ΑΡΧΙΚΗ ΚΡΙΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΥ ΠΟΙΗΣΗ Αναζητώντας τη χαμένη ονειροπόληση (της Αντιγόνης Κατσαδήμα)

Αναζητώντας τη χαμένη ονειροπόληση (της Αντιγόνης Κατσαδήμα)

0

 

της Αντιγόνης Κατσαδήμα  (*)

Η συλλογή Accordion της Ζέφης Δαράκη από τις εκδόσεις Ύψιλον έρχεται σε μια στιγμή που θα θέλαμε να ονειρευόμασταν περισσότερο, όμως καθημερινά διαπιστώνεται το χαμένο κέντρο του ονείρου. Γύρω από αυτήν την χαμένη ονειροπόληση λοιπόν η ποιήτρια (1939) επιχειρεί να θεμελιώσει την απορητική στάση της απέναντι στο χρόνο, στη ζωή και στη μοναξιά, την οποία και αποκαλεί εξαιρετικά ως «Σωπασμένη μου».

Στη συλλογή της Ζέφης Δαράκη είναι χαρακτηριστική η επιλογή της ελάσσονος ποιητικής γλώσσας, ώστε να επιτυγχάνεται δραματική συμπύκνωση και αισθαντικότητα. Εξού και ότι τα ποιήματα δεν έχουν τίτλους αλλά είναι στιγμές – σημεία ενός συνόλου για την διαδικασία της ονειροπόλησης σε σχέση ή ρήξη και διαπραγμάτευση με το πένθος και το θάνατο. Είναι καθαρό από την αρχή ότι η Ζέφη Δαράκη θίγει την απομάγευση και επιχειρεί να την (ανα)κρίνει σε υπαρξιακό και οντολογικό επίπεδο, δίχως να διεκδικεί ρητορικούς τόνους. Δεν είναι αυτός ο σκοπός της αλλά η λιτή έκφραση που δυναμιτίζει τη σκέψη του αναγνώστη απέναντι στο ουσιώδες. Στην αίσθηση.

Η ελάσσων ποιητική ταυτότητα είναι σύστοιχη της κλιμακωτής έντασης αλλά και της οπτικής εμπειρίας. Στο  πρώτο ποίημα, λόγου χάρη, η Ζέφη Δαράκη προτάσσει τα ίχνη της κίνησης -χνάρια των βημάτων-, τα οποία και μπορούμε να παρακολουθήσουμε εν αντιθέσει με τον «αόρατο βηματισμό» που προοικονομεί την ψυχική διαδικασία και την ονειροπόληση. Στο ποίημα, επαναλαμβάνονται το ρήμα «διακόπτεται» και το επίρρημα «απότομα», ενώ η ποιήτρια διερωτάται πώς συμβαίνει η ονειροπόληση. Στις παρυφές της αναζήτησης, συνδέει την ονειροπόληση λεκτικά με τη συνάντηση αλλά και την εκπνοή που έχουν προηγηθεί. Οπότε, τρόπον τινά, η ονειροπόληση επαφίεται σε μία ψυχοσωματική διαδικασία. Το ποίημα κλείνει με απορητική ένταση μέσω της χρήσης των επιθέτων στα «φονικά πουλιά», τους «αλλόκοσμους κελαηδισμούς» και τις «αλλότριες σημασίες».

Στη συλλογή Accordion της Ζέφης Δαράκη είναι ευδιάκριτες οι ηχοεικόνες, δείγματα μοντερνικού φορμαλισμού σύμφωνα και με τον κριτικό Κώστα Βούλγαρη. Μεταξύ άλλων (σ.34 και σ.23):

Σκουριασμένες λέξεις βήχουν το ακατανόητο

(..)

Κι ο μοτοσυκλετιστής ουρανός δίπλα του να σιγοσφυρίζει,

η ερημιά είναι πολύ παλιό γλυπτό

 

Πατούσα με δύναμη

στο κάτοπτρο του ονείρου

δεν έσπαζε βούλιαζε τρομερά στο βυθό του

(..)

