ΑΦΙΕΡΩΜΑ 1, Πιέρ Πάολο Παζολίνι, Η σκέψη και η ποιητική (επιμ. Γιάννης Η.Παππάς)

0
377

 

 

Ο Πιερ Πάολο Παζολίνι πέθανε 2 Νοεμβρίου 1975 και ο Αναγνώστης δημοσιεύει ένα μικρό αφιέρωμα στον μεγάλο διανοητή, σκηνοθέτη, ποιητή και ακτιβιστή. 

 

του Γιάννη Η.Παππά (επιμ.)

ΜΙΑ ΑΝΕΞΑΝΤΛΗΤΗ ΚΑΙ ΣΥΝΕΧΗΣ ΓΡΑΦΗ. Με μια πανοραμική ματιά, η οποία αγκαλιάζει ολόκληρο το έργο του Παζολίνι, από το ξεκίνημά του στη δεκαετία του ’40 μέχρι τον ξαφνικό θάνατό του το 1975, γίνονται εμφανή δύο πράγματα: το εξαιρετικό εύρος της παραγωγής του και η μεγάλη ποικιλία των ειδών και των γλωσσών που χρησιμοποίησε. Στην αφετηρία αυτού του τεράστιου όγκου (το συνολικό έργο του Παζολίνι αριθμεί περισσότερες από 20.000 σελίδες, στις οποίες πρέπει να προστεθούν οι επανεκδόσεις και οι εργασίες για τον κινηματογράφο), υπάρχει μια καθημερινή και πυρετώδης δραστηριότητα, μια ασταμάτητη εργασία που αναπτύσσεται, συχνά ταυτόχρονα, σε διάφορα εκφραστικά επίπεδα και ακολουθώντας διαφορετικές ερευνητικές κατευθύνσεις.

 

Το πορτρέτο του διανοούμενου

 

ΟΙ ΣΤΑΘΕΡΕΣ ΤΗΣ ΓΡΑΦΗΣ ΤΟΥ ΠΑΖΟΛΙΝΙ. Παρά την πολύμορφη ποικιλία της παραγωγής του Παζολίνι, είναι δυνατόν να εντοπίσουμε ορισμένα θεμελιώδη και επαναλαμβανόμενα στοιχεία : αφενός, την ανεξάντλητη έρευνα και τον πειραματισμό με ολοένα νέες και διαφορετικές μορφές και γλώσσες και, αφετέρου, τη συνεχή ένταση στο να καταστεί η γραφή μια εμπειρία κριτικής μαρτυρίας της κοινωνίας.

Όσον αφορά το πρώτο στοιχείο, ο πειραματισμός του Παζολίνι δεν εκφράζεται αποκλειστικά με τη χρήση όλων των καλλιτεχνικών γλωσσών που διαθέτει ο διανοούμενος (από τον κινηματογράφο μέχρι την ποίηση, την αφήγηση και, έμμεσα, τη ζωγραφική), αλλά περιλαμβάνει και την ίδια τη γλώσσα, μέσω της προσεκτικής μελέτης των διαλέκτων και της άμεσης χρήσης τους για την ενίσχυση των δυνατοτήτων και της πρωτοτυπίας τους.

Όσον αφορά την κριτική και πολεμική φόρτιση που εκφράζει ο Παζολίνι, αυτή πηγάζει από την εμπειρία της περιθωριοποίησης και του σκανδάλου που βίωσε ο ποιητής, ιδίως λόγω της ομοφυλοφιλίας του. Ακόμη και οι δύο συνιστώσες του αγροτικού καθολικισμού της παιδικής του ηλικίας και του γκραμσιανού μαρξισμού της νεότητάς του εξετάζονταν από τον ίδιο πάντα από μια κριτική, ακόμη και αιρετική άποψη, όπως αναφέρει ο τίτλος μιας συλλογής δοκιμίων του 1972 (Αιρετικός εμπειρισμός).

