Άλλη μια μέρα νικητές, άλλη μια μέρα ηττημένοι…(της Κυριακής Μπεϊόγλου)

0
625

 

 

της Κυριακής Μπεϊόγλου

«Μέρες είναι εκεί που ζούμε», λέει ο Φίλιπ Λάρκιν, και ο Χρήστος Κυθρεώτης βάζει αυτή τη φράση  προμετωπίδα στο δεύτερο βιβλίο του, που κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Πατάκη,  αποσπώντας το κομμάτι «εκεί που ζούμε» και βάζοντας το στον τίτλο. Οι μέρες έμειναν απέξω. Και σωστά. Διότι αυτό το μυθιστόρημα περιγράφει μόνο μια μέρα. Μια μέρα του νέου δικηγόρου Αντώνη Σπετσιώτη. Συνειρμικά το μυαλό μου πήγε σε ένα άλλο λογοτεχνικό εικοσιτετράωρο αυτό του Λεοπόλδου Μπλουμ, ήρωα του Τζαίημς Τζόις στον «Οδυσσέα». Μέχρι εκεί όμως οι ομοιότητες. Η δράση στον «Οδυσσέα»είναι ελάχιστη, περισσότερο  η τεχνική του “εσωτερικού μονολόγου” που επινοεί ο συγγραφέας για την έκθεση της αφήγησής του, του παρέχει την δυνατότητα να σχολιάσει με ακρίβεια και με λεπτομέρειες όλο το πλέγμα των σχέσεων των προσώπων που λαμβάνουν μέρος σ’ αυτό το σε μικρογραφία έπος. Ο Χ.Κυθρεώτης έχει τον ήρωα του συνεχώς σε κίνηση. Η αναφορά του στον Λάρκιν μου θύμισε εκείνο το μικρό ποίημα «Το πρώτο» του Άγγλου ποιητή:

«Το πρώτο που κατάλαβα /σ’ αυτή την πλάση:

ο χρόνος είναι η ηχώ/του τσεκουριού στα δάση.»

Τι συμβαίνει λοιπόν στο βιβλίο αυτό; Την Παρασκευή του 2014 ο Αντώνης Σπετσιώτης μετράει τον χρόνο του για να τον μοιράσει σε τέσσερις δουλειές: Να παραστεί στο δικαστήριο ως  συνήγορος μιας κυρίας που εξαπατήθηκε από ένα Ινστιτούτο Αισθητικής, να συναντήσει ύστερα σε μια καφετέρια τη Στέλλα, ένα παλιό του δεσμό, τον οποίο είχε από καιρό διακόψει, να συνοδέψει τον πατέρα του που έπρεπε να παραδώσει το γεωτρύπανό του στον Ορχομενό και να τον μεταφέρει πίσω και, τέλος, αν προλάβει, να περάσει αργά το βράδυ από ένα μπαράκι στο κέντρο της Αθήνας, όπου θα είχε μαζέψει κάποιους φίλους η Άννα που μάλλον τον απασχολεί πιο πολύ από όλα.

Δικηγόρος στο επάγγελμα και ο ίδιος ο συγγραφέας μεταφέρει απολαυστικά και με ρεαλιστική πειστικότητα τα δεινά του επαγγέλματός του. Εξαιρετικές οι περιγραφές των αθηναϊκών δικαστηρίων θα σας κάνουν να χαμογελάσετε με πίκρα κάποιες φορές. Ο δε θάνατος της κατηγορούμενης υπήρξε ένα ιδιαίτερα ευρηματικό και ανατρεπτικό στοιχείο της πλοκής που μέσα από αυτόν αναδεικνύεται η φιγούρα του γιου της.

Εξαιρετικός ο λογοτεχνικός «ποιοτικός» χρόνος του Σπετσιώτη με τον πατέρα του. Το αυτοκίνητο είναι το όχημα για να έρθουν πιο κοντά. Το αστικό τοπίο σημαδεύεται από τις δυο αγαπημένες του  που κατά ένα περίεργο τρόπο ανήκουν και οι δυο στο παρελθόν παρέχοντάς του παρηγοριά αλλά ουσιαστικά εμποδίζοντάς τον να προχωρήσει. Σε δεύτερο πλάνο υπάρχει και η μητέρα του που μας την περιγράφει κυρίως μέσα από τον πατέρα. Πολύ ενδιαφέρον εύρημα και αυτό, αν δεν έπεφτε από επιλογή φαντάζομαι ο συγγραφέας στην παγίδα να θεωρήσει τις γυναίκες πιο ολοκληρωμένα και δυνατά πλάσματα. Ευτυχώς που υπάρχει και η «αδύναμη» πελάτισσα και σώζει την ατελή μας φύση.

