Ανοιξιάτικες πρεμιέρες 2: « Η Ανατολή» και « Ο Χρυσός Δράκος» (της Όλγας Σελλά)

0
283

 

της Όλγας Σελλά

 

Ο ξεριζωμός, η αναζήτηση και το στήσιμο μιας νέας ζωής αλλού –μια ιστορία που δυστυχώς επαναλαμβάνεται κάθε τόσο, κάπου-, είναι ένα κοινό νήμα, παρότι πολύ χαλαρό, που συνδέει κατά κάποιον τρόπο δύο ακόμη έργα που έκαναν πρεμιέρα στο τελευταίο μεταπασχαλινό μέρος της σεζόν 2022-2023. Δύο έργα που τα χωρίζουν πολλά: η εποχή, το ύφος γραφής, τα αίτια και η αφορμή για τη γραφή τους.

Το πρώτο, «Η Ανατολή» έχει την υπογραφή μιας γυναίκας που διέσωσε και κατέγραψε πολλές μαρτυρίες των προσφύγων της Μικρασιατικής Καταστροφής: της Έλλης Παπαδημητρίου. Το δεύτερο, «Ο Χρυσός Δράκος» του Γερμανού Ρόλαντ  Σίμελπφενιχ, καταπιάνεται με την πολυπολιτισμική Ευρώπη τον 21ο αιώνα, με φόντο ένα ασιατικό εστιατόριο, και με όσους για διάφορους λόγους και με διάφορους τρόπους βρέθηκαν σ’ εκείνο το σημείο του πλανήτη.

 

«Η Ανατολή»

Η ιστορία της γραφής αυτού του έργου, του μόνου θεατρικού έργου της Έλλης Παπαδημητρίου, είναι από μόνη της ένα ξεχωριστό αφήγημα. «απ’ το 1926-1935 έγραφα κάθε πρωί την ‘Ανατολή’ με απόφαση όχι στην τύχη –να το διαβάσουν κι άλλοι. (…) Το 1941 βρέθηκα στο Κάιρο. Είχα στη βαλίζα μου την ‘Ανατολή’ γραμμένη με μολύβι. Εγώ ήξερα το Κάιρο και τ’ αγαπούσα από ταξίδια προπολεμικά, βρήκα γνωστούς και ομοϊδεάτες, με βοηθήσανε, τύπωσα πρώτη φορά το έργο ‘Η Ανατολη»…». Έτσι αφηγείται η δημιουργός του έργου τη διαδικασία της γραφής και της εκτύπωσής του στο βιβλίο της Ιωάννας Πετροπούλου «Έλλη Παπαδημητρίου: μια γυναίκα του 20ού αιώνα. Ο κανόνας και η παράβαση», εκδ. Ερμής, 2022. Μια ιστορία που δεν σταματά εκεί. Πρώτη εκτύπωση το 1941 στο Κάιρο και μετά άλλες πέντε: 1942, 1952, 1962, 1972, 1982. Κάθε δέκα χρόνια, κάθε φορά στην επέτειο της Μικρασιατικής Καταστροφής.

