της Μαρίζας Ντεκάστρο
Ο πιο δυνατός άνθρωπος του κόσμου; Μα υπάρχουν δυνατοί άνθρωποι ή μήπως ο κόσμος χρειάζεται κάτι άλλο για να διορθωθούν τα κακώς κείμενα;
Ας δούμε πώς το σκέφτεται ο Δημήτρης Μπασλάμ.
Στον ουρανό μιας πόλης εμφανίζεται ξαφνικά ένα τεράστιο κόκκινο στρογγυλό. Αποσβολωμένοι οι κάτοικοι το κοιτάζουν και αναρωτιούνται πώς να το απομακρύνουν. Και τότε αρχίζει ένα γαϊτανάκι από φήμες που σπέρνουν τα «Πουλιά της Ζωηρής Μέρας» για κάποιους «δυνατούς» και «σοφούς» που θα το μπορούσαν. Είναι οι Γίγαντες με τα μουστάκια, οι Ελέφαντες της γενιάς των Λούις, οι Χοντροκεφαλοι που φτύνουν (λέξεις) και μερικοί ακόμα οι οποίοι δεν κάνουν τίποτα χρήσιμο παρά εξακολουθούν να πορεύονται σύμφωνα με τον χαρακτήρα τους. Ένας κάτοικος, ο κύριος Επιμένοντας, είναι ο μοναδικός που προσπαθεί να το απομακρύνει μηχανευόμενος διάφορα κόλπα. Να φτιάξει έναν μοχλό και να το σπρώξει, να το τραβήξει με αλυσίδες, να το τσουλήσει. Μάταια! Το στρογγυλό είναι ακούνητο. Μια μέρα πάνω στο στρογγυλό εμφανίστηκε να στέκεται όρθιος ένας άγνωστος. Ήταν ο «Από Μηχανής Θεός» που κατέβηκε στη γη! «Είσαστε άβουλοι, φοβισμένοι, άπραγοι, εκτός από έναν. Ξέρει ποιος είναι. Ξέρει τι είναι. Θα μείνετε έτσι ίσως για πάντα, ίσως όχι. Εξαρτάται από σας!» αποφάνθηκε. Η επόμενη μέρα ξημέρωσε με καλό καιρό. «Οι κάτοικοι συζητώντας μεταξύ τους συμφώνησαν πως αυτό ήταν κάτι πολύ φυσιολογικό για την εποχή. Έτσι κι αλλιώς, οι κάτοικοι πάντοτε χρησιμοποιούσαν λέξεις ώστε να συμφωνούν μεταξύ τους. Ώστε να είναι όλοι τους ευχαριστημένοι».
Και μετά; Τι μας προτείνει ο συγγραφέας εκτός από το να επιβεβαιώνει ότι πολλή κουβέντα γίνεται και λίγες πράξεις;
Αυτή η αλληγορική ιστορία, αν και εντελώς απαισιόδοξη, απεικονίζει σε μεγάλο βαθμό την πραγματικότητα. Ωστόσο, σκέφτομαι πως, αν υποθετικά μιλώντας, ζητούσαμε από αναγνώστες να της δώσουν διαφορετικό τέλος, κάποιοι πιθανόν θα έγραφαν ότι δεν έχουμε ανάγκη τους θεούς για να αλλάξουμε ιδέες οι άνθρωποι και να πάψουμε να είμαστε εγωκεντρικοί και αδιάφοροι για τα κοινά. Ενδεχομένως θα πρότειναν μια θετικότερη οπτική στους φανταστικούς πολίτες εκείνης της πόλης. Νουθεσίες; Όχι απαραίτητα.
Αναμφίβολα, ο Δημήτρης Μπασλάμ γράφει βιβλία που ως φόρμα μοιάζουν παιδικά, διαθέτουν όμως εύρος και νοήματα τα οποία απέχουν από τις μονοσήμαντες ιδέες που διακρίνουμε στη μεγάλη πλειοψηφία των παιδικών βιβλίων. Είναι ένας συγγραφέας που με κάθε του βιβλίο, ανεξάρτητα από τις παρατηρήσεις για το συγκεκριμένο, ανακατεύει την τράπουλα των ιδεών που απευθύνονται στα παιδιά.
Ξεχωρίζω και προτείνω να ξαναδιαβάσουμε: Η θυμωμένη μπετονιέρα (εκδ. Επόμενος Σταθμός), Πιθανότητες (εκδ. Πατάκη), Το πουλόβερ (εκδ. Καλειδοσκόπιο)
Ο πιο δυνατός άνθρωπος του κόσμου, είναι ένα βιβλίο αισθητικά πολύ ιδιαίτερο χάρη στη δουλειά της Ντανιέλας Σταματιάδη, ψηλό και μακρόστενο και καθόλου συντηρητικό στη μορφή του, όπως τα περισσότερα βιβλία των εκδ. Καλειδοσκόπιο.
