της Σάρας Θηλυκού (*)
Πιστός φροϋδιστής, ο Ernest Jones στο έργο του Hamlet et Oedipe (1967) διατυπώνει τη βασική ερμηνευτική του θέση στο αίνιγμα Άμλετ, με σκοπό να επιβεβαιώσει τη λειτουργικότητα της θεωρίας του πατέρα της ψυχανάλυσης: τον Άμλετ παροπλίζει το αίσθημα ενοχής που του γεννά η ασύνειδη προσκόλληση προς τη μητέρα του. Το ανά χείρας δοκίμιο συνιστά τον πρόλογο του Ελβετού θεωρητικού, κριτικού και ψυχαναλυτή Jean Starobinski στο έργο αυτό του Τζόουνς – σε άρτια μετάφραση και υποσημειώσεις.
Στα 1897 ο Freud πειραματίζεται με την αυτοανάλυση επιχειρώντας να λύσει το προσωπικό του πρόβλημα αλλά και το πρόβλημα υστερίας ασθενών του. Η αρχική υπόθεση εργασίας περί ενός απωθημένου, παιδικού τραύματος αποπλάνησης δεν τον πείθει. Αναλύοντας τον εαυτό του κατά την παιδική ηλικία φθάνει στην εξής παραδοχή: η libido μου αφυπνίστηκε προς matrem. Ένα μόλις βήμα πριν, στις απαρχές της διατύπωσης του οιδιπόδειου συμπλέγματος – κομβικού στοιχείου της φροϋδικής αυτοσυνειδησίας – και η νέα υπόθεση εργασίας χρειάζεται ερείσματα. Τα αναζητεί στη λογοτεχνία, χωρίς ωστόσι να έχει απο εκείνην ψυχιατρικές αξιώσεις, Πρώτος σταθμός ο Οιδίποδας. Επόμενος ο Άμλετ.
Ο Φρόυντ επιζητώντας να θεραπεύσει τη νεύρωση, περνά από την ψυχανάλυση στη δραματολογική ανάλυση εξηγώντας πρώτα από όλα πως το ασυνείδητο είναι δραματουργία, σκηνοθετημένος λόγος … ανάμεσα στα δύο άκρα της κραυγής και της σιωπής, και ακόμη, πως ο ποιητής είναι κάποιος που ονειρεύεται χωρίς να έχει αναλυθεί, αλλά που εκτονώνεται, ωστόσο, δραματουργικά. H μετάβαση από τον Οιδίποδα στον Άμλετ θα συντελεστεί στην ως άνω υποσημείωση από την Ερμηνεία των Ονείρων (1900) – και από εκεί ορμώμενος ο Τζόουνς θα γράψει το έργο του. Οι αναλογίες αλλά και οι διαφορές των δύο ηρώων που ανευρίσκει ο Φρόυντ συνίστανται στο ότι ενώ στον Οιδίποδα η φαντασίωση-επιθυμία του παιδιού πραγματώνεται … στον Άμλετ παραμένει απωθημένη και αυτό εξηγείται από τη διαφορά των πολιτισμικών περιόδων. Πώς μαθαίνουμε την ύπαρξη της επιθυμίας του Άμλετ; Μα φυσικά από τις ανασταλτικές επιπτώσεις της. Ο Φρόυντ θα προσθέσει μάλιστα στοιχεία που συνεπικουρούν την υπόθεσή του από την ίδια τη ζωή του Shakespeare.
Ο Σταρομπίνσκι επισημαίνει το γεγονός πως από πλευράς των κριτικών και των ιστορικών της λογοτεχνίας η ερμηνεία του Άμλετ δεν έτυχε ιδιαίτερα θερμής αποδοχής. Στο στόχαστρο της φροϋδικής ερμηνείας μπαίνει πρώτα από όλα ο Άμλετ των Ρομαντικών, ένα αναιμικό, διστακτικό πλάσμα που ζει μέσα από τη σκέψη η οποία και του στομώνει τη δράση. Ενστάσεις θεωρητικών και δραματολόγων, ότι δεν ψυχαναλύουμε τους ήρωες της λογοτεχνίας, μπορεί να περιλαμβάνουν ακόμη την απομάκρυνση από το κείμενο, με την έμφαση στη βιογραφία του συγγραφέα (έμφαση την οποία ασπάζεται σήμερα η queer θεωρία λόγου χάρη). Αναφέρω ενδεικτικά την αντιρρητική θέση του J. P. Vernant (O Οιδίπους χωρίς σύμπλεγμα, 1972), ο οποίος βεβαιώνει πως ο ήρωας του Οιδίποδος Τυράννου δεν έχει το παραμικρό οιδιπόδειο σύπλεγμα, και διαμαρτύρεται ακόμη για τον υπεραπλουστευτικό τρόπο – τον ανεξάρτητο από το ιστορικό, κοινωνικό, θρησκευτικό και αισθητικό πλαίσιο – με τον οποίο «οιδιποδοποιούνται» τα πιο διαφορετικά μυθικά θέματα παραβιάζοντας μεταξύ άλλων την κατηγορία της βούλησης.
