του Σπύρου Κακουριώτη
Με την κυκλοφορία, τον Απρίλιο, του τόμου The Edinburgh History of the Greeks: 20th and Early 21st Centuries, Global Perspectives, που υπογράφουν οι ιστορικοί Αντώνης Λιάκος και Nick Doumanis, συμπληρώνεται, σε ό,τι αφορά τη μεσαιωνική, νεότερη και σύγχρονη περίοδο, η «Ιστορία των Ελλήνων», σειρά που επιμελείται ο ιστορικός Thomas W. Gallant και σχεδιάζουν να παρουσιάσουν σε δέκα συνολικά τόμους οι εκδόσεις του Πανεπιστημίου του Εδιμβούργου.
Ο τελευταίος αυτός τόμος ενσωματώνει ένα μεγάλο μέρος από το συνθετικό έργο του Αντώνη Λιάκου Ο ελληνικός 20ός αιώνας, που κυκλοφόρησε το 2019 από τις εκδόσεις Πόλις, έχει όμως αρκετές και σημαντικές διαφορές με το ελληνικό βιβλίο. Η βασική διαφορά των δύο ιστοριών έγκειται στο ότι, ενώ η ελληνική έκδοση κάλυπτε κατά κύριο λόγο τον ελληνικό χώρο, η αγγλική περιλαμβάνει επιπλέον την ιστορία της Κύπρου, αλλά και της ελληνικής διασποράς, κεφάλαια τα οποία έγραψε ο ελληνικής καταγωγής αυστραλός ιστορικός Nick Doumanis, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Νότιας Νέας Ουαλίας, στο Σίδνεϋ.
Επιπλέον, από την αγγλική έκδοση έχει αφαιρεθεί το ακροτελεύτιο κεφάλαιο σχετικά με την ελληνική ιστοριογραφία, ενώ τα τρία κεφάλαια που καλύπτουν την περίοδο 1990-2010 έχουν συμπυκνωθεί σε ένα. Από την άλλη, έχει προστεθεί ένα επιπλέον κεφάλαιο, που καλύπτει τη δεκαετία 2010-2020 και αναφέρεται στην οικονομική και την προσφυγική κρίση της περιόδου, δικαιολογώντας, με τον τρόπο αυτό, τον τίτλο «Ιστορία του 20ού και του πρώιμου 21ου αιώνα».
Ποιο είναι, όμως, το βασικό ιστορικό σχήμα που προτείνει η νέα αυτή έκδοση για τον αιώνα της συγκρότησης του σύγχρονου ελληνικού κράτους; «Όταν δημιουργήθηκε το ελληνικό κράτος, οι Έλληνες που συμπεριελήφθησαν ήταν ένα μικρό κομμάτι του ελληνισμού, του οποίου η πλειονότητα ζούσε έξω από τα σύνορά του», λέει ο συγγραφέας Αντώνης Λιάκος.
«Οι περισσότεροι Έλληνες ζούσαν σε τρεις αυτοκρατορίες», επισημαίνει και εξηγεί: «Το μεγαλύτερο μέρος τους ζούσε στην Οθωμανική αυτοκρατορία, η οποία περιλάμβανε τα Βαλκάνια και τη Μικρά Ασία. Ένα μικρότερο μέρος τους ζούσε στη Ρωσική αυτοκρατορία, και αποτελούνταν τόσο από παλαιές ελληνικές κοινότητες όσο και από μεταναστεύσεις. Τέλος, μεγάλος αριθμός ελληνικών κοινοτήτων υπήρχε στην αυτοκρατορία των Αψβούργων, δηλαδή στην Αυστρο-Ουγγαρία, που προερχόταν κυρίως από μεταναστεύσεις. Μικρότερες κοινότητες ήταν εγκατεσπαρμένες στη δυτική Ευρώπη, ακολουθώντας τη Βρετανική αυτοκρατορία και τις κτήσεις της σε όλο τον κόσμο. Κατά τη διάρκεια του 19ου αιώνα δημιουργείται ένας αξιόλογος ελληνικός μεταναστευτικός πληθυσμός στην Αίγυπτο, ενώ προς τα τέλη του αιώνα αρχίζει η ελληνική μετανάστευση στην Αμερική, προερχόμενη τόσο από τις επαρχίες του ελληνικού κράτους όσο, επίσης, και από τις επαρχίες της Οθωμανικής αυτοκρατορίας στην ευρύτερη Μακεδονία και στη Μικρά Ασία».
Ο ιστορικός υπογραμμίζει ότι ο τόμος που συνέγραψε μαζί με τον αυστραλό συνάδελφό του είναι ένα καινούργιο βιβλίο, γραμμένο από κοινού, που αποτελεί «μια πρόταση να δούμε συμπεριληπτικά την ιστορία της ελληνικής διασποράς συνολικά και να την ενσωματώσουμε σε μια κοινή ιστορία με την ιστορία των Ελλήνων εντός του κράτους τους».
Δεν είναι όμως διαφορετικές οι τύχες των ελληνικών πληθυσμών, όχι μονάχα στην Ελλάδα και στη διασπορά αλλά και στις διάφορες περιοχές του κόσμου; «Βέβαια είναι διαφορετικές», απαντά ο Αντώνης Λιάκος, «αλλά μεγάλη διαφορά υπάρχει ανάμεσα στον ελληνισμό που ήταν ενταγμένος στις παλιές αυτοκρατορίες της Ευρώπης και σε εκείνον που ακολούθησε τις νέες αυτοκρατορίες κατά τον 19ο και τον 20ό αιώνα».
