Ανατομία ενοχής και αμαρτίας

1
891

 

 

 

Της  Νίκης Κώτσιου.

Τέσσερις οι πρωταγωνιστές  στο  “ Μαρμάρινο Φαύνο” του Ναθάνιελ  Χόθορν(σε αριστουργηματική μετάφραση της Σάντυ Παπαϊωάννου, εκδ. Gutenberg): τρεις  καλλιτέχνες ,οι δύο εξ Αμερικής, κι ένας νεαρός ιταλός κόμης εξερευνούν τη Ρώμη και τους θησαυρούς της ακολουθώντας διαφορετικές διαδρομές ο  καθένας, που όμως όλες εκβάλλουν στην προσωπική αυτογνωσία, τον ηθικό αναπροσανατολισμό και τη μεταμέλεια. Στο κορυφαίο αυτό μυθιστόρημα που τοποθετείται στην Ιταλία του 1850, ο Χόθορν ανατέμνει με τρόπο ευφάνταστο  την έννοια της ενοχής,της τιμωρίας,της κάθαρσης και πολλά ακόμη τοποθετώντας τους ήρωές τους μέσα σ’ ένα εξόχως ατμοσφαιρικό  σκηνικό βαρύ από συμβολισμούς και γεμάτο από συνδηλώσεις πάνω στην τέχνη,τη θρησκεία και τον έρωτα. Ας γνωρίσουμε τα πρόσωπα ένα-ένα.

Η  εξ Αμερικής  Χίλντα ,εγκατεστημένη στη Ρώμη, προσπαθεί να εντρυφήσει στην τέχνη των μεγάλων ζωγράφων και εξασκείται επίμονα και κοπιαστικά αντιγράφοντας με ζήλο τα κορυφαία έργα της Αναγέννησης και του μπαρόκ. Πατώντας πάνω στα χνάρια μιας μακράς  παράδοσης, ανιχνεύει τα ήδη καταξιωμένα και ασφαλή μονοπάτια της καλλιτεχνικής έκφρασης και δεν την ενδιαφέρουν οι καινοτομίες. Ζει στο υπερώο ενός πυργίσκου-περιστεριώνα, φροντίζει ώστε να είναι πάντα αναμμένο το καντίλι της Παναγίας, τη συντροφεύουν τα πετεινά του ουρανού και αναγνωρίζει τον εαυτό της μέσα στο φως και τη λευκότητα. Ό,τι δεν εμπίπτει στο δικό της σύστημα αξιών, δε διστάζει να το απορρίψει. Στη συνείδηση του αναγνώστη εγγράφεται ως μια παρουσία αγγελική και αιθέρια, μια σχεδόν αγία. Το κύριο γνώρισμά της είναι η ανυποχώρητη αφοσίωση στον κανόνα, όχι μόνο στο πεδίο της τέχνης αλλά και της ηθικής. Όπως ακριβώς υποτάσσεται στα διδάγματα των μεγάλων ζωγράφων, εξίσου πειθήνια εναρμονίζεται και με τον ηθικό κανόνα, χωρίς καμία διάθεση αμφισβήτησης. Η Χίλντα μοιάζει να συμπυκνώνει στον ιδεότυπό της το ηθικό και αισθητικό όραμα του ίδιου του Χόθορν, που, φιλοτεχνώντας της, είχε ενδεχομένως στο μυαλό του την αγαπημένη του σύζυγο Σοφία Πίμποντι.

Από την άλλη η ευρωπαία  Μίριαμ, ζωγράφος κι αυτή, αδελφική φίλη της Χίλντα, είναι ένα πνεύμα ανειρήνευτο και ανήσυχο, που δεν αρκείται στα καθιερωμένα αλλά εξερευνά αδιάκοπα τις δυνατότητες του καινούριου. Δυναμική και εμπνευσμένη, παράγει τα δικά της πρωτότυπα έργα, που ίσως υστερούν σε τεχνική αρτιότητα αλλά  διακρίνονται από πάθος και ζεστασιά. Σε αντίθεση με τη Χίλντα, η Μίριαμ φέρει το πνεύμα της ρήξης και της καινοτομίας  αλλά  είναι μάλλον σκοτεινή  και παραμένει μέχρι τέλους αινιγματική, βυθισμένη στις σκιές και την αμφισημία. Η διφορούμενη ταυτότητά της δεν ξεκαθαρίζει ποτέ, το μυστικό της παραμένει κλειδωμένο. Σήμα κατατεθέν της, το κόκκινο ρουμπίνι που φοράει, δηλωτικό του πάθους και της αιματηρής της περιπέτειας.