Μια από τις πρώτες αντιδράσεις στο οιδιπόδειο σύμπλεγμα εν γένει έρχεται από τον Carl Jung που θα ερμηνεύσει το οιδιπόδειο ως αναδρομική φαντασίωση του αναλυόμενου υποκειμένου και θα κάνει τον Φρόυντ πιο συγκαταβατικό… Θυμίζω ακόμη την κριτική των Gilles Deleuze και Félix Guattari (Ο Αντί-Οιδίπους), ότι το οιδιπόδειο σύμπλεγμα παγιδεύει το υποκείμενο στο οικογενειακό περιβάλλον … και αφαιρεί κάθε επαναστατική ισχύ από το ασυνείδητο, οι οποίοι και εστιάζουν στην επιθυμία καθ΄εαυτήν και τη δυναμική της μέσα στο κοινωνικό πεδίο. Τον René Girard ακόμη, ο οποίος προτείνει την έννοια της μίμησης, η οποία άλλωστε αποτελεί και τη βάση για τη θεωρία του θυσιαστικού μηχανισμού στο Εξιλαστήριο θύμα. Κατά τον Ζιράρ δεν υπάρχει στο υποκείμενο καμιά προϋπάρχουσα επιθυμία αιμομειξίας και πατροκτονίας παρά μόνον η μίμηση της επιθυμίας του πατέρα. Η κρίσιμη μεταπόπιση στη θεωρία του Ζιράρ συντελείται νομίζω, από την εστίαση στο αντικείμενο της επιθυμίας στο πρότυπο του φορέα της, δηλαδή και πάλι του πατέρα. Για τον πατέρα και ο Roland Barthes στην Απόλαυση του κειμένου λέει χαρακτηριστικά: Ο θάνατος του Πατέρα θα αφαιρέσει από τη λογοτεχνία πολλές από τις απολαύσεις της. Αν δεν υπάρχει πια Πατέρας γιατί να διηγιέσαι ιστορίες; Η κάθε αφήγηση μήπως δεν ξαναφέρνει στον Οιδίποδα;… στη διαλεκτική της συμπόνιας και του μίσους; Και η υποταγή στο θέλημα του Πατρός αποτελεί κατά τον Μάξιμο Ομολογητή τη λύση στο πρόβλημα των δύο θελήσεων του Χριστού αλλά και της σχάσης εν γένει του προσώπου ανάμεσα στο γνωμικό και το φυσικό θέλημα, με τη συμφιλίωση που επιτυγχάνεται έτσι ανάμεσα στις αντίρροπες δυνάμεις.
Η δύναμη της φροϋδικής ερμηνείας βρίσκεται νομίζω, στο τέλος της επίμαχης υποσημείωσης από την Ερμηνεία των Ονείρων: όπως κάθε νευρωτικό σύμπτωμα, όπως και το ίδιο το όνειρο, επιδέχεται την υπερερμηνεία, αλλά και την απαιτεί για να γίνει πλήρως κατανοητό, έτσι και κάθε γνήσιο ποιητικό δημιούργημα πρέπει να προέρχεται πιθανόν από πολλά ερεθίσματα και ψυχικές διεργασίες του ποιητή και να επιδέχεται περισσότερες από μία ερμηνείες. Το οιδιπόδειο είναι απλώς ένα, όχι το μοναδικό κλειδί. Το νόημα-Άμλετ επιστρέφει στο αίνιγμα-Άμλετ καθώς η δύναμη της πολυσημίας του το καθιστά οιονεί ανερμήνευτο, ξεπερνώντας εγγενώς μιαν άλλη νεύρωση ίσως, αυτήν της κατανόησης των πάντων. Ένας Άμλετ αναδυόμενος, μία νησίδα αισθητικής συγκίνησης μέσα στο αρχιπέλαγος του λόγου. Τhe rest is silence…
(*) Η Σάρα Θηλυκού είναι ποιήτρια
Βρες το εδώ:
Jean Starobinski, Άμλετ και Φρόυντ, μετάφραση Ροζαλί Σινοπούλου, εκδόσεις Πλέθρον