Ο σκηνοθέτης Βαγγέλης Θεοδωρόπουλος μας είχε πρωτογνωρίσει ένα σημαντικό έργο της ζωής της μέσω του «Κοινού Λόγου», μια πινακοθήκη μαρτυριών από κρίσιμες και σημαντικές στιγμές της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας. Αυτή τη φορά μας χαρίζει το μοναδικό της θεατρικό κείμενο, που πρωτοπαρουσιάστηκε το καλοκαίρι του 2022 στην Αρχαία Τίρυνθα, στο πλαίσιο των εκδηλώσεων «Όλη η Ελλάδα ένας πολιτισμός». Αυτή τη φορά στέγη του είναι το Θέατρο του Νέου Κόσμου. Με τους ίδιους ηθοποιούς, με τους ίδιους ήχους. «Χίλιοι στίχοι, τέσσερις εξιστορήσεις». Μέσω του τελευταίου αιχμαλώτου που φτάνει στα ελληνικά παράλια, ξεδιπλώνονται τα πριν και τα μετά, από το 1918 ως το 1922. Ξεδιπλώνεται η ζωή εκεί, αυτή που διακόπηκε, ο τρόμος και η φρίκη, και η ζωή όπως στήθηκε μετά: «Έτσι ριζώσανε συνοικισμοί ως δυο χιλιάδες/ ένα εκατομμύριο ψυχές, φέραν συνήθεια, ονόματα,/ σπόρους καλούς, άγια σκεύη, φαγιά, τον παστουρμά/ χορούς, το τσεφτετέλι, τα σαντούρια/ το ψάρεμα με λάμπες τα γρι-γρια,/ σαν έγινε ειρήνη με τους Τούρκους είδε η Αθήνα/ ως και καμήλες που φέρανε για πάλεμα./ Κινά κι ένας καλόγερος και πάει στην Τραπεζούντα/ με τι καρδιά –πήε ξέθαψε την Παναγία τη θαμμένη/ στα γκρεμνά της Σουμελάς- τ’ άλλα χαθήκανε/ άμα πεθάνουνε κι όσοι την κλαίνε/ πες πως δεν ήτανε ποτές για μας Ανατολή».

Ο λόγος, ο τρόπος που αφηγείται την ιστορία η Έλλη Παπαδημητρίου, είναι το βασικό και κυρίαρχο στοιχείο της παράστασης. Είναι ιστορία, είναι συγκίνηση, είναι παράδοση, είναι γλώσσα. Ο Βαγγέλης Θεοδωρόπουλος σεβάστηκε σε μεγάλο βαθμό, όπως φάνηκε, τις αρχικές οδηγίες της συγγραφέως: «…το θέμα είναι δουλεμένο επίπεδα, τα πρόσωπα ολομέτωπα, χωρίς λεπτολογίες και αποχρώσεις, θα παιχτούν άρα στην έσχατη δυνατή απλοποίηση με τον παλμό, το ρυθμό του ομαδικού πάθους. (…) Όσα μείνανε απαραίτητα είναι οργανικά δεμένα: το τσουβάλι όπως τ’ αναφέρει κι ο ίδιος ο αιχμάλωτος, τα δύο μαντίλια που μεταλλάζει στους δύο ρόλους η μοναδική γυναίκα ηθοποιός, μαύρο του πένθους σαν παραδουλεύτρα, ροδί της αμαρτωλής Γκιουλμπαξιώτισσας».

Φαντάζομαι ότι αυτή η σκηνογραφική απογύμνωση λειτούργησε διαφορετικά στην αρχαία Τίρυνθα. Όμως στο Θέατρο του Νέου Κόσμου δεν λειτούργησε η μεταλλική σκαλωσιά τυλιγμένη με λινάτσες. Φάνηκε ξένη, κάπως μεταμοντέρνα, σε μια παράσταση, που πατούσε σε κάτι εντελώς διαφορετικό. Είχαμε όμως το λόγο, τις ερμηνείες, τη μουσική. Και ήταν και τα τρία ισχυρά. Ο λόγος της Έλλης Παπαδημητρίου συνομίλησε απόλυτα με τη μουσική του Φώτη Σιώτα, με τη φωνή του Αποστόλη Ψυχράμη, αλλά και της Λένας Ουζουνίδου, και τις πολυφωνίες με όλο το θίασο, τα ταξίμια μας ταξίδεψαν είναι η αλήθεια, όπως και το τσέλο του Τάσου Μισυρλή. Και μετά ο Μανώλης Μαυροματάκης, ο τελευταίος αιχμάλωτος, κουβαλούσε λες στο σώμα του τις μνήμες –τις καλές και τις κακές-, την προσπάθεια ν’ ανέβει στη βάρκα και να περάσει απέναντι, τη συντριβή. Η Λένα Ουζουνίδου μετέφερε γήινα, χωρίς μελοδραματισμούς και λυρισμούς τις γυναικείες φωνές της αφήγησης, και οι νεότεροι –Δημήτρης Καπουράνης και Μιχάλης Τιτόπουλος- μπήκαν σ’ αυτό το ταξίδι, κυρίως με την τεχνική σκευή τους. Κάποιες φορές έμοιαζε να μην μπορούν να μπουν συναισθηματικά στον κόσμο της Ανατολής, παρά μόνο τεχνικά.

