πορεία αυτή διακόπτεται απότομα στον Μεσοπόλεμο και απολήγει στο τραύμα που επέφερε το Ολοκαύτωμα και η ναζιστική γενοκτονία.

Για τον Traverso, η εβραϊκή νεοτερικότητα συνδέεται άρρηκτα με τον εβραϊκό κοσμοπολιτισμό, που με τη σειρά του παρουσιάζει τέσσερα βασικά γνωρίσματα: κειμενικότητα, αστικότητα, κινητικότητα, εξωεδαφικότητα. Όπως σημειώνει παρακάτω, «η έννοια του “μη εβραίου-εβραίου (non-Jewish Jew)”, που διατυπώθηκε το 1958 από τον Ισαάκ Ντόιτσερ για να σκιαγραφήσει τον διανοούμενο που βρίσκεται σε ρήξη με την κληρονομημένη θρησκεία και κουλτούρα, έγινε με τον καιρό μεταφορικά η εικόνα της εβραϊκής νεοτερικότητας». Για τον Ντόιτσερ, θιασώτη της φιλοσοφίας της εμμένειας του Σπινόζα και βιογράφο του Τρότσκι μεταξύ άλλων, ο νεοτερικός Εβραίος είναι παρίας, αουτσάιντερ, αιρετικός που ξεπερνά τα όρια του ιουδαϊσμού. Για τον Ντόιτσερ, όπως και για τον Μαρξ στο πολυσυζητημένο και εν πολλοίς παρεξηγημένο κείμενό του για το “Εβραϊκό Ζήτημα” (1834), το οικουμενικό ιδεώδες της ανθρώπινης χειραφέτησης υπερβαίνει τα δικαιώματα και τις διεκδικήσεις των ξεχωριστών εθνών. Επί δεκαετίες, ο Μαρξ κατηγορήθηκε για –νεανικό έστω- αντισημιτισμό γι’ αυτό το κείμενο. Ποια γνώμη άραγε έχουν σήμερα οι επικριτές του, βλέποντας το κράτος του Ισραήλ να διαφυλάσσει τα δικά του δικαιώματα καταπατώντας με ωμό τρόπο τα δικαιώματα των Παλαιστινίων;

Αξίζει να σημειωθεί ότι ένας επίσης διάσημος, εβραϊκής καταγωγής διανοούμενος, ο Αϊζάια Μπερλίν, απέρριψε το 1963 την υποψηφιότητα του Ισαάκ Ντόιτσερ για την έδρα σοβιετικών σπουδών στο Πανεπιστήμιο του Σάσεξ, με το σκεπτικό ότι η ιδέα να συμμετέχει «στην ίδια ακαδημαϊκή κοινότητα με τον βιογράφο του Τρότσκι, ήταν γι’ αυτόν ηθικά απαράδεκτη». Γι’ αυτή τη συντηρητική στροφή της εβραϊκής διανόησης μιλά ο Traverso. Ο ίδιος ο Μπερλίν δεν αποτελεί μια περίπτωση sui generis, ένα κατάλοιπο του παρελθόντος, έναν ξεχασμένο οπαδό του Αντιδιαφωτισμού, έναν Χέρντερ ή έναν Μπερκ στην εποχή του μοντερνισμού. Αντίθετα, εκφράζει μια τάση. Ο Traverso εδώ επεξεργάζεται πρωτογενώς μια συλλογιστική που θα αναπτύξει εκτενέστερα στο βιβλίο του “Τι απέγιναν οι διανοούμενοι;”. Ξεκινά αυτή τη συλλογιστική διαχωρίζοντας σωστά την έννοια του «σοφού» από εκείνη του «διανοούμενου». Μέχρι και τον Μεσοπόλεμο, στις χώρες της Δυτικής Ευρώπης, αλλά και στις ΗΠΑ, οι πρώτοι ήταν κατά κανόνα γηγενείς, ανήκαν στις ακαδημαϊκές ελίτ και ήταν πλήρως ενταγμένοι στο σύστημα, το οποίο και υπηρετούσαν πρόθυμα. Από τον Μαξ Βέμπερ ως τον Χάιντεγκερ και από εκεί στον Καρλ Σμιτ, τα παραδείγματα είναι πάμπολλα. Οι δεύτεροι, ανάμεσά τους πλήθος Εβραίων διανοητών, ήταν κατά κανόνα εξωσυστημικοί, αποκλεισμένοι από τις Ακαδημίες που τους σνόμπαραν, και αρκετοί από αυτούς ασκούσαν παρεμβατική δημοσιογραφία. Η μάχη που δόθηκε γύρω από την υπόθεση Ντρέιφους είναι χαρακτηριστικό παράδειγμα και δεν είναι το μόνο.

Μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, ο αντισημιτισμός άρχισε να υποχωρεί, τουλάχιστον μαζικά. Το παράδοξο είναι ότι, σύμφωνα με τον Traverso, μία από τις συνέπειες της παρακμής του αντισημιτισμού ήταν η συμφιλίωση μεταξύ Εβραίων και Δεξιάς. Συνεχίζει ο ίδιος: «Στο πλαίσιο αυτό, οι Εβραίοι διανοούμενοι έπαψαν να ενσαρκώνουν, λόγω της κοινωνικής τους θέσης, μια αντικομφορμιστική και κριτική μειονότητα: έγιναν “αξιοσέβαστοι” και δεν θεωρούνται πια εκπρόσωποι μιας αρνητικής ετερότητας ούτε εστίες ανατροπής. Γίνονται μάλιστα, μερικές φορές, ιδεολόγοι της κυρίαρχης τάξης των πραγμάτων». Με άλλα λόγια, σταδιακά οι Εβραίοι διανοούμενοι ενσωματώθηκαν στις συστημικές υπερδομές. «Η μεταμόρφωση αυτή δεν συντελέστηκε μεμιάς», λέει ο Traverso. Μέχρι και τη δεκεατία του 1970 εξακολουθεί να παρατηρείται ένας αξιοσημείωτος προσανατολισμός προς την Αριστερά, που όμως ολοένα και φθίνει. Η αλλαγή άρχισε να γίνεται ιδιαίτερα αισθητή από τη δεκαετία του 1980 και μετά, κυρίως στις ΗΠΑ, με την παρουσία πολλών Εβραίων διανοούμενων στις τάξεις των νεοσυντηρητικών. Η Γαλλία του Σαρκοζί προσφέρει επίσης άλλο ένα παράδειγμα. Η θεώρηση του Traverso και πάλι δεν είναι ολιστική ή ισοπεδωτική. Το θέμα, ωστόσο, είναι πολύ μεγάλο για να επεκταθώ άλλο.

Στον πυρήνα της συντηρητικής στροφής εδράζεται επίσης η σύγκρουση διεθνισμού-εθνισμού. Στην περίφημη κοινωνιολογία του για τη σύνθεση των πολιτικών κομμάτων, στην οποία ανατρέχει ο Traverso, o Ρόμπερτ Μίχελς έχει υπογραμμίσει π.χ. την μαζική παρουσία των Εβραίων διανοούμενων στις τάξεις της –παλαιάς-  σοσιαλδημοκρατίας και στα επαναστατικά κόμματα της Mitteleuropa (Ρόζα Λούξεμπουργκ, Λέο Γιόγκισες, Καρλ Ράντεκ, Ερντς Τόλερ στη Γερμανία, Ότο Μπάουερ, Φρίντριχ Άντλερ στην Αυστρία, Γκέοργκ Λούκατς, Μπέλα Κουν στην Ουγγαρία κλπ.). Στον αντίποδα, ο Traverso σημειώνει τη συντηρητική στροφή που παρατηρείται κατά τις μεταπολεμικές δεκαετίες και υπογραμμίζει ότι, για παράδειγμα στις ΗΠΑ, οι εβραϊκής καταγωγής ψηφοφόροι, όταν ψηφίζουν απλώς ως Αμερικανοί πολίτες συντάσσονται συνήθως με την Αριστερά, ενώ όταν ψηφίζουν ως Εβραίοι, συντάσσονται συνήθως με τη Δεξιά.