Τα στοιχεία αυτά βρίσκουν σημείο επαφής στην προσοχή που δείχνει για τα  πιο ταπεινά στρώματα του πληθυσμού και για όλες εκείνες τις καταστάσεις περιθωρίου και πόνου που συχνά αποτελούν αντικείμενο των έργων του. Σε αντίθεση με ό,τι συνήθως πιστεύεται, ωστόσο, αν και απεικονίζει καταστάσεις της λαϊκής ζωής, ακόμη και με πρόθεση κοινωνικής καταγγελίας, ο Παζολίνι δεν είναι νεορεαλιστής, διότι η πραγματικότητα που σκηνοθετεί μεταμορφώνεται πάντα από την υποκειμενικότητα και τη συμμέτοχη του ποιητή. Πρόκειται επομένως για μια λυρική, ακόμη και μυθική ματιά που διαπερνά την αναπαράσταση της πραγματικότητας: στη μυθοπλασία, στον κινηματογράφο, όπως και στην ποιητική παραγωγή.

Ο συνεχής πειραματισμός και ο «νομαδισμός» του συγγραφέα – Η τάση για πολύπλευρο πειραματισμό των εκφραστικών ειδών, που τον καθιστά μοναδική προσωπικότητα στην ιταλική λογοτεχνική σκηνή εκείνων των χρόνων, μπορεί να εξηγηθεί από μια φυσική και σχεδόν υποχρεωτική κλίση προς τη συγγραφή. Συνδέεται επίσης με το πεπρωμένο του ως συγγραφέα και το αέναο αίσθημα του νομάδα, λόγω των συνεχών μετακινήσεων της οικογένειάς του. Αυτή η κατάσταση του ξεριζωμού επηρέασε το καλλιτεχνικό του έργο, το οποίο όχι τυχαία αποκαλύπτει μια περιπλανώμενη πτυχή ακριβώς στην απόρριψη της εξειδίκευσης και στην επιθυμία του για ολότητα.

Στο έργο του Παζολίνι, τα λογοτεχνικά είδη και οι εκφραστικοί κώδικες διαπνέονται από μια ανήσυχη επιθυμία για πειραματισμό. Είναι σαν κάθε έργο του Παζολίνι να φυλάει ένα υπόλειμμα, κάτι που μένει να ειπωθεί. Κατά τη διάρκεια της σύνθεσης του μυθιστορήματος Τα παιδιά της ζωής, για παράδειγμα, ο Παζολίνι σχεδίαζε μια τριλογία «ρωμαϊκών μυθιστορημάτων», από τα οποία Τα παιδιά της ζωής  θα ήταν η πρώτη πράξη, αν και στην πραγματικότητα τελικά θα γράψει μόνο ένα ακόμη το 1959, το Μια βίαιη ζωή. Παράλληλα, έγραφε διηγήματα σε κινηματογραφική μορφή, εφευρίσκοντας άλλες γλώσσες για να αφηγηθεί τον ίδιο αστικό κόσμο. Γύρω στο 1970, ακόμη και η επιθυμία να γυριστεί μια ταινία από το Δεκαήμερο θα γίνει αμέσως μέρος ενός ευρύτερου σχεδίου: μιας τριλογίας ταινιών εμπνευσμένων από τις μεγάλες μυθιστορηματικές συλλογές του ανατολικού και δυτικού κόσμου, που θα είναι η Τριλογία της Ζωής (Δεκαήμερο, Οι μύθοι του Καντέρμπουρυ και Το λουλούδι των χιλίων και μιας νύχτας).

 

Η ΜΑΡΤΥΡΙΑ ΕΝΟΣ ΑΙΡΕΤΙΚΟΥ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ. Κριτικός μάρτυρας της σύγχρονης κοινωνίας και κουλτούρας του, ο Παζολίνι καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής του μιλούσε σε περιοδικά και εφημερίδες για να καταθέσει το όραμά του και να επιστήσει την προσοχή της κοινής γνώμης σε φλέγοντα ζητήματα ή ζητήματα που πέρασαν απαρατήρητα. Το σκάνδαλο θα σημαδέψει ολόκληρη την ανθρώπινη και καλλιτεχνική του ζωή, καθιστώντας τον έναν διανοούμενο ξεπερασμένο, άβολο, ανίκανο για εναρμόνιση και κομφορμισμό. Ακριβώς η σκανδαλώδης αδράνειά του, η προκλητική παρουσία του ως μάρτυρας των σκοτεινών περιοχών που απομακρύνονται συνεχώς από την καλοπροαίρετη αστική τάξη, τον καθιστά εκπρόσωπο της κριτικής συνείδησης μιας εποχής.