«Η Ανατολή» ήταν μια παράσταση-φόρος τιμής, μια παράσταση για την ιστορία μιας εποχής, μιας γυναίκας, ενός κειμένου. Πιστεύω ότι ο Βαγγέλης Θεοδωρόπουλος την αντιμετώπισε συναισθηματικά και συγκινησιακά, και απέφυγε εντελώς να πειράξει οτιδήποτε. Μας χάρισε έτσι το έργο, όχι μόνο επί σκηνής, αλλά και τυπωμένο, αφού το πρόγραμμα της παράστασης το περιλαμβάνει ολόκληρο.

Η ταυτότητα της παράστασης

Σκηνοθεσία: Βαγγέλης Θεοδωρόπουλος, Μουσική: Φώτης Σιώτας, Σκηνικό:  Βαγγέλης Θεοδωρόπουλος -Κώστας Πολίτης, Κοστούμια: Κλαιρ Μπρέισγουελ, Επιμέλεια κίνησης: Σοφία Πάσχου, Σχεδιασμός φωτισμών: Αποστόλης Κουτσιανικούλης, Επιστημονική σύμβουλος: Ιωάννα Πετροπούλου, Βοηθός σκηνοθέτη: Αγγελική Τόμπρου

Παίζουν οι ηθοποιοί: Μανώλης Μαυροματάκης, Ελένη Ουζουνίδου, Μιχάλης Τιτόπουλος, Αποστόλης Ψυχράμης, Δημήτρης Καπουράνης

Συμμετέχει ο τσελίστας Tάσος Μισυρλής.

Παίζουν επίσης όργανα και τραγουδούν οι ηθοποιοί της παράστασης.

Θέατρο του Νέου Κόσμου, Αντισθένους 7 και Θαρύπου, Νέος Κόσμος.

Ημέρες και ώρες παραστάσεων: Τετάρτη, Πέμπτη, Παρασκευή στις 9μ.μ., Σάββατο στις 9.15μ.μ., Κυριακή στις 6.30μ.μ.

Μέχρι 28 Μαΐου.

 

«Ο Χρυσός Δράκος»

Το είχα δει στην πρώτη του παρουσίαση στην Ελλάδα, το 2010, στο Εθνικό Θέατρο, σε σκηνοθεσία Κατερίνας Ευαγγελάτου. Αυτή τη φορά το έργο του Ρόλαντ  Σίμελπφενιχ «Ο Χρυσός Δράκος» παρουσιάζεται στο Σύγχρονο Θέατρο, σε σκηνοθεσία ενός νέου καλλιτέχνη, του Γιώργου Ματζιάρη, και η αλήθεια είναι ότι μου έκανε εντύπωση η σκηνική φόρμα. Κατέφυγα, λοιπόν, στη βοήθεια του youtube για να θυμηθώ το πρώτο ανέβασμα. Προφανώς ο Ρόλαντ  Σίμελπφενιχ είχε δώσει σαφείς οδηγίες για το ανέβασμα του έργου του. Για παράδειγμα ότι τους ανδρικούς ρόλους θα τους παίζουν γυναίκες και τους γυναικείους άνδρες. Γιατί και οι δύο παραστάσεις ακολούθησαν μια συγκεκριμένη δομή, αυτήν του κειμένου. Το οποίο από μόνο του έχει θεατρικότητα, γρήγορο ρυθμό, πολύ χιούμορ κι όλα αυτά για να ξεγελάσει και να μπερδέψει τον θεατή. Γιατί το έργο είναι και πικρό, και σκληρό, και αγγίζει πολλές πολιτικές και κοινωνικές πτυχές του σύγχρονου κόσμου και την ίδια στιγμή αναζητά την τρυφερότητα στο περιβάλλον των παραμυθιών. Μετανάστευση, παράνομη εργασία, ζωή στα όρια, trafficking, συνθήκες εργασίας, μοναξιά, ανάγκη για ανθρώπινη επαφή. Οι πέντε ηθοποιοί αλλάζουν διαρκώς ρόλους, η σκηνή «φιλοξενεί» πολλά σημεία δράσης. Κέντρο δράσης και αρχή του νήματος η κουζίνα του ταϊλανδοκινεζοβιετναμέζικου εστιατορίου «Ο Χρυσός Δράκος».