Σημείο καμπής, σύμφωνα με τον Traverso, αποτέλεσε εδώ η ίδρυση του κράτους του Ισραήλ. Προσοχή, και πάλι προς αποφυγή παρεξηγήσεων: ο Ιταλός ιστορικός σε καμία περίπτωση δεν αρνείται ή αμφισβητεί την ιδρυτική πράξη αυτή καθαυτή. Πλην όμως, σε διαλεκτική με τη σκέψη της Χάνα Άρεντ, στην οποία αφιερώνει ένα μεγάλο μέρος του βιβλίου («Μεταξύ δύο εποχών: Εβραϊκότητα και πολιτική στη Χάνα Άρεντ»), αντιμάχεται κι αυτός τον σιωνισμό. Η Άρεντ προσέβλεπε στην ύπαρξη ενός  διεθνικού (binational), εβραιοαραβικού, κράτους στην Παλαιστίνη. Έγραφε διορατικά ότι «ένα (αμιγώς) εβραϊκό κράτος δεν θα μπορέσει να εγκατασταθεί στην Παλαιστίνη παρά μόνο με δύο προϋποθέσεις, εξίσου προβληματικές: Από τη μία, διώχνοντας τους παλαιστίνιους από τη γη τους, από την άλλη μετατρέποντας τον αραβικό πληθυσμό εντός των συνόρων του σε μια μάζα πολιτών δεύτερης κατηγορίας […]» Επιπλέον, για την Άρεντ, που υπερασπίζεται την υπερεθνικότητα και τον κοσμοπολιτισμό, ο σιωνισμός παρουσιάζει μια παράξενη συμμετρία με τον ριζικό αφομοιωτισμό που προωθούσαν οι συντηρητικές εβραϊκές ελίτ στις χώρες της Δυτικής Ευρώπης. Αμφότεροι, στοχεύουν στην περιχαράκωση, στο αντίθετο δηλαδή πρότυπο του κοσμοπολίτη-άπατρη-παρία Εβραίου που αντιπροσώπευαν ο Ντόιτσερ, ο Μπένγιαμιν, ο Γιόζεφ Ροτ και πολλοί άλλοι. Αν και η Άρεντ δεν γαλουχήθηκε ιδιαίτερα με τις ιδέες του μαρξισμού, δείχνει μεγάλο ενδιαφέρον για τη σοσιαλιστική ιδέα της υπερεθνικής κοινότητας, γεγονός που επισημαίνει ο Enzo Traverso. Γράφει: «Η προσέγγισή της, άλλωστε, παρουσιάζει ομοιότητες με τη θεωρία της εθνικοπολιτισμικής αυτονομίας που διατύπωσαν ο Ότο Μπάουερ, ο Σιμόν Ντούμπνοφ και η Μπουντ (σημ: εβραϊκή οργάνωση σοσιαλιστικής, αρχικά, κατεύθυνσης) […]» Ούτως ή άλλως, την εποχή που έγραφε τα παραπάνω κείμενα η Άρεντ (1943), οι πολιτικές αυτές ήδη εφαρμόζονταν από τους Μπολεβίκους στη Σοβιετική Ένωση, τουλάχιστον πριν ο Στάλιν παλινορθώσει τον μεγαλορωσικό εθνικισμό.  Σε αντίθεση με τα παραπάνω, αλλά και προς την ίδια την εβραϊκή ιστορία, στη σημερινή εποχή σημειώνει ο Traverso «το Ισραήλ επαναδιατύπωσε το “εβραϊκό ζήτημα” κάτω από κρατική και εθνική μορφή».

Κάτι που μας φέρνει αυτόματα στο προτελευταίο κεφάλαιο του βιβλίου, που ορθά τιτλοφορείται «Μεταμορφώσεις: Από την Εβραιοφοβία στην Ισλαμοφοβία».  Ο Ιταλός ιστορικός επισημαίνει ότι συνεκτικός κρίκος για τη σύγχρονη ευρωπαϊκή ακροδεξιά είναι ο ρατσισμός  και η βίαιη απόρριψη των μεταναστών, που στη μεγάλη πλειοψηφία τους προέρχονται από μουσουλμανικές χώρες. «Στις μέρες μας, οι μετανάστες είναι οι διάδοχοι των «επικίνδυνων τάξεων» του 19ου αιώνα, που απεικονίστηκαν από τις κοινωνικές επιστήμες της εποχής τους σαν φορείς κάθε κοινωνικής παθολογίας, από την εγκληματικότητα και την πορνεία έως τις επιδημίες όπως η χολέρα […] Στη σύγχρονή μας Ευρώπη, ο μετανάστης παίρνει βασικά τα γνωρίσματα του μουσουλμάνου. Η ισλαμοφοβία παίζει, για το νέο ρατσισμό, τον ίδιο ρόλο που έπαιζε κάποτε ο αντισημιτισμός […] Στο πολιτικό επίπεδο, το φόβητρο της ισλαμικής τρομοκρατίας, αντικατέστησε το φόβητρο του εβραιομπολσεβικισμού». Αξίζει εδώ να σημειωθεί ότι ο πρώτος ίσως που παρατήρησε τη σταδιακή μετάβαση της αντισημιτικής λαϊκής εχθρότητας από τον Εβραίο στον Άραβα, ήταν ο Έντουαρντ Σαΐντ.