Εξίσου συναρπαστικοί παρουσιάζονται και οι δυο άντρες της παρέας.O Kένιον, αμερικανός κι αυτός, είναι ένας πολλά υποσχόμενος  γλύπτης, που συνδέεται φιλικά με τις δύο ζωγράφους. Συμμετέχει ως παρατηρητής στα τεκταινόμενα, είναι αυτός που παρακολουθεί  και κρίνει τη δράση που προκύπτει από τις ενέργειες των υπόλοιπων προσπαθώντας να αποτιμήσει και να φθάσει σε συμπεράσματα. Στην τέχνη του είναι ανοιχτός στο καινούριο, δεκτικός στην καινοτομία και στον πειραματισμό αλλά διατεθειμένος να κάνει υποχωρήσεις και συμβιβασμούς προκειμένου να γίνει αρεστός στη Χίλντα που αγαπά. Μέσα από το δικό του κατ’εξοχήν αμερικανικό βλέμμα, που προβάλλεται ως αξιόπιστο και φερέγγυο, αποτιμάται η μεγάλη ιταλική τέχνη και διαπιστώνεται η προϊούσα παρακμή της  σύγχρονης  Ιταλίας που δεν έχει να επιδείξει τίποτα πέρα από το ένδοξο παρελθόν της. Ένα παρελθόν που, κατά τον Χόθορν, μοιάζει να  έχει ανάγκη την «καθαρή» αμερικάνικη ματιά για να διαβαστεί σωστά και να λάβει τις πραγματικές του διαστάσεις, που οι γηγενείς φαίνεται να αγνοούν.

Η « ειδική», ωστόσο, στη διάγνωση της πτώσης και της παρακμής είναι κυρίως η Χίλντα που, ως γνήσιο τέκνο της Νέας Αγγλίας γίνεται φορέας μιας ακραιφνούς πουριτανικής ηθικής, έτοιμης ανά πάσα στιγμή να κατακεραυνώσει την αμαρτία και τα ηθικά ολισθήματα. Έχοντας παρακολουθήσει κατά τύχη τη σκηνή του εγκλήματος που θα διαπράξει ο Ντονατέλο υπό την έμμεση «καθοδήγηση» της Μίριαμ, η Χίλντα βασανίζεται εφεξής από τύψεις, μόνο και μόνο γιατί παρέστη ως αυτόπτης μάρτυρας σ’ένα έγκλημα που, ούτως ή άλλως, καθόλου δεν την αφορούσε. Πιστεύει η Χίλντα ότι έχει καταστεί και η ίδια ένοχη περίπου εξ αντανακλάσεως και, υπό το βάρος της περίεργης αυτής ενοχής, αλλάζει στάση απέναντι στη μέχρι πρότινος φίλη της, που μέχρι τότε  υπεραγαπούσε.

Το βασικό γνώρισμα της Χίλντα είναι ότι προσπαθεί να αγαπά εξ αποστάσεως και εκ του ασφαλούς, κρατώντας μακριά τη δύσκολη πραγματικότητα  των σχέσεων, ώστε να μη μολύνεται από το «κακό» που εμπεριέχουν τα ανθρώπινα. Η έμμεση «εμπλοκή» της στο φονικό την προσγειώνει ανώμαλα στη μέχρι τότε αχαρτογράφητη περιοχή της αμαρτίας, με την οποία πρέπει να εξοικειωθεί. Για τη Μίριαμ, η αμαρτία δεν είναι terra incognita. Ωστόσο, η συναυτουργία της στο έγκλημα που θα διαπράξει ο Ντονατέλο, σηματοδοτεί μια ολωσδιόλου νέα κατάσταση καθώς, στην  προσπάθειά της να εξαγνιστεί, αναπτύσσει πρωτόγνωρες αρετές κατανόησης και αυτοθυσίας, που τη φέρνουν πιο κοντά στο νόημα της αγάπης. Το θέμα της ενοχής και της αμαρτίας, που επισύρει διαφορετικές συμπεριφορές στους τέσσερις πρωταγωνιστές, είναι από τους κεντρικούς πυλώνες του «Μαρμάρινου Φαύνου» και αποτελεί τον καμβά πάνω στον οποίο αναπτύσσεται η δράση.