Ανέτρεξα στις εικονογραφήσεις παιδικών βιβλίων από εικαστικούς καλλιτέχνες. Το χαρακτηριστικό τους είναι ότι δεν υποτάσσουν το κείμενο που εικονογραφούν στην υποθετική ηλικία των πιθανών αναγνωστών αλλά αισθάνονται ελεύθεροι να το επενδύσουν εικαστικά σύμφωνα με την τέχνη τους.
Η Ντανιέλα Σταματιάδη δούλεψε σε πολλά από τα βιβλία της με τον ίδιο τρόπο εντάσσοντας, δηλ. παιδικά στοιχεία στις εικόνες τους. Το διαπίστωσα ξανακοιτάζοντας τις εικονογραφήσεις των βιβλίων Η υπόσχεση, (της Α. Κονόμος, Ποταμός, 2012), Ο μαγικός καθρέφτης (της Μ. Σπυροπούλου, Μεταίχμιο, 2018), Η βάρκα που την έλεγαν μνήμη (του Β. Ηλιόπουλου, Παιδική Νομική Βιβλιοθήκη, 2017, κ.ά.). Κάπως έτσι εικονογράφησε και τούτη την ιστορία.
*****
Εμένα, πώς με βλέπουν;
Καθένας από εμάς μπορεί να γίνει κάποια στιγμή τέρας όπως ο ήρωας στο εικονογραφημένο βιβλίο Το τέρας, του Βασίλη Κουτσιαρή.
Το θύμα, ένας ψηλός συμμαθητής με πεταχτά αφτιά και μάτια μικρά σαν κουμπιά είναι το Τέρας. Αθώο παρατσούκλι στα παιχνίδια των παιδιών; Όχι αν σκεφτούμε τα αστειάκια που λέγονται εδώ κι εκεί. Τέρας είναι και ο θύτης που κοροϊδεύει με καμάρι τον συμμαθητή του. Όμως κάθε κατάσταση έχει δυο όψεις και ο ένας καθρεφτίζεται στον άλλο! Πάνω σ’ αυτές δούλεψε ο συγγραφέας / εκπαιδευτικός και τις αποκάλυψε στους μικρούς αναγνώστες. Η πρώτη είναι η κοροϊδία που πονάει. Η δεύτερη είναι η ενοχή που νιώθει ο θύτης όταν κοιτάζει κρυφά τις ζωγραφιές του συμμαθητή και βλέπει σ’ αυτές τον εαυτό του με τα μάτια του άλλου ως τεράστιο και φοβερό Τέρας. Αναρωτιέται λοιπόν πώς έγινε και ένα αστείο εγγράφηκε τόσο δυνατά στον ψυχισμό του διπλανού παιδιού.
Το τέχνασμα που χρησιμοποίησε ο συγγραφέας ως μοχλό για την αλλαγή στάσης είναι ένας νυχτερινός του εφιάλτης του ήρωα. Το αγόρι σοκάρεται, καταλαβαίνει τη δυσκολία στην οποία έφερε τον συμμαθητή και θέλει να γίνει φίλος του. Είναι σημαντική αυτή η επιλογή του συγγραφέα γιατί αφήνει ελεύθερο το πεδίο ώστε ο ήρωας της ιστορίας (και κάθε παιδί σε παρόμοιες καταστάσεις) έχει χρόνο να συνειδητοποιήσει το πρόβλημα και τελικά να σκεφτεί και να πράξει ανάλογα. Ενδιαφέρον επίσης το γεγονός ότι δεν επεμβαίνουν οι ενήλικοι για να τον συνετίσουν, ιδέα που ανέπτυξε η Τζένη Κουτσοδημητροπούλου στο έργο της Κοραλλιογενής ύφαλος (εκδ. Μεταίχμιο).
Οι απλές, καθαρές ζωγραφιές της Λίλας Καλογερή συνηγορούν απολύτως με την ιστορία καθώς εικονογραφούν εύγλωττα τις καταστάσεις που ζουν οι ήρωες.
*****
Η πόλη ως λύκος
Πριν 2-3 χρόνια στην έκθεση παιδικού βιβλίου της Μπολόνια το έργο της Marie Voigt Η Κόκκινη και η πόλη είχε προκαλέσει μεγάλη αίσθηση.
Η Κόκκινη, φαίνεται σαν μία από τις άπειρες παραλλαγές του κλασικού διδακτικού παραμυθιού που αφηγούνται οι γονείς όταν φτάνει η ώρα το παιδί τους να ξανοιχτεί στον κόσμο και να μάθει να κινείται μόνο του με ασφάλεια μακριά τους. Είναι μια ιστορία που αφορά όλες Κοκκινοσκουφίτσες και τα παιδιά που βγαίνουν φορτωμένα συμβουλές από το σπίτι τους («Μη μιλάς σε αγνώστους!») για να κάνουν κάποιο συνηθισμένο θέλημα, ενθουσιάζονται με το καινούριο και παρασύρονται από τις «σειρήνες» που τα καλούν να παρεκκλίνουν από τη διαδρομή και το σκοπό τους. Γιατί στην πόλη συναντάς πολλές απ’ αυτές σε κάθε βήμα. Από μόνη της η πόλη δεν είναι φοβιστική, ωστόσο μπορεί να γίνει αν δεν ξέρουμε πού και πώς μπορούμε να κινηθούμε μέσα της.