Κι ο σύγχρονος αντισημιτισμός; Υπάρχει, είναι όμως περιθωριακός. Σύμφωνα με τον Traverso παραμένει διακριτικό γνώρισμα ακροδεξιών παραφυάδων της Κεντρικής κυρίως Ευρώπης, σε χώρες με μικρή ή ανύπαρκτη παρουσία μεταναστών από μουσουλμανικές χώρες.  Επίσης, μια μορφή νέας εβραιοφοβίας, αλλιώς, μια μορφή «αριστερού αντισημιτισμού», γέννησε η ισραηλο- παλαιστινιακή διαμάχη. Ο Traverso αφενός τον καταδικάζει, αφετέρου τον θεωρεί σαφώς μειοψηφικό και σε καμία περίπτωση συγκρίσιμο «με τις ριπές αντιεβραϊκού ζήλου που περιοδικά σκίαζαν την ιστορία του εργατικού κινήματος και του σοσιαλισμού, ιδιαίτερα στη Γαλλία, ανάμεσα στην αρχή του 19ου αιώνα και τη δεκαετία του 1930».

Το βιβλίο του Enzo Traverso δεν είναι αποδομητικό, αλλά απολογιστικό. Όπως έγραψα και στην εισαγωγή, πριν αρχίσει να κριτικάρει τη «στροφή», συνιστά έναν ύμνο στην εβραϊκή νεοτερικότητα, σε όλα τα πεδία της δημιουργίας.

Μιας όμως και ο Αναγνώστης είναι κυρίως λογοτεχνικό περιοδικό, ας δούμε τι γράφει ένας Γερμανοεβραίος συγγραφέας του Μεσοπολέμου, ο Γιόζεφ Ροτ, για τη συνεισφορά των ομοεθνών του στη λογοτεχνία της νεοτερικότητας: «Συνίσταται στην ανακάλυψη και τη λογοτεχνική ανάδειξη του κόσμου της πόλης. Οι Εβραίοι ανακάλυψαν το αστικό τοπίο και το διανοητικό τοπίο των κατοίκων της πόλης. Αποκάλυψαν τις πολλαπλές όψεις του πολιτισμού των πόλεων. Έδειξαν το καφενείο και το εργοστάσιο, το μπαρ και το ξενοδοχειο, την τράπεζα και τους μικροαστούς της πρωτεύουσας, τους τόπους συνάντησης των φτωχών, τις αμαρτίες και τις διαστροφές, την πόλη της μέρας και την πόλη της νύχτας, τον χαρακτήρα των κατοίκων των μεγάλων μητροπόλεων».

Την ίδια περίπου εποχή, μερικές εκατοντάδες χιλιόμετρα μακριά από την Κεντρική Ευρώπη του Γιόζεφ Ροτ, ένας άλλος, μη γερμανόφωνος συγγραφέας, θέλησε να παρουσιάσει την τοιχογραφία της δικής του πόλης και των κατοίκων της, στο βιβλίο που έμελλε να αποτελέσει το απόλυτο μυθιστόρημα του 20ού αιώνα. Προκειμένου να την εξερευνήσει, διάλεξε ως κεντρικό χαρακτήρα-οδηγό έναν κοσμοπολίτη Εβραίο: τον κύριο Λεοπόλδο Μπλουμ.

 

info: Enzo Traverso, Το τέλος της εβραϊκής νεοτερικότητας. Ιστορία μιας συντηρητικής στροφής, μτφ. Νίκος Κούρκουλος, Εκδόσεις του Εικοστού Πρώτου.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Προηγούμενο άρθροΠοιήματα χωρίς ποίηση, και ένα με ολίγη(του Χρήστου Τσιάμη)
Επόμενο άρθροΚαθημερινό εγχειρίδιο σύγχρονης ωδικής (της Αυγής Λίλλη)

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