Όπως ξέρουμε, στις παλιές αυτοκρατορίες και στα διάδοχά τους κράτη ο ελληνισμός έφθινε, με πιο τραγικές περιπτώσεις αυτές στην Τουρκία (Μικρασιατική καταστροφή) και στη Ρωσία (σταλινικές εκκαθαρίσεις και βίαιες μετατοπίσεις). Όμως, την ίδια περίοδο, μεγάλα μεταναστευτικά κύματα προς τις ΗΠΑ, τον Καναδά, την Αυστραλία και τη Νότια Αφρική ακολούθησαν τις νέες βιομηχανικές κοινωνίες, μετατοπίζοντας το κέντρο βάρους των ελληνικών κοινοτήτων από τις παλιές αυτοκρατορίες στην «αγγλόσφαιρα», δηλαδή τις χώρες που επικρατούσαν η αγγλική γλώσσα, οι φιλελεύθερες αξίες και η οικονομία της αγοράς.
Σε μια παρόμοια ιστορία πρέπει να ενταχθεί και η Κύπρος, υπογραμμίζει ο ιστορικός, η οποία είχε «μια υβριδική θέση ανάμεσα στις παλιές (Οθωμανική) και στις καινούργιες (Βρετανική) αυτοκρατορίες, η οποία αναπαρήχθη, αφενός, με τη διαίρεση του νησιού και την αιματηρή τουρκική εισβολή και, αφετέρου, με την ένταξη της Κύπρου στην Ευρωπαϊκή Ένωση».
Και πού εντάσσεται το ελληνικό κράτος μέσα σε αυτό το σχήμα; «Μέσα από την οπτική αυτή βλέπουμε την Ελλάδα σαν ένα μαγνητικό πεδίο κεντρομόλων και κεντρόφυγων δυνάμεων, σαν ένα πνεύμονα που εισπνέει και εκπνέει πληθυσμούς», επισημαίνει ο Αντώνης Λιάκος. «Κεντρομόλες μετακινήσεις, καθώς οι ελληνικοί πληθυσμοί των παλιών αυτοκρατοριών συνέρρεαν προς την Ελλάδα (με κορύφωση τους πρόσφυγες του 1922-1923), και κεντρόφυγες μετακινήσεις, καθώς η ελληνική κοινωνία παράγει τρία μεγάλα και περίπου ισοδύναμα μεταναστευτικά κύματα: Το πρώτο στα τέλη του 19ου και στις αρχές του 20ού αιώνα, κυρίως προς την Αμερική· το δεύτερο μετά το 1950, που στρέφεται προς Βορειοδυτική Ευρώπη, Καναδά και Αυστραλία, ενώ το τρίτο, το πλέον πρόσφατο, στα χρόνια της κρίσης, το οποίο στρέφεται προς την Ευρώπη αλλά και προς τη Βόρεια Αμερική και την Αυστραλία».
«Από τη δεκαετία του 1990 φτάνουν προς την Ελλάδα πληθυσμιακά κύματα από την Αλβανία, αλλά και από τις πρώην σοβιετικές δημοκρατίες του Νότου, τα οποία τις επόμενες δεκαετίες ενσωματώνονται βαθμιαία, αντισταθμίζοντας τη δημογραφική κάμψη του γηγενούς πληθυσμού», παρατηρεί ο ιστορικός και προσθέτει: «Οι πόλεμοι στη Συρία και στη Μέση Ανατολή προκάλεσαν νέες προσφυγικές – μεταναστευτικές ροές, οι οποίες αποκορυφώθηκαν το 2015-2016, μεσούσης της οικονομικής κρίσης στην Ελλάδα. Αυτές είναι οι μεγαλύτερες κεντρόφυγες και κεντρομόλες κινήσεις πληθυσμού από και προς την Ελλάδα, ενώ υπάρχουν βέβαια και πολλές μικρότερες».
Για μια «μετατόπιση του φακού στην ελληνική ιστορία» κάνει λόγο ο Αντώνης Λιάκος, μιλώντας γι’ αυτή την επιλογή οπτικής, δηλαδή την από κοινού αντιμετώπιση της ιστορίας της Ελλάδας, της Κύπρου και των ελληνικών διασπορών. Μετατόπιση η οποία προϋποθέτει, «αντί να εστιάζουμε στην πολιτική ιστορία, να δούμε τον πληθυσμό, τις δημογραφικές, οικονομικές, κοινωνικές και πολιτισμικές εξελίξεις, οι οποίες αναπτύχθηκαν σε ένα συνεχή διάλογο του ελλαδικού και του παγκόσμιου ελληνισμού».
Στη σειρά «The Edinburgh History of the Greeks», εκτός από τον πρόσφατο τόμο 20th and Early 21st Centuries, Global Perspectives, έχουν ήδη ενταχθεί οι τόμοι: The Early Middle Ages, c. 500 to 1050 (Florin Curta), The Ottoman Empire, 1453 to 1768 (Molly Greene) και The Long Nineteenth Century, 1768 to 1913 (Thomas W. Gallant). Ο τελευταίος αυτός τόμος έχει μεταφραστεί στα ελληνικά και έχει κυκλοφορήσει (σε επαυξημένη έκδοση) υπό τον τίτλο: Νεότερη Ελλάδα, από τον Πόλεμο της Ανεξαρτησίας μέχρι τις μέρες μας (Πεδίο, 2017)