Η Κόκκινη χάνεται στον λαβύρινθο των δρόμων, φοβάται, όμως δεν πληρώνει το τίμημα της απερισκεψίας της με την αγριότητα που την πλήρωσε η προπρογιαγιά της. Γιατί είναι αλήθεια ότι κάθε παρασπονδία δεν καταλήγει οπωσδήποτε σε δράμα και επιπλέον δεν είναι απαραίτητο να τρομοκρατούμε τα παιδιά μεταφέροντας τη δικές μας αγωνίες για να τα πείσουμε να έχουν τα μάτια τους δεκατέσσερα. Μπορούμε και αλλιώς.
Αυτή τη διαφορετική προβληματική επεξεργάζεται μεταφορικά η Voigt. Κάτι σε κάθε εικόνα, και στο γκρίζο που χρωματίζει ανθρώπους, δρόμους, κτίρια, χτυπάει το καμπανάκι της προσοχής! Κάπου υπάρχει πάντοτε ένας «λύκος» που με κάποιο από τα χαρακτηριστικά του – τα αυτιά, τα μάτια, το τρίχωμα- εμφανίζεται στα σπίτια, στους δρόμους της πόλης, στα μαγαζιά που τραβούν σαν μαγνήτης την Κόκκινη -και ο οποίος βουβός, σηματοδοτεί ότι ο μικρός περιπατητής πρέπει να είναι σε εγρήγορση. Η πόλη που γνωρίζει το παιδί δεν είναι αθώα και πρέπει να το μάθει.
Διαβάζοντας την ιστορία με παιδική παρέα, μια πεντάχρονη μικρούλα κατάλαβε και μου εξήγησε το παιχνίδι των χρωμάτων των εικόνων και όσων κρύβουν.
Δεν χρειάστηκαν πολλά λόγια στη συγγραφέα για να δώσει στους μικρούς αναγνώστες της ιστορίας το μήνυμα ότι η πόλη και καθετί που ανοίγει μπροστά στα μάτια σου είναι πολύ πιο δυνατό από σένα και μπορεί να σε απορροφήσει. Ας τους μιλήσουμε λοιπόν όπως η Marie Voigt…
***
Η φιλική πόλη
Το βιβλίο της άνοιξης, είναι ένα καταπληκτικό εργαλείο-βιβλίο χωρίς λόγια και μεγάλες εικόνες που παρουσιάζουν όσα μπορεί να συναντήσει και να κάνει κάποιος από εμάς μια ανοιξιάτικη μέρα στη γειτονιά του, στην πόλη, στην εξοχή, στο δρόμο, μέσα στα σπίτια και στα μαγαζιά. Τα πρόσωπα, οι ήρωες των εικόνων, είναι οικεία γιατί είμαστε όλοι εμείς που κάπου βρισκόμαστε κρυμμένοι μέσα στις εικόνες: μικροί και μεγάλοι, γονείς, παιδιά, ηλικιωμένοι, επαγγελματίες, εργαζόμενοι. Κανένας δεν λείπει. Ουσιαστικά, κάθε σελίδα αφηγείται πολλές μικροϊστορίες από τις δραστηριότητες και τις καταστάσεις που συμβαίνουν καθημερινά στο περιβάλλον μας. Η παιδαγωγική της συγγραφέως/εικονογράφου βασίζεται στην παρατήρηση των εικόνων οι οποίες ωθούν τον αναγνώστη να μιλήσει, να αναγνωρίσει, να συνθέσει μια μικρή ιστορία και να την προεκτείνει στον χρόνο, στο πριν και στο μετά, να εμπλουτίσει το λεξιλόγιό του αβίαστα, να πάρει ιδέες για να ευχαριστηθεί τον ελεύθερο χρόνο του, να επισκεφτεί μέρη που δεν ξέρει, χίλια δυο!
Η Rotraut Susanne Berner τιμήθηκε με το Βραβείο Άντερσεν 2016 γιατί έδωσε πνοή και πλούτο σε κάτι που φαίνεται πολύ απλό και εύκολο.
INFO
Δημήτρης Μπασλάμ, Ο πιο δυνατός άνθρωπος του κόσμου, Εικ. Ντανιέλα Σταματιάδη, Εκδ. Καλειδοσκόπιο, 2020.
Βρες το εδώ
Marie Voigt, Η Κόκκινη και η πόλη, Μτφρ. Αντώνης Παπαθεοδούλου,Εκδ. Ίκαρος, 2020.
Βρες το εδώ
Βασίλης Κουτσιαρής, Το τέρας,Εικ. Λίλα Καλογερή,Εκδ. Μίνωας, 2021.
Βρες το εδώ
Rotraut Susanne Berner,Το βιβλίο της άνοιξης,Εκδ. Νεφέλη, 2020.
Βρες το εδώ