Όλη η παραγωγή του Παζολίνι, από τη δεκαετία του ’60 μέχρι τον θάνατό του, γεννήθηκε πράγματι από τη σύγκρουση με τη νέα εποχή που είχε αρχίσει να επικρατεί, από την επιθυμία να καταγγείλει και την προσπάθεια να αναλύσει τους μηχανισμούς και τις συνέπειες μιας επανάστασης σε εξέλιξη. Τα έργα του καταγράφουν τα ίχνη της οικονομικής αλλαγής που είχε αρχίσει να μεταβάλλει τα βαθιά ριζωμένα χαρακτηριστικά της ιταλικής κοινωνίας. Η ραγδαία εκβιομηχάνιση, η ανάδυση της μαζικής κοινωνίας, η εξάπλωση της τηλεόρασης και των νέων τρόπων ζωής, που συνοδεύουν μια ταραχώδη αύξηση του πλούτου και της κατανάλωσης, αποτελούν για τον Παζολίνι τη βάση μιας ανθρωπολογικής-πολιτισμικής μετάλλαξης κοσμοϊστορικών, ιστορικών, σημαντικών διαστάσεων, που σηματοδοτεί την τραγική και αδυσώπητη ομογενοποίηση των μικρότερων και ασθενέστερων πολιτισμών.

Αναφορικά με τη ριζοσπαστική φύση των μετασχηματισμών που συντελούνται, ο συγγραφέας δεν περιορίζεται στην παρατήρηση και την περιγραφή της περιρρέουσας πραγματικότητας, αλλά παίζει ρόλο επίθεσης και πρόκλησης, είναι ένας διανοούμενος «κουρσάρος, πειρατής», ο οποίος παίρνει στην κατοχή του τα ίδια όπλα με τον εχθρό που σκοπεύει να πολεμήσει και με αυτά (τις γλώσσες της μαζικής κοινωνίας, από τη δημοσιογραφική γραφή μέχρι τον κινηματογράφο) πραγματοποιεί συνεχείς εισβολές στο αντίπαλο στρατόπεδο, αποκαλύπτοντας έτσι τις μυθοποιήσεις και τις εξαπατήσεις του.

Τα κριτικά γραπτά εκφράζουν επίσης στους τίτλους τους όλη τη μαχητική, αντικομφορμιστική και πολεμική φόρτιση του Παζολίνι: ο Αιρετικός εμπειρισμός (1972), τα Κουρσάρικα γραπτά (1975) και τα Λουθηρανικά γράμματα (1976) είναι τρία ιδιαίτερα σημαντικά παραδείγματα.

 

Οι θεματικές επιλογές

 

ΠΕΡΙΘΩΡΙOΠΟΙΗΣΗ ΚΑΙ ΚΡΙΤΙΚΗ ΤΗΣ ΠΡΟΟΔΟΥ. Η καλλιτεχνική πορεία του Παζολίνι χαρακτηρίζεται από την εξερεύνηση κόσμων διαφορετικών μεταξύ τους, αλλά εξίσου περιθωριακών για την αστική κοινωνία: από τις αγροτικές περιοχές του Φριούλι μέχρι τις υποπρολεταριακές περιφέρειες της πρωτεύουσας και τους λαούς των φτωχών χωρών του Τρίτου Κόσμου. Εξάλλου, ίσως είναι η εμπειρία της διαφορετικότητας, η συνειδητοποίηση της ομοφυλοφιλικής ταυτότητας, που κάνει τον Παζολίνι τόσο προσεκτικό σε καταστάσεις διακρίσεων και περιθωριοποίησης, ιδιαίτερα στο πλαίσιο της ιταλικής κοινωνίας μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.