Στην παράσταση του Σύγχρονου Θεάτρου διέκρινα τα χαρίσματα του κειμένου, που διατηρεί τη φρεσκάδα του και την πρωτοτυπία του, παρότι κάποιες φορές υπάρχουν ενοχλητικές επαναλήψεις, αλλά η παράσταση κάπου έχανε το ρυθμό της. Κι όχι γιατί έφταιγαν οι πέντε πολύ καλοί  ηθοποιοί. Μάλλον γιατί ο αδυσώπητος ρυθμός του έργου μπλόκαρε τον νεαρό σκηνοθέτη. Και κάπου όλα ανακατεύτηκαν, φώτα, μουσική, αλλαγές σκηνών…  Με αποτέλεσμα συχνά να χάνεται η θερμοκρασία μεταξύ σκηνής και πλατείας. Στο πρώτο του σκηνοθετικό εγχείρημα ο Γιώργος Ματζιάρης καταπιάστηκε με κάτι δύσκολο, είναι η αλήθεια, κάτι που του έβαζε έτσι κι αλλιώς περιορισμούς. Ίσως αυτοί οι περιορισμοί δεν μπόρεσαν να αποκαλύψουν τις σκηνοθετικές ευελιξίες, για τις οποίες απαιτείται εμπειρία. Στα επόμενα.

Από τους ηθοποιούς ξεχωρίζω τις δύο γυναίκες, τη Γιούλικα Σκαφιδά και τη Φωτεινή Παπαχριστοπούλου, και μετά τον Στρατή Χατζησταματίου. Οι έμπειροι και καλοί ηθοποιοί Χρήστος Σαπουντζής και Δημήτρης Αλεξανδρής αυτοί τη φορά δεν εντάχθηκαν απολύτως στο ύφος του έργου.

 

Η ταυτότητα της παράστασης

 

Σκηνοθεσία/ δραματουργική επεξεργασία : Γιώργος Ματζιάρης , Μετάφραση: Έρι Κύργια, Δημιουργία σκηνικού χώρου: Σταύρος Μπαλής, φωτισμοί : Μελίνα Μάσχα, Μουσική: Λευτέρης Βενιάδης, Κίνηση : Βρισηίδα Σολωμού, Κοστούμια : Χριστίνα Τσουτσουλίγα , Βοηθοί σκηνοθέτη: Άντα Πουράνη, Γιάννης Μπαριάμης, Φωτογραφίες: Τζίνα Σκανδάμη

 

Παίζουν: Γιούλικα Σκαφιδά, Δημήτρης Αλεξανδρής, Χρήστος Σαπουντζής, Φωτεινή Παπαχριστοπούλου, Στρατής Χατζησταματίου.

 

ΣΥΓΧΡΟΝΟ ΘΕΑΤΡΟ:
Ευμολπιδών 45, Γκάζι

Τετάρτη, Πέμπτη, Παρασκευή, Σάββατο στις 21.00

Κυριακή: 19.00

 

 

Προηγούμενο άρθροΤα δικαιώματα, η αγορά, ο ΟΣΔΕΛ και η 19η Διεθνής Έκθεση Βιβλίου της Θεσσαλονίκης
Επόμενο άρθροΤὰ σκοτεινὰ ὕδατα τῆς ἀγάπης (του Π.Μ. Ζερβού)

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