Με ποιητική διάθεση και μια έντονη περιγραφική ικανότητα ξεκινά η μέρα του ήρωα και είναι αδύνατον να μην σε αιχμαλωτίσει. Δίχως στολίδια, δυνατός καθημερινός λόγος. Ο ήρωας εκπλήσσεται και εκπλήσσει και εμάς. Τόσο γιατί η μέρα εξελίσσεται με συνεχείς αναδρομές στο παρελθόν και άλλα γεγονότα που για κάποιο ίσως και απροσδιόριστο λόγο έχουν χαραχτεί στη μνήμη του και τον έχουν διαμορφώσει. «Ο χρόνος είναι η ηχώ του τσεκουριού στα δάση» και αυτή η ηχώ τον παγιδεύει σαν το τραγούδι της σειρήνας στην καθημερινότητά του. Το στοίχημα είναι να τελειώσει κι αυτή η μέρα, η κάθε μέρα, με όσον το δυνατόν λιγότερες απώλειες. Μπλοκαρισμένοι από την αδυσώπητη οικονομική κρίση οι ήρωες του Κυθρεώτη την έχουν μπει σε μια υπαρξιακή αναζήτηση που τους αλλάζει τη ζωή. Ο απολυμένος πατέρας απομονώνεται, απογυμνώνεται από τον μέχρι τώρα ρόλο του και αποσύρεται. Η πελάτισσα του ενδίδει διψασμένα στην αναβάθμιση της εικόνας της και τελικά την πατάει. Τίποτα δεν είναι όπως το φαντάζονταν. Χρωστάει στο ινστιτούτο πάνω από εβδομήντα χιλιάδες ευρώ και η απατηλή αναζήτηση της νεότητας της καταρρέει γεμίζοντάς την ενοχές. Οι προσωπικές σχέσεις του ήρωα μπαίνουν κι αυτές κάτω από την σκιά των υποχρεώσεων.

Ο συγγραφέας μας λέει πως οι συνέπειες της παρελθούσης (;) κρίσης θα αρχίσουν να φαίνονται τώρα. Μια μετά-κρίση πιο βαθιά και υπαρξιακή. Το ζήτημα όμως που θέτει το βιβλίο αυτό δεν είναι κυρίως οι σχέσεις με τους άλλους αλλά η σχέση μας με τον ίδιο μας τον εαυτό. Ανεπίλυτα θέματα του παρελθόντος μπορεί να μας καταδιώκουν διαμορφώνοντας το παρόν μας. Πολύ επιτυχημένα ο Χ.Κυθρεώτης δίνει χρόνο και χώρο σ’ αυτές τις σκέψεις του συγγραφέα αφού συχνά πυκνά ο αναγνώστης ανακαλύπτει δικές του ανησυχίες και προβληματισμούς που απασχολούν τον σύγχρονο άνθρωπο.

Σημαντικό μυθιστόρημα το «εκεί που ζούμε» ,είναι ένα από τα βιβλία που αντιπροσωπεύουν πειστικά την γενιά των σημερινών σαραντάρηδων που στα τυφλά πολλές φορές ψάχνουν να βρουν τον βηματισμό τους σε ένα δομημένο περιβάλλον που έχουν χαράξει οι παλιότερες γενιές.

 

info:Χρίστος Κυθρεώτης, Εκεί που ζούμε, Πατάκης

 

 

 

 

Προηγούμενο άρθροΘα γράφουν τα ρομπότ λογοτεχνία; (της Βαρβάρας Ρούσσου)
Επόμενο άρθροΗ τέχνη και ο μύθος του Γιαννούλη Χαλεπά (του Βαγγέλη Χατζηβασιλείου)

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