Η περιθωριοποίηση είναι ένα από τα κεντρικά θέματα του ποιητικού οράματος του Παζολίνι. Μέσω της λογοτεχνίας και του κινηματογράφου ο Παζολίνι επιδιώκει να υπονομεύσει και να ανατρέψει αυτή την κατάσταση, προσωπική και συλλογική. Η ποιητική εξιλέωση της περιθωριοποίησης, ωστόσο, συνεπάγεται μια βαθιά κριτική της προόδου που θα οδηγήσει τον συγγραφέα σε μια ανοιχτή, και όλο και πιο ριζοσπαστική, σύγκρουση με τους ποιητές, τους κανόνες και τις συμβάσεις που διέπουν την ιταλική κοινωνία μεταξύ των δεκαετιών ’50 και ’70.

 

TΑΠΕΙΝΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΟΤΗΤΑ. Ένα άλλο κεντρικό θέμα του κόσμου του Παζολίνι, παράξενα συνδεδεμένο με την εμπειρία της περιθωριoποίησης, είναι αυτό της ταπεινότητας, η οποία νοείται ως μια πίστη στη γη (στα λατινικά humus) και επομένως στα χαμηλότερα στρώματα της κοινωνίας και στις απαρχές της ζωής. Από τη μια πλευρά, συνδέεται με το θρησκευτικό πνεύμα, που γεννήθηκε στην παιδική ηλικία του συγγραφέα από την επαφή με την απλή κουλτούρα του αγροτικού καθολικισμού∙ από την άλλη, συνδέεται με την προσκόλληση του Παζολίνι στα ιδανικά του κομμουνισμού, που πραγματοποιήθηκε στη μεταπολεμική περίοδο με την ανάγνωση του Μαρξ και του Γκράμσι. Με διαφορετικούς τρόπους, τόσο η χριστιανική θρησκεία όσο και η μαρξιστική ιδεολογία παρέχουν στον συγγραφέα μια προοπτική για να δει τον κόσμο των ταπεινών, να τον λυτρώσει από τις συνθήκες φτώχειας και αποκλεισμού. Αυτή η χειραφέτηση πραγματοποιείται με τον εντοπισμό μιας αυτονόητης αξίας στους ανθρώπους: της ικανότητας της ενστικτώδους προσκόλλησης στη ζωή, η οποία προκύπτει από την επαφή με τις καθαρές ανάγκες της ύπαρξης και από την εγγύτητα του θανάτου. Μόνο σ’ αυτή την κατάσταση της ανυπεράσπιστης ευθραυστότητας, που είναι η μοίρα των ταπεινών, ο άνθρωπος αναγνωρίζει τον εαυτό του ως πλάσμα, καρπό μιας θεϊκής βούλησης, ισότιμο με τα ζώα και τα φυσικά στοιχεία. Η ταπεινότητα και η δημιουργικότητα αποδεικνύονται έτσι δύο βασικές έννοιες του θρησκευτικού και ποιητικού οράματος του Παζολίνι.