 Στα ποιήματα παρατηρείται και το στοιχείο της αντίφασης ως εμπειρία νοηματοδότησης. Το «εγώ» της ποιήτριας που εκφράζεται πρωτοπρόσωπα βλέπουμε ότι προσπαθεί να «δώσει σχήμα στα γεγονότα», για να καταλήξουμε εν τέλει -στο ίδιο ποίημα προς το τέλος-, ότι δεν επρόκειτο παρά για «γκρεμούς των γεγονότων», άρα εξαρχής ήταν μάταια η όποια προσπάθεια απόδοσης σχήματος και συνακόλουθα μιας στατικότητας. Για την ποιήτρια, τα γεγονότα έχουν δυναμική προέλευση, δεν υπάγονται σε ένα σχήμα και ως εκ τούτου αφορούν σε «χαλάσματα λόγια». Μόλις λοιπόν στο δεύτερο ποίημα της Δαράκη η δραματική συμπύκνωση απελευθερώνει τον αναγνώστη από το βάρος βιωμάτων ενόσω αναπτύσσεται μια σχέση ενδιαφέροντος με την ποιητική συλλογή, για να καταλήξει ότι τον αφορά.

Διαβάζοντας το βιβλίο, μπορεί κάποιος να αισθανθεί τη σημασία των κοινωνικών ιδεών και της συντροφικότητας ως φάρμακο ενάντια στην απομόνωση και στη μεγέθυνση των προβλημάτων. Η Ζέφη Δαράκη προτάσσει τη σημασία να μπορεί ο άνθρωπος να εκφράσει το παράπονό του, όταν γράφει (σ.13):

Γιατί δύο δύο οι άνθρωποι συζητούν για τη θλίψη

Δεν είναι ένας καθισμένος στο παγκάκι

να μην ξέρει να εξηγήσει άραγε

με τι χειρονομίες το σκοτάδι τον σκεπάζει

για ν’ αστράφτει ο θάνατος

 Αυτό το κοινωνικό βλέμμα εμπεριέχει και τα παιδιά, στα οποία η Δαράκη στρέφει την προσοχή, τη φροντίδα και το ενδιαφέρον της (σ.58), για να τα εντάξει στον διάλογο για την αιωνιότητα και το βηματισμό-ονειροπόληση σε κάποιο άλλο σημείο νωρίτερα, όπου το παιδί λειτουργεί και ως αρχέτυπο, διάχρονη εικόνα (σ.32):

Αυτά τα παιδιά

που κοιμούνται καθώς πεθαίνουν

στα ρείθρα των πεζοδρομίων

είναι εικονίσματα

Είναι σπασμένα φρένα

Είναι φιλήματα στα χείλη ανάμεσα σε λάσπες

και σωρούς εντάφιων λουλουδιών

Είναι προσκυνήματα άυπνων νεκρών

δεν είναι ποιήματα

(..)

  • Μα τι θα πει αιωνιότητα;… τη ρωτούσαν
  • Όταν ένα παιδί χάνει το βηματισμό του… και ξαφνικά

                        τον ξαναβρίσκει

Στο σημείο αυτό, διαπιστώνω ότι από τη συλλογή απουσιάζουν -εκτός από τους ρητορικούς τόνους- και οι τελείες. Η ποιήτρια αφήνει τους στίχους να αιωρούνται μεταξύ αρχής και τέλους ως αν ήταν ένα ανολοκλήρωτο μάθημα μοναξιάς, μια ανάγκη να πιστέψουμε στην ονειροπόληση αλλά ενόσω γνωρίζουμε ότι δεν δίνεται εύκολα, χωρίς αγώνα και με τις πραγματικές συνθήκες, σε περιβάλλοντα χώρο.

Στο Accordion της Ζέφης Δαράκη η αναγνωστική διαδικασία πρέπει να ακολουθήσει την εξελικτική σκέψη της ποιήτριας. Από τα βήματα οδηγούμαστε στο βηματισμό, από το κάτοπτρο «είρωνα της ονειροπόλησης» στη «σκουριασμένη ονειροπόληση της ψυχής» και εν συνεχεία στο «πέλαγος εν ειρωνεία». Όμως, ενώ τα γράφει όλα αυτά, μου δίνει την αίσθηση ότι τα καυτηριάζει κιόλας, αφήνει να φανεί ένα πικρό χαμόγελο μέσα από τις λέξεις, για να γίνουμε συνένοχοι στην εγκύκλιο του καθολικού βιώματος του πένθους και σημειολογικά, στον τρόπο με τον οποίο ζούμε όλα αυτά τα σημεία δυσφορίας και τα μετατρέπουμε πιθανότατα σε προσωπική πολιτισμική μας υπόθεση, όπως (σ.14):

Παράλυτες λέξεις δεν αναγνωρίζουν πια τους νεκρούς τους – ακουμπάνε

τη σκιά τους προσεχτικά

(..)

Ο καθένας να καίει το σκοτάδι του.

 Η απορητική στάση της Ζέφης Δαράκη φαίνεται ότι είναι αυτόνομη, ανεξάρτητη από τις όποιες απαντήσεις, τις οποίες χαρακτηρίζει ως ερείπια. Έχει ήδη εκφραστεί για τα γεγονότα-γκρεμούς, τα λόγια-χαλάσματα, οπότε αυτή η ερειπωμένη όψη των απαντήσεων εξελικτικά έρχεται να προστεθεί στο συνολικό σκηνικό της απομάγευσης. Το νέο στοιχείο που επισημαίνεται και έχει επίσης κυοφορηθεί από τα προηγούμενα είναι ο ψίθυρος, ότι όλα ψιθυρίζονται σαν το θρόισμα, το ανεπαίσθητο, το κιάρο σκούρο ή σαν μια σκιά του απόμακρου – ανοίκειου, όπως (σ.17):

Τι ξεγυμνώνει έτσι την απάντηση από

το ερώτημα

Κι από κρίκο σε κρίκο το φεγγάρι

(..)

 Αν και ελάσσων, η ποιητική γλώσσα της Ζέφης Δαράκη είναι υπέρ των λαϊκών συμβόλων των παραμυθιών που προσφέρονται ως αξιοποιήσιμα σημεία φορμαλισμού και αισθητικοποίησης εκ νέου. Η επιστροφή στα σύμβολα συμβαίνει σημειολογικά για να (ανα)δείξει και την ιστορία της απομάγευσης σε σχέση με την προβληματική ονειροπόληση (σ.19):

(..)εκείνη την πανσέληνο

Λύκοι λυγμοί τη σκοτεινιάσαν

όταν της πέρασαν κοντό λουρί οι θεσμοθέτες

Κι η Κοκκινοσκουφίτσα έγινε ελεγεία

 Όσον αφορά στους ποιητικούς πυρήνες αισθαντικότητας της Ζέφης Δαράκη, παρακολουθούμε το βάρος της μοναξιάς, αυτό που μένει υπό σκιά και σιωπή – εξού και «Σωπασμένη μου» (σ.29)-. Η γλώσσα ως ψυχοσωματικός τόπος προσωποποιημένων αντιδράσεων περιστρέφεται ποιητικά και γύρω από εικόνες της φύσης που προσδίδουν δύναμη αισθαντικότητας έχοντας γίνει διαυγείς και ανεξάρτητες από το καθημερινό τους αντάμωμα σε φυσικό χρόνο. Ενώ το στοιχείο του κατόπτρου ανοίγει μια συζήτηση γύρω από το σπασμένο καθρέφτη- βλ. Λακάν και Ίνγκμαρ Μπέργκμαν-, τα θραύσματα και τις προεκτάσεις της ψυχής ή και της προσωπικότητας σε οντολογικό επίπεδο, όπως (σ.39 και σ.59 αντίστοιχα):

στο ξερακιανό σώμα της ανάμνησης

(..)

βάφοντας τα χείλη του καθρέφτη

 (..)

Έγερνε η μαργαρίτα στο ερώτημα

μαδώντας την το ανείπωτο

(..)

 (..)στο βάθος του ορίζοντα ο αμίλητος Άγγελος

θα παρατηρεί εκείνον τον αιώνια καθισμένο κάτω απ’ τη βροχή

να παίζει σκάκι με τον εαυτό του.

 Η συλλογή διακρίνεται σε τρεις ενότητες: στο «accordion», στο «Δεν ψιθυρίζεται ο άγγελος» και στο «Πέρα από κάθε αναπαράσταση», όπου ενδεχομένως προκύπτει μια μεγαλύτερη χαραμάδα αμεσότητας προς τους αναγνώστες και μεστώνει η εσωτερίκευση σε σχέση με το Θείο. Στο δεύτερο μέρος, παρατηρείται ξανά η εξελικτικότητα και η ελαστικότητα στη γραφή. Λόγου χάρη, ενώ στο πρώτο μέρος είχαμε διαβάσει για το «ξυλόγλυπτο τέμπλο που σκοτεινιάζει ωδικά πουλιά», εδώ γίνεται λόγος για «το χρόνο μονόξυλο της ερημιάς του». Επίσης, αχνοφαίνεται εκ νέου το πικρό χαμόγελο της ποιήτριας όταν (συν)δηλώνει (σ.51):

 μην εναγκαλιστείτε ποτέ έναν Άγγελο

θα μείνει καρφωμένος στο σώμα σας

σαν πεταλούδα

 Συνοψίζοντας, η ποιητική αλχημεία και μυσταγωγία της Ζέφης Δαράκη απευθύνεται στο έλλογο συναίσθημα, στην ψυχική εγρήγορση μακριά και ανεξάρτητα από -ισμούς. Ο μόνος -ισμός- που αναφέρεται είναι ο βηματισμός κι αυτός ως αόρατος και ονειροπόληση ή ως παρελθόν που μας ανταμώνει ξανά προς το τέλος της συλλογής.

Ένα μικρό δείγμα αυτής της απέριττης γλώσσας (σ.68 και σ.80 αντίστοιχα):

                                                   η όνειρος

 

Αθέατο φως μην ελπίσεις, αόρατό μου, θέλουνε έμμονα

το πραγματικό – σε διαγράφουνε χείλη

με ακατάληπτους ήχους, λησμονημένο μου,

σε ξεχνάνε στην κρεμάλα τ’ουρανού

αψιθύριστο

(..)

 γ’

Παλιοί βηματισμοί, γέλια

αποξηραμένα

                       δεν υπάρχει κανένας

 Συμπεραίνοντας ότι το αισθητικό διακύβευμα των λέξεων και στίχων είναι ανώτερο της όποιας επικοινωνιακής διαμεσολάβησης, η συλλογή Accordion της Ζέφης Δαράκη ανοίγει σκόπιμα μια συζήτηση που δεν κλείνει επί των υπαρξιακών ζητημάτων, προσκαλώντας ενδεχομένως νεότερους ή μη ποιητές να την ακολουθήσουν, να δουν τα κάτοπτρα της γραφής και να αναμετρηθούν με τον κίνδυνο της λέξης σε ποιητικό περιβάλλον που σαφώς και είναι πολιτικής ουσίας και καταγωγής. Ευτυχώς υπάρχουν οι νύχτες, για να καταλήγουμε στην ποίηση ως κρεσέντο της ημέρας και «εξοχικό θαλάσσιο γέλιο» (σ.49).

Είχε ένα εξοχικό θαλάσσιο γέλιο και γυρνούσε ανεπάγγελτος

Ποιος ξέρει τι ζητούσε

(..)

και ανεπάγγελτος

                         στο βάθος των ποιημάτων

όπως οι μουσικοί του δρόμου

                         σε στοές ημιτελών θαυμάτων

 

(*) H Αντιγόνη Κατσαδήμα είναι συγγραφέας, δημοσιογράφος

 

 

Ζέφη Δαράκη, Accordion, Ύψιλον 

 

NO COMMENTS

LEAVE A REPLY

Please enter your comment!
Please enter your name here

Exit mobile version