Η ίδια αυτή αμαρτία στοιχειώνει παρόμοια και το νεαρό  κόμη Ντονατέλο,( τον μοναδικό ιταλό πρωταγωνιστή μέσα σ’ αυτό το μυθιστόρημα που βρίθει από Ιταλία και ιταλική τέχνη) που είναι ο φυσικός αυτουργός του φονικού. Προκειμένου να εξιλεωθεί για την αποτρόπαια πράξη του, ο Ντονατέλο αλλάζει τρόπο ζωής και απομονώνεται στο ρημαγμένο αρχοντικό του διάγοντας περίπου ασκητικό βίο κοντά στη φύση. Η αυτοσχέδια κάθαρση στην οποία υποβάλλει τον εαυτό του έχει ως αποτέλεσμα να απεκδυθεί πλήρως τον πρότερο ανέμελο, ηδονικό χαρακτήρα του και να καλλιεργήσει ένα υψηλό αίσθημα ηθικότητας, που πριν δε διέθετε καθόλου. Η σταδιακή μεταμόρφωση του Ντονατέλο δίνεται συμβολικά μέσα από τα διαδοχικά προπλάσματα της μορφής του που κατασκευάζει ο Κένιον, προσπαθώντας να αιχμαλωτίσει την όψιμη πνευματικότητα που αποκτήθηκε μέσα από την άσκηση και την περισυλλογή. Το μυθιστόρημα αρχίζει όταν η χαρούμενη ομήγυρη των καλλιτεχνών διαπιστώνει την ομοιότητα του Ντονατέλο με το μαρμάρινο Φαύνο του Πραξιτέλη, ομοιότητα που δεν εξαντλείται στη φυσιογνωμία αλλά που έχει να κάνει επίσης με τον αισθησιασμό και την ξεγνοιασιά που αποπνέει η μέχρι τότε ανέφελη ζωή του νεαρού κόμη. Μετά την ηθική δοκιμασία, ο Ντονατέλο-Φαύνος θα έχει μεταβληθεί σε μια ύπαρξη με ανεπτυγμένη τη συνείδηση και το αίσθημα ευθύνης, που αρχικά στερούνταν ολοσχερώς.

Τα ηθικά στάδια από τα οποία διέρχεται κάθε χαρακτήρας αποδίδονται εντέχνως μέσα από την επίκληση έργων ζωγραφικής και γλυπτικής με ισχυρό συμβολικό φορτίο, που έρχονται να σχολιάσουν ήθη, κοσμοαντιλήψεις  και νοοτροπίες. Η Μίριαμ συγκλονίζεται όταν αντικρίζει ένα πορτρέτο της διαβόητης  Βεατρίκης Τσέντσι,  η Χίλντα αναγνωρίζει τη μάχη του καλού και του κακού στον πίνακα  που εικονίζει τον Αρχάγγελο να  σκοτώνει το δράκο ενώ ο Κένιον φιλοτεχνεί μια φλογερή ,γήινη Κλεοπάτρα που συνοψίζει το όραμά του για τη θηλυκότητα. Ο Χόθορν εντάσσει στην πλοκή  και χρησιμοποιεί  ένα πλήθος από γνωστά ή λιγότερο γνωστά  έργα τέχνης που φτιάχνουν ένα τεράστιο εικαστικό πανόραμα και εικονογραφούν με τον τρόπο τους την ψυχική κατάσταση και τις αμφιθυμίες των ηρώων λειτουργώντας ως αλληγορίες.

Είναι γεγονός πως ολόκληρος ο «Μαρμάρινος Φαύνος» δομείται πάνω στο κυρίαρχο δίπολο Ιταλία- (Ευρώπη)/Αμερική, όπου από τη μια η Ευρώπη γίνεται συνώνυμη του καθολικισμού κι ενός  ένδοξου παρελθόντος  που έχει όμως δώσει τη θέση του στη σήψη και την παρακμή, ενώ από την άλλη η Αμερική συμβολίζει ένα υγιές, πουριτανικό-καλβινιστικό  παρόν που χαρακτηρίζεται από  πρόοδο και ευημερία. Ο Χόθορν  υποστηρίζει την καθαρότητα και τη διαύγεια του νέου κόσμου αλλά δεν μπορεί να  αρνηθεί και την απαράμιλλη  γοητεία που εξακολουθητικά  του ασκεί η παλαιά ήπειρος.

Υποδειγματική η έκδοση του Gutenberg με κατατοπιστικά κείμενα και εκτενείς σημειώσεις που διευκολύνουν την πλοήγηση στο σπουδαίο έργο.

 

INFO: Nathaniel  Hawthorne: Ο Μαρμάρινος Φαύνος, εισαγωγή:Richard H. Rupp, πρόλογος-μετάφραση-σημειώσεις: Σάντυ Παπαϊωάννου,σελ.688, εκδ. Gutenberg,2014

 

Προηγούμενο άρθροΟ συγγραφέας που δολοφονείται
Επόμενο άρθροΜυθιστορήματα για το χειμώνα κατά της κρίσης…

1 ΣΧΟΛΙΟ

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