 Ο ΜΥΘΟΣ ΤΟΥ ΛΑΟΥ. Η αντίληψη του Παζολίνι για τον λαό έχει περισσότερο τα χαρακτηριστικά ενός μύθου παρά μιας ρεαλιστικής ανάλυσης. Στον λαό, ο συγγραφέας βλέπει ένα κοινωνικό στρώμα που έζησε για αιώνες έξω από την ιστορία, σε μια κατάσταση μιζέριας και βαρβαρότητας το οποίο διατήρησε την αρχική του καθαρότητα. Αντιπαραθέτει αυτή την κατάσταση άγριας και «ανήθικης» ζωτικότητας στον κομφορμισμό της αστικής τάξης και στην καπιταλιστική ηθική του κέρδους που έχουν διαβρώσει κάθε επιβίωση του ιερού. Εκτός από το μυθιστόρημα Τα παιδιά της ζωής (1955), τα θέματα αυτά γίνονται σαφή σε ορισμένες σημαντικές ποιητικές συλλογές της δεκαετίας του ’50: στις Στάχτες του Γκράμσι (1957) και στο Αηδόνι της Καθολικής Εκκλησίας (1958), στα οποία ο Παζολίνι ανιχνεύει παράλληλα την «αιρετική» σχέση του με τη μαρξιστική πολιτική ιδεολογία από τη μια πλευρά και με τον θρησκευτικό θεσμό από την άλλη. Οι κοινωνικοοικονομικοί μετασχηματισμοί της δεκαετίας του 1960, ωστόσο, θα συνεχίσουν να υπονομεύουν την ιδέα ενός υποπρολεταριάτου που φέρει ένα φυσικό ανατρεπτικό φορτίο. Η ανακάλυψη, που έχει ήδη ανακοινωθεί στη συλλογή Η θρησκεία του καιρού μου (1961), της «επιθυμίας για ενσωμάτωση» ακόμη και του υποπρολεταριάτου γίνεται για τον συγγραφέα το πρώτο σημάδι μιας διαδικασίας ομογενοποίησης των επιθυμιών και των αναγκών, ακόμη και πριν από εκείνη της κουλτούρας και των συνθηκών διαβίωσης, που έγινε ασυγκράτητη με την ανάπτυξη του καταναλωτισμού. Ο εφιάλτης που βλέπει ο Παζολίνι να γίνεται πραγματικότητα στα χρόνια της οικονομικής άνθησης είναι αυτός της εξάλειψης (μιλάει για «γενοκτονία»), , όλων των πολιτισμικών διαφορών μέσα στις καπιταλιστικές κοινωνίες, με την εξαφάνιση εκείνου του λαϊκού κόσμου που είχε αντιταχθεί στο αξιακό σύστημα της αστικής τάξης.

 

Ποιητική και ύφος

 

ΜΙΑ ΛΥΡΙΚΗ ΑΝΑΠΑΡΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΥ. Το δημιουργικό όραμα που χαρακτηρίζει την προσέγγιση του Παζολίνι για τον κόσμο μεταφράζεται στον πολύ ιδιαίτερο τόνο του ρεαλισμού που χαρακτηρίζει τη λογοτεχνική και κινηματογραφική του παραγωγή. Προέρχεται από αυτό που ο ίδιος ο συγγραφέας αποκαλεί «παθητική εμμονή»: το βλέμμα του ποιητή επενδύει τα έμβια όντα με μια φόρτιση οίκτου, επιθυμίας και συμπόνιας που πηγάζει από την ενστικτώδη αίσθηση της αδυναμίας τους, από την αντίληψη της επισφάλειας και του πόνου που είναι κοινά σε όλα τα έμβια όντα, ανθρώπους ή ζώα.

Ακόμη και στις πιο σκληρές σκηνές, το ύφος του Παζολίνι είναι πραγματικά ευαίσθητο, σωματικό και βίαιο, αλλά ταυτόχρονα λυρικό και συμβολικό. Αυτή η φόρτιση της μεγάλης συναισθηματικής έντασης αποτυπώνεται στις εικόνες (λογοτεχνικές, κινηματογραφικές, ποιητικές) με τις οποίες ο συγγραφέας κατασκευάζει την αναπαράσταση της πραγματικότητας, η οποία γι’ αυτόν είναι μια πραγματικότητα που αποτελείται από όντα που υποφέρουν, μεταμορφωμένα από μια οδυνηρή αίσθηση του χρόνου, από τη συγκίνηση του καλλιτέχνη απέναντι στην κίνηση της ζωής, στην οποία η ύπαρξη κάθε πλάσματος είναι προορισμένη να παρέλθει και να εξαφανιστεί.

___________________

Από το βιβλίο των Corrado Bologna και Paola Ricchi Rosa Fresca Aulentissima, εκδόσεις Loescher, Τορίνο 2015.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Προηγούμενο άρθροΣτο σπίτι του Χίτλερ (της Άννας Λυδάκη)
Επόμενο άρθροΣυνέδριο : Η διασταύρωση της θρησκείας με τη λογοτεχνία (Τμήμα Φιλολογίας Παν/μιο Ιωαννίνων